Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Μια καμακιάρικη έκφραση, όπως κι η έκφραση: θερμά συγχαρητήρια στον μπαμπά και στη μαμά.

Είναι πιο ραφιναρισμένη σίγουρα απ' αυτή: Ωχ τα πόδια, άστα κει, κολεοί και είναι εντελώς διαφορετικού νοήματος απ' τη φράση: Μάγειρας ήταν ο μπαμπάς σου.

Η φράση, ζαχαροπλάστης ήταν ο πατέρας σου, αντίκα και ξεπερασμένη πια, απευθυνόταν από καμάκι παλαιάς κοπής, σε διερχόμενη γκόμενα, με στόχο να εκθειάσει τη θηλυκότητα της. Ήθελε έτσι, ο τριαινοφόρος, να πει πως, τη βρίσκει νοστιμούλα και μάλιστα γλυκιά σα ζάχαρη. Προσπαθούσε δηλαδή, μέσω της ατάκας αυτής, να περάσει το μήνυμα, πως ο πατέρας της θα πρέπει να 'ταν... ζαχαροπλάστης ώστε να μπορέσει να «φτιάξει ένα τέτοιο γλυκό». Δε σημαίνει βεβαίως, πώς αυτά που έλεγε, πως τα εννοούσε κιόλας. (Συνήθως, σα δόλωμα τα 'ριχνε).

Που στόχευε;

Ήθελε έτσι ο τυπάς να την πέσει στο παστάκι, στο μπουγατσάκι, στο πιπινάκι, στο μιλφέιγ, σε κάποια ζαχαρομούνα, ή σε κάποια, κάπως έτσι τέλος πάντων, με στόχο να ανεβάσει τα πεσμένα του ζάχαρα καίγοντας θερμίδες μαζί της.

Ας δούμε αναλυτικότερα όμως, τι θα μπορούσε και καλά, να υπάρχει στο background της φράσης.

1) Ένας πατέρας ζαχαροπλάστης, ξέρει κι εκτιμά το γλυκό, από τη γεύση του, από τη γλύκα που αυτό πλημμυρίζει το στόμα, από το σιρόπι του και... σίγουρα κάνει τα πάντα για να φτιάχνει γλυκά όνομα και πράγμα. Σκεπτόμενος έτσι φτάνει κάποια στιγμή, που ότι και καλά γίνεται (εξέρχεται) απ' αυτόν, χαρακτηρίζεται και καλά... από μοναδική γλύκα. Επομένως και το σορόπι, που εξέρχεται απ' το σουτζούκ λουκούμ του... Λέμε τώρα!

Αυτό λοιπόν το σορόπι, ως μοναδικό σερμπέτι, πέφτοντας στη μήτρα της γυναίκας του, ως πετιμεζάτο ...μπεϊκιν παόυντερ, συμβάλλει καθοριστικά στη δημιουργία ενός γλυκού εντός του φούρνου της.

Η κόρη πάλι, κουβαλώντας αφενός τις κυτταρικές ζαχαροπλαστικές καταβολές του πατέρα της και αφεδύο μεγαλώνοντας δίπλα σε ένα ζαχαροπλάστη πατέρα, αναμένεται πως θα αποκτήσει μοναδική γλύκα και πως θα γίνει το... πλάσμα! Και αντίθετα με ένα γλυκό που γίνεται γρήγορα (για εμπορική χρήση), αυτή τελειοποιεί τη γλυκύτητα αργά αργά, άρα το αποτέλεσμα θα είναι κατά πολύ ποιοτικότερο.

Με αντίστροφη αναγωγή, καταλήγουμε πώς ένα τέτοιο πλάσμα, θα πρέπει να έχει... και καλά, πατέρα ζαχαροπλάστη.

2) Μια τέτοια φράση υποτίθεται πως λινκάρει με την αγάπη μεταξύ κοπέλας-πατέρα, κάτι που... και καλά, θα αναμενόταν πως θα μπορούσε να εκτιμηθεί από την κοπέλα ως διπλό κομπλιμέντο (για αυτή αλλά και για το φουκαριάρη τον χρυσοχέρη τον πατέρα της που έδωσε όλη του την τέχνη και τη μαεστρία του στη δημιουργία της).

Τι έβγαινε από τη φάση;

1) Για την κοπέλα: Άλλες κολακεύονταν, άλλες ενοχλούντο τάχυναν το βήμα κι έφευγαν, άλλες του την έλεγαν κιόλας (βλ. παράδειγμα 1), άλλες μπορεί να ανταπέδιδαν τον καλό λόγο, κι άλλες πάλι μπορεί και να το προχωρούσαν το θέμα.

2) Για τον καμακόβιο: Το γεγονός είναι πως ο δρόμος για το σεξ είναι στρωμένος από χυλόπιτες και παντελονόψαρα. Ο κάμακας όμως δεν απαιτούσε ευστοχία ένα προς ένα, γι’ αυτό και συνέχιζε απτόητος!

Σημείωση:

1) Πολλές φορές, η φράση, συνδυαζόταν με τη φράση: Κουρκουμπίνια σε τάιζε η μάνα σου; Εδώ ο ποιητής εστιάζει στο ρόλο της μάνας νοικοκυράς που συντηρεί τη γλύκα που ήρθε απ' τον πατέρα. Ο συνδυασμός των δύο αυτών φράσεων μαρτυρά έμμεσα την παλαιότητα της φράσης.

2) Η ατάκα συνηθιζόταν από βαρύμαγκες, κάτι που έκανε αίσθηση, λόγω της αντίθεσης που προκαλείτο (βαρύς- γλυκιά). Ωστόσο όμως, ο κάμακας θα μπορούσε να πιστεύει πως τα αντίθετα έλκονται. (βλ.παρ.1)

3) Η ατάκα θα μπορούσε να λέγεται και: ζαχαροπλάστης είναι ο πατέρας σου; (βλ. παράδειγμα 2).

4) Η ατάκα θα μπορούσε να λεχθεί και χωρίς να 'χει στοιχείο καμακώματος μέσα της. (π.χ.: θα μπορούσε να εμπεριέχει θαυμασμό). Ωστόσο θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς, πως πάντα υποβόσκει ένα λανθάνον στοιχείο καμακιού. (βλ. παράδειγμα 2).

Μύρια θένκια, στον Χάνκ , αλλά και στην ironick για το συγκεκριμένο θέμα.

1)
- Ε, ψιτ, μαντάμ, ζαχαροπλάστης ήταν ο πατέρας σου;

- Ναι, ρε, και ο πρώτος χαλβάς που έφτιαξε ήσουν εσύ.

Δες

2)
Μια νουαζέτα που κινείται σινάμενη και κουνάμενη, αποσπά την προσοχή κάποιου που θαυμάζοντας την, της φωνάζει:
- Πω πω παιδάκι μου, ζαχαροπλάστης είναι ο πατέρας σου;

Παράρτημα

Το ερωτικό όνειρο του Έλληνα ήταν μια Σουηδέζα και στα καμάκια η φράση-κλισέ που κυριαρχούσε ήταν ζαχαροπλάστης ήταν ο πατέρας σου, ή το «παιδί μου ατελείωτο» με το λάμδα Σπηλιωπουλαίικο. Πέρασαν κάμποσα χρόνια για να πέσουμε σε πιο minimal πράγματα όπως το περίφημο «ΦΣΦΣΦΣΦΣ;» (σαν να χύνεται κάτι και το συγκρατείς). Όλα τελικά εξελίσσονται... Δες

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η γυναίκα εκείνη που, από όλη την διαδικασία από το καμάκι, το μόνο που τελικά επιδιώκει είναι τα κεράσματα και οι βόλτες γενικά. Η λέξη χρησιμοποιείται πολύ από αυτούς που κάνουν συστηματικά καμάκι και που, τις περισσότερες φορές, καταφέρνουν να πετύχουν αυτά που θέλουν ;)

Δυο φίλοι σε ένα μπαράκι που πίνουν τα ποτά τους...
- Τι έγινε βρε Γιάννη, την κατάφερες αυτή την καινούργια;
- Τι να σου πω ρε συ... και πού δεν την πήγα... Στα πιο καλά κλαμπ; Την πήγα. Σε καλά μέρη για φαΐ; Την πήγα. Στις πιο ωραίες παραλίες; Την πήγα. Όλο μπλα μπλα ήμουν, τα καλύτερα της έλεγα... Τελικά δεν έγινε τίποτα, μου βγήκε ζητούσα...
- Τι να πεις ρε Γιάννη, τα έχει αυτά η πουτάνα η τύχη...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Από την υπέρτατη ταινία-σλανγκορυχείο Pulp Fiction.

Δηλώνει την (συνήθως απρόσμενη) επιτυχία κάποιου άντρα - κυνηγού στην ταυτόχρονη προσέγγιση ενός αριθμού ατόμων του αντίθετου φύλου (το ιδανικό είναι να είναι δύο, αλλά η φράση μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για παραπάνω χωρίς βλάβη της γενικότητας).

Αν ο συγκεκριμένος φίλος - κυνηγός μοιάζει και με αράχνη, έχουμε τις ιδανικές συνθήκες εκφοράς του λήμματος.

  1. - Κοίτα ρε τον καρχαρία τον Άρη που κατάφερε να πιάσει κουβέντα στα νιαμού.
    - Όντως, η αράχνη έπιασε δυο μύγες...

  2. (sms σε μέλος της παρέας που επέλεξε να μην πάει με τους άλλους στο club και κοιμάται με την κοπέλα του)
    «Χάνεις. Η αράχνη έπιασε δυο μύγες.»

(από notheitis, 05/05/10)(από notheitis, 05/05/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνήθως κάθομαι σε μια καρέκλα, σε ένα πεζούλι, στον καναπέ. Μπορώ όμως να κάτσω και πάνω σε κάποιον. Στα γόνατά του, ας πούμε. Αν όμως προτιμήσω κάτι άλλο, λίγο πιο πέρα από τα γόνατά του, τότε λέμε «του κάθομαι». Δηλαδή παθαίνω αυτό που έπαθε με καρεκλοπόδαρο η Μαίρη Χρονοπούλου σε μια ταινία κι έχασε την παρθενιά της (διορθώστε με αν δίνω λάθος πληροφορίες). Μόνο που δεν χάνω απαραιτήτως την παρθενιά μου, ούτε πρόκειται για απλό καρεκλοπόδαρο, αλλά για το βασικό εργαλείο που διαθέτει αυτός που του κάθομαι.

Παραλλαγές: Πρώτον, δεν είναι ανάγκη να φανταζόμαστε κάποιον καθιστό και μια γκόμενα πάνω στο τέτοιο του. Όχι πως έχει πρόβλημα η στάση αυτή, αλλά μπορούμε να φανταστούμε και όποια άλλη στάση κλπ θέλουμε.

Έπειτα, η έκφραση ισχύει και για τις γυναίκες. Ωσεκτουτού είναι και μεταφορική.

Άλλο: κυριολεκτικά και μεταφορικά λέμε και «καθίζω σε κάποιον /-α κάτι», του την καθίζω δηλαδή. Μπορεί όμως να είναι οτιδήποτε σεξουαλικό αυτό το «κάτι», εννοείται.

Τέλος υπάρχει και μια άλλη σημασία: στην έκφραση «μού 'κατσε», σημαίνει είτε ήμουν τυχερός, μου έτυχε κελεπούρι, ή κάποιος μου είναι ανάντεχος, ανυπόφορος και δεν μπορώ να τον ξεφορτωθώ (κυριολεκτικά, άμα μου έχει κατσικωθεί, και μεταφορικά άμα δεν μπορώ να τον βγάλω από το μυαλό μου).

Τα παραδείγματα θα τα εξηγήσουν όλα.

  1. Μαλάκα, μπαίνω στο δωμάτιο να πάρω το μπουφάν μου και βλέπω τη Σούλα να τού 'χει κάτσει του κυρ Μήτσου για τα καλά!
    - Και;
    - Χαμπάρι δεν πήραν! την έκανα με ελαφρά...

  2. Τι νέα με την Αλίκη; Της έκατσε κανα καλό τελικά;

3.α. Πολύ μου κουνάει τον κώλο της η Δεσποινούλα, άμα της τον κάτσω θα σου πω εγώ...

3.β. - Για πες για πες, τι έγινε με τον Αντώνη;
- Ά τον αλήτη, εκεί που ήμασταν γλυκά-γλυκά μαζί, μου καθίζει ένα πουτσοσκάμπιλο, μου 'ρθε νταμπλάς!
- Σιγά μωρή παρθενοπιπίτσα...

  1. Πώς κάνεις έτσι ρε φίλε, άμα δεν σου κάτσει αυτό που θες είσαι απάλευτος...

  2. Τι νέα;
    - Τι νέα ρε μαλάκα, που μού 'χει κάτσει δέκα μέρες τώρα στο σπίτι ο Παύλος και δε λέει να φύγει...

  3. Κάτι δεν μου κάθεται καλά με αυτόν τον τύπο (ή Δεν μου κάθεται καλά αυτός ο τύπος)...
    - Γιατί;
    - Δεν ξέρω, αλλά δε μ' αρέσει η φάτσα του καθόλου. Το νού σου.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η νόσος του καληνυχτάκια. Συνήθως ορίζει την κατάσταση στην οποία βρίσκεται κάποιος που δυσκολεύεται να βρει ερωτική σύντροφο διότι σε κάθε ραντεβού, την συνοδεύει μέχρι το σπίτι της όπου, χωρίς να προβεί σε οποιαδήποτε εκδήλωση ερωτικής επιθυμίας, την καληνυχτίζει.

Διαφήμιση της Gilette, διά στόματος Ζουγανέλη, ο οποίος διαγιγνώσκει την αρρώστια κάποιου ερωτικά αποτυχημένου:

«...οξεία καληνυχτοπάθεια!»

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκτός από το γνωστό και κυριολεκτικό καμάκι, (αυτό ντε που χρησιμοποιούν διάφοροι κακοί για να σκοτώνουν φάλαινες) και το ποιητικό (αυτό το ηλιακό του Ρίτσου με το οποίο η αθάνατη Ρωμιοσύνη καμακώνει τον εχθρό), υπάρχει και το ανά την υφήλιο διάσημο καμάκι του Έλληνος, το οποίο αποτελεί τρόπο εξεύρεσης γκόμενας διά της μεθόδου την-πέφτω-σε-όλες-κι-όποια-κάτσει.

Το καμάκι είναι παράγωγο προϊόν της τουριστικής ανάπτυξης που γνώρισε η χώρα μας τα τελευταία 30 περίπου χρόνια. Ανυποψίαστες τουρίστριες (όχι αναγκαστικά απ' αυτές τις διψασμένες του Τζιμάκου), οι οποίες έρχονταν στην Ελλάδα για τον ήλιο, τη θάλασσα, το ψάρι και την εξαιρετική μελιτζανοσαλάτα, βρίσκονταν ξαφνικά πλευρισμένες από τραγικό κατά τεκμήριο τυπάκι, το οποίο με ατάκες που διασώζονται μέχρι σήμερα μόνο ως ανέκδοτα και πενιχρές έως ανύπαρκτες γνώσεις ξένων γλωσσών προσπαθούσε να τις «καμακώσει», δλδ να τις καβατζώσει για πάρτη του και βέβαια να τις περτσινώσει.

Λόγω της σεξουαλικής ένδειας εκείνων των πέτρινων χρόνων, το καμάκι πολλές φορές, πιστό στην κυριολεκτική του αποστολή, χτυπούσε θηλυκά του γενικού τύπου όρκα ή Φάλαινα Άντερσον...

Υπό αυτή την έννοια, το καμάκι υπάρχει μεν ακόμα στα νησιά μας, αλλά όπως δεν υπάρχει πλέον ψάρι στη θάλασσα (κατά ομολογία των επαγγελματιών), έτσι και το άθλημα αυτό δεν έχει το αποτέλεσμα που είχε σε άλλες δεκαετίες. Λίγο ότι μας έμαθαν οι τουρίστριες, λίγο ότι πλέον (όπως θα δούμε και παρακάτω) τη βρίσκουν κι αλλιώς, έκοψε η μαγιονέζα.

Το καμάκι πλέον έχει αλλάξει επίπεδο και αφού διάγουμε την εποχή της πληροφορίας και ο δαιμόνιος Έλληνας δεν μπορούσε να μείνει πίσω, έχουμε διάφορες μορφές ηλεκτρoνικού καμακιού.

Ξεκίνησε με το chat. Εφαρμογές IRC (Internet Relay Chat) στους υπολογιστές, μέσω των οποίων το επίδοξο e-καμάκι (αν δεν είναι εντελώς e-tard) μπαίνει σε θεματικά «δωμάτια» και προσπαθεί να γνωρίσει γκομενάκια και να ρίξει κατά βάση κανέναν e-πούτσο και ΑΝ είναι μάγκας και τυχερός να γνωρίσει το προαναφερθέν γκομενάκι irl (in real life) και να πέσει και κανονικός πήδουλας.

Μετά ήρθε το φατσοβιβλίο που λέει κι ο θεάνθρωπος και το πράγμα έγινε πιο διαδραστικό, ιντεράκτιβ επί το ελληνικότερον. Φωτογραφίες, γκρουπς, ιστορίες, όλα για το ίδιο και γνωστό προαιώνιο λόγο: το Μουνί (κατά την θεωρία πάντα του μουνισμού).

Με την τρελή ανάπτυξη των κινητών, ένα ακόμη είδος e-καμακίου ευδοκιμεί πλέον: μέσω bluetooth. (σ.σ. δεν περιορίζεται μόνο στους φιλοκυβερνητικούς παράγοντες - απλή σύμπτωσις). Ανοίγουμε bluetooth και ψάχνουμε τι παίζει εδώ γύρω. Παρά την περιορισμένη εμβέλειά του, σε χώρους με πολύ κόσμο και χαζές γκόμενες που έχουν βάλει τ' όνομά τους ως όνομα συσκευής για τις ανάγκες του bluetooth, κάτι γίνεται.

1 - Κυριολεκτικό
- Ρε Μήτσο, πιάσε το καμάκι γιατί αυτό το γουφάρι θα μας γαμήσει μέχρι ν' ανέβει. Να 'σαι έτοιμος μόλις σου πω.
- Νταξ αφεντικό.

2 - Ποιητικό / Ηλιακό
... κι αντριεύει και θεριεύει και καμακώνει τον εχθρό με το καμάκι του Ήλιου

3 - Σλανγκικό
- Do you have weather for a coffee;
- Are you serious;!
- No, I'm Greek.

4 - Διάφορες καμακερές ατάκες (και δυστυχώς για τους επίδοξους γαμίκους οι αντ-ατάκες), όπου Α=άντρας και Γ=γυναίκα.

A: Eχουμε συναντηθεί κάπου εμείς;
Γ: Ναι, γι αυτό δεν πηγαίνω πια εκεί.

Α: Είναι αυτή η θέση κενή;
Γ: Ναι και αυτή που κάθομαι εγώ θα είναι επίσης κενή αν καθίσεις εδώ.

Α: Λοιπόν, θέλεις να έλθεις στο σπίτι μου;
Γ: Μμμμ, δεν ξέρω. Χωράνε δύο άνθρωποι κάτω από την ίδια πέτρα;

A: Σπίτι σου ή σπίτι μου;
Γ: Και στα δύο. Εσύ σπίτι σου και εγώ στο δικό μου.

Α: Θα ήθελα να σου τηλεφωνήσω. Ποιο είναι το τηλέφωνό σου;
Γ: Είναι στον κατάλογο.
Α: Ναι αλλά δεν ξέρω το όνομά σου.
Γ: Και αυτό είναι στον κατάλογο.

Α: Έλα λοιπόν, αφού για τον ίδιο λόγο ήρθαμε σε αυτό το μπαρ σήμερα.
Γ: Σωστά, ας βρούμε λοιπόν καμιά γκόμενα.

Α: Ξέρω πώς να σε ευχαριστήσω, μωρό μου.
Γ: Τότε ευχαρίστησε με, αφήνοντας με μόνη μου.

Α: Θέλω να σου δωρίσω τον εαυτό μου.
Γ: Συγγνώμη, αλλά δεν δέχομαι φτηνιάρικα δώρα.

Α: Μπορώ να μαντέψω ότι με θέλεις.
Γ: Ωωωωω, ναι, έχεις δίκιο. Σε θέλω φευγάτο.

Α: Αν σε δω ποτέ γυμνή, θα πεθάνω ευτυχισμένος.
Γ: Ναι αλλά αν σε δω ποτέ εγώ γυμνό, θα πεθάνω από τα γέλια.

Α: Το σώμα σου είναι σαν ιερός ναός για μένα.
Γ: Λυπάμαι αλλά δεν έχει λειτουργία σήμερα.

Α: Θα μπορούσα να σου δώσω τα πάντα.
Γ: Ωραία, ας ξεκινήσoυμε από τον τραπεζικό σου λογαριασμό!

Α: Θα μπορούσα να πάω ακόμη και στο τέλος του κόσμου για χάρη σου.
Γ: Ναι, αλλά θα μπορούσες να μείνεις εκεί για πάντα;

(από τη #1 πηγή άχρηστων πληροφοριών - το διαδίκτυο)

Το κυριολεκτικό (από acg, 08/10/08)

Σχετικό: θερμά συγχαρητήρια στον μπαμπά και στη μαμά...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκφραστική ρίμα για νεαρούς κάγκουρες που φλερτάρουν πεζές εποχούμενοι σε παπάκι. Η έκφραση περιγράφει παντός είδους μικροεπαρχιωτικές καταστάσεις (των Αθηνέζων συμπεριλαμβανομένων) και βγάζει μια ασύστολη εϊτίλα, όταν ο Ψάλτης ήταν τσαντάκιας κι ο Γαρδέλης έκανε ρόδα, τσάντα και κοπάνα. Η έκφραση χρησιμοποιείται και θετικά γα τον άνθρωπο που δεν το βάζει κάτω παρά την ευτέλεια των μέσων του.

Ώπα, καμάκι με παπάκι ο καγκουρογαμόσαυρος!

(από Khan, 10/11/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μαγαζί όπου ευδοκιμεί το καμάκι. Στέκι που συχνάζουν γυναίκες-μόνες-ψάχνουν. Μπαράκι ή κλαμπίδι όπου το άγριο φλερτ ρυθμίζει την ατμόσφαιρα. Με άλλα λόγια, εστία σύγχρονου νυφοπάζαρου.

Συγκρίσεις και συσχετίσεις

Να μη συγχέεται με το κωλάδικο ή κωλόμπαρο, ή με το στριπτιζάδικο, πόσο μάλλον με το μπουρδέλο: στο καμακομάγαζο δεν έχεις σεπαρέ, οι γκόμενες δεν είναι πουτάνες, ούτε κάνουνε κονσομασιόν, ούτε τα πετάν, απλές πελάτισσες είναι, όπως και οι άντρες.

Να μη συγχέεται και με το παρτουζάδικο (που μπορούμε να πούμε και αλλαξοκωλάδικο, μαγαζί όπου στήνονται σουίνγκερ πάρτι): αν και στο καμακομάγαζο η αλλαξοκωλιά μπορεί να πάει σύννεφο, ο κανόνας είναι παιχνίδι ανάμεσα σ' εργένισσες κι' εργένηδες, ή που ξενοπηδάνε, και που οπωσδήποτε βρίσκονται σε μάλλον ρομαντική φάση για να καταλήξουν σε οργανωμένο σουίνγκερ κλαμπ.

Τέλος, να μη συγχέεται ούτε με το γκέι μπαρ ή κωλομπαρόμπαρο: αν και στην ατμόσφαιρα πιο πολύ σε γκέι μπαρ φέρνει παρά σε μπουρδέλο, κωλάδικο ή παρτουζάδικο (γκέι μπαρ και καμακομάγαζα έχουν οπωσδήποτε κοινή τομή), το τρου καμακομάγαζο αγκαλιάζει τους πάντες, και ετερό και ομό –άλλο αν οι δε προτιμάν για ευνόητους λόγους τα δικά τους μαγαζιά–, και σίγουρα δεν διαθέτει νταρκ ρουμ.

Το καμακομάγαζο δεν γεννιέται, γίνεται: αντίθετα με τα μπουρδέλα, τα κωλάδικα, τα στριπτιζάδικα, τα παρτουζάδικα ή τα γκέι μπαρ, δεν πλασάρεται ως τέτοιο· προκύπτει ως τέτοιο, μέσα 'πο το κέφι των θαμώνων και πελατών, και τη δική τους πρωτοβουλία. Το μόνο που έχει να κάνει το μέρος είναι να αφήσει χώρο για τέτοιες πρωτοβουλίες. Πώς έχεις ας πούμε βιβλία της λεγόμενης παραλογοτεχνίας απ' τη μια, αφιερωμένης και πρόορισμένης σε ένα είδος, και της απλά λογοτεχνίας απ' την άλλη, που σε πάει όπου θες, έτσι και τα καμακομάγαζα είναι απλά νυχτομάγαζα που τους βγαίνει στο κόκκινο, όχι με το στανιό, αλλά αβίαστα.

Και το κυριότερο, σε αντίθεση με τα άλλα, θα δεις πολύ χαμούρεμα αλλά δύσκολα να δεις πήδημα μες στο μαγαζί. Στο καμακομάγαζο πάει η γυναίκα ξέροντας ότι ό,τι και να γίνει, θα τονωθεί η γυναικεία της αυτοπεποίθηση και άμα θέλει θα γυρίσει σπίτι με παρέα. Ο άντρας πάει ξέροντας ότι τουλάχιστον θα γυρίσει με πολλή δουλειά για το σπίτι, πιθανότατα θα σκάσει κάνα φιλάκι, και αν του κάτσει και γουστάρει, θα γυρίσει σπίτι με παρέα.

Στα καμακομάγαζα, όσο κι' αν χοντρύνει το πράμα, θα παραμείνει ερωτικό, δεν θα διολισθήσει στο ξερά σεξουαλικό, για να χρησιμοποιήσω την ξεχειλωμένη αυτή διάκριση: μέρος για καυλωμένους ερωτιάρηδες ή για σεξουαλικά ανελεύθερους, διαλέγετε και παίρνετε.

Ή τουλάχιστον, έτσι έχω δει εγώ. Συνθηματολογώντας, μπορούμε να πούμε ότι κάθε μπαρ ή κλαμπ θα ήθελε να γίνει καμακομάγαζο. Σύνθημα παραπλανητικό, γιατί απ' την άλλη έχεις και το συμπληρωματικό δέος, τα στέκια για το σβήσιμο· εκεί που καταλήγ' η γκόμενα που παράηταν μπερδεμένη για να μη γυρίσει μόνη, κι' ο γκόμενος που παράηταν σαν αγρίμι για να μη γυρίσει μόνος. Στο σβήσιμο είναι που καμιά φορά ολοκληρώνεται το καμακομάγαζο. Αλλ' ας μιλήσουν κι' οι εργάτες της νύχτας επαυτού.

[...γιατι πολλά τα είπαμε και σήμερα...]

  1. Όλοι όσοι εργαστήκαμε στο Tσακ την περίοδο 1993-1998, ανεξαρτήτως ειδικότητας, έχουμε καλές αναμνήσεις, επειδή εκεί μέσα κυρίως μας δόθηκε η δυνατότητα να αναπτύξουμε αληθινούς δεσμούς φιλίας, αλλά και να γνωρίσουμε ανθρώπους του άλλου φύλου και να κάνουμε σχέσεις. Και τώρα αναρωτιέμαι. Τι είναι αυτό άραγε που εκτόξευσε τη δημοτικότητα αυτού του μαγαζιού στα ύψη; Η αισθητική του χώρου, μάλλον όχι, γιατί πολλοί το χαρακτήριζαν ως υπόγειο υποβρυχίου! [...] Η μουσική του πάλι είναι ένα θέμα συζήτησης που δε με συμφέρει. :-) Μήπως ήταν η επικοινωνία των εργαζομένων με το κοινό τέτοια ή ήταν απλώς καμακομάγαζο; (από εδώ)

  2. Δίπλα στο Frangelico μένεις; Μιλαμε για το καμακομάγαζο (άσχετο :-> τεκνό ο πορτιέρης). Στις 05:00 το πρωί και ερχότανε κόσμος. (από εδώ)

  3. την επομενη μερα ξυπναω ζαβλακομενη απο την κουραση και με αποφασεις να παραμεινω σημερα σπιτι για ταινια. κι εκει που τρωω το μεσημεριανο μου θυμαμαι τον τυπο εχτες και ποσο θα ηθελα να τον γνωρισω. δεν θα το αφησω ετσι σκεφτηκα και αποφασισα να χρησιμοποιησω το καταλληλο εργαλειο για τετοιες «βρωμικες» δουλειες..και φυσικα μιλαω για το γνωστο σε ολους καμακομαγαζο facebooook! (από εδώ)

Σύγκρινε με προκαταρκτικάδικο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

(κρητική διάλεκτος)
Κλείνω το μάτι σε κάποιον.

Κουτσοκαμνίζω: κλείνω το μάτι σε κάποια γρήγορα για να μην με καταλάβουν.

Αυτός της κουτσοκάμνισε κι εκείνη γέλασέ του
και λέει από μέσα της «πρέπει πως άρεσέ του».

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το αρσενικό κριάρι έτσι λέγεται στη Σάμο. Είναι γνωστό ότι τα κριάρια έχουν κέρατα και, είναι επίσης γνωστό, ότι στα Ελληνικά νησιά αποκτούν κέρατα και πολλοί άρρενες της αλλοδαπής, μετά από τις καλοκαιρινές ιστοριούλες των γυναικών τους με τους ντόπιους επιβήτορες.

-Ρε παιδιά τι μωρό κυκλοφορεί ο Νικόλας; Σουηδέζα πρέπει νά 'ναι.
-Σίγουρα έκανε κάποιον καμπάκο.

(από northwind, 11/08/09)(από northwind, 11/08/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία