1. Ο τρελάρας.
  2. Ο ηλίθιος.
  3. Σε επιρρηματική χρήση (οπότε και προφέρεται μακρόσυρτα): τέλεια, γαμάτα, και γαμώ.
  1. - Της είπα ότι τά 'χω με άλλες δύο παράλληλα.
    - Έλα ρε όργιο! Και πώς το πήρε;

  2. - Τι λες ρε όργιο; Χάνεις λάδια;

  3. - Και πώς περάσατε;
    - όοοργιο!

(από ironick, 23/05/09)

Σχετικά: θέατρο

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μπαμπαδίστικη πολιτικολογία που χαρακτηρίζει πρόσωπα ή πολιτικές που κρατούν επαμφοτερίζουσα στάση, πατούν σε δύο βάρκες, αλληθωρίζουν προς όλες τις κατευθύνσεις και προσπαθούν να είναι αρεστοί σε όλους κατά το Καφαβικό «Είπεν ο Μυρτίας, Σύρος σπουδαστής στην Αλεξάνδρεια, ...εν μέρει εθνικός κι εν μέρει χριστιανίζων:».

Με αυτή την φράση, που έχει καταδικαστεί στη συνείδηση του λαού και παραπέμπει σε άλλες εποχές, καταγγέλλουμε την καιροσκοπική / σπεκουλαδόρικη στάση αυτού που την εφαρμόζει, αν και στην πραγματικότητα αποφεύγουμε να πάρουμε κι εμείς σαφή θέση. Ωστόσο αυτός που την μεταχειρίζεται, με τον ανάλογο μάλιστα στόμφο, δημιουργεί την εντύπωση ότι έχει βαθιά γνώση και συγκεκριμένη άποψη επί του θέματος. Συνήθως δεν διευκρινίζουμε ποιος είναι ο «αστυφύλαξ» και ποιος ο «χωροφύλαξ», ώστε κατόπιν εορτής να πέφτουμε πάντα «μέσα».

από εδώ

Κατά βάθος θέλουμε κράτος; Μήπως είμαστε «ψιλοαναρχικοί», «ψιλοαντικρατιστές»; Μήπως το «ψιλοαπολαμβάνουμε» όταν καταλύεται το κράτος -αρκεί, βέβαια, να μην πληρώνουμε εμείς το λογαριασμό; Μέχρι σήμερα κουτσοπορευόμασταν. Και με τον «χωροφύλαξ» και με τον «αστυφύλαξ». Και κράτος της προκοπής δεν είχαμε, αλλά και την ελευθερία μας και την ασφάλειά μας απολαμβάναμε…

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνώνυμες εκφράσεις: κάνω θερινό / καλοκαιρινό
κάνω γιάμπαλα / λαμπόγυαλο.

Η έκφραση «το κάνω καινούριο» μάλλον είναι μια πιο σύγχρονη εκδοχή της φράσης «το κάνω θερινό» που, όπως οι συνάδελφοι γράφοντες επεσήμαναν, προέρχεται από τα θερινά σινεμά και είναι μια έκφραση που συνήθως ακούς από άτομα μιας κάποιας ηλικίας (μπαμπαδίστικη)!

To κάναμε το μαγαζί / το αμάξι / το διαμέρισμα κοκ
θερινό / καλοκαιρινό / καινούργιο/ λαμπόγυαλο / γιάμπαλα.

(από Δημήτρης Αρναούτης Οικονομάκης, 30/12/13)(από Δημήτρης Αρναούτης Οικονομάκης, 30/12/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Φράση που τη λένε οι μικροαστοί που δεν κάνουν τίποτα έντονο στη ζωή τους. Το ιδανικό του χωροφύλακα. Τη λένε και άνθρωποι μετά από κάποια ηλικία, που είναι μπαμπάδες, μαμάδες και δεν έχουν και κανένα συνταρακτικό νέο.

- Τι γίνεσαι Γιώργο; Πώς τα πας; - Πώς να τα πάω; Ησυχία, τάξη, ασφάλεια. Δέκα χρόνια παντρεμένος πώς θες να τα πάω;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παραφθορά του δόκιμου «απορώ και εξίσταμαι». Έχει τις ρίζες του σε γενιές μαθητών αμαθών που παράκουσαν την δόκιμη φράση και απέδωσαν το «και εξίσταμαι» ως «και ξύστε με». Πολύ καλό λεκτικό ατύχημα, χρησιμοποιείται πλέον ειρωνικά για να εκφράσει αντίρρηση, ειδικά όταν έχει προηγηθεί επιχείρημα παρλαπίπα.

«Κώστα, λέω αντί να βγούμε για ποτά και χορό μέχρι πρωίας με τις ΦΠΨούδες που γνωρίσαμε χτες, να τις πάμε καλύτερα στη διάλεξη για τον υπερρεαλιστικό ουγγρικό κινηματογράφο του Μεσοπολέμου στη δημοτική βιβλιοθήκη, να δείξουμε πως διαθέτουμε κουλτούρα, τι λες κι εσύ;»

«Τι να πω ρε Τάκη, απορώ και ξύστε με. Με τέτοια μυαλά δε θα βγάλουμε γκόμενα ποτέ»

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σημαίνει καρακατακατάντια, ναδίρ. Η κατάντια στην Κρήτη λέγεται έτσι κι αλλιώς και κατήντια ή και κατηντία, μάλλον υπό την επίδραση του αορίστου, (ε)κατήντησα (στην κρητική διάλεκτο σπανίως (ε)κατάντησα). Φτάνουμε στην φουλ έξτρα επαυξημένη κι ενισχυμένη εκδοχή κατηντίαση, εικοτολογώ λόγω κάποιου σλανγιωτατισμού και παρεπίδρασης από την ακουγόμενη, αλλά και κάπως μυστηριώδη ασθένεια καντιντίαση - προσοχή, ίου φωτογραφίες -> candidiasis. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, δηλαδή, ήταν ακόμη πιο εύκολο να κοτσαριστεί στην κατάντια η κατάληξη -ίαση, που κάνει την ηθικοκοινωνική κατάπτωση να ακούγεται σαν καλοπεριγεγραμμένη όσο και δυσίατη κλινική οντόντηντα.

Ίντά' ναι μωρέ η κατηντίασή σου! Με το σώβρακο πήγες στο περίπτερο;;!! όφου-όφου να κουζουλαθώ θέλει!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία