Last Chrismas I gave you my heart λέει ο μεγαλοαοιδός Γιώργος Μιχαήλ, αχ και καβλώνουν τα κοριτσάκια (και οι μεγαλοκοπέλες), και κλαψουρίζουν, και κάθε χριστούγεννο περιμένουν να τους κάτσει κανας γκόμενος ή τεσπα να μην τους φύγει ο υπάρχων (τουλάστιχον για τις γιορτές! γιατί αμάν πια με αυτή τη γκαντεμιά με τις γιορτές! πάλι μόνη;;; πάλι χωρισμένη;;; τι θα λένε οι άλλες... πώς θα βγω έξω, με τι μούτρα, να πάω πού, που θα είναι όλες οι καργιόλες ζευγαρωμένες και γω μόνη, μόνη σαν την ανεμώνη και ξινή σαν το λεμόνι... ασταδιάλα με τις γιορτές, όλα σκατά πάνε πάντα, αχ κι είναι τόσο ωραία ρε γαμώτοοο... αν έχεις γκόμενοοο... τόσο γούτσου, τόσο γλυκάαα, κεράκια, χρωματάκια, δωράκια, παρτάκια, σεξάκι, σπιτάκι, έξω κρύο, τι καλάαα... πρέπει επειγόντως να πηδηχτώ μέχρι τις γιορτές, να έχω κάποιον μαζί μου... φτάνει που πέρασε το καλοκαίρι και ήμουν μόνη, πάααλι; και τώρα;;; δεν αντέχω... μπούχουχουουουου) - ε και το σερνικό που τυλίχθηκε στις πλεκτάνες του μικροαστικού ψυχικού καταναγκασμού του γκομενακίου το οποίο τον ήθελε ως αξεσουάρ δια τας εορτάς, την κατάλαβε τη δουλειά το αστέρι (αφού καλογάμησε κι αυτός ο κουραδόμαγκας βέβαια, γιατί όμοιος τον όμοιο αγαπά κι όμοιος τον όμοιο θέλει), ξεκαβάλησε, και ωιμέ, για τα επόμενα χριστούγεννα ένα έχει να της πει:

Τα περασμένα Χριστούγεννα σου 'δωσα την καρδιά μου, αυτά τα Χριστούγεννα παρ' τα αρχίδια μου!

=============
Jonas νουνός

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πανηγυριώτικα ή πανηγυρτζίδικα αποκαλούνται απ' «αυτούς που ξέρουν» εκείνα τα λαϊκά άσματα που αποτελούν μίγμα δημοτικού (καγκέλλι κατά προτίμηση), γύφτικου και καθαρού σκυλάδικου.

Οι στίχοι είναι συχνά χειρότεροι και από το σοζέμι, καθώς αποτελούν αληθινά συναξάρια του βίου φορτηγατζήδων, νταβατζήδων, ταξιτζήδων, σουβλατζήδων, σαματατζήδων, αεριτζήδων, μπανιστηρτζήδων κ.ο.κ. Τυπικοί εκπρόσωποι μπορούν να θεωρηθούν καλλιτέχνες όπως οι: Γιωργάκης Τρομάρας, Γιαννάκης Καψάλης, Σοφούλα Βόττα, Τασούλα Βέρρα κ. (άπειροι) ά.

Πήραν την ονομασία τους από το ότι ακούγονται κατά κόρον στα πανηγύρια, όπου αντικατέστησαν τα παραδοσιακά δημοτικά. Ακούγονται επίσης σε σκυλοκαταγώγια της Ομόνοιας, του Μεταξουργείου κ.τ.λ.

Κύρια όργανα: α) σόλο κλαρίνο, β) συνθεζάιζερ κινέζικο για γέμισμα, γ) ηλεκτρική κιθάρα για ρυθμό, αλλά με άθλιο ενισχυτή και άσχετες ρυθμίσεις, δ) ντραμ(ι)ς για φραμπαλά και κέφι, που το χτυπάνε σα γκαζοτενεκέ με κατσαρόλες μαζί.

Κλασικές εταιρείες που εξέδιδαν τέτοια τεχνουργήματα ήταν: ΣΥΜΠΑΝ SOUND, PANIVAR κ.ά.

— Θα 'ρθεις σπίτι τ' απόγε(υ)μα;
— Θα 'ναι κι ο πατέρας σου;
— Ναι, αλλά δεν έχει πρόβλημα.
— Έχω εγώ, όμως! Ακούει όλη μέρα εκείνα τα πανηγυριώτικα και φεύγω με το κεφάλι καζάνι!

Βλέπε και ντηλέυ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία