Δοκίμως είναι η χοντρή κάλτσα που φορούσαν οι βλάχοι, και γενικότερα οι άνθρωποι της υπαίθρου, και δη οι φουστανελάδες, η οποία είναι συχνά πλεγμένη από χοντρό μαλλί και φτάνει πολύ ψηλά στο πόδι, το σκουφούνι. Συνεκδοχικώς, σημαίνει τον βλάχο άνθρωπο, τον άξεστο, τον αγροίκο. Υπάρχει ήδη στον 19ο αιώνα, όταν είχε εκδηλωθεί με μένος ο διχασμός ανάμεσα στους αστούς φραγκοφορεμένους ψαλιδόκωλους και στους εντόπιους πουστανελάδες φουστανελάδες. Βλέπω λ.χ. εδώ ότι βλαχόκαλτσες αποκαλούνταν μειωτικά οι δηλιγιαννικοί. Επίσης, στο ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου εδώ, βρίσκω κείμενο της εφημερίδας Βραδινή από το 1923 που διαπομπεύει με μίσος τους πρόσφυγες από τη Μικρασιατική καταστροφή οι οποίοι είχαν κατακλύσει την Αθήνα, παρομοιαζόμενη με Αφγανιστανούπολη, και όπου εμφανίζεται η λέξη.

Τζιεράκια τηγανίζονται, κωλόπανα κυματίζουν, σανιδώματα προχείρων ικριωμάτων τοποθετούνται εις τα καλύτερά μας πεζοδρόμια, μανδήλια, τσεμπέρια, βλαχόκαλτσες, τηγάνια, παλιοπάπουτσα, αντεριά, κρεμώνται εις καλύβας του αθιγγανικοτέρου είδους, χαλβάδες και ρεβανές εκτίθενται προ ευπρεπών καταστημάτων, κηπάρια δημοτικά, τα οποία είχαν αποκτήσει ολίγους καλούς πρασίνους τόνους ηρημώθησαν. Την στιγμήν οπού η πόλις μας έβαινε προς την ευπροσωποτέραν εμφάνισίν της επήλθον η αρρυθμία, η τσαπατσουλοσύνη, η ασχημία, η βαρβαρότης και έστησαν βάναυσον χορόν εις τα πλέον συχναζόμενα ευπρεπή μέρη της. [...] Νομίζω ότι πρέπει να θεωρώμεν ως αντινομίαν την εμφάνισιν των αρμοδίων χωρίς σαρίκι. Προτείνομεν, λοιπόν, να φορέσουν τούτο όλοι οι δημοτικοί μας άρχοντες, αλλά και μπουρνούζια με το μαρκούτσι του αργιλέ εις το χέρι. Τι διάβολο άρχοντες της αφγανιστανουπόλεως είναι ούτοι φορούντες λαιμοδέτην και καπέλο; (Εδώ).

Παραδείγματα, όπου ο (αρκετά απαρχαιωμένος) όρος χρησιμοποιείται συνεκδοχικά για τον αγροίκο, την μπασκλασαρία:

  1. ρε βλαχοκαλτσες αντε τηγανιστε καμια μελιτζανα στον κοιλουμπα το συζυγο που βγαζετε και γλωσσα. Κλώσσες δευτεράντζες του πεταματού, ολη μερα κι ολη νυχτα εδω μεσα, διαβαζετε και σχολιαζετε και επεμβαινετε σαν να ειναι ο σταυλος σας, παλιολινάτσες, τελευταίες! (Free Gossip).
  2. Σκέτη βλαχόκαλτσα είν` αυτός. (Εδώ).
  3. Τι περιμένεις απ' αυτή τη βλαχόκαλτσα; (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που χτυπάει γκόμενες κατά συρροή, που αλλάζει τις γυναίκες σαν τα πουκάμισα, ο Καζανόβας, ο Δον Μήτσος Κιλώτης, ο Τζέμης Μποντ τ. fuck and let die, ο φαρμακοψώλης, ο σκοτώνω. Γενικά το τελικό συστατικό -φονιάς προσδίδει σεξιστικώς ένα είδος ανδρισμού, γιατί άντρας που δεν είναι γκαζοφονιάς, ρακοφονιάς, ή, γιατί να το κρύψωμεν άλλωστε, και μπαζοφονιάς, δεν είναι άντρας. Σημειωτέον ότι στο -φονιάς μπορεί να υπάρχει και μια ελαφρά μειωτική χροιά, λ.χ. ο γκαζοφονιάς να είναι αυτός που πατάει γκάζι σαν ούγκανος εις βάρος της πχοιότητας της οδήγησης, έτσι κι ο γκομενοφονιάς μπορεί να είναι και -φονιάς ως σαβουρογάμης ό,τι κάτσει ή ως κάποιος που χάνει ευκαιρίες για πχοιοτικές σχέσεις μέσα στη φούρια του. Θα μπορούσαν να ειπωθούν πολλά ψυχανάλατα για τη σχέση σεξ και θανάτου, τόσο της ερωμένης, όσο και του ερώντος, αλλά προτιμώ να δώσω τον λόγο στα παραδείγματα.

  1. Ντανιέλος ο Γκομενοφονιάς. Επειδή σήμερα, εκεί που έψαχνα καμιά καλή φωτογραφία να σχολιάσω, με έπιασε μία απίστευτη πρεμούρα και σιχαμάρα με όλα τα πλαστικά βυζιά στον κόσμο της σόου βυζ (ο προσωπικός μου κρυπτονίτης), θέλω να δούμε ένα κλασικό αγόρι για να ευθυμήσουμε. [...] [Πιο χαμηλά]24. Ααααχ Όλγιες Κιρουλένκες που μας ματσαλάτε όλα τα καλά πουλιά... Στωναγμός. [...] Γιατί το πίνω το Μαρτίνι (Rosa Eske-me-nazy remix). Εις υγείαν και καλό σαββατοκύριακο. Labels: Daniel Craig, γκομενάκι, λιγούρες, ταινίες, φουσκοδεντριές. (Εδώ).
  2. Μόνο δύο εξαιρέσεις υπήρχαν. Η πρώτη ήταν ο Μιχάλης, γνωστός και σαν "Ραλίστας" ή "Αετονύχης" ή "Γκομενοφονιάς" ή "Ο ψηλός με τη Γιαμάχα" ή "Ε.Π.Μ.Κ.Α.Χ (Επίσημος Προμηθευτής μαύρου Και Άλλων χόρτων"), ο οποίος είχε πάρει απόφαση ότι δεν πρόκειται να γράψει πάνω από τρία και άρα δεν είχε κανένα άγχος. (Εδώ).

Ο Ντανιέλος ο Ουκρανιδοφονιάς του πρώτου παραδείγματος

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το θηλυκό του Ελληναράς. Το καταχωρίζω αυτονόμως, γιατί νομίζω ότι έχει τη δική του αυτόνομη σλανγκική ζωή.

Κατ' αρχήν, είναι πολύ πιο σπάνιο από τα Ελληνάρας και Ελληναράς. Κατά δεύτερον, η έρευνα που έκανα στον γούγλη μου έδειξε ότι εντέλει σπάνια έχει σημασία αντίστοιχη με το Ελληναράς, δηλαδή σχετικά σπάνια σημαίνει την εθνικίστρια υπερπατριώτισσα. Και περισσότερο όταν παρατάσσεται με το Ελληναράς στην ίδια πρόταση.

Χαρά και ανακούφιση σε όλους τους Ελληναράδες και Ελληναρούδες από άκρη σε άκρη της Επικράτειας.... Από το ΛΑΟΣ μέχρι το ΚΚΕ. (Βιβλίο ΣΤ' Δημοτικού τέλος!).

Συνηθέστερα δηλώνει ό,τι και τα Ελεεινίδα, Ελλεεινίδα, Ελλεηνίδα, δηλαδή την Ελληνίδα με κάποιες ειδικές θεωρούμενες (σεξιστικώς τε και εθνοφαυλιστικώς) παθολογίες της. Από αυτήν την άποψη είναι πιο κοντά στο Ελληνάρας παρά στο Ελληναράς. Ελληναρού μπορεί λ.χ. να είναι η συχνάζουσα στα Ελληνάδικα. Το βρίσκω με μια ουδέτερη σημασία σε ομώνυμο άζμα:

Ελληναρού ελληναρού είσαι γυναίκα παντός καιρού. (Σε αντίθεση με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, άζμα του Θανάση Πύθουλα)

Ελληναρού

Συχνότερα δηλώνει μια Ελληνίδα με θεωρούμενα (σεξιστικώς και εθνοφαυλιστικώς) ως αρχετυπικά ελαττώματα: Λ.χ. είναι τεμπελληνίδα, κατίνα, κακομαθημένη, κερατώνει τον άντρα της, είναι ζηλιάρα, έχει όλες τις ορμόνες φερτηκαρταρεκαργιόλη, νυφουλίνη, πονοκεφαλίνη, τηλεφωνίνη κ.τ.ό., είναι καλοβλαμμένη μικροαστή και πετάει ανάλογες ατάκες ή ελεεινή βουπού πλουσιέξ ή καγκούρω μπουρναζογκόμενα, σε κάθε περίπτωση ή τριτοδεύτερη ή τελευταία.

Κλασσικές αχαΐρευτες Ελληναρούδες.... Να είναι τυχαίο που όλες τους είναι χωρισμένες; (Σχόλιο στο βιντεάκι πιο κάτω).

Ελληναρούδες στη Μύκονο

Και οι πατροπαράδοτοι ελληναράδες λεβεντομαλάκες του 95%, που πουλάνε πνεύμα και ηθική στη γυναικούλα τους και μετά πάνε στη Ρωσίδα υπάρχουν διότι υπάρχουν και οι αντίστοιχες ελληναρούδες ξινο-κατίνες του 95% που πουλάνε πνεύμα και ηθική στον αντρούλη τους και μετά πηδιούνται με τον γείτονα. (Τριαντάρα μπλόγκσποτ).

Ενίοτε χρησιμοποιείται υβριστικώς χωρίς να προσδιορίζονται περαιτέρω τα χαρακτηριστικά της βρισιάς.

Προς πατσαβουρα αριστεροκεντρωα εκσυγχρονιστρια σημιτικια, παλιοκαργια σε ειδα σημερα στη νεριτ στο πρωινο, εκμεταλλευση για ψηφους εσκουζες η ορθοδοξια και τα λειψανα σου εχω πει και σε σενα καργια και στις αλλες καρακατσουλες ευπορων προαστειων ελληναρουδες ευρωπαιες μουστογριες καρακαξες 150 χρονια μωρή λινάτσα η αριστερα σου τι αλλο κανει απο το να εκμεταλλευεται τα προβληματα του εργατη και του φουκαρα ΓΙΑ ΨΗΦΑΛΑΚΙΑ? (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κυριολεκτικά:

α) ο καλικάντζαρος
β) ο αναρριχητής (εδώ)

Μεταφορικά: ο δίχως στυλ, ο κακομούτσουνος, ο περίεργος στην όψη, ο ατημέλητος άνθρωπος.

Χρησιμοποιείται επίσης και για γραφή που δεν είναι ευανάγνωστη (τα γράμματα λέγονται και καρκαντζούλια), αλλά και για πράξεις που δεν αρμόζουν στις περιστάσεις (καρκαντζαλιές).

  1. Κοίτα τον πως ντύθηκε ο γιαλαμάς, σαν καρκάντζαλος είναι πάλι...

  2. Τι γράμματα είναι αυτά παιδάκι μου; Σα καρκαντζούλια είναι, θα μου βγουν τα μάτια...

  3. Άρχισες πάλι τις καρκαντζαλιές; Για συμμαζέψου, το μαγαζί είναι κυριλέ...

  4. Καρκαντζουλέησιονς, πάλι μετεξεταστέος έμεινες ρε κούτσουρο;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ζανρ κινηματογραφικής, τηλεοπτικής ή άλλης τρασιάς με πολύ έντονα στοιχεία καφρίλας, αλλά όχι με την καλή έννοια (π.χ. μια κακιά σπλατεριά). Εναλλακτικά, κάθε είδους καφριλίκι.

Εκ του κάφρος και του γαμοσλανγκοτέτοιου -ιά.

1.
Pε οσο τη σκέφτομαι μου αρέσει περισσοτερο!!! ολες οι σκηνές ειναι μια και μια με αποκορύφωμα το φιναλε (πιο πολυ παροδιοχαβαλετζιδικια, καφρικια ταινία παρα horror) οσοι εχετε δει πχ Firefly καταλαβαίνετε τι εννοω...

2.
Πειτε μου τωρα οτι δε θα ξαναδειτε τηλεοραση γιατι ειναι πολυ καφρικια :D::D:D:D:D

3.
se poies tainies stis romantikes i stis kafrikes gt se kapoia kafrikia ekei pou epilexei na se sikosei pao stoixima tha exei fotistiko apo pano sou

4.
Η λυση της web camera που ειπες την σκεφτηκα αλλα θα ειναι λιγο «καφρικια» η ποιοτητα του stream

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μια από τις εις -ιαση σλανγκικές παθήσεις. Συμβαίνει όταν η κλάψα και η κλαψομουνιά λάβουν διαστάσεις χρονίας ασθένειας ή και επιδημίας, αν μεταδοθεί η αρρώστια.

Από κλαψομουνίαση πάσχει αυτός που δεν αναλαμβάνει ηρωικά τις συνέπειες μιας κατάστασης, αλλά συνεχώς κλαίγεται ότι θα μπορούσε να είχε συμβεί κάτι άλλο, ότι αυτό που του συνέβη δεν του άξιζε. Συχνά ως καζαντζίδης έχει υπερβολικά μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του και για αυτό θεωρεί ότι ματαιώθηκε και αδικήθηκε.

Δίνω τον λόγο σε ένα γλαφυρό παράδειγμα που περιγράφει την κλαψομουνίαση, παραπέμποντας και στον σύνδεσμο για τη συνέχεια.

Η κλαψομουνίαση είναι ασθένεια. Την περναμε ολοι, πολλες φορες στη ζωή μας, σχετικά ανωδυνα, ας πουμε σαν κρυολόγημα. Αψου και γκουχ γκουχ και κεινο το κακομοιρο υφος σα να σε βρηκανε ολα τα κακα του κοσμου μαζι, σε συσκευασια δωρου με 30% περισσοτερο προιον. Μετα περναει, κι ειμαστε μια χαρα μεχρι να ξανακολλησουμε. Σε μερικους ομως μενει χρόνια. Καμμια φορά νομίζεις οτι το έχουνε εκ γενετης, γιατι βλεπεις παιδάκια με συμπτωματα μονιμης κλαψομουνίασης, και λες, α το καημένο απο γεννησιμιού του θα τοχει, και το λυπασαι. Ερευνες απεδειξαν οτι ολα τα παιδακια γεννιουνται μια χαρα, αλλα επειδη η κλαψουμουνίαση μεταδιδεται πιο ευκολα κι απο τη γουρουνογριπη (της οποιας η μεταδοση διεκόπη, τεχνικα προβλήματα, μας συγχωρειτε), την εχουν κολλησει απο το περιβάλλον τους απο τη βρεφικη τους ηλικία. Εκδηλωνεται με τυπικα συμπτωματα, σχεδον παντα τα ιδια. Ρωτας τον αλλο τι κανει, και σου απανταει "καλα", με τετοιο τροπο που αναρρωτιεσαι αν ειναι καλυτερα να του αγοράσεις στεφάνι στην κηδεία ή να κανεις δωρεα σε καποιο ιδρυμα εις μνημην του. Αν κανεις το λαθος να ανοιξεις και κουβεντα, θα δεχτεις ενα καταιγισμο κλαψουρισματος, με διαφορα θεματα. Απο τα ποδια, χερια, σκατα που τον πονανε, απο τον αδερφό του κουνιαδου της τριτης του ξαδερφης που αρρωστησε και πολυ ταλαιπωρειται, απο τα λεφτα που δε φτανουν, μεχρι την γενικότερη οικονομική κατασταση, και το οτι παμε για πτωχευση και τι θα κανουμε, και μεις δυο μισθους κουτσους εχουμε και πως θα τα βγάλουμε περα, που ετσι που γιουβετσι, και δεν εχει κοκορετσι γιατι εκει που πηγε η τιμή του ουτε να το λεμε δεν ειναι πια.... Διοτι ο κλαψομουνης παντα για τον εαυτο του κλαιγεται. Κανενας κλαψομουνης ποτε, δεν νοιαστηκε για το συνολο. Μονάχα για την παρτη του. Παρουσιαζει μονιμη κοπωση, μονιμο πονοκέφαλο, και εκφραση "λυπηθειτε με". Συνηθως ο κλαψομουνης καταφερνει να μην κανει και τιποτα, διοτι ολοι τον λυπουνται τον καημενο, και κανουνε αυτοι τις δουλειες για παρτη του. (Η συνέχεια εδώ).

Στον γούγλη βρίσκω παραδείγματα για το έντεχνο τραγούδι, που θεωρείται πολύ κλαψομούνικο.

  1. Και φυσικά το έντεχνο είναι κλαψομουνίαση και αμορφωσιά (στο πιο έντεχνο :lol:). (Πχόρουμ).
  2. Οι σκύλοι, αν μη τι άλλο, είναι ορίτζιναλ και δεν κουβαλάνε την κλαψομουνίαση των έντεχνων. (Εδώ).

Η μπαλάντα του κλαψομούνη Και ο Πάριος κλαψομούνης

Επίσης, από κλαψομουνίαση ενέχονται ότι πάσχουν πολλοί αριστεροί οι οποίοι θεωρούν ότι ένας άλλος κόσμος είναι δυνατός και τον αξίζουμε, οπότε όταν δεν τον έχουμε, δικαιούμαστε να κλαψομουνιάζουμε. Φαίνεται ότι το αριστεροκλαψομούνιασμα είναι η άλλη όψη της αριστεροχαράς στο σύνδρομο αριστερής μανιοκατάθλιψης. Ωστόσο βρίσκω στον γούγλη και δεξιούς να ενέχονται για κλαψομουνίαση, ενώ από τα χρυσαύγουλα κλασική έχει μείνει η περίπτωση του Στάθη Μπούκουρα.

  1. Να τελειώνει η «αριστερή» κλάψα! Η συνεχιζόμενη κλαψομουνίαση των Συριζαίων (αυτών που έμειναν, όχι των αποστατών) καταντάει εντελώς ανυπόφορη – και πολιτικά επιζήμια για τη χώρα αλλά και για την κυβέρνηση. Να το πούμε απλά: κανένας δεν ψήφισε τον σύριζα στις 25 Ιανουαρίου για «να σκίσει τα μνημόνια». Ούτε για να κρεμάσει κουδούνια στη γάτα, ούτε για να διακορεύσει αλύπητα τα νεοφιλελεύθερα λιοντάρια στην Ευρωπαϊκή Ένωση. [...] Επίλογος: όποιος ζαλίζεται ή φοβάται, πάει και κοιμάται. Θα ήταν κιόλας ευχής έργον να αδειάσουν το πολιτικό χώρο που (παραδόξως και προσωρινά) κατέχουν όσοι επιμένουν στην «αριστερή» κλαψομουνίαση. (Εδώ).
  2. Από εκεί και πέρα, επειδή έχω ψάξει δεκάδες δυνατές διατυπώσεις για να εκφράσω τη σκέψη μου ως προς το γιατί παριστάνω τον υποψήφιο (αν θέλω ή δεν θέλω να ψηφιστώ, αν θα μου ταίριαζε ή όχι να παραστήσω και κάτι περαιτέρω κλπ κλπ) κι όλες καταλήγουν στον ακκισμό, την κλαψαιδοίαση ή τον αγνό, ατόφιο μοντιπαϊθονισμό, το κόβω κάπου εδώ. Σχόλιο: ο Old boy θα έλεγε κλαψομουνίαση. (Ο μπλογοτέχνης Old Boy εδώ προσπαθεί ακριβώς να αποφύγει την αριστερή κλαψομουνίαση).
  3. Ο Στάθης Μπούκουρας το έριξε στην κλαψομουνίαση μέσα στη Βουλή. (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το μεγάλο αρχίδι. Λόγω του ομόηχου. Ήταν και παιδικό αστείο: «Είσαι ναυαρχίδα χωρίς το ναυ-».

Κατά την διάρκεια βρις-οφ:
- Α μωρή αρχίδα!...
- Α μωρή ναυαρχίδα!...
Και πάει λέγοντας.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνήθως χρησιμοποιείται σε μορφή ερώτησης προς τον κροκόδειλα της παρέας που έχει μαζευτεί για πιώμα. Κάθε φορά που αυτός "ξεχνιέται" να γυρίσει το τσιγάρο, ρωτάμε ειρωνικά "Σάμαλι;", εννοώντας "μήπως θες να σου φέρουμε και κάνα γλυκάκι;". Προέρχεται από τη συνήθεια των χασικλήδων να τρώνε γλυκό μετά το κάπνισμα, αφενός για τις λιγούρες, αφετέρου για να πάνε κάτω τα ζαφείρια και να φύγει η πικρίλα του μαύρου από το στόμα.

Συναντάται κυρίως στη βόρεια Ελλάδα.

-...PΗFFFFFiiiiFFFFF.......PΗFFFFFFOuOuOuOuFFFFF....PΗFFFFFiiiiFFFFF.......PΗFFFFFFOuOuOuOuFFFFF

- Σάμαλι;

- Άραξε ρε φίλε δυο τζούρες έκανα!

- Έλα να γυρνάει..

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Ετυμολογικά, αυτός που σπάει την παρθενιά μίας κοπέλας ή τα αρχίδια ενός τυπά...

Με μεταφορική έννοια, ο κουραστικός τύπος που, με αυτά που λέει ή με τις παπαριές που κάνει, εκνευρίζει τους άλλους σε βαθμό κατά γράμμα σπασίματος...

Συνώνυμο: σπασαρχίδης, o

- Ρε συ αυτός ο Μιχάλης τι σπάστης που είναι ρε τύπε όλο παπαριές το παλικάρι!!
- Όχι μόνο σπάστης, σπασαρχίδης επιστήμονας είναι ο βλάκας!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οι ενέργειες ενός τζέι.

Ωχ ο Δημήτρης άρχισε τα τζέικα (δλδ άρχισε τις βλακείες ή άρχισε να πουλάει μούρη ή να πουλάει λεζάντα)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία