Σκωπτικά ο κάτοικος της Έδεσσας. (Δες εδώ και εδώ).
Απ' τη λαλιά τον κόβω για Γάλλο.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Υβριστικός χαρακτηρισμός για κάτοικο της Αιανής Κοζάνης. (Δες).
Κορακογάμηδες, πώς βρίζονταν οι οικισμοί μεταξύ τους. (Εδώ).
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Πούφκα λέγεται η πορδή στη Μακεδονία, αλλά και η μπούρδα που ξεφεύγει απ' το έρκος των οδόντων, πιθανόν δε και το ψέμα. (εδώ).
Αμόλησι την πούφκα τ' κι νόμισι οτι δεν καταλάβνισκα.
Έχω την εντύπωση οτι πούφκα λένε και το μανιτάρι αλεποπορδή. Στη φάση της ωρίμανσής του, από την κορυφή του θαλλού εξέρχεται πρασινοκίτρινη σκόνη με τη μορφή σύννεφου -εικόνα που είναι και γαμώ τα οπτικοακουστικά μήδια για το πέρδεσθαι- εξ ου και το επιστημονικό όνομα Lycoperdon (της τάξης των λυκοπερδωδών, βεβαίως- βεβαίως).
Σημείωση: Το παράδειγμα απηχεί μνήμες μου και επιβεβαιώθηκε από ηλικιωμένο συγγενή.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Φράση της βορείου Ελλάδος. Αυτός που λέει άλλα λόγια από μπροστά, και άλλα λόγια από πίσω. Ο διπρόσωπος
- Ναι Μήτσο, συμφωνώ μαζί σου
- Ρε α' στο διάλο από δω, κιοξέ !
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Το πέσιμο. Συνήθως από γλίστρημα ή σε ατύχημα. Συναντάται στην Β. Ελλάδα. Λέγεται και σαβούρντα ή σαβούρα στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Έτρεχε ο μαλάκας και πατάει το κορδόνι του και τρώει μια σαβούρτα...
Πτώσεις: μπίστος, σαβούρδα, σαβούρτα, σαβούρντα, σαβούρα, σάρα, σούπα, στρόφι.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Έκφραση ατόμων από τη Λάρισα για τη συγκέντρωση βρόμας πίσω από τα αυτιά. Δεδομένου ότι δεν κάνουν συχνά μπάνιο είναι μία σχεδόν καθημερινή λέξη στο λεξιλόγιο τους.
Μήηηηητσου καρκαμάντζα εχς πιάς.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ρουμάνικης προέλευσης. Αρχικώς ο χυλός από σιμιγδάλι ή άλλο (φθηνό) αλεύρι. Γνωστό και ως Κατσαμάκι στην Μακεδονία, την Θράκη αλλά και στην Βουλγαρία. Πιο τρέντυ ως Πολέντα.
Μεταφορικώς το χρήμα, το κέρδος.
- Να κάνουμε αυτή τη δουλειά;
- Ναι, αλλά έχει μαμαλίγκα η υπόθεση, ή τζάμπα μιλάμε;
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Το πέσιμο στο έδαφος από γλίστρημα ή παραπάτημα. Η έκφραση ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής στη Θεσσαλονίκη τις δεκαετίες 80 και 90, αλλά έχει αντικατασταθεί. Ετυμολογικά δεν υπάρχει γνωστή εξήγηση, αλλά περιέργως αποτυπώνει μάλλον εύστοχα την ατυχή εξέλιξη για τον παθόντα. Συντάσσεται κυρίως με το ρήμα τρώω και ενίοτε με το ρήμα παίρνω.
Έφαγε έναν μπίστο ο Φώντας, γάμησέ τα...
Πτώσεις: μπίστος, σαβούρδα, σαβούρτα, σαβούρντα, σαβούρα, σάρα, σούπα, στρόφι.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Πισινός, κώλος.
Αυτή η γκόμενα έχει και γαμώ τους τσούφκους.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Κουτσομπολιά, συζητήσεις χωρίς θέμα, απλά κουβέντα να γίνεται, συνηθίζεται στην Β. Ελλάδα.
-Πέρνα από δω, είμαστε με την Μαρία και λέμε μασάλια.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!