Μια από τις εις -ιαση σλανγκικές παθήσεις. Συμβαίνει όταν η κλάψα και η κλαψομουνιά λάβουν διαστάσεις χρονίας ασθένειας ή και επιδημίας, αν μεταδοθεί η αρρώστια.

Από κλαψομουνίαση πάσχει αυτός που δεν αναλαμβάνει ηρωικά τις συνέπειες μιας κατάστασης, αλλά συνεχώς κλαίγεται ότι θα μπορούσε να είχε συμβεί κάτι άλλο, ότι αυτό που του συνέβη δεν του άξιζε. Συχνά ως καζαντζίδης έχει υπερβολικά μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του και για αυτό θεωρεί ότι ματαιώθηκε και αδικήθηκε.

Δίνω τον λόγο σε ένα γλαφυρό παράδειγμα που περιγράφει την κλαψομουνίαση, παραπέμποντας και στον σύνδεσμο για τη συνέχεια.

Η κλαψομουνίαση είναι ασθένεια. Την περναμε ολοι, πολλες φορες στη ζωή μας, σχετικά ανωδυνα, ας πουμε σαν κρυολόγημα. Αψου και γκουχ γκουχ και κεινο το κακομοιρο υφος σα να σε βρηκανε ολα τα κακα του κοσμου μαζι, σε συσκευασια δωρου με 30% περισσοτερο προιον. Μετα περναει, κι ειμαστε μια χαρα μεχρι να ξανακολλησουμε. Σε μερικους ομως μενει χρόνια. Καμμια φορά νομίζεις οτι το έχουνε εκ γενετης, γιατι βλεπεις παιδάκια με συμπτωματα μονιμης κλαψομουνίασης, και λες, α το καημένο απο γεννησιμιού του θα τοχει, και το λυπασαι. Ερευνες απεδειξαν οτι ολα τα παιδακια γεννιουνται μια χαρα, αλλα επειδη η κλαψουμουνίαση μεταδιδεται πιο ευκολα κι απο τη γουρουνογριπη (της οποιας η μεταδοση διεκόπη, τεχνικα προβλήματα, μας συγχωρειτε), την εχουν κολλησει απο το περιβάλλον τους απο τη βρεφικη τους ηλικία. Εκδηλωνεται με τυπικα συμπτωματα, σχεδον παντα τα ιδια. Ρωτας τον αλλο τι κανει, και σου απανταει "καλα", με τετοιο τροπο που αναρρωτιεσαι αν ειναι καλυτερα να του αγοράσεις στεφάνι στην κηδεία ή να κανεις δωρεα σε καποιο ιδρυμα εις μνημην του. Αν κανεις το λαθος να ανοιξεις και κουβεντα, θα δεχτεις ενα καταιγισμο κλαψουρισματος, με διαφορα θεματα. Απο τα ποδια, χερια, σκατα που τον πονανε, απο τον αδερφό του κουνιαδου της τριτης του ξαδερφης που αρρωστησε και πολυ ταλαιπωρειται, απο τα λεφτα που δε φτανουν, μεχρι την γενικότερη οικονομική κατασταση, και το οτι παμε για πτωχευση και τι θα κανουμε, και μεις δυο μισθους κουτσους εχουμε και πως θα τα βγάλουμε περα, που ετσι που γιουβετσι, και δεν εχει κοκορετσι γιατι εκει που πηγε η τιμή του ουτε να το λεμε δεν ειναι πια.... Διοτι ο κλαψομουνης παντα για τον εαυτο του κλαιγεται. Κανενας κλαψομουνης ποτε, δεν νοιαστηκε για το συνολο. Μονάχα για την παρτη του. Παρουσιαζει μονιμη κοπωση, μονιμο πονοκέφαλο, και εκφραση "λυπηθειτε με". Συνηθως ο κλαψομουνης καταφερνει να μην κανει και τιποτα, διοτι ολοι τον λυπουνται τον καημενο, και κανουνε αυτοι τις δουλειες για παρτη του. (Η συνέχεια εδώ).

Στον γούγλη βρίσκω παραδείγματα για το έντεχνο τραγούδι, που θεωρείται πολύ κλαψομούνικο.

  1. Και φυσικά το έντεχνο είναι κλαψομουνίαση και αμορφωσιά (στο πιο έντεχνο :lol:). (Πχόρουμ).
  2. Οι σκύλοι, αν μη τι άλλο, είναι ορίτζιναλ και δεν κουβαλάνε την κλαψομουνίαση των έντεχνων. (Εδώ).

Η μπαλάντα του κλαψομούνη Και ο Πάριος κλαψομούνης

Επίσης, από κλαψομουνίαση ενέχονται ότι πάσχουν πολλοί αριστεροί οι οποίοι θεωρούν ότι ένας άλλος κόσμος είναι δυνατός και τον αξίζουμε, οπότε όταν δεν τον έχουμε, δικαιούμαστε να κλαψομουνιάζουμε. Φαίνεται ότι το αριστεροκλαψομούνιασμα είναι η άλλη όψη της αριστεροχαράς στο σύνδρομο αριστερής μανιοκατάθλιψης. Ωστόσο βρίσκω στον γούγλη και δεξιούς να ενέχονται για κλαψομουνίαση, ενώ από τα χρυσαύγουλα κλασική έχει μείνει η περίπτωση του Στάθη Μπούκουρα.

  1. Να τελειώνει η «αριστερή» κλάψα! Η συνεχιζόμενη κλαψομουνίαση των Συριζαίων (αυτών που έμειναν, όχι των αποστατών) καταντάει εντελώς ανυπόφορη – και πολιτικά επιζήμια για τη χώρα αλλά και για την κυβέρνηση. Να το πούμε απλά: κανένας δεν ψήφισε τον σύριζα στις 25 Ιανουαρίου για «να σκίσει τα μνημόνια». Ούτε για να κρεμάσει κουδούνια στη γάτα, ούτε για να διακορεύσει αλύπητα τα νεοφιλελεύθερα λιοντάρια στην Ευρωπαϊκή Ένωση. [...] Επίλογος: όποιος ζαλίζεται ή φοβάται, πάει και κοιμάται. Θα ήταν κιόλας ευχής έργον να αδειάσουν το πολιτικό χώρο που (παραδόξως και προσωρινά) κατέχουν όσοι επιμένουν στην «αριστερή» κλαψομουνίαση. (Εδώ).
  2. Από εκεί και πέρα, επειδή έχω ψάξει δεκάδες δυνατές διατυπώσεις για να εκφράσω τη σκέψη μου ως προς το γιατί παριστάνω τον υποψήφιο (αν θέλω ή δεν θέλω να ψηφιστώ, αν θα μου ταίριαζε ή όχι να παραστήσω και κάτι περαιτέρω κλπ κλπ) κι όλες καταλήγουν στον ακκισμό, την κλαψαιδοίαση ή τον αγνό, ατόφιο μοντιπαϊθονισμό, το κόβω κάπου εδώ. Σχόλιο: ο Old boy θα έλεγε κλαψομουνίαση. (Ο μπλογοτέχνης Old Boy εδώ προσπαθεί ακριβώς να αποφύγει την αριστερή κλαψομουνίαση).
  3. Ο Στάθης Μπούκουρας το έριξε στην κλαψομουνίαση μέσα στη Βουλή. (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

σκυλοκουράδα, σκυλοκούραδο

Αλλιώς το σκυλόσκατο, η κουράδα του σκύλου. Όπως λέει και ο Dry Hammer, "σου γεμίζει περισσότερο το στόμα" από ό,τι η μικρότερη λέξη σκυλόσκατο. Το βρίσκουμε ήδη στη Λωξάντρα της Μαρίας Ιορδανίδου, γραμμένη το 1962.

  1. "Η Λωξάντρα φοβότανε τα γιατροσόφια της κόνα-Αννίκας, της πλάτρας. Τα σιχαίνουνταν. Πράματα ήτανε εκείνα να μήν τα σιχαθείς; Από κατρουλιό αρσενικού παιδιού έκανε η κόνα-Αννίκα γιατρικό για τις χιονίστρες και για τα σκασίματα των χεριών. Από σκυλοκούραδο έκανε σκονάκια για το βήχα, και τα φυσούσε μέσα στο λάρυγγα με καλαμάκι. Από ψόφια ποντίκια και λάδι έκανε ποντικαλοιφή. Μέσα στο καύκαλο του μυδιού έκανε τρεμπεντιναλοιφή, καλλυντικό για το πρόσωπο. Έκοβε το σιριλίκι, γήτευε την ιλαρά, σήκωνε τον αφαλό...και τί δεν έκανε η αδικιωρισμένη, αλλά η Λωξάντρα τη σιχαίνουνταν." (Μαρία Ιορδανίδου, Λωξάντρα, Αθήνα: 1962).
  2. Εχθές όπως γυρνούσα σπίτι, πάτησα πάνω σε κάτι περιττώματα σκύλου και αυτό με έβαλε σε σκέψεις. Ενώ κάποιος άλλος θα προσπερνούσε ενοχλημένος ένα τέτοιο συμβάν, εγώ ένιωθα πως μου είχε συμβεί κάτι πολύ σημαντικό, ένα γεγονός κοσμοϊστορικής αξίας, καθώς μου άνοιξε τα μάτια για το νεφελώδη τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το σύμπαν. [...] Το μυαλό μου είχε απορροφηθεί σε τέτοια θεμελιώδη ερωτήματα και σκεπτόμενος ακατάπαυστα τη σχέση αιτίου αιτιατού που πιθανώς συνέδεε τη Παπαρίζου με το σκυλοκούραδο, έτρεξα γρήγορα σπίτι να καταγράψω τις σκέψεις μου. [...] Στη γαλήνη και ησυχία του δωματίου μου κοίταξα προσεκτικά το παπούτσι μου και το πώς είχαν απλωθεί τα σκυλίσια υπολείμματα πάνω του. Δε μπορούσα παρά να είμαι σίγουρος πως η ίδια συμπαντική δύναμη που έστειλε στο Νεύτωνα το μήλο και έκανε τον κατά τ' άλλα σεμνότατο Αρχιμήδη (ή τον Αριστείδη;) να τρέχει γυμνός στους δρόμους φωνάζοντας «Εύρηκα! Εύρηκα!», προσπαθούσε να μου πει κάτι. «Μίλα μου! Σ' ακούω» είπα στο παπούτσι μου και το κοίταξα ανυπόμονα. (Η συνέχεια του διανοητικού θρίλερ εδώ).
  3. Οι ευρωπαίοι νεοέλληνες που βγάζουν το κατοικίδιό τους βόλτα, θεωρούν εικαστική παρέμβαση υψίστης πολιτιστικής αξίας τις σκυλοκουράδες. (Εδώ).

Μεγαλύτερο σλανγκικό ενδιαφέρον έχει το ότι το βρίσκουμε και ως βρισιά, για να περιγράψει έναν άνθρωπο ξευτίλα, μηδαμινό, σκατιάρη, σκατένιο, ένα σκουπίδι, ένα απόρριμμα.

  1. "Είσαι ο επόμενος! Είσαι ο επόμενος σκυλοκούραδο!" Ύστερα ο Παξ μουγκρίζει το όνομά μου. Κι έπειτα το επαναλαμβάνει η φωνή του Τάκτου, μετά η Νάιλα από τον Ψηλό Πύργο. Και γρήγορα εκατό φωνές το τραγουδούν σε όλο το κατακτημένο κάστρο, από την αυλή μέχρι τα ψηλά προκαλύμματα και τους πύργους. (Πιρς Μπράουν, Κόκκινη Ανατολή, εκδ. Μεταίχμιο, μετάφραση: Τιτίνα Σπερελάκη).
  2. ΓΙΑΥΤΟ ΒΓΑΛΕ ΤΟΝ ΣΚΑΣΜΟ ΗΛΙΘΙΟ ΣΚΥΛΟΚΟΥΡΑΔΟ ΟΥΣΤ ΚΟΠΡΙΤΗ. (Άλλος ένας φωνακλάς που μας ξυπνάει με φωνακλάδικες βρισιές στο Ξυπνήστε Ρε!).
  3. Τράβα γαμήσου ρε σκυλοκούραδο ρουφιάνε βρωμότουρκε. Αυτοί οι μογγόλοι γαμάνε την μάνα σου. (Από βρις-οφ στο συσιφόνι).
  4. Εναλλακτικός τίπλος: "Με χρησιμοποίησαν σαν σκεύος και αφού ικανοποίησαν τις ορμές τους, με πέταξαν σα σκυλοκούραδο". (Εναλλακτικός τίτλος διαδικτυακού αρρωστουργήματος εδώ).

Αρρωστούργημα του Ολλανδού καλλιτέχνη Schippers, απεικονίζει ένα σκυλοκούραδο μνημειωδών διαστάσεων, τοποθετημένο στους περίφημους ολλανδέζικους κήπους Keukenhof, κοντά στην πόλη Lisse της Ολλανδίας

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Και συχνά στον πληθυντικό: σκυλόσκατα. Ναι, είναι αυτό που νομίζεις: Τα σκατά του σκύλου.

  1. Ο εχθρός Number#1 δεν είναι αυτοί που δεν θέλουν σκύλους. Είναι οι σκυλάδες με τα σκυλόσκατα, γιατί τελικά αυτοί ευθύνονται για: - Το σκυλορατσισμό. - Τις φόλες. Είναι εξίσου υπαίτιοι όσο και οι φολορίχτες. (Dogforum).
  2. Λοιπόν προτείνω να ιδρυθεί Δημοτική Αστυνομία Σκύλων. Θα είναι ράμπο που θα κυκλοφορούν στους δρόμους με γκλομπς και μπλοκάκια για να κόβουν κλήσεις και θα παρακολουθούν αυτούς που βγάζουν βόλτα τα σκυλιά τους. Το πρόστιμο θα κόβεται στο όνομα του ιδιοκτήτη του σκύλου....και όχι βέβαια της φιλιππινέζας που το βγάζει βόλτα...... [...] Τα γκλομπς θα χρησιμεύουν για τους ζόρικους ιδιοκτήτες του τύπου: "Δεν ειναι σκυλόσκατα του δικού μου ...το δικό μου τρώει κροκέτες κοτόπουλου και έχουν άλλο χρώμα ή το δικό μου ειναι μικρόσωμο και τα σκυλόσκατα αυτά δεν αντιστοιχουν στο μέγεθός του"... και άλλες τέτοιες μαλακίες του Αθηναίου. (Διά την πάταξιν των σκυλόσκατων).

Μεγαλύτερο ενδιαφέρον, πάντως, έχει η χρήση του όρου για να χαρακτηρίσει μια πολύ άσχημη κατάσταση, μια σκατάσταση.

Σκυλόσκατα η κατάσταση, εν γένει... (Εδώ).

Ή έναν άνθρωπο που είναι μηδαμινής αξίας, ουτιδανός, ξευτίλας, σκατιάρης. Έχω την εντύπωση ότι στις μεταφορικές αυτές χρήσεις λανθάνει επίδραση από το αγγλικάνικο dogshit.

Στο πέρασμα χτες απο το ELYSIUM είχε τρείς Αλβανίδες της κακιάς συμφοράς και μια Ρουμάνα προμίλφ με καστανόξανθα μαλλιά και με μαύρο κολάν που επιδείκνυε τον κώλο της στους περαστικούς. Λίγο πιο πάνω Σωκράτους και Σατωβριάνδου ήταν δύο Βούλγαροι τραβεστί της κακιάς ώρας που κυριολεκτικά κάποιος πρέπει να είναι πολύ σάπιος να πληρώσει αυτά τα σκυλόσκατα να έχει σεξουαλικές περιπτύξεις μαζί τους. (Από μπουρδελοσάιτ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκ του ντιντής και της τουρκογενούς κατάληξης -λικι, σημαίνει το πουστριλίκι, μόνο στο πιο φλώρικο.

  1. Ρωμαϊκά όργια στη Μύκονο: [...] Το πάρτι ξεκίνησε γύρω στις 10 το βράδυ. Οι δύο σχεδιαστές με τη βοήθεια ξένων διακοσμητών είχαν μεταμορφώσει τον χώρο σε ρωμαϊκό βασίλειο. Το ντεκόρ ήταν άκρως εντυπωσιακό, καθώς περιλάμβανε κατασκευές με άσπρα πανιά, ξύλινες τάβλες και δάδες που έβγαζαν φωτιές. Η ατμόσφαιρα παρέπεμπε στην ταινία «Κλεοπάτρα» και ήταν χαρακτηριστικό ότι παντού μύριζε λιβάνι. Τους καλεσμένους υποδέχονταν Ρωμαίοι στρατηλάτες, ενώ ειδικό τιμ -κατάλληλα ενδεδυμένο- οδηγούσε τους καλεσμένους σε ειδικό δωμάτιο, όπου τοποθετούσαν τα σινιέ ρούχα τους σε πανέρια. Στη συνέχεια, τους φορούσαν χλαμύδες και τους τοποθετούσαν στο κεφάλι χρυσά κλαδιά δάφνης. Σχόλιο: Τι ναι αυτά τα "ντιντιλίκια" ... Το χειρότερο είναι πως προωθούν αυτόν τον τρόπο ζωής. (Εδώ).
  2. Το νέο πρότυπο άνδρα είναι ο Πάγκαλος-Βενιζέλος. Μεγάλα κυβικά και διανόηση μαζί. Τα ντιντιλίκια στύλ όπως Γερουλάνος-Σπηλιωτόπουλος πάνε πια. (Το τέλος του αμερικανικού ονείρου και ο νέος τύπος άνδρα).
  3. Εάν δεν το παρατηρήσατε, οι περισσότεροι μετανάστες είναι άντρες, άρα είναι ντιντήδες. Απαγορεύεται στις χώρες τους το ντιντιλίκι και τους φορτωνόμαστε εμείς. Γιατί να ταΐζουμε ντιντήδες; Βλάκες είμαστε; (Εδώ).
  4. Ως πριν μερικά χρόνια, η κυρίαρχη θεωρία της εξαφάνισης των δεινοσαύρων ήταν ότι κάποιος τους πετούσε πέτρες από τον ουρανό ή κάτι τέτοιο. Πλέον οι Χριστιανοί επιστήμονες έχουν ανακαλύψει ότι η κύρια αιτία της εξαφάνισής τους, πριν από 5000 χρόνια, ήταν η ομοφυλοφιλία. Βλέπετε οι δεινόσαυροι δε γνώριζαν ότι το ντιντιλίκι είναι αμαρτία, κι έτσι αποφάσισαν να το αφήσουν να οργιάζει ασύδοτο. Στο τέλος, η εξάπλωση του οδήγησε στην ανικανότητα αναπαραγωγής και στον αφανισμό του είδους. Μη περιμένετε βεβαίως να τα μάθετε αυτά από τα συστημικά ΜΜΕ... (Η αθεία είναι ψυχική νόσος).

Ντιντιλίκια μεταξύ δεινοσαύρων

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η λέξη προέρχεται εκ της λεκτικής συνουσίας των λέξεων παράθυρα και μουρμούρα. Μιλάμε για μια συνουσία χωρίς δημιουργία που οδηγεί στην πολλαπλή εκμετάλλευση του θεατή. Μιλάμε για τη διοργάνωση συζήτησης πάνω σε φλέγοντα θέματα που απασχολούν τον κόσμο (άρα προσδοκάται τηλεθέαση) από δημοσιοκάφρο, που για λόγους τηλεθέασης, έχει προσκαλέσει άτομα που με το παραμικρό παίρνουν φωτιά. Έτσι προκύπτει μια ατέλειωτη τηλεοπτική μουρμούρα μεταξύ των καλεσμένων των τηλεοπτικών παραθύρων. Κι όσο πιο πολλά είναι τα παράθυρα, τόσο πιο δυνατό γίνεται το κοκτέιλ της αναμπουμπούλας. Αυτό είναι λοιπόν το reality show που λέγεται παραθυρομουρμούρα.

Ο στόχος των προσκεκλημένων δεν είναι η αποκάλυψη της αλήθειας, η ενημέρωση του κόσμου, η καλοπροαίρετη εξέταση των απόψεων και η σύνθεση τους ώστε να δημιουργηθεί μια κοινώς αποδεκτή πρόταση που θα τυγχάνει της κοινής αποδοχής των παρισταμένων, αλλά και της αποδοχής των θεατών, αλλά το καπέλωμα των αντιθέτων μέσω τρικλοποδιών και φθηνών κόλπων εντυπωσιασμού.

Η ατέλειωτη μουρμούρα και χάβρα που επικρατεί μεταξύ των καλεσμένων στα τηλεοπτικά παράθυρα, διαθέτει διακοπές, επί διακοπών, ύβρεις τσαμπουκαλέματα, κινδυνολογίες, ψευδο-οράματα, αποτυχημένους σωτήρες, που θέλουν να ξανάρθουν για να σώσουν τον τόπο από τους νυν αποτυχημένους σωτήρες, που είχαν έρθει για να σώσουν τον τόπο απ’ αυτούς. Σωτήρες (νυν και τέως) που βουλιάζουν τον τόπο κάθε μέρα όλο και πιο βαθιά. Όλοι τους ποντάρουν στη λήθη του θεατή. Τον θεωρούν χαπατο και τον ταΐζουν κόντρα παραμύθι. Του πιπιλίζουν το μυαλό κι αυτός ελπίζει. Ελπίζει κι εμπιστεύεται. Το νοητικό επίπεδο του κόσμου μπορεί να είναι περισσότερο ανεπτυγμένο σε σχέση με το παρελθόν, αλλά φαίνεται πως οι λαοπλάνοι έχουν κάνει περισσότερα βήματα. Είναι απειροελάχιστες οι διαφορές των καλεσμένων, αλλά, σαν σωστοί λαοπλάνοι, τις μεγεθύνουν και ο καθένας ωραιοποιεί τη θέση του για να έχει λόγο υπάρξεως στο μέλλον. Αν βέβαια τεθεί θέμα που τους αγγίζει συλλογικά, όπως π.χ. η αύξηση των αποδοχών τους, ή το πόθεν αίσχος, τότε ισχύει η ρήση: Στη μάσα ενωμένοι στον αγώνα χωριστά.

Ο δε δημοσιοκάφρος, αντί να προσπαθεί να αμβλύνει τις αντιθέσεις ώστε να προκύψει ένα πολιτισμένος διάλογος που θα γεφυρώνει, τουναντίον με τις ενέργειες του προκαλεί και επιδιώκει τη βαβούρα και το μπάχαλο για να ανεβάσει τη θερμοκρασία και την ένταση και να εγκλωβίσει τους τηλεθεατές που έκατσαν να ενημερωθούν. Για το δημοσιοκάφρο, παρ' όλο που το κανάλι του έχει κάποια πολιτική γραμμή, το κύριο μέλημα του δεν είναι να υποστηρίξει τη γνώμη των καλεσμένων που τάσσονται πλησίον προς τη γραμμή του καναλιού, αλλά την αποτροπή του θεατή να κάνει ζάπινγκ και να πάει σε άλλη παραθυρομουρμούρα, γιατί, γι' αυτόν τα ποσοστά τηλεθέασης μετράνε. Κι αν καταφέρει να σκοράρει κόντρα στους απέναντι (απέναντι κανάλια) και το κανάλι του θα πάρει τα εύσημα κερδίζοντας κι απ’ τις διαφημίσεις που πέφτουν ανάμεσα στην «ενημέρωση». Έτσι κι αυτός εδραιώνεται καλύτερα στη θέση του. Γι' αυτό λοιπόν προκαλεί με τις ενέργειες του την παραθυρομουρμούρα, την ένταση και το χαλασμό. Κι όταν η κατάσταση, ξεφύγει, τότε προσπαθεί με στημένες κι άκομψες διαδικασίες να μαζέψει την κατάσταση που ο ίδιος δημιούργησε, τόσο με την επιλογή των ατόμων, όσο και με το δαύλισμα της φωτιάς, που έντεχνα κατά τη διάρκεια της κουβέντας μεθόδευε. Παίζει τη δική του θεατρική παράσταση, το δικό του Καραγκιόζ μπερντέ για να γοητεύσει το εγκλωβισμένο κοινό του, τους θεατές που, αντί να ενημερωθούν, γίνονται μάρτυρες σε μια ποδοσφαιροποίηση του πολιτικού λόγου. Στο τέλος αυτοί, αντί να είναι ανακουφισμένοι, αισθάνονται μπερδεμένοι και απογοητευμένοι. Ωστόσο, την άλλη μέρα θα επαναλάβουν το ίδιο λάθος. Θα κάτσουν ξανά σαν άλογα όντα να φάνε το τηλεοπτικό σανό που θα τους προσφέρουν οι λογής εισαγγελάτοι, που απ ότι φαίνεται είναι μάστορες στη δουλεία τους και δε διαθέτουν κανένα ίχνος τσίπας πάνω τους. Ο «καλύτερος» δε απ' αυτούς, καταλήγει αρχιδη(ι)μοσιοκάφρος. Αντί αυτοί να βρεθούν στο καρφί, συνεχίζουν τις μηχανορραφίες τους.

-Τι κάνεις ρε μαλάκα αποσβολωμένος μπροστά στην τηλεόραση;
-Σώπα… παρακολουθώ. Μιλάνε για το ασφαλιστικό. Σε ενδιαφέρει.
-Με ενδιαφέρει δε λέω… Αλλά αν αυτή την παραθυρομουρμούρα, τη λες ενημέρωση τότε εγώ... είμαι ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία