Η εκμετάλλευση στα κομμέ, -δεν ξέρω αν είναι αυθεντικό κομμέ, είναι περισσότερο κάτι σαν το ψυχανάλα, θεωρείται κάπως πιο μαγκίτικο να κόψεις αυτή την κατάληξη που καθιστά τη λέξη κάπως λόγια.

Το βρίσκουμε ήδη (1954) στο άζμα σε στίχους Χρήστου Γιαννακόπουλου και μουσική Μιχάλη Σουγιούλ "Σβήστε με απ' τον χάρτη".

Σβήστε μ’ απ’ το χάρτη
μια γυναίκα αγάπησα και μου βγήκε σκάρτη
μια γυναίκα αγάπησα και μου βγήκε σκάρτη
Είμαι για κρεμάλα
για φιγούρα μ’ ήθελε και για εκμετάλλα
για φιγούρα μ’ ήθελε και για εκμετάλλα
Είμαι για κρεμάλα

Μιχάλης Σουγιούλ

Ασφαλώς έχει και πολιτικοοικονομική διάσταση "εκμετάλλα αθρώπου από άθρωπο" κτλ. Γενικά είναι μεν παλαιός μαγκίτικος σχηματισμός, αλλά λέγεται και σήμερα για να αποφορτίσει μια συζήτηση μαγκίτικα να μη φανεί ότι χρησιμοποιούμε υπερβολικά τεχνικούς όρους ξέρωγω.

  1. Kαι έρχομαι εις το θέμα αποκομιδή σκουπιδιών. Kαλά, εδώ είναι που πέφτει η χοντρή η εκμετάλλα, καθότι το σκουπίδι, σκουπίδι είναι και ως σκουπίδι να πούμε, η ευαισθησία μεγαλύτερη, όπερ κι η εκμετάλλα μεγαλύτερη. Eκμετάλλα και παραπληροφόρησις. (Χάρρυ Κλυνν σλανγιωτατίζων εδώ).
  2. Δύσκολο πράμα να το καταλάβει ο εργατάκος, και ακόμα πιο δύσκολο να καταλάβει ότι στο σύστημα που ζούμε πέφτει εκμετάλλα. (Από Κομμουνιστικό Ιστολόγιο Ενημέρωσης).
  3. Με τους καταδότες και τους ψευτόμαγκες, τους γιαλαντζί αρσενικούς αγαπητικούς, τους μπασκίνες, τα χασίσια, τη βρομιά, την εκμετάλλα. (Ιστορία της Τρούμπας).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κρυψώνα

- Τέλειωσαν οι μπίρες ρε μαλάκα
- Έχω μια εξάδα στην καβάτζα, μη σε νοιάζει

Εναλλακτική - και κάπως κρυφή -λύση

-Δεν μπορούμε πια να κάνουμε τίποτα, ρε φίλε. Δεν έχουμε εναλλακτικές.
- Μην το λες. Δεν είμαστε χαλβάδες, ούτε φλούφληδες. Έχω μια τελευταία καβάτζα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οι Μανιάτες, ειδικά όσοι μένουν στον Πειραιά.

Ο Πειραιάς, ως αναπτυσσόμενο λιμάνι, μάζεψε κάθε καρυδιάς καρύδι από κάθε γωνιά της χώρας. Ορισμένοι από αυτούς τους εσωτερικούς μετανάστες, προερχόμενοι από την ίδια περιοχή, εγκαταστάθηκαν στην ίδια περιοχή και δημιούργησαν κλίκες.

Τα μανιαούρια μαζεύτηκαν στην περιοχή που πήρε τ' όνομά τους (Μανιάτικα). Μαζί με τους πολυάριθμους κρητικούς (άλλη πειραιώτικη ομάδα με παρόμοια χαρακτηριστικά), τα μανιαούρια θεωρείται ότι γαμούν και δέρνουν, δε σηκώνουν μύγα στο σπαθί τους, δε μασάν το μπούτσο τους κ.ο.κ

- Έμαθες τι έγινε με το Μανωλάκη τις προάλλες;
- Όχι ρε συ, για λέγε...
- Να, είχανε στήσει τα μηχανάκια με τον Κώστα το Γιατράκο, έφαγε ήττα, δεν τον πλήρωσε, κι έσκασε ο τύπος με τα μανιαούρια και τον κάνανε ασήκωτο...
- Μια ζωή μαλάκας ήτανε...

Αντζελα Γκερέκου. Στο ξεκίνημα της καριέρας της έιχε πάιξει το μανιαούρι (το α με ου), στην ταινία:το κορίτσι της Μάνης (από GATZMAN, 13/05/09)Α. Γκερέκου (από GATZMAN, 13/05/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο μουσαντέ μάγκας, ο ψευτόμαγκας.

Με τον μουσαντόμαγκα τον κουτσαβάκη τον Σαμαρά δεν τα κατάφεραν, με τον "αυθεντικά" λαϊκό τύπο τον Βαγγέλα και πάλι δεν τα κατάφεραν. Πού θα πάει αυτό το κόμμα;

Κατ' επέκταση, και ο μπαμπέσης (σημασία που δίνεται από τον Ηλία Πετρόπουλο, δες και στου κυρ-Σαράντ).

Σου κάνει τώρα μουσαντογλειψούδες, αλλά είναι μουσαντόμαγκας και στο τέλος θα στη φέρει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λέξη που αποδίδει την πατρότητα της στον Λιακό και αποτελεί παράφραση της λέξης πουτανιά, που έχει όμως τη σφραγίδα του Βλαδίμηρου Πούτιν αφού χρησιμοποιώντας τη μαεστρία και την ευελιξία του, ως γριά πουτάνα βρίσκεται ένα βήμα πιο μπροστά από τους ραδιούργους, αφού μπορεί να σκαρώνει κομπίνες, πλεκτάνες και να μεταχειρίζεται πλάγιες οδούς ώστε να αποδεικνύεται πιο καπάτσος στις περιστάσεις, παγιδεύοντας τους ραδιούργους στην ίδια τους την παγίδα.

- Πήγε που λες η Γεωργία,με τις πλάτες της Αμερικής να το παίξει λιοντάρι στην Οσετία, αλλά λογάριαζε χωρίς τον ξενοδόχο.
- Γιατί;
- Γιατί άρχισε ο Βλαδίμηρος τις πουτινιές, αφού ως γνωστόν στην πουτάνα πουτανιές δε χωράνε και έκανε τη Γεωργία καλοκαιρινό μαγαζί. Χέστηκαν επάνω τους οι Γιάνκηδες. Δε σου λέω τίποτα. Ακούνε Πούτιν... κι όπου φύγει φύγει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο μπούλης που το παίζει και πολύ άντρας, μάγκας και νταής, γαμιάς της γειτονιάς, και γενικά έχει πάααααααρα πολύ καιρό να κατουρήσει.

Θεωρείται σλανγκ της φυλακής, αλλά και της νύχτας με το caveat ότι ό,τι έχει φτάσει να καταγραφεί ευρέως πιθανόν να μην είναι η τελευταία λέξη της σλανγκ αυτών των χώρων. Από την άλλη, χρησιμοποιείται και σε ιντερνετικές φοράδες, λίγα χτυπήματα.

  1. Ειρωνείες προς φωνακλά εδώ:

- ρε συ, μιλα λιγο πιο δυνατα! Δεν ακουγεσαι! ρε ΣΠΑΘΟΛΟΥΡΟ... - Ρε συ, εσυ που εισαι και μαγκας κι αλανι και ΣΠΑΘΟΛΟΥΡΟ, μπορεις να μας πεις τι δουλεια εχεις με κατι ελεεινους χλεχλεδες;

  1. Το χαρτί όμως που πιστοποιούσε τον τραυματισμό του είχε πάει και το είχε παραλάβει κάποιος “Γκλίτσας”, που τελικά αποδείχτηκε ότι ήταν ο δεύτερος καταζητούμενος με παραφρασμένο όνομα, τον οποίο οι αρχές θεωρούν σκληρό ποινικό και “σπαθόλουρο” της νύχτας, κατά το κοινώς λεγόμενο, μπράβος, πρωτοπαλλήκαρο δύο άλλων ποινικών που βρίσκονται στη φυλακή.
    (εδώ).

  2. Σπαθόλουρο μας προέκυψες...
    I like you more now :-) (εκεί).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Καθώς η λέξη λέγεται πολύ στην περιοχή των Ιωαννίνων, ενίοτε σημαίνει τον Γιαννιώτη, τον κάτοικο της περιοχής Ιωαννίνων, όπως τον χαρακτηρίζουν οι μη Γιαννιώτες, που χρησιμοποιούν την λέξη είτε καθόλου, είτε λιγότερο, λ.χ. στον στρατό. Βλ. και Τζεδούπολη.

Άντε να πάρω την μετάθεση να φύγω από τους τζέδες, γαμώ τον Αλη-πασά μου μέσα...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο τυπάς και μερικές φορές ο μάγκας.

Κλασικός γιαννιώτικος ιδιωματισμός της περιοχής του κάστρου Ιωαννίνων.

Εεεε, τον τζε... πολύ τζες ο τύπος!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκτός της γνωστής έκφρασης που αναφέρεται στη μανούρα συνοδευόμενη από το αγνό ελληνικό βρωμόξυλο και στους κοινωνούς αυτής, οι τσαμπουκάδες είναι σημάδια στο κορμί των φυλακισμένων, που κάνουν οι ίδιοι, είτε με λάμα ως ξυραφιές, είτε ως τατουάζ –συμβολικά ή καλλωπιστικά– (όπως πολλές γυναίκες έκαναν μέχρι πρότινος για ομορφιά σε ορισμένα μέρη της Ελλάδας, μάλιστα υπάρχουν πολλές γιαγιάδες με τατού σε Ηπειρώτικα χωριά!), είτε με το σβήσιμο του τσιγάρου κυρίως στο εσωτερικό του αριστερού μπράτσου.

Με τους τσαμπουκάδες, οι φυλακισμένοι αφ' ενός βγάζουν το σεβντά τους, αφ' ετέρου επιδεικνύουν την ευρωστία και το ψυχικό τους σθένος, προκειμένου να λάβουν αντίστοιχη θέση στην ιεραρχία της φυλακής. Δηλαδή όσα περισσότερα σημάδια στο σώμα, τόσο μεγαλύτερη η μαγκιά. Βέβαια, όπως λέει ο Αρκάς στον ισοβίτη, αν αυτό ήταν αλήθεια, αυτός δεν θα 'πρεπε να 'χει ούτε αφαλό ...

Να μην συγχέονται με το «χαρακίρι» που κάνουν οι πρεζάκηδες, όταν τσιτώνουν την επιδερμίδα του λαιμού τους και ταυτόχρονα τραβάνε χαρακιές με λάμα, προκειμένου να μεταφερθούν στο αναρρωτήριο και να φάνε κάνα κουμπί.

Μάλλον τουρκικής προελεύσεως <τσαμπούκ = γρήγορα (βλ. τσαμπουκ-τσαμπουκ = άντε σβέλτα!).

Συνδέεται σημασιολογικά ίσως κατά το εγγλέζικο quick-tempered (γρήγορος, θερμόαιμος, έτοιμος για καβγά).

- Τον είδες το Βαγγέλη;
- Ε, τί;
- Τα χέρια του είναι γεμάτα τσαμπουκάδες. Ζόρικο αρσενικό.

Αρκάς, Ο θεός αγαπάει τον κλέφτη (από patsis, 26/06/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία