Παράδειγμα:
Αγάνωτος= Αυτός που δεν γανώθηκε, ο χωρίς κασσίτερος. Η επικασσιτέρωση. Έμειναν αγάνωτα τ' αγγιά, (τα κατσαρολικά).

Αγάνωτη= Αυτή που δεν γαμήθηκε. Τι να την κανς μωρ΄ αυτήνια αγάνωτη είνι!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Όπως λέγεται και στο συνώνυμο μουνόπανο, πρόκειται για λέξη πολύ μεγάλης υβριστικής ισχύος. Εδώ, με τον συνδυασμό του δόκιμου και επιστημονικού αιδοίου με το πανί, το αποτέλεσμα είναι επιθετικότερο και κατά τι κίνκι.

  1. Πανε να συμπληρωσεις κανενα ενσημο με κανονικη εργασια, αιδοιοπανο ε αιδοιοπανο! (εδώ)

  2. αχ τι ωραια! μου θυμιζει και τη δικια μου πρωτη φορα στο γηπεδο σε ενα παιχνιδι β εθνικης που εληξε με ενα ξερο 0-0 και το μονο που ακουγα ητανε πουτ@ν@ς γιε, αιδοιοπανο, μαλακα κλπ (εδώ)

  3. Στο ΟΑΚΑ σήμερα στο ματς ΑΕΚ-Ατρόμητος επιτέθηκαν χρυσαύγουλα στο Στρατούλη... Εξέδωσε ανακοίνωση και ο ΣΥΡΙΖΑ. Έχουν ξεφύγει τα αιδιόπανα. (εδώ)

  4. Αυτό το αιδιόπανα του Τράγκα για τους τροικανούς πολύ μου άρεσε. (εδώ)

  5. Λοβέρδος: "Η ΧΑ είναι το πρώτο κίνημα(!!!) που γεννιέται αυθεντικά μετά την μεταπολίτευση" http://www.skai.gr/player/TV/?MMID=236859 … 18:30'' Σοσιαληστής!!!
    - ψαχνει θεση σε επικρατειας το αιδοιοπανο. (εδώ)

  6. Πλοκ ρε αιδοιόπανο που θα μου κάνει κ ρτ ο κανέκος! Για ένα κούτελο ζάμε γαμώ τη γκενωνία (εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Υπερβολικα άσχημη και αποκρουστική γυναίκα.

Ακόμη αγάμητη είναι η σαπιομούνα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνοψίζοντας προκειμένου να μη λείπει αυτό καθαυτό το λήμμα απ’ τη συλλογή.

Α. Το πέος, κι όλα τα σχετικά αυτού, με συναφέστερο όλων την ψωλή (βλ και σχ. του HODJAS).

Εξού και τα:

  1. «Τραβάω μια ξερή», που σημαίνει ό,τι και το «τραβάω μαλακία» κι όλα τα συναφή, (αναφορά, και εδώ).

  2. «Έμεινε/τον άφησε με την ξερή στο χέρι», που σημαίνει πως πήγαινε για γαμήσι, αλλά κάτι πήγε στραβά (μπορεί να έφαγε χυλόπιτα αλλά όχι απαραίτητα) κι ο στόχος δεν επετεύχθη (μπορεί και στο παραπέντε). Και φυσικά, με πιο ευρεία έννοια, σημαίνει τη μεγάλη απροσδόκητη απογοήτευση / ξενέρα για ο,τιδήποτε.

Ακριβώς όμοιο με τα έμεινε με την ψωλή στο χέρι, έμεινε με τον πούτσο/ το πουλί /καυλί στο χέρι. Πολύ κοντά το: «Έμεινε / τον άφησε στα κρύα του λουτρού».

Β. Το γνωστότατο χαρτοπαίγνιο. Αναφορές γίνονται στα: ξερός σχ. panos1962, δεν κόβει ούτε με βαλέ, καμάντσο, χαρτωσιά, το δέκα το καλό σχ. acg, πατινή βλ. σχ.

Α.1. Βρε δενν πα να τραβήξεις μια ξερή να ξεθολώσεις λέω ‘γω, μπας και συγκεντρωθείς να τελειώσουμε καμιά δουλειά; Άντε, γιατί η αγαμία σ’ έχει χτυπήσει στο κεφάλι μου φαίνεται.

Α.2. «Κι εκεί που θα βάζαμε υπογραφές και το ‘χα για τελειωμένο, γκρεμίζεται το γαμημένο το χρηματιστήριο και ‘μείναν όλοι άνευροι κι εγώ με την ξερή στο χέρι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία