Στα καλιαρντά σημαίνει αυνανίζομαι, ως ένα εργόχειρο που το κάνει κανείς μοναχός του.
Βουέλει μουντζά και καλογεροκεντάει.
Στα καλιαρντά σημαίνει αυνανίζομαι, ως ένα εργόχειρο που το κάνει κανείς μοναχός του.
Βουέλει μουντζά και καλογεροκεντάει.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Αυνανίζομαι.
Πήρε θεματάκι από την παραλία και τον έχει αβγοκόψει.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Αυνανίζομαι. (Δες).
Έχει χειροτονωθεί και είναι έτοιμος να προχωρήσει.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Αυνανίζομαι (δες).
Χειρογλεντάει όλη μέρα ο γρόθος.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Αυνανίζομαι εκ του καλιαρντής προέλευσης φλοκάρω.
Σολοφλοκάρει όλη μέρα, τον έχει κάνει λάστιχο.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ψευδοαρχαίος σλανγιωτατισμός που σημαίνει αυνανίζομαι.
Πεοταλαντώνει ενδοπαλαμικώς καθ' εκάστην ο μάλαξ.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Στα καλιαρντά σημαίνει αυνανίζομαι και εκσπερματίζω συνεπεία μοναχικού αυνανισμού, εκ του ιταλικού solo (= μόνος) και του φλόκια.
Βαβέλιασα βαθιά λατινικά και ετρούσκα για να γροικάει η τζασλή να κάμει σολοφλόκιασμα. (Μπουντουσουμού).
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!