Επιπλέον ετικέτες

Και τουτανχαμός. Υπερθετικός του χαμός, του χαμός στο ίσωμα ή και στο πίσωμα. Πρόκειται για ένα λολοπαίγνιο με τον φαραώ της Αιγύπτου Τουταγχαμών, που είναι τόσο σαχλό, ώστε εντέλει πετυχαίνει τον σκοπό του να εκφράσει το κλίμα ενός χαμού που διαλύει κάθε σοβαρότητα και κάθε σύμβαση. Κυρίως, πάντως, λέγεται για να σατιρίσει ανθρώπους πολύ προχωρημένης ηλικίας που θεωρούμε ότι ίσως και να έχουν προλάβει τον φαραώ Τουταγχαμών εν ζωή, ή οι οποίοι χρησιμοποιούν μεθόδους συντήρησης, όπως μπότοξ, που διαλύουν την εκφραστική του προσώπου τους και τους κάνουν να μοιάζουν με μούμιες, σαν αυτή του ομωνύμου φαραώ. Η έκφραση τουταγχαμός σε αυτήν την περίπτωση εκφράζει τον χαμό που προκαλείται όταν μία ή περισσότερες μούμιες βρεθούν σε έναν χώρο.

  1. Μαλωσε η Δανδουλακη με τη Βαρδινογιαννη εγινε τουταγχαμος. (Τουίτερ).
  2. Την Κυριακή θα πάμε με Παπούλια και Ζωζώ για μπάνιο. Θα γίνει τουτανχαμός. (Τουίτερ)
  3. Τουταγχαμός έγινε στο ντημπέη. (Σχόλιο για φωτό Ζαχαρέα και Τρέμη).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μία από τις βασικές -ίλες, είναι η μυρωδιά που αναδίδει η γυναίκα, το αντίστοιχο του αντρίλα, μόνο- ελπίζουμε- πιο μυρωδικό. Βεβαίως, η γυναικίλα μπορεί να καλύπτει ένα μεγἀλο φάσμα οσμών από την μυρωδάτη τριανταφυλλίλα έως το καμένο ντουί, όταν υπάρχει θεματάκι με τα μουνικά, φτάνοντας μέχρι και τη μαμαδίλα μιας ώριμης γυναίκας που αποπνέει μιλφίλα, ή όλες αυτές τις μυρωδιές που αναδίδει η φύση μετά το πέρασμα μιας μουνοκαταιγίδας. Γενικά πάντως η γυναικίλα είναι το τζενέρικ, είναι συνήθως κάτι περισσότερο από μια οσμή, μάλλον περιγράφει κατάσταση, όπου υπάρχει υπερβολική δόση θηλυκότητας φορ μπέτερ ορ φορ γουόρς, ή που έχουμε έναν μουνόκαμπο από πάρα πολλές γυναίκες μαζεμένες.

Η λέξη παλιά, υπάρχει από τον 19ο αιώνα, καθώς την βρίσκω σε μια μετάφραση των Νεφελών Αριστοφάνους από τον Γεώργιο Σουρή (1900), και βεβαίως την βρίσκουμε στους δύο μεγάλους Νεοέλληνες πεζογράφους της -ίλας, ήτοι τον Νίκο Καζαντζάκη και τον Στρατή Τσίρκα, που προσπαθούν και οι δύο να αποδώσουν με λέξεις στα μυθιστορήματά τους ένα ολόκληρο οσφραντικό σύμπαν εμπνευσμένο αντιστοίχως από την Κρήτη και από τις πολιτείες της Εγγύς Ανατολής. Σε παλαιότερες εποχές, η γυναικίλα ήταν η μυρωδιά μιας παστρικιάς, με την ευρεία έννοια, δηλαδή μιας γυναίκας που πλενόταν και μοσχοσαπουνιζόταν, πιθανόν σε αντίστιξη με τον άντρα της που μύριζε βαρβατίλα και τραγίλα. Η γυναικίλα μπορεί να ήταν και ύποπτη: Ένας άντρας που μυρίζει γυναικίλα σημαίνει ότι θα ξενοπηδιότανε με κάποια παστρικοθοδώρα, και δυστυχώς δεν έχει την καθησυχαστική γνώριμη αρχιδίλα του, αλλά αφενός πλένεται ο ίδιος για να κάνει τον δανδή, και αφεδύο κουβαλάει πάνω του και τις μυρωδιές της γκόμενας.

  1. Μπήκαμε. Μύριζε η παράγκα μυρωδιές, πούδρες, σαπούνια, γυναικίλα.
    - Κι αυτά τα μασκαραλίκια τι είναι, δε μου λες; φώναξα βλέποντας αραδιασμένα απάνω σ' ένα κασόνι τσαντάκια, μοσκοσάπουνα, κάλτσες γυναικείες, ένα κόκκινο ομπρελίνο, δυο μποτιλάκια μυρωδιά.
    - Δώρα... μουρμούρισε ο Ζορμπάς με σκυμμένο το κεφάλι.
    - Δώρα;! Έκαμα προσπαθώντας να αγριέψω. Δώρα;
    - Δώρα, αφεντικό. Μη θυμώσεις. Για την καημένη την Μπουμπουλίνα. Λαμπρή ζυγώνει. Άνθρωπος είναι κι αυτή.
    Κατάφερα να κρατήσω τα γέλια. (Νίκος Καζαντζάκης, Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Αθήνα: Τυπ. Δημητράκου, 1946).
  2. Και δεν τον πρόδωσε, δεν τον φανέρωσε ποιος ήτανε σε κανένα, μήτε γνώρισε ποτέ άλλον άντρα, πιστή στ' όνομα που της δώσανε στη Νάξο, Αριάγνη, η πιο αγνή δηλαδή. Χρόνια τον κράτησε μακριά της. Στο ίδιο κρεβάτι, ναι- μα τίποτ' άλλο. Σπάραζε, παρακαλούσε, σήκωνε χέρι. Εκείνη: Αριάγνη. Έμπλεξε αυτός με άλλες, ξενοκοιμότανε, βρωμοκοπούσε γυναικίλα και μυρωδιές, ας τον χαίρονταν οι πατσαβούρες τέτοιον άντρα που δεν είχε αντρισμό. (Στρατής Τσίρκας, Αριάγνη, Αθήνα: εκδ. Κέδρος, 1962).
  3. Και σαν γλυκοκοιμότανε τη νύχτα στο κρεβάτι, μ' εμένα τον χωριάτη, εγώ τρυγιαίς εμύριζα, σύκα, μαλλί, τραγίλα, και τόση βαρβατίλα, κι εκείνη πάλι μύριζε κρόκους και μύρα τόσα, παιχνίδια και φιλήματα που δεν τα ΄λεγε η γλώσσα, και γυναικίλα κι έρωτα και γκάστρωμα και γέννα (Αριστοφάνους Νεφέλαι, σε μετάφραση Γεωργίου Σουρή, 1900)

Στη δική μας εποχή η γυναικίλα έχει εξελιχθεί:

Στάνταρ το διηύθυνε γυναίκα. Η γυναικίλα αιωρούνταν στην ατμόσφαιρα και ήταν πνιγηρή. Δεν ήταν μόνο τα διακριτικά rechaud με άρωμα βανίλιας και κανέλλας, οι απαράμιλλου γούστου καναπέδες με τα έθνικ μαξιλάρια - με τα καλύμματα κεντημένα στο χέρι σαφώς - ήταν... (Η μπλογοτέχνης Αγγελική Μαρίνου εδώ)

Άλλες σημασιολογικές αποχρώσεις: Η γυναικίλα μπορεί να είναι η γυναικεία ανθρωπίλα, η φυσική μυρωδιά, αν αφαιρέσεις όλες τις τεχνητές επιστρώσεις, που στην εποχή μας είναι πολυάριθμες. Η γυναικίλα μπορεί να σημαίνει έτσι μια νοσταλγική επιστροφή στη φυσική (μη)-καθαρότητα.

Το ανθρώπινο δέρμα δεν πρέπει να μυρίζει ανθισμένα ανοιξιάτικα άνθη αλλά "δερματίλα"!!! Σεξ με αντρίλα και γυναικίλα. Πλύσιμο μόνο με νερό. (Γλάιφο).

Μπορεί να είναι η θηλυκότητα.

Παντως για μενα, η γυναικιλα (ναι, η λεξη θηλυκοτητα δε μου αρεσει, ειμαι βλάχος, τι να κανουμε..) στη γυναικα δε χρειαζεται να ειναι μετρημενη. (Ινσόμνια).

Μπορεί να είναι η συσσώρευση γυναικείων ορμονών σε έναν μουνόκαμπο:

  1. Η εξαιρετική φωτογραφία είναι από δω. Μόνο που ο μουσάτος στο πίσω μέρος του κάδρου -είτε βρέθηκε εκεί από φωτογραφική άποψη είτε όχι- καταστρέφει στα μάτια μου την αρμονία της εικόνας, σπάζοντας την γυναικίλα με την αντρόφατσά του. (Ο μπλογοτέχνης Old Boy εδώ).
  2. Πολλές γυναίκες μαζί. Δυο, δυο. Τρεις, τρεις. Τέσσερις, πέντε... [...] Κουτσομπόλες όλες αντάμα, ραντεβού στην Βασ. Σοφίας. Δυο, τρεις τέσσερεις, φιλιούνται σταυρωτά, διαισθάνονται αμέσως αν η αύρα του φιλιού είναι θετική -και ναι της Τ είναι σταθερά αρνητική- χαριεντίζονται από κεκτημένη ταχύτητα, είναι σε φόρμα (Η Τ το ‘χει πάντα το προβληματάκι της, ποιος της φταίει που έχει να δει άντρα από τότε που βάφτισε τον γιό της;). Όλες μαζί. Κάτι σαν αδελφότητα ας πούμε. Αδελφότητα πολύπειρων, δυνατών, ευαίσθητων, χαρισματικών (middle aged) γυναικών. Αδελφότητα ανώριμων, ανασφαλών, εξαρτημένων, μαλακισμένων θηλυκών -αν και όχι τόσο, τώρα πια. Η ηλικία και τα «δώρα» της. Έχει και το middle age τα θετικά του… Δεν είναι πολύς καιρός που αυτή η «γυναικίλα» μου έφερνε ναυτία. Μου μύριζε γκρίνια, αγαμία, μπιρίμπα, μούχλα. (Εδώ).

Μπορεί να είναι αποδιοπομπαία οσμή.

Αν τεκνοποιήσεις με γυναίκα, μπορεί να κολλήσει το παιδί γυναικίλα και να βγεί με κέρατα και ουρά. (Μπουντουσουμού).

Τέλος μπορεί να σημάνει την γυναικεία ετεροκανονιστικότητα, ήτοι το γυναικείο αντίστοιχο της ματσίλας, που μπορεί να καταντήσει τουματσίλα και ως τέτοια να αποδοκιμαστεί από λοξούς, αχαρτογράφητους, χιπστέρια και άλλους περίεργους.

Άρα το pride είναι και για εμάς. Και πού ξέρεις μπορεί να ανακαλύψουμε και μια άλλη μας πλευρά που δεν τολμούσαμε. Σκατά στη γυναικίλα! (Ίντυ)

Γυναικίλα, απάντηση στο Μπραφ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

σκυλοκουράδα, σκυλοκούραδο

Αλλιώς το σκυλόσκατο, η κουράδα του σκύλου. Όπως λέει και ο Dry Hammer, "σου γεμίζει περισσότερο το στόμα" από ό,τι η μικρότερη λέξη σκυλόσκατο. Το βρίσκουμε ήδη στη Λωξάντρα της Μαρίας Ιορδανίδου, γραμμένη το 1962.

  1. "Η Λωξάντρα φοβότανε τα γιατροσόφια της κόνα-Αννίκας, της πλάτρας. Τα σιχαίνουνταν. Πράματα ήτανε εκείνα να μήν τα σιχαθείς; Από κατρουλιό αρσενικού παιδιού έκανε η κόνα-Αννίκα γιατρικό για τις χιονίστρες και για τα σκασίματα των χεριών. Από σκυλοκούραδο έκανε σκονάκια για το βήχα, και τα φυσούσε μέσα στο λάρυγγα με καλαμάκι. Από ψόφια ποντίκια και λάδι έκανε ποντικαλοιφή. Μέσα στο καύκαλο του μυδιού έκανε τρεμπεντιναλοιφή, καλλυντικό για το πρόσωπο. Έκοβε το σιριλίκι, γήτευε την ιλαρά, σήκωνε τον αφαλό...και τί δεν έκανε η αδικιωρισμένη, αλλά η Λωξάντρα τη σιχαίνουνταν." (Μαρία Ιορδανίδου, Λωξάντρα, Αθήνα: 1962).
  2. Εχθές όπως γυρνούσα σπίτι, πάτησα πάνω σε κάτι περιττώματα σκύλου και αυτό με έβαλε σε σκέψεις. Ενώ κάποιος άλλος θα προσπερνούσε ενοχλημένος ένα τέτοιο συμβάν, εγώ ένιωθα πως μου είχε συμβεί κάτι πολύ σημαντικό, ένα γεγονός κοσμοϊστορικής αξίας, καθώς μου άνοιξε τα μάτια για το νεφελώδη τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το σύμπαν. [...] Το μυαλό μου είχε απορροφηθεί σε τέτοια θεμελιώδη ερωτήματα και σκεπτόμενος ακατάπαυστα τη σχέση αιτίου αιτιατού που πιθανώς συνέδεε τη Παπαρίζου με το σκυλοκούραδο, έτρεξα γρήγορα σπίτι να καταγράψω τις σκέψεις μου. [...] Στη γαλήνη και ησυχία του δωματίου μου κοίταξα προσεκτικά το παπούτσι μου και το πώς είχαν απλωθεί τα σκυλίσια υπολείμματα πάνω του. Δε μπορούσα παρά να είμαι σίγουρος πως η ίδια συμπαντική δύναμη που έστειλε στο Νεύτωνα το μήλο και έκανε τον κατά τ' άλλα σεμνότατο Αρχιμήδη (ή τον Αριστείδη;) να τρέχει γυμνός στους δρόμους φωνάζοντας «Εύρηκα! Εύρηκα!», προσπαθούσε να μου πει κάτι. «Μίλα μου! Σ' ακούω» είπα στο παπούτσι μου και το κοίταξα ανυπόμονα. (Η συνέχεια του διανοητικού θρίλερ εδώ).
  3. Οι ευρωπαίοι νεοέλληνες που βγάζουν το κατοικίδιό τους βόλτα, θεωρούν εικαστική παρέμβαση υψίστης πολιτιστικής αξίας τις σκυλοκουράδες. (Εδώ).

Μεγαλύτερο σλανγκικό ενδιαφέρον έχει το ότι το βρίσκουμε και ως βρισιά, για να περιγράψει έναν άνθρωπο ξευτίλα, μηδαμινό, σκατιάρη, σκατένιο, ένα σκουπίδι, ένα απόρριμμα.

  1. "Είσαι ο επόμενος! Είσαι ο επόμενος σκυλοκούραδο!" Ύστερα ο Παξ μουγκρίζει το όνομά μου. Κι έπειτα το επαναλαμβάνει η φωνή του Τάκτου, μετά η Νάιλα από τον Ψηλό Πύργο. Και γρήγορα εκατό φωνές το τραγουδούν σε όλο το κατακτημένο κάστρο, από την αυλή μέχρι τα ψηλά προκαλύμματα και τους πύργους. (Πιρς Μπράουν, Κόκκινη Ανατολή, εκδ. Μεταίχμιο, μετάφραση: Τιτίνα Σπερελάκη).
  2. ΓΙΑΥΤΟ ΒΓΑΛΕ ΤΟΝ ΣΚΑΣΜΟ ΗΛΙΘΙΟ ΣΚΥΛΟΚΟΥΡΑΔΟ ΟΥΣΤ ΚΟΠΡΙΤΗ. (Άλλος ένας φωνακλάς που μας ξυπνάει με φωνακλάδικες βρισιές στο Ξυπνήστε Ρε!).
  3. Τράβα γαμήσου ρε σκυλοκούραδο ρουφιάνε βρωμότουρκε. Αυτοί οι μογγόλοι γαμάνε την μάνα σου. (Από βρις-οφ στο συσιφόνι).
  4. Εναλλακτικός τίπλος: "Με χρησιμοποίησαν σαν σκεύος και αφού ικανοποίησαν τις ορμές τους, με πέταξαν σα σκυλοκούραδο". (Εναλλακτικός τίτλος διαδικτυακού αρρωστουργήματος εδώ).

Αρρωστούργημα του Ολλανδού καλλιτέχνη Schippers, απεικονίζει ένα σκυλοκούραδο μνημειωδών διαστάσεων, τοποθετημένο στους περίφημους ολλανδέζικους κήπους Keukenhof, κοντά στην πόλη Lisse της Ολλανδίας

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Με αφορμή την επαίτειο επέτειο των 41 ετών από την ίδρυση του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος στις 3 Σεπτεμβρίου 1974 θα αναφερθώ σε μία σημαντική λέξη που μας έχει χαρίσει το Πα.Σο.Κ., τη λέξη πασοκόψυχος.

Ο πασοκόψυχος διατηρεί πολλά από τα θετικά της ψυχής του πασόκου: τη λαρτζερία, την κιμπαροσύνη, τη μεγαλοψυχία, τη λεβεντιά, ή έστω λεβεντομαλακία, και πάνω απ' όλα τα ΕΡΓΑ.

Αλλά και τα γαμιστερά γονίδια του Ανδρέα Παπανδρέου. Ναι! Ο πασοκόψυχος είναι γαμίκος, αλλά και γαμόψυχος.

ΕΠΙΜΕΝΕΙ ΣΤΟΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟ "ΛΑΪΚΙΣΤΗΣ" ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΑΝΟ ΚΑΜΜΕΝΟ Ο ΤΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ. ΠΑΝΤΩΣ ΠΑΣΟΚΟΨΥΧΟΣ ΓΑΜΙΚΟΥΛΑΣ ΣΑΝ ΕΣΕΝΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΥΡΙΕ ΛΟΓΟΤΕΧΝΑ ΜΑΣ... (Από το Φέισμπουκ).

Κι εφόσον το μεταπολιτευτικό Ελλαδιστάν είναι εν πολλοίς ένα Πασοκιστάν, τότε πασοκόψυχοι είμαστε λίγο πολλοί όλα μας, είτε το θέλουμε, είτε έχει διαπλαστεί έτσι η ψυχή μας ασυνειδήτως μαζί με το μητρικό γάλα.

Όμως σε μία εποχή κρίσης, όπου η πασοκοποίηση προβάλλει ως φόβητρο για όλα τα κώματα, και το αυτομαστίγωμα για τη μεταπολίτευση καλά κρατεί, το πασοκόψυχος χρησιμοποιείται πλέον σχεδόν αποκλειστικά με αρνητικό πρόσημο για να στιγματίσει αυτό που όλοι δεν θέλουμε να είμαστε, ένα είδος συλλογικής απωθημένης συστατικής εξαίρεσης μετά μάλιστα την εκλογική κατακρήμνιση του ίδιου του κόμματος.

Ποιος είναι, λοιπόν, σήμερα ο πασοκόψυχος; Κατ' αρχήν, αν το μΠΑτΣΟΚ είναι το νέο Πασόκ, τότε ο πασοκόψυχος είναι ο νέος μπατσόψυχος, αυτός που στηρίζεται στους μπάτσους για να καταστείλει, αλλά και στο ΔΟΛιο πλέγμα μηντιακής ηγεμονίας για να εξουσιάζει μια κενωνία βασιζόμενος στην πολιτισμική ηγεμονία γκραμσιανού τύπου, αυτήν πάνω στις ψυχές. Πασοκόψυχος είναι αυτός που γιουδάρει ως γιούδας με κάθε έννοια.

  1. Πασοκόψυχοι. Αυτοί οι 152 ανεπανάληπτοι άνθρωποι όμως -είμαι λαρτζ απόψε Λούκα και σε βγάζω έξω- που ψήφισαν απόψε ΝΑΙ και χειροκροτούσαν μετά και όρθιοι και έβαζε το χέρι του στην καρδιά ο άλλος, αυτοί οι 152 λοιπόν νομίζω πως έχουν πλέον περάσει κάθε τεστ, πως και να καιγόταν αύριο το μπουρδέλο η βουλή αυτοί θα αποδεικνύονταν πυρίμαχοι, η Βάσω η πυρίμαχη, ο πυρίμαχα αρχιτραγέλαφος Μίμης Ανδρουλάκης, το τόσο ελάχιστο τελικά αυτό πολιτικό ανθρωπάκι που παριστάνει το διανοητή και τον μυθιστοριογράφο, ένας προς ένας τους αυτοί οι 152 που ψήφισαν και σήμερα ΝΑΙ, που άντεξαν και σήμερα να ψηφίσουν ΝΑΙ, έχοντας πλήρη επίγνωση πως είτε πάνε πάλι να συνεχίσουν μόνοι τους, είτε στην καλύτερη μαζί με τον Καρατζαφέρη και τη Ντόρα, έχοντας πλήρη επίσης επίγνωση πως ανετότατα μπορεί τελικά να παραμείνει Πρωθυπουργός ο άνθρωπος που κληρονόμησε από τον πατέρα του ένα όνομα και από τον παππού του ένα ρολόι (που πάει πάντα από δύο έως τρεις ώρες λάθος όταν είναι να μιλήσει στο εσωτερικό, στη Βουλή, σε διάγγελμα ή στην ΔΕΘ, αλλά στο εξωτερικό δουλεύει καλά μάλλον, εκτός κι αν στήνει τρίωρα και τη Μέρκελ), ο άνθρωπος που ποτέ δεν είδε την πολιτική ως επάγγελμα και που πάντα τα έβαλε με το πολιτικό κατεστημένο της χώρας, ο επαναστάτης που τόλμησε να σπάσει το ταμπού του μπάφου και του ίντερνετ ως εργαλείου δημοκρατίας, ο άνθρωπος που δεν είναι γαντζωμένος σε μια καρέκλα αλλά σε ένα όνομα, έχοντας πλήρη επίγνωση πως ακόμη και αν δεν μείνει και παγώσει στα χείλη το χαμόγελο του επαναστάτη Κακλαμάνη, θα έρθει στη θέση του ο Βενιζέλος, ο Βενιζέλος, ο Βενιζέλος, ο Βενιζέλος, ο Βενιζέλος, ο Βενιζέλος, ο Βενιζέλος, σύμφωνα πάντα με πληροφορίες που μεταφέρει το Mega, το Mega, το Mega, το Mega, το Mega, το Mega, το Mega, ώστε μόλις ορκιστεί να χύσουν ομαδικά ο ίδιος ο Ευάγγελος (που έχει αρχίσει πλέον και βάζει κυριολεκτικά το χέρι μέσα στο σακάκι του σαν υποσυνείδητος Ντούτσε - απόψε στην ομιλία του στη Βουλή το έβαζε συνεχώς) και μαζί του όλο το στούντιο του Μεγάλου Καναλιού που θα μοιάζει με δωμάτιο του Μεγάλου Ανατολικού από τη συσσωρευμένη λαγνουργία. (Από μπλογοτέχνημα του Old Boy).
  2. Πασοκόψυχοι. Δεν τους φτάνει που έκαναν τόσα χρονια τον νταβατζή σε ΠΑΣΟΚ και Νέα Δημοκρατία, θέλουν τώρα να κάνουν κουμάντο και στον ΣΥΡΙΖΑ. Όπως λεει και ο λαός, πρώτα βγαίνει η ψυχή και μετά το χούι. Με φόρα από το βαθύ κράτος του Σαββατοκύριακου, τα πασοκόψυχα Νέα παίζουν Δευτέρα είδηση «ΣΥΡΙΖΑ: Άρχισαν δραχμοπόλεμο» όπου διαβάζουμε «Σκληραίνει η αντιπαράθεση στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ για την παραμονή ή μη στο ευρώ μετά τις επιθετικές δηλώσεις Λαφαζάνη». Στο ίδιο πνεύμα, το πασοκόψυχο Έθνος ανακαλύπτει την ίδια είδηση. [...] Είναι συγκινητική η προσπάθεια των δύο παραμάγαζων να μην κατεβάσουν ρολά [...] Έτσι έχουν μάθει οι φυλλάδες. Την κουλτούρα διαλόγου σε ένα κόμμα την θεωρούν σύγκρουση. Την κουλτούρα νυφοπάζαρου 58 αυλικών του μνημονίου την θεωρούν αφετηρία. Προσοχή, λοιπόν, όταν συζητάτε σοβαρά για το μέλλον του ευρώ. Θα έρθουν οι πασοκόψυχοι να σας διασπάσουν. (Ανφόλο).
  3. Κάποιοι άλλοι πασοκόψυχοι είχαν πάει παλιότερα στο λιμάνι και πετούσαν ντομάτες στους απεργούς ναυτεργάτες, για να λύσουν την απεργία. (Σφυροδρέπανο).

Και από τη στιγμή που το Πασοκιστάν έγινε μνημονιστάν, τότε ο πασοκόψυχος είναι (σύμφωνα με τους χρησιμοποιούντες την έκφραση) ο άνθρωπος με διπλή ηθική, αυτός που υποκρίνεται την κοινωνική ευαισθησία, ενώ είναι σοσιαληστής που δεν διστάζει να ακολουθήσει σοσιαληστρικές πολιτικές όπως κάθε άλλος, συνεχίζοντας ταυτοχρόνως την κλάψα και τον καζαντζιδισμό. Αυτός που θέλει να κερδίσει και το σώμα και την ψυχή του, θέλει και την πούτσα στο μουνί στη Μιμή και την ψυχή στον παράδεισο.

Διαχρονικό χιτάκι

Μετά, λοιπόν, την επισκήψασα πόλωση του πολιτικού σκηνικού, όταν το ΣΥΡΙΖΟΚ είναι το νέο Πα.Σο.Κ., ο πασοκόψυχος είναι ο σοσιαλδημοκράτης (ως πολιτικό μπινελίκι χρησιμοποιείται πλέον), ή ακόμη χειρότερα, ο σοσιαλφιλελές, ο χιπστεροφιλελές ή χιπστεροναζί (το ίδιο κάνει), ο ντεκαφεϊνέ κεντροαριστερούλης που ακολουθεί το ο,τιδήποτε, δυνάμενος να επιβιώσει (έστω πασοκοποιηθείς) μέσα σε οποιαδήποτε συνθήκη καθώς ως ασπόνδυλο μαλάκιο δεν έχει καμία πολιτική ραχοκοκαλιά. Αν προσθέσουμε και τον όψιμο ευρωπαϊστικό προσανατολισμό του Πα.Σο.Κ., τότε μιλάμε για έναν Ευρωτσολιά ναιναί οφατζή.

  1. Δεν μπορεί να είστε ένθερμοι Έλληνες αλλά ταυτόχρονα και λίγο φιλελεύθεροι πασοκόψυχοι αντιφασίστες. Διότι τότε είστε απλά γραφικοί. (Olympia).
  2. Το Ποτάμι του Κιέβου και οι πασοκόψυχοι των Αθηνών. (Εδώ).
  3. Πασοκόψυχοι πρώην Δημαρίτες νυν Ποταμίσιοι σαν κατσαρίδες μετά από πυρηνική καταστροφή. (Από το Twitter).
  4. Ο συγκεκριμμένος δεν είναι πασοκόψυχος, είναι σαν αυτές τις αερινες πολύχρωμες φυσαλίδες πού βγαίνουν από αυτό το παιγχνίδι πού πουλάνε στα περίπτερα. (Ολύμπια).

Μην ξεχνάτε, όμως: Υπάρχει ένα μόνο πράγμα χειρότερο από μια πασοκοψυχή κι αυτό είναι ένα πασοκοχούι.

Disclaimer: Το παρόν λήμμα αντικατοπτρίζει τις απόψεις αποκλειστικά και μόνο των χρησιμοποιούντων την έκφραση, για την οποία ο συντάκτης ενδιαφέρεται καθαρά και μόνο για γλωσσικούς λόγους.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χαρακτηρίζει αυτόν που είναι φανατικός με το Ευρώ, την Ευρωζώνη ή την Ευρωπαϊκή Ένωση και την ένταξη ή παραμονή σε αυτές, και γενικότερα με την ευρωπαϊκή ιδέα. Κυρίως, όμως, με το Ευρώ και την Ευρωζώνη. Ο φανατισμός του φτάνει σε τέτοιο σημείο, ώστε να μπορεί να χαρακτηριστεί ταλιμπάν, δηλαδή φανατικότατος έως τα όρια του θεούσου, ή και ασυλλόγιστος σταρχιδιστής πρόθυμος για κάθε ταλιμπανιά (βλ. και λοιπές σλανγκικές σημασίες του ταλιμπάν). Για τους ορίτζιναλ ταλιμπάν (<αραβικό tālib= μαθητής, επειδή ήταν αρχικά ιεροσπουδαστές σε πακιστανικές θρησκευτικές σχολές) δες εδώ.

Ο όρος είναι ειρωνικός, ιδίως γιατί η ευρωπαϊκή ιδέα έχει συνδεθεί με τα ιδεώδη του Διαφωτισμού, της ορθολογικής σκέψης και της εκκοσμίκευσης στους αντίποδες του θρησκευτικού φανατισμού. Οι χρησιμοποιούντες ειρωνικά τον όρο θίγουν ακριβώς το ότι ορισμένοι έχουν φανατική σχέση με την ευρωπαϊκή ιδέα όντας σε εσωτερική αντίφαση με τα πιστεύω τους, αφού τα πιστεύουν ακριβώς με τρόπο που αντιφάσκει προς το περιεχόμενό τους. Παρόμοιες χρήσεις είναι βεβαίως πολύ συνήθεις σήμερα, αφού ο φανατισμός των υποτιθέμενων ορθολογιστών και ευρωπαϊστών ή δυτικόφιλων που ταλιμπανίζουν ασύστολα είναι πολύ σύνηθες θέμα σε παρόμοιες λεξιπλασίες. Έχει θιγεί και στα λήμματα διαφωτιστάν, μουτζαχεντίν, μεταρρυθμιστάν, ευρωπαϊστάν, εκσυγχρονιστάν, φωταδιστής κ.ά.

Plot twist ινσέψιο: Ο συριζοταλιμπάν που είναι πλέον ευρωταλιμπάν.

Πάσα (Δ.Π.): Σφυρίζων.

  1. Να ξεφορτωθούμε τη δυναστεία των Ευρωταλιμπάν και τους προϊσταμένους τους! (Εργατικός Αγώνας).
  2. "Την Ευρώπη θέλομεν κι ας τρώγωμεν εξαντλημένα 20ευρα από τα Α.Τ.Μ. της Eurobank." -Αγνώστου Ευρωταλιμπάν. (Από το Φέισμπουκ).
  3. Οι ΤσιπροΣυριζαίοι, η Αριστερά των ευρωταλιμπαν, αυτοι που σε καθε συνδικατο στηριζουν τα σκυλια των βιομηχανων της ΠΑΣΚΕ - ΔΑΚΕ, αυτοι που βοηθησαν για να περασει ο κοινονικος διαλογος των μαφιοζων του ΣΕΒ εκαναν συλλαλητηριο (Ζούγκλα).
  4. Προς τούτο επιστρατεύθηκε και ο γυιός του Ψυχάρη (και ελέω ΔΟΛ βουλευτής της ΝΔ), ο οποίος με την ορμή του γιάπη- ευρωταλιμπάν έριξε την πατσαβούρα στα μούτρα του Μανιτάκη κατηγορώντας τον ότι "θα μείνει στην ιστορία, ως ο υπουργός προστάτης των επίορκων των κοπανατζήδων και των τεμπέληδων". (Εδώ).
  5. Το Μπλε Μήλο δεν είναι ιστολόγιο που έχει μία και ενιαία ιδεολογική γραμμή. Οι συντάκτες του και οι αναγνώστες του προέρχονται από ποικίλες ιδεολογικές αφετηρίες. Από αναρχοελευθεριακούς (κυρίως πρώην εκ ΦιΣ), ευρωταλιμπάν φιλελεύθερους μέχρι και ακραιφνείς συντηρητικούς. Εγώ ανήκω στην τελευταία κατηγορία. (Πχόρουμ).

Ευρωμαϊντάν και θρησκεία Σκύψε ευρωπευλογημένη

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μια από τις εις -ιαση σλανγκικές παθήσεις. Συμβαίνει όταν η κλάψα και η κλαψομουνιά λάβουν διαστάσεις χρονίας ασθένειας ή και επιδημίας, αν μεταδοθεί η αρρώστια.

Από κλαψομουνίαση πάσχει αυτός που δεν αναλαμβάνει ηρωικά τις συνέπειες μιας κατάστασης, αλλά συνεχώς κλαίγεται ότι θα μπορούσε να είχε συμβεί κάτι άλλο, ότι αυτό που του συνέβη δεν του άξιζε. Συχνά ως καζαντζίδης έχει υπερβολικά μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του και για αυτό θεωρεί ότι ματαιώθηκε και αδικήθηκε.

Δίνω τον λόγο σε ένα γλαφυρό παράδειγμα που περιγράφει την κλαψομουνίαση, παραπέμποντας και στον σύνδεσμο για τη συνέχεια.

Η κλαψομουνίαση είναι ασθένεια. Την περναμε ολοι, πολλες φορες στη ζωή μας, σχετικά ανωδυνα, ας πουμε σαν κρυολόγημα. Αψου και γκουχ γκουχ και κεινο το κακομοιρο υφος σα να σε βρηκανε ολα τα κακα του κοσμου μαζι, σε συσκευασια δωρου με 30% περισσοτερο προιον. Μετα περναει, κι ειμαστε μια χαρα μεχρι να ξανακολλησουμε. Σε μερικους ομως μενει χρόνια. Καμμια φορά νομίζεις οτι το έχουνε εκ γενετης, γιατι βλεπεις παιδάκια με συμπτωματα μονιμης κλαψομουνίασης, και λες, α το καημένο απο γεννησιμιού του θα τοχει, και το λυπασαι. Ερευνες απεδειξαν οτι ολα τα παιδακια γεννιουνται μια χαρα, αλλα επειδη η κλαψουμουνίαση μεταδιδεται πιο ευκολα κι απο τη γουρουνογριπη (της οποιας η μεταδοση διεκόπη, τεχνικα προβλήματα, μας συγχωρειτε), την εχουν κολλησει απο το περιβάλλον τους απο τη βρεφικη τους ηλικία. Εκδηλωνεται με τυπικα συμπτωματα, σχεδον παντα τα ιδια. Ρωτας τον αλλο τι κανει, και σου απανταει "καλα", με τετοιο τροπο που αναρρωτιεσαι αν ειναι καλυτερα να του αγοράσεις στεφάνι στην κηδεία ή να κανεις δωρεα σε καποιο ιδρυμα εις μνημην του. Αν κανεις το λαθος να ανοιξεις και κουβεντα, θα δεχτεις ενα καταιγισμο κλαψουρισματος, με διαφορα θεματα. Απο τα ποδια, χερια, σκατα που τον πονανε, απο τον αδερφό του κουνιαδου της τριτης του ξαδερφης που αρρωστησε και πολυ ταλαιπωρειται, απο τα λεφτα που δε φτανουν, μεχρι την γενικότερη οικονομική κατασταση, και το οτι παμε για πτωχευση και τι θα κανουμε, και μεις δυο μισθους κουτσους εχουμε και πως θα τα βγάλουμε περα, που ετσι που γιουβετσι, και δεν εχει κοκορετσι γιατι εκει που πηγε η τιμή του ουτε να το λεμε δεν ειναι πια.... Διοτι ο κλαψομουνης παντα για τον εαυτο του κλαιγεται. Κανενας κλαψομουνης ποτε, δεν νοιαστηκε για το συνολο. Μονάχα για την παρτη του. Παρουσιαζει μονιμη κοπωση, μονιμο πονοκέφαλο, και εκφραση "λυπηθειτε με". Συνηθως ο κλαψομουνης καταφερνει να μην κανει και τιποτα, διοτι ολοι τον λυπουνται τον καημενο, και κανουνε αυτοι τις δουλειες για παρτη του. (Η συνέχεια εδώ).

Στον γούγλη βρίσκω παραδείγματα για το έντεχνο τραγούδι, που θεωρείται πολύ κλαψομούνικο.

  1. Και φυσικά το έντεχνο είναι κλαψομουνίαση και αμορφωσιά (στο πιο έντεχνο :lol:). (Πχόρουμ).
  2. Οι σκύλοι, αν μη τι άλλο, είναι ορίτζιναλ και δεν κουβαλάνε την κλαψομουνίαση των έντεχνων. (Εδώ).

Η μπαλάντα του κλαψομούνη Και ο Πάριος κλαψομούνης

Επίσης, από κλαψομουνίαση ενέχονται ότι πάσχουν πολλοί αριστεροί οι οποίοι θεωρούν ότι ένας άλλος κόσμος είναι δυνατός και τον αξίζουμε, οπότε όταν δεν τον έχουμε, δικαιούμαστε να κλαψομουνιάζουμε. Φαίνεται ότι το αριστεροκλαψομούνιασμα είναι η άλλη όψη της αριστεροχαράς στο σύνδρομο αριστερής μανιοκατάθλιψης. Ωστόσο βρίσκω στον γούγλη και δεξιούς να ενέχονται για κλαψομουνίαση, ενώ από τα χρυσαύγουλα κλασική έχει μείνει η περίπτωση του Στάθη Μπούκουρα.

  1. Να τελειώνει η «αριστερή» κλάψα! Η συνεχιζόμενη κλαψομουνίαση των Συριζαίων (αυτών που έμειναν, όχι των αποστατών) καταντάει εντελώς ανυπόφορη – και πολιτικά επιζήμια για τη χώρα αλλά και για την κυβέρνηση. Να το πούμε απλά: κανένας δεν ψήφισε τον σύριζα στις 25 Ιανουαρίου για «να σκίσει τα μνημόνια». Ούτε για να κρεμάσει κουδούνια στη γάτα, ούτε για να διακορεύσει αλύπητα τα νεοφιλελεύθερα λιοντάρια στην Ευρωπαϊκή Ένωση. [...] Επίλογος: όποιος ζαλίζεται ή φοβάται, πάει και κοιμάται. Θα ήταν κιόλας ευχής έργον να αδειάσουν το πολιτικό χώρο που (παραδόξως και προσωρινά) κατέχουν όσοι επιμένουν στην «αριστερή» κλαψομουνίαση. (Εδώ).
  2. Από εκεί και πέρα, επειδή έχω ψάξει δεκάδες δυνατές διατυπώσεις για να εκφράσω τη σκέψη μου ως προς το γιατί παριστάνω τον υποψήφιο (αν θέλω ή δεν θέλω να ψηφιστώ, αν θα μου ταίριαζε ή όχι να παραστήσω και κάτι περαιτέρω κλπ κλπ) κι όλες καταλήγουν στον ακκισμό, την κλαψαιδοίαση ή τον αγνό, ατόφιο μοντιπαϊθονισμό, το κόβω κάπου εδώ. Σχόλιο: ο Old boy θα έλεγε κλαψομουνίαση. (Ο μπλογοτέχνης Old Boy εδώ προσπαθεί ακριβώς να αποφύγει την αριστερή κλαψομουνίαση).
  3. Ο Στάθης Μπούκουρας το έριξε στην κλαψομουνίαση μέσα στη Βουλή. (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Φαυλιστικό για πόλεις, όπως η Αθήνα που έχουν γίνει τίγκα στο τσιμέντο, διαλύοντας το ενδεχομένως άλλοτε ειδυλλιακό παρελθόν, διατηρώντας ελάχιστο πράσινο, και αποκτώντας το χαρακτηριστικό τσιμεντί χρώμα που μας στοιχειώνει. Για περαιτέρω ανάλα βλ. το λήμμα τσιμέντο να γίνει και τα σχόλιά του. Τσιμεντούπολη, όμως, δεν είναι μόνο η Αθήνα, αλλά οι περισσότερες ελληνικές πόλεις που χτίστηκαν στη βάση του χουντικού ή καραμανλικού ρυθμού (με επιδράσεις από τη δωρικότητα του Le Corbusier #not)

  1. Κοκορομαχία στην τσιμεντούπολη. Μόνο ως "κοκορομαχία" μπορεί να χαρακτηρίσει κανείς τη λεκτική "κόντρα", που εξελίσσεται τις δύο τελευταίες μέρες, μεταξύ του υπουργού ΠΕΧΩΔΕ Κ. Λαλιώτη και του δημάρχου της Αθήνας Δ. Αβραμόπουλου. Μια "κοκορομαχία", που διεξάγεται στην τσιμεντένια κόλαση της πρωτεύουσας, με 37 βαθμούς υπό σκιάν και με το νέφος να δηλητηριάζει ασύδοτα τα εκατομμύρια των κατοίκων της. Αλλά τι τους νοιάζει αυτούς για τον εργαζόμενο λαό της Αττικής; (Ρίζος).
  2. Τσιμεντούπολη; Και όμως δείτε πολυκατοικίες στην Πάτρα που μας βάζουν σε άλλο mood. (Εδώ).
  3. Τσιμεντούπολη το Ηράκλειο:Μόλις 3 τ.μ. πρασίνου για κάθε πολίτη. Λιγότερο τσιμεντούπολη σε σχέση με το παρελθόν αλλά και πάλι... τσιμεντούπολη-παραφωνία όχι μόνο για τον ελλαδικό αλλά για όλο το μεσογειακό χώρο παραμένει το Ηράκλειο! (Εδώ).

Ασφαλώς, παντού υπάρχει ένας τρασόβιος τρασοκαβλιάρης που θα πουστάρει άγρια τη φάση Τσιμεντούπολη και στο λουμπενοφρέντλι σάιτ μας τους αναδεικνύουμε. Εν προκειμένω, μία από τις πιο ποιητικές τσιμεντόκαυλες είναι η Αρλέτα που μας στιχώνει ως εξής:

Στον τσιμεντένιο κήπο μου έλα απόψε να σε κεράσω στην πόλη μου με την τρύπια καρδιά και τα φουγάρα

Έλα επάνω στην κίτρινη μπουλντόζα μου με το πελώριο σπαστό της χέρι ν’ ανοίξουμε ένα δρόμο ίσιο κι ατέλειωτο και μιαν αλάνα μαγική κι απέραντη να παίζουν τα παιδιά της τσιμεντούπολης

Εδώ όλοι οι στίχοι

Τσιμεντόκαυλη Αρλέτα

Αγγλικανιστί: concrete jungle.

Και για μια κονκρητζανγκλόκαυλη προσέγγιση της Νέας Υόρκης:

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Απόδοση στα ελληνικά της γαλλικής και πλέον μάλλον διεθνοποιημένης έκφρασης Gauche Caviar με τρόπο που είναι κττμγ πετυχημένος, ίσως πιο πετυχημένος κι απ' το πρωτότυπο καθώς δημιουργεί λέξη τύπου Port-manteau. Ορισμένες φορές λέγεται και χαβιαροαριστερά, αλλά ρε πστ πιο ωραία ακούγεται το πορτμαντώ. Ο χαβιαριστερός είναι ένας αριστερός που ζει με τρόπο χλιδαίο, ο οποίος θεωρείται ότι αντιφάσκει με τις αρχές της Αριστεράς.

Το δέλεαρ

Η Βικούλα μας δίνει τις εκφράσεις που δηλώνουν κάτι παρόμοιο σε διάφορες γλώσσες (βεβαίως υπάρχει απόσταση μεταξύ των διαφορετικών σημασιολογικών αποχρώσεων, άλλο αριστερός κι άλλο λίμπεραλ): champagne socialist, Hampstead liberal, Chardonnay socialist, Bollinger Bolshevik στα αγγλικά, Limousine liberal στις Η.Π.Α., Salonkommunist στα γερμανικά, Radical Chic στα ιταλικά, esquerda caviar στα πορτογαλικά, Kystbanesocialist στα δανικά, αναφερόμενο σε πολυτελή περιοχή.

Από τα ελληνικά μπορούμε να αναφέρουμε τις παραπλήσιες (όχι βέβαια ταυτόσημες) εκφράσεις: αριστεροκράτης, προλεφτάριος, αριστερός της δεξιάς τσέπης, σοσιαληστής.

Το γαλλικό πρωτότυπο χρονολογείται από το 1980 και επιθέσεις στον François Mitterand και μέλη της κυβέρνησής του. Ως σημαντικές στιγμές της χρήσης του όρου μπορούν βεβαίως να αναφερθούν οι επιθετικές κριτικές στον Dominique Strauss-Kahn για τα σεξουαλικά του μεράκια που πλήρωσε ακριβά από κάθε άποψη, στο σώγαμπρο Bernard Kouchner με τις διάφορες Μπίζνες Καλά Οργανωμένες, στη Ségolène Royal για τη φοροδιαφυγή της. Μπορούμε πλέον να προσθέσουμε και τον François Hollande, που στα απομνημονεύματα της πρώην ερωμένης του Valérie Trierweiler παρουσιάζεται να έχει περιφρόνηση για τους φτωχούς που αποκαλούσε σύμφωνα με τη συγγραφέα ξεδοντιάρηδες (les sans-dents). Τα απομνημονεύματα της Trierweiler Merci pour ce moment παρουσιάζουν γενικότερα τον Γάλλο Πρόεδρο ως τυπικό χαβιαριστερό: Έναν άνθρωπο με εκλεπτυσμένο ουρανίσκο που δεν ανέχεται τα γεύματα ή φαγητά που δεν είναι ό,τι πχοιοτικότερο έχει να προσφέρει η γαλλική γαστρονομία, έναν άνδρα που περιφρονεί την ερωμένη του για την ταπεινή κοινωνική της καταγωγή και την απατά με την Julie Gayet όχι μόνο επειδή η τελευταία ήταν ηθοποιός και τρελό μουνέτο, αλλά και επειδή ήταν ταξικώς αρχοντομούνα καίτη πουτανάκι, όλα αυτά ενώ ταυτοχρόνως έκανε μεγαλόστομες δηλώσεις για τα σοσιαλιστικά του πιστεύω τα οποία μάλλον τα είχε ως μια μορφή ψαγμενιάς όχι και τόοοσο διαφορετικής από τα εκλεπτυσμένα εδέσματα και ποτά.

Αναφέρθηκα εκτενώς στα γαλλικά παραδείγματα για τον λόγο ότι διαμορφώνουν νομίζω τρόπον τινά ένα πρότυπο χρήσης του όρου. Στα γαλλικά ο όρος αναφέρεται κυρίως σε σοσιαλιστή, όχι και τόσο σε καθαυτό κομμουνιστή ή ριζοσπαστικό σοσιαλιστή. Ο χαβιαριστερός είναι de gauche, είναι της Αριστεράς γενικώς και αορίστως, αλλά μην τον πάρετε και για κανέναν κομμουνίσταρο. Ένα κύριο χαρακτηριστικό του χαβιαριστερού είναι νομίζω ότι θέλει πρώτη ποιότητα σε όλα του και αυτό αφορά και στα φαγητά που τα θέλει σπάνια κι εκλεπτυσμένα, και στη σεξουαλική του ζωή όπου διάγει βίο bon viveur, και μέσα σ' όλα θέλει να έχει και τις πιο ψαγμένες πολιτικές ιδέες και θέσεις, οπότε επιλέγει να είναι σοσιαλιστής που ακούγεται πιο επιπέδου. Εν ολίγοις διαλέγει την Αριστερά με παρόμοια κριτήρια που διαλέγει και το χαβιάρι, ως κάτι το ταυτόχρονα ποιοτικό και εξωτικό.

Πάμε τώρα στη μεταφορά στην Ελλάδα. Κατ' αρχήν, ένας συνοπτικός ορισμός της χαβιαριστεράς φέρεται να έχει δοθεί από τον γνωστό σλανγιώτατο Κώστα Ζουράρι.

Για όσους δεν ξέρουν τον όρο Gauche caviar κατά τον κυβερνητικό βουλευτή Ζουράρι, χαβιαροαριστερά σημαίνει «γκλαμουριάρικη ζητιανιά της εξουσίας»! (εδώ).

Τώρα, η εντύπωση που έχω είναι ότι στην Ελλάδα ο όρος χρησιμοποιείται περισσότερο εναντίον των εξής: α) Αυτού που ονομάζουμε Πολιτισμική Αριστερά κατ' αντιδιαστολή προς την καθαυτό Αριστερά (να την πούμε κομμουνιστική;) που είναι περισσότερο οικονομοκρατική, ταξική και εντέλει μαρξιστική. Η πολιτισμική Αριστερά υπερασπίζεται δικαιώματα, λ.χ. μειονοτήτων, ομοφυλοφίλων, προσφύγων, δεν μπαίνει όμως στο βάθος της ταξικής διάστασης των προβλημάτων, αλλά μένει σε ένα επίπεδο πολιτισμικού εποικοδομήματος. β) Σχετικοάσχετα, χρησιμοποιείται από ορισμένους αριστερούς οι οποίοι είναι φιλικοί προς τον (όπως θέλετε πείτε το) πατριωτισμό ή εθνικισμό ή ελληναρισμό και οι οποίοι κατηγορούν ως χαβιαριστερούς την Κοσμοπολίτικη Αριστερά ή την διεθνιστική Αριστερά με την αφηρημένη έννοια. Τους προσάπτουν ότι είναι εθνομηδενιστές και, εδώ είναι το κρίσιμο, ότι δεν νιώθουν τις ευαισθησίες του πραγματικού λαού, του λαένιου λαού, μέσα στις οποίες μπορεί να περιλαμβάνονται και στοιχεία, όπως το να είναι κανείς ελληναράς (με την αριστερή έννοια) ή η ορθόδοξη πίστη μας, τα ήθη και έθιμα του τόπου και τα ρέστα σημαιούλες. Οι χαβιαριστεροί κατηγορούνται συναφώς ως άνιωθοι, ως αποκομμένοι από το λαό, ως προτιμώντες το χαβιάρι από το ψωμί, το σουβλάκι και το Γιάνη Βαρουφάκη, και εντέλει ως παραχωρούντες όοολα τα παραπάνω στη Χρυσή Αυγή και τα δεξιά εθνίκια, ως μη έδει. γ) Επίσης χρησιμοποιείται εναντίον ντεκαφεϊΚνέ κεντροαριστερών, οι οποίοι αν και αυτοπροσδιορίζονται ως αριστεροί, στην ουσία είναι κατά τους χρησιμοποιούντες την έκφραση στην καλύτερη φιλελέφτ, αριστεροφιλελέδες, χιπστέρια, ενώ στη χειρότερη πασοκόψυχοι χιπστεροναζί σοσιαληστές. Νομίζω ὀτι περισσότερο εννοείται με την έκφραση το α), μετά το β) και μετά το γ).

  1. Όμως, παρ' όλα αυτά, υπάρχει πάντα η «πανουργία της ιστορίας». Μιας ιστορίας που σήμερα οδηγεί σε παγκόσμια κρίση –οικονομική και ταυτόχρονα κρίση της παγκοσμιοποίησης– που οδηγεί σε έξαρση των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων στην περιοχή, με την Παλαιστίνη ως επίκεντρο, μια παγκόσμια κρίση που θα αποτελέσει ταυτόχρονα και κρίση των ιδεολογιών του πολυπολιτισμού, του εθνομηδενισμού και της παγκοσμιοποίησης, μέσα στην οποία κινείται η χαβιαροαριστερά ο αριστερισμός και ο αντιεξουσιασμός της κακιάς ώρας. Και όσο και εάν όλοι αυτοί θέλουν να ταυτίσουν τα αντιπαγκοσμιοποιητικά ρεύματα, που θα ενισχυθούν στην ελληνική κοινωνία, με το ΛΑΟΣ και τον «ρατσισμό», δεν θα μπορέσουν να το πετύχουν. Είναι εξ άλλου χαρακτηριστικό πως ακόμα και ένα γραφειοκρατικό κόμμα όπως το ΚΚΕ –και παρά την αιώνια λογική της προβοκάτσιας με την οποία αναλύει τα κοινωνικά και πολιτικά φαινόμενα– κατορθώνει όχι μόνο να εντάσσει στους κόλπους του ένα σημαντικό μέρος της νεολαίας, ιδιαίτερα από τα λαϊκά στρώματα, αλλά και να αντιστέκεται στην χαβιαροαριστερά. Κατά συνέπεια, θα ήταν μεγάλο σφάλμα να χαρίσουμε όλη τη νεολαιίστικη αντίδραση στις δυνάμεις της ψευδο-εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης και του εθνομηδενισμού, χαρακτηριζοντάς την συλλήβδην ως αντιδραστική ή «φασιστική νέου τύπου». (Αρένα).
  2. Σε μπελάδες βάζουν την εγχώρια χαβιαροαριστερά και τους «ταξικιστικούς» (και ουχί ταξικούς) EXOFYLLO_small νεοφιλελεύθερους "αριστερούς" ανανεωτές (εντός και εκτός ΣΥΡΙΖΑ), οι εξαιρετικές εκδόσεις Α/ΣΥΝΕΧΕΙΑ, με την έκδοση του βιβλίου του Άλβαρο Γκαρσία Λινέρα, αντιπρόεδρου της Βολιβίας και στενού συνεργάτη του Έβο Μοράλες. Όχι επειδή ο χώρος του «αριστερού life style, δεν αναφέρεται σαν απόπειρα για έμπνευση ή για προβληματισμό στο μπολιβαριανό κίνημα, αλλά επειδή φανερώνει τις καθηλώσεις και την υποκρισία που το διαπνέει. Υποκρισία αλλά και «εφηβική» εμμονή να γοητεύεται από οτιδήποτε εξωτικό, αλλά να θεωρεί αναχρονισμό και …εθνικισμό να βρίσκει αναλογίες στον δικό της τόπο. Ο Λινέρα, αναφέρει …απαγορευμένες λέξεις για τους κοσμοπολίτες «αριστερούς» μας, που αναφέρονται παραδόξως στην Λατινική Αμερική και στην εθνική ανεξαρτησία που εμπνέει πολλά κράτη της: ιθαγενικό κίνημα, παράδοση, ρήξη με την αναποτελεσματική συμβιβασμένη αριστερά, αντι-ιμπεριαλισμός, κ.α. (Εδώ).

Βεβαίως μπορεί να χρησιμοποιηθεί και εναντίον οποιουδήποτε διάγει χλιδαίο βίο προδίδοντας τις αριστερές αρχές. Ορισμένα παραδείγματα ακόμη:

  1. Στη Γαλλία η χαβιαριστερά των σοσιαλιστών, αλλά και η ευρωπαϊστικη «αριστερά» του Μελανσόν, ηττήθηκαν κατά κράτος μπροστά στη Λεπέν που εμφανίζεται ως υποστηρικτής της γαλλικής ανεξαρτησίας απέναντι στη Γερμανία. (Άρδην-Ρήξη).
  2. Η caviar gauche, είναι παντός καιρού. Πάει με όλα. Και συμφέρει. Φουστόμπλουζο στη δεξίωση και ταφταδένια γκράντε τουαλέτα, στη δουλειά. Απάντηση: έτσι πρώτη φορά χαβιαριστερασανο σανο σανο σανο σανο σανο σανο σανο εσείς οι άνεργοι του ΙΤ, δείτε τους να καλοπερνάνε με τα λεφτά των άλλων. (Ολυμπία).
  3. Ο νόμος θα εφαρμοστεί όποτε (και σε βάρος όσων) θελήσουν οι τοποτηρητές του υπαρκτού λαμογισμού, οι παραγωγοί χαβιαριστερισμού, οι εκσυγχρονιστές της Siemens και οι λοιποί πασόκοι. Τζάμπα μάγκες. (Δημοκρατία).

Πουθενά χαβιάρι. Να τα λέμε κχιαυτά! Φεραριστερά

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μια αστεία λέξη που χρησιμοποιείται ως αόριστος κωμικός χαρακτηρισμός για άτομο που θέλουμε να παρωδήσουμε. Στο έργο του Νίκου Σαραντάκου Λέξεις που Χάνονται (Αθήνα: Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, 2011, σ. 44) βρίσκω την ετυμολογία της: "Ο βαρδαλαμπούμπας ήταν η δερμάτινη καλύπτρα (δαχτυλήθρα) που χρησιμοποιούσαν οι πολυβολητές στα παλιά εμπροσθογεμή κανόνια για να προστατεύσουν τον αντίχειρά τους, που έκλεινε την οπή του οπαίου. Ετυμολογείται από το ενετικό varda-la-bomba, όπως λεγόταν το σύνεργο αυτό. Συνεκδοχικά, βαρδαλαμπούμπας είναι ο αντίχειρας και μεταφορικά έτσι λέγεται ο κοντόχοντρος άνθρωπος, που μοιάζει με αντίχειρα".

Ο Νίκος Σαραντάκος παραθέτει παραδείγματα από τον Κωνσταντίνο Οικονόμο τον εξ Οικονόμων που έδωσε αυτήν την ονομασία σε έναν ήρωα του Φιλάργυρου του Μολιέρου κατά τη μετάφρασή του, και από τον Γιάννη Σκαρίμπα που ονόμασε το 1976 τον Αλέξανδρο Σολζενίτσιν ως "βαρδαλαμπούμπα του φαρισαϊσμού"! Για περισσότερα βλέπε στο σχετικό σημείωμα. Τα παραδείγματα που βρίσκω στο Διαδίκτυο δείχνουν ότι, με κάποιες εξαιρέσεις που θα δείτε, συνήθως έχει χαθεί η αρχική ετυμολογία και το βαρδαλαμπούμπας χρησιμοποιείται ως γενικός μειωτικός κωμικός χαρακτηρισμός, κάπως όπως τα χλιμίτζουρας και φίτσουλας. Κάποιοι που γνωρίζουν την αρχική σημασία επικεντρώνουν και αυτοί μάλλον στη χαρακτηριολογική σημασία για να δηλώσουν άνθρωπο κοντόχοντρο και ωσεκτουτού αμπλαούμπλα, μαλθακό, νωθρό, κλασικό μαλάκα Έλληνα και άλλα, ανάλογα με την ερμηνεία που δίνει στη λέξη ο κάθε βαρδαλαμπούμπας.

  1. Η καθοδική μας πορεία στο σπιράλ του θανάτου ίσως μας αναγκάσει να ξυπνήσουμε από την ληθαργική μας αφασία και από την υπνοβασία στο κενό και στο τίποτα. Εάν ο κάθε φραπεδόμαγκας και καφεδορουφήχτρας, εάν ο κάθε βλιτομάμμας και λουκουμομπεμπές, αν η κάθε κυρία με την ναρκισσιστική της πείνα, αν ο κάθε βαρδαλαμπούμπας με την ρηχή σκέψη και τις βαθιές τσέπες, εάν ο κάθε μεταπολιτευτικός αριστερούτσος με τα ιδεολογικά του αεροκοπανήματα, αν ο κάθε βολεμένος και βλαμμένος… αν όλοι μας δεν κάνουμε μία βουτιά σε βαθιά και θολά νερά και δεν καταλάβουμε ότι οι σημερινοί τοκογλύφοι δολοφονούν και σταυρώνουν τους λαούς στο όνομα της τοκογλυφίας, την οποία φροντίζουν να νομιμοποιούν και να Θεοποιούν οι συνειδητά Α-συνείδητοι συνεργάτες τους θα είμαστε άξιοι της τύχης μας. (Εδώ).
  2. Ο Βαρδαλαμπούμπας κοντόχοντρος και ολοστρόγγυλος άνθρωπος, μόνιμα με ένα κουβανέζικο πούρο στο στόμα, μάλλον υποκατάστατο της πιπίλας. Ήρθε με μία Πόρσε του κουτιού. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς πολύ έξυπνος για να καταλάβεις ότι είναι από αυτούς πού προτιμούν την κόλαση της αλαζονείας απ το ξεφάντωμα των αγγέλων. Βαρδαλαμπούμπας ο πάμπλουτός με τη διπλή ηθική. Ανέντιμος κάθε Δευτέρα, Τετάρτη Και Παρασκευή και η παραμυθία της εντιμότητας κάθε Τρίτη , Πέμπτη και Σάββατο. Την Κυριακή έβαζε την μάσκα της προσωπικότητας και πήγαινε στην εκκλησία να την αφιερώσει στον ΘΕΟ. -Είσαι καλά; Λέει από συνήθεια ο Βαρδαλαμπούμπας στον μαλακοπίτουρα.
    -<<Δόξα τω Θεώ , καλά είμαι>>. -Το βλέπω. Έχεις περιοριστεί στον άρτο τον επιούσιο, μη τυχόν και σού έρθει η όρεξη και για κάτι παραπάνω.
    -Ίσως στον επουράνιο παράδεισο. -Ναι Μαλακοπίτουρα ως τότε θα μένεις για πάντα έξω από τον παράδεισο στη Γή. (Υπαρξιακός διάλογος για το νόημα της ζωής μεταξύ του κου Βαρδαλαμπούμπα και του κου Μαλακοπίτουρα εδώ).
  3. ΒΑΡΔΑΛΑΜΠΟΥΜΠΑΣ: Ειρωνικός χαρακτηρισμός των ελαφρών, των θορυβωδώς ανοήτων, των επιδερμικών και αταλάντων του φαίνεσθαι αντί του είναι, προθύμων πελατών και επικινδύνων υπηρετών, που επιτυχώς ανά την Ελλάδα έχουν εγκαθιδρύσει την γενεσιουργό τους αιτία, την συνωμοσία της μετριότητος , αναδεικνύοντας καθησυχαστικά και περιφέροντας σε κάθε χώρο ως αποδεκτό πρότυπο την κολοβή αξιοπρέπειά τους. Εκ της με εντυπωσιακή ηχητική Ενετικής εκφράσεως της πυροβολικής varda la bomba , ( ας την φανταστούμε ως ηχηρά διαταγή "vaaaaaaaardaa la bombaaaaa" που θα ανέμενε κανείς σε σπουδαίους με σπουδαίο να επιτελέσουν έργο να απευθύνεται -πλην όμως...) που σημαίνει ...δακτυλήθρα, εν προκειμένω δε δακτυλήθρα εκ μαλακού δέρματος, την οποία οι υπηρέτες και ανίκανοι δια να εκτελέσουν σημαντικότερο έργο φορούσαν στον αντίχειρα της δεξιάς προκειμένου να καθαρίσουν τα πυροβόλα των αληθινά μαχομένων. Συναντά καθημερινά ο καθημερινός Έλληνας τέτοιες κομπορρημονούσες "δαχτυλήθρες" του αντίχειρα και ευγενώς δεν χρησιμοποιεί τον μέσο του.- (Έεεετσι).
  4. Η περσόνα της Παρασκευής: Θοδωρής Κανελλόπουλος (Θεοδωρής, ντοριρίς, βαρδαλαμπούμπας). (Εδώ).
  5. Ο νεαρός πετεινός Κικιρής, ο φιγουρατζής κόκορας κυρ-Βαρδαλαμπούμπας, ο φασαριόζος σκύλος Μουντζούρης είναι οι ήρωές μας. (Από το παραμύθι της Πηνελόπης Δέλτα "Στο Κοτέτσι", βλ. εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που τρώει σουβλάκια, το λέει κι η λέξη. Καθ' εαυτό το να τρως σουβλάκια 'ν'ν' κακό..., μόνο κάπως παχυντικό και ανθυγιεινό. Η έκφραση, όμως, χρησιμοποιείται ως εθνικό αυτοφαυλιστικό για να χαρακτηρίσει τον κλασικό τον μαλάκα τον Έλληνα. Η σουβλακοφαγία θεωρείται ως ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του ελληνικού λαού κι έτσι όταν θέλουμε να αυτοβριστούμε ή να αποδεχθούμε στερεοτυπικές βρισιές άλλων για εμάς, θα αναφερθούμε σε έναν Έλληνα σουβλακοφάγο, φραπέλληνα / φραπεδέλληνα, τσιφτετέλληνα κ.τ.ό. Ο σουβλακοφάγος είναι, λοιπόν, ο Ελληνάρας, που, όπως ορίζεται προσφυώς από σύσσλανγκο, έχει «μπυροκοιλιά, αξύριστο του βρομιάρη, αθλητική εφημερίδα παραμάσχαλα, φραπέ στο χέρι και κωλοχωρίστρα τριχωτή που φαίνεται κατά τη διάρκεια της επίκυψης ή και χωρίς αυτήν». Βρωμάει αντρίλα, αρχιδίλα, ματσίλα που μπορεί να καταντήσει τουματσίλα. Όπως, όμως, και ο Lumberjack των Monty Python μπορεί να επιφυλάσσει εκπλήξεις ως προς τον σεξουαλικό του προσανατολισμό (όντας όντως σουβλακοφάγος).

Λιτός βίος

  1. Μένει να ξαναγίνουμε ο κατά Σάξονα τεμπέλης, φωνακλάς, καλοπερασάκιας, σουβλακοφάγος, τριχωτός και μικροτσούτσουνος λαός. (Από μπλογκ).
  2. Φραπεδέλληνας ο σουβλακοφάγος. O πρωτος ειναι προφανες οτι ειναι Δημόσιος Υπάλληλος που τιμησε με την ψηφο του το ΠΑ__Κ και αυτο τον τιμησε διοριζοντας και την υπολοιπη οικογενεια… Ο καγκουρο50αρης που μπηκε μετα, τον κοβω να ειναι αγροτης του καφενειου και του κωλόμπαρου, τίγκα στις μαϊμού επιδοτησεις… Ο παπουλης, δεν ψηφισε τον «αλλο». Βενιζελο ψηφισε… Αλτσχάιμερ πρωιμης μορφης… Ο αλλος ειναι 71 χρονων δεν είναι «χτεσινός», αλλα οι χτεσινοι φταινε για ολα… Ο κλασικός ο κύριος ο Έλληνας… Η χοντρη κυριουλα με τα γυαλια, μαζευει ευρουλακια χωρις αποδειξη. Κλασσικη κυριουλα της κατουρημένης ποδιάς, για τα τεκνα της ρε γαμώτο… Ο επομενος γυαλάκιας ο κλασσικος καφενοβιος που τα ξερει ολα, γιατι ειναι γεννημενος το 40’… Ζουν ανάμεσά μας… Αν υποψιαστω οτι ειναι και πλειοψηφια, μαζι με τους αλλους του Αντωνακη, ψαχνω για διαβατηριο…. (Εθνικός αυτοφαυλισμός εδώ).
  3. Καθε σουβλακοφαγος χρυσαυγουλα θα ποθησει και θα φορεσει αυτα τα εσωρουχα . ειδικα αν βγουν και σε παραλλαγη θα γινουν αναρπαστα. (Γυναικεία εσώρουχα για άντρες).

Η λέξη ασφαλώς μπορεί να σημάνει απλώς κάποιον που του αρέσουν τα σουβλάκια χωρίς άλλη κονοτέησιο.

Είσαι τίμιος σουβλακοφάγος γιατί αν και το τρως μπασταρδεμένο, έχεις απλά αποδεχθεί την μετεξέλιξη του σουβλακιού. (Τι άνδρας είσαι ανάλογα με το τι σουβλάκι τρως).

Και βεβαίως αποτελεί το παρατσούκλι ειδικά του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή (ανηψιού) στον οποίο αναφέρονται και τα περισσότερα αποτελέσματα του γούγλη. Ως πολιτικό παρατσούκλι βγάζει χάρη στο -φαγος, κάτι το ένδοξο εθνικιστικό, όπως λέμε Τουρκοφάγος, Βουλγαροκτόνος κ.τ.ό., μόνο που ο εν λόγω καθαρίζει απλώς σουβλάκια.

  1. Το Χριστοφοράκο τον φυγάδεψε η ντορα και ο σουβλακοφαγος.....δε μπορεί να το ξεχάσες ούτε να μη το πρόσεξες. (Εδώ).
  2. Δηλαδη ο "σουβλακοφαγος" δεν εφταιξε, ο Παυλόπουλος με τις προσληψεις δεν εφταιξε? Τελος παντων, κάθε λαος αξιζει τους "αρχοντες" του! (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία