Επιπλέον ετικέτες

Η κωλοτρυπίδα, η κωλότρυπα. Λέγεται κι έτσι για να εξαρθεί το αυτονόητο που παραλείπουν οι άλλες εκφράσεις, ότι δηλαδή είναι μια τρύπα (δυνητικά) γεμάτη σκατά. Νήντλες του σέι ότι όταν χρησιμοποιείται με αυτή τη συγκριτικά κυριολεκτική σημασία σε σεξουαλικά συμφραζόμενα, συνήθως δεν εκφράζει αποκλειστικά και μόνο αηδία, αλλά κυρίως μεράκια, γούστα, μπιντιεσεμικές καταστάσεις και άλλα ξεκωλαριλίκια, όπου οι μερακλήδες μάλλον φτιάχνονται στην ιδέα της μερέντας και των διαφόρων μεζέδων.

  1. -Κοίτα πόσο ανοιχτή είναι η σκατότρυπά της φίλε...κοίτα... Μας χωράει και τους δύο...
    - Όχι...μη!!! Σας παρακαλώ νιώθω ήδη ξεσκισμένη...!, παρακάλεσα. (Από ερωτική ιστορία στο Φλοκ τζι αρ).
  2. Η Φωφώ μη έχοντας τι άλλο να κάνει άρχισε να γλείφει τη σκατότρυπα της Σοφίας, που είχε κολλήσει πάνω στα χείλια της.
  3. Ε? Ε? μέχρι και την σκατότρυπά μου σου αρέσει να καθαρίζεις βρωμοπουστράκι μου! Λατρεμένο σιχαμένο κωλογλειφτράκι μου?» (Από το Μπουντουσουμού).

Κατ' επέκταση, έχει και τις διάφορες μεταφορικές σημασίες της κωλοτρυπίδας, όπως έναν βρωμερό τόπο ή ένα άθλιο σπίτι (βλ. και κωλοτρυπίδα). Ενίοτε σημαίνει ότι οι εν λόγω τόποι είναι και μικροί και μηδαμινοί, εκτός από άθλιοι.

  1. Αλβανια- μια σκατότρυπα στα βαλκάνια. (Εδώ).
  2. Μια σκατότρυπα είναι η Αθήνα, όπου οι άνθρωποι αγωνίζονται να επιβιώσουν, με τα νεύρα τους μονίμως σπασμένα. (Εδώ).
  3. Αξίζει κανένας από εμάς τους υπόλοιπους να παλεύει σε αυτή την άθλια χώρα; Καλύτερα να φεύγουμε από την σκατότρυπα όσο είναι ακόμα καιρὀς (Εδώ).
  4. ΤΟ ΣΑΙΤ ΕΧΕΙ ΚΑΤΑΝΤΗΣΕΙ ΜΙΑ ΣΚΑΤΟΤΡΥΠΑ ΓΕΜΑΤΗ ΤΡΟΛΛ ΚΑΙ ΝΟΜΙΖΕΤΕ ΟΤΙ ΘΑ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ ΚΑΤΙ ΑΞΙΟΠΙΣΤΟ? ΕΛΕΟΣ! (Εδώ).
  5. Με αυτό τον τρόπο θα εξασφαλίζεις λεφτά και μια σκατότρυπα για να μεγαλώσεις τα βρωμοπαιδά σου. (Εδώ).

Συχνά χρησιμοποιείται για να δηλώσει ένα μέρος όπου υποτίθεται ότι κρύβεται ο υβριζόμενος, που θεωρείται ως βρωμερός, σιχαμένος και άξιος να λουφάζει σε μια κωλοτρυπίδα μέχρι να αναλάβει και πάλι δράση.

  1. Είμαι πραγματικά περίεργος σε ποια σκατοτρυπα θα κρυβόταν ο Πάγκαλος αν κάποιος απ τους συγγενείς των νεκρών του ζητούσε αποδείξεις. (Από Τουίτερ).
  2. Μαλακάκο δεξιούλη πατριωτάκο πίσω στη σκατότρυπά σου, παίξε και καμιά μαλακία και άσε μας εμάς να κάνουμε ό,τι μας καυλώσει.. (Τρομπαχτικό).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο καλοβλαμμένος μικροαστός, ο μικροαστούλης, η κατάληξη -ακιας εν προκειμένω μάλλον θίγει ότι ο εν λόγω έχει συμπεριφορές ή νοοτροπίες ή λέει ατάκες που τις συνηθίζουν οι μικροαστοί. Ενώ το μικροαστός δηλαδή δηλώνει βασικά ότι κάποιος ανήκει πολιτικοκοινωνικά σε μια ορισμένη τάξη, το μικροαστάκιας δηλώνει περισσότερο συμπεριφορά/ νοοτροπία/ τρόπο εκφραστικής που μπορεί να έχει και κάποιος ανήκων σε άλλη τάξη. Η λέξη είναι παλιά, την βρίσκω στον Στρατή Τσίρκα, ενώ φέρεται να την έχει χρησιμοποιήσει και ο Νίκος Ζαχαριάδης.

  1. Τ'Ανθρωπάκι δούλευε διαφορετικά. Να η γραμμή, ιδού το φως. Το υλικό, δηλαδή τα γεγονότα και οι άνθρωποι, με τ' απρόοπτα και τις ιδιομορφίες τους, έπρεπε να πάρουν αυτό το δρόμο. Αν αντιστέκονταν, τα τσαλαπατούσε και τα παραμέριζε. Όσοι γυρεύανε να πεισθούν ή εκφράζανε δισταγμό ήταν μικροαστάκηδες, ύποπτοι. (Στρατής Τσίρκας, Αριάγνη, Αθήνα: εκδ. Κέδρος, 1962, σ. 235).
  2. Δεν είναι τυχαίο ότι ο όρος «αντικαπιταλιστική πάλη» χρησιμοποιήθηκε από ευρωκομμουνιστές, νεοαριστερούς, και κάτι «μικροαστάκηδες και διανοουμενάκηδες», κατά την έκφραση του Ν. Ζαχαριάδη - τους ταιριάζει γάντι ο όρος «αντικαπιταλιστική», γιατί το «αντιιμπεριαλιστική» παραπέμπει ευθέως στον Λένιν και στην επανάσταση, στην ανάλυσή του για τον ιμπεριαλισμό, την εξάρτηση, τον αδύνατο κρίκο, το κόμμα νέου τύπου, την ανισόμετρη ανάπτυξη, τον ΚΜΚ κ.ά. (Ρίζος).
  3. Τώρα τελευταία έχω ένα χοντρό πρόβλημα. Όταν αράζω στο καφενείο και κοπροτεμπελιάζω κοιτώντας σε ένα δυό σημεία για ξεκούραση, στραμπουλάω το δεξί μου αρχίδι και βαριέμαι να κατεβάσω και να αλλάξω σταβροπόδι. Σιγά μην γίνω και εγώ σαν όλους τους μικροαστάκηδες με μηχανή, αμάξι, δάνειο από τράπεζα να έχω κάποια δουλειά, κάποιο σπίτι να αράζω όσο θέλω και όπως θέλω και να πάνε όλοι οι μικροαστάκηδες να γαμιούναι. Και επειδή είμαι και ψαγμένος ταξικά, εγώ όλους αυτούς τους μικροαστάκηδες τους αποκαλώ υβριστικά προκομένους και θύματα του καπιταλισμού. Εγώ είμαι ένας ταξικός αρχιτεμπέλαρος και δεν μασάω με τίποτα.... αλλά ευτυχώς που υπάρχουν άλλοι στην οικογένεια και τα κάνουν άλα αυτά με υπερηφάνεια. Ανατροπέας Αρχιτεμπέλαρος (Ίντυ).
  4. Χαμίνι της Εκάλης, μικροαστάκιας, μεσοαστούλης, αλλοτριωμένος, εξουσιαζόμενος κτλ... (ΡΟΧΑΛΕΣ ΣΕ ΚΑΘΕ "ΕΝΤΕΧΝΗ" ΚΑΡΑΚΙΤΣΑΤΗ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ.).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τυπολογικό όνομα που δηλώνει τον μαλάκα, συνώνυμο του μαλακαντρέας. Πιθανολογώ ότι ο λόγος που επελέγησαν τα ονόματα Αντώνης και Αντρέας και όχι κάποια άλλα σχετίζεται με τους πολιτικούς Αντώνη Σαμαρά και Ανδρέα Παπανδρέου αντιστοίχως με το ότι αρχίζουν από άλφα και είναι τρισύλλαβα. Για τη σλανγκικότητα εξάλλου του ονόματος Αντώνης, βλέπε τα βουβαντώνης, τρελαντώνης, αλλά και το αντώνης. Καίτη, λοιπόν, η μεγάλη πλειοψηφία των αποτελεσμάτων στον γούγλη αναφέρεται στον πρώην πρωθύ Αντώνη Σαμαρά, το τυπολογικό όνομα προϋπήρχε.

  1. Οι καραγκιόζηδες και οι μαλακαντώνηδες νόμιζαν ότι πουλώντας τρέλα θα έκρυβαν την αδυναμία βιωσιμότητας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Το ψέμα έχει κοντά ποδάρια. Και ναι. Οι νέοι με ικανότητες δεν θα μείνουν στο τριτοκοσμικό κωλοχανείο για να ψήνουν τυρόπιτες και να φτιάχνουν καφέδες. (Κάπιταλ).
  2. Το βέβαιο είναι ότι δεν κινδυνεύει από μαλακαντώνηδες και μαλακαδώνηδες. (Τοίχο-τοίχο: Αυτή η κυβέρνηση έχει κερδίσει τον σεβασμό μου).
  3. Τὸ ὅτι ὁ Σαμαρᾶς εἶναι Μαλακαντώνης καὶ ὄχι Τρελλαντώνης ἀποδεικνύεται ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι ἐφορτώθη βλακωδῶς αὐτὰ τὰ φυράματα τὰ ὁποῖα βεβαίως εὐκαιρίας δοθείσης θὰ προδώσουν καὶ αὐτόν. (Ἐδῶ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκ των φοιτητής και της γαμοσλανγκοτέτοιας (ετικετοποιήσιμης;) κατάληξης -(α)μπουρας, που ο σύσσλανγκος εδώ ετυμολογεί από το berrü = άντρας στα αλβανικά (ας επιβεβαιώσουν ή διαψεύσουν οι επαΐοντες).

Ο φοιτητάμπουρας, επομένως, είναι ο φοιτητής που είναι αλητάμπουρας, κοπριτάμπουρας, αρχιδάμπουρας, ενίοτε χλιδάμπουρας όταν πηγαίνει σε πάρτι της ΔΑΠ, είναι μέλος των συλλόγων Σ.Κα.Πα.Π. και Σπα.Πα.Πε., δεν είναι επιμελής, αναλώνεται είτε σε παρτάκια με επίπεδο-ΔΑΠεδο είτε στην αριστεροχαρά της ένταξης σε πολιτικές νεολέρες, όπου μπορεί να διαπρέψει και ως σταλινογαμπρός και γενικώς ευχαριστιέται τα νιάτα του ή και τα άντα του αν είναι απαταιώνιος φοιτητής.

  1. Άει μωρή τσουτσού που θες και χαρτομάντιλα, κάτσε διάβασε.... μια ζωη φοιτητάμπουρας. (Εδώ).
  2. Στην εξεταστική οι φοιτητές διαβάζουν.Εγώ ως φοιτητάμπουρας βλέπω Daria. Άντε και καλό σεπτέμβρη. (Εδώ).
  3. Πάει τώρα ο μπάι κιούριους φοιτητάμπουρας με φάτσα κυπρίου κεμπαμπτζή και κακάδι στο μούσι (ομάζ αυτό, ξέρει ποιος) να κάμει τον καμπόσο σε ποιόν; Στον Βόλφγκανγκ τον Σόιμπλε. Έλα μουνί στον τόπο σου. (Εδώ).
  4. Συριζαίος άεργος φοιτητάμπουρας: με τα capital controls επιτέλους υποφέρει ο Βαρδινογιάννης όπως υπέφερε ο λαός τόσα χρόνια. (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το τελευταίο παιδί, το στερνοπαίδι, ή, κατά την έκφραση του Νίκου Καζαντζάκη, το στερνοβύζι. Προφ από το από και το σπόρος- σπέρμα. Πρόκειται για μια παλιά λέξη που τη βρίσκουμε σε σπουδαίους πεζογράφους μας όπως ο Νίκος Καζαντζάκης και ο Στρατής Τσίρκας.

  1. Είχε κάμει έντεκα γιους και τέσσερις θυγατέρες, όλοι θεριά. Μονάχα ο στερνός, το αποσπόρι, δε φελούσε, ήταν πολλά φτενός… -Τι να τον κάνουμε; Βουλεύονταν με τη γυναίκα του. Βοσκός δεν κάνει, δεν έχει ανάκαρα να κλέψει. Ζευγάς δεν κάνει, νεφρά δεν έχει ν’ αλετρίσει. Καραβοκύρης δεν κάνει, τον πιάνει η θάλασσα…
    -Κάνει για παπάς, πρότεινε η γριά που αγαπούσε ξέχωρα το στερνοβύζι της.
    -Παπάς για δάσκαλος, παπά έχουμε, δάσκαλο δεν έχουμε στο χωριό, ας τον κάμουμε δάσκαλο…» (Νίκος Καζαντζάκης, Ο Καπετάν Μιχάλης, Αθήνα: εκδ. Δίφρος, 1955).
  2. Ύστερα από χρόνια γεννήθηκε ο Νίκος, τ' αποσπόρι. (Στρατής Τσίρκας, Αριάγνη, Αθήνα: εκδ. Κέδρος, 1962, σ. 55).

Η παλαιά αυτή λέξη έχει ενταχθεί σε κάποια λεξικά, βλ. λ.χ. εδώ, αν και όχι σε όλα, δεν τη βρίσκω λ.χ. στον Μπάμπη. Την αναρτώ εδώ αφενός γιατί είναι μια από τις σημαντικές λέξεις της σάγκας του σπέρματος, και αφεδύο γιατί έχει κάποιες σημασιολογικές αποχρώσεις βρισιάς που δεν τις βρήκα σε λεξικά και έχουν ενδιαφέρον. Κατ' αρχήν, το αποσπόρι μπορεί να είναι γεροντόσπερμα. Μιλάμε, γενικά, κατά μία μάλλον λαϊκή φαντασία, για ένα ξεθυμασμένο σπέρμα, αδύναμο, και μπορεί να θεωρηθεί ότι το παιδί που γεννιέται από αυτό βγαίνει γιωτόμπαλο, με ειδικές δεξιότητες, κοινώς μόγκολο. Η σημασία του αποσποριού ως γιωτά υπάρχει λ.χ. στο παράδειγμα του Καζαντζάκη, που παρέθεσα. Μάλλον για παρόμοιους λόγους το αποσπόρι μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βρισιά. Λ.χ. βρίσκω το παράδειγμα:

Και το σκουλήκι ανώτερό σου είναι υπάνθρωπο αποσπόρι. (Εδώ).

Μια ιδιαίτερη σημασία έχουν παραδείγματα που θίγουν ότι κάποιος είναι ο νεώτερος εκπρόσωπος ενός μεγάλου ελληνικού πολιτικού τζακιού, οπότε θίγεται αφενός ότι την αξία του την οφείλει στο τζάκι, και αφεδύο ότι είναι τρόπον τινά ο χειρότερος, ο πιο ελλειμματικός του τζακιού, ότι είναι τρόπον τινά ο ξεθυμασμένος της οικογένειας. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις ο Γεώργιος Ανδρέα Παπανδρέου, ο "ολίγιστος των Παπανδρέου", κατά τον Χρήστο Γιανναρά, αλλά και ο νεωστί εκλάμψας Κώστας Μπακογιάννης. Ανάλογα ισχύουν βεβαίως και με τα άλλα τζάκια.

Τώρα, το κατά πόσο μπορεί να θεωρηθεί άφθαρτο το πολιτικό αποσπόρι μιας διεφθαρμένης μέχρι το κόκκαλο δυναστείας, έτερον εκάτερον. (Εδώ).

Μερικά κλικ πιο μεταφορικώς, χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει ένα οποιοδήποτε τελευταίο έκγονο μιας κατάστασης, όπου τα στοιχεία της αρχικής κατάστασης είναι πλέον πιο ξεθυμασμένα, πιο ελλειμματικά, πιο ντεκαφεϊνέ, πιο φλώρικα, πιο ξεφτιλισμένα, πιο η τραγωδία επαναλαμβάνεται ως φάρσα κιέτσ'. Ιδιαιτέρως λέγεται για ξεφτιλισμένα έκγονα παλαιών βαρβάτων ιδεολογιών. Λ.χ. ένας σύγχρονος ναζιάρης μπορεί να αποκληθεί αποσπόρι του Χίτλερ, ή, αν μου επιτραπεί ένα πέταλο, ένας μεταμοντερνιάρης (μετα-)μαρξιστής διανοούμενος της γενιάς Μαρξ & Κόκα Κόλα μπορεί να αποκληθεί αποσπόρι του μαρξισμού κ.ο.κ.

  1. Κουτσοφλέβαρος: αστοχιάρης κι αποσπόρι του χειμώνα.. (Εδώ).
  2. Στην τεράστια απόσταση που χωρίζει τον παπά και τον επαναστάτη ο εθελοντής είναι αποσπόρι του πρώτου. (Εδώ).
  3. Κάθαρμα εξαφανίσου, αποσπόρι του Γκέμπελς. (Από διαδικτυακό βρις-οφ).
  4. Και όταν μιλάμε για κόμματα εννοούμε τα κόμματα με αρχές και προγράμματα και όχι κομματικά αποσπόρια μιας καταστροφικής λαίλαπας. (Εδώ).
  5. Ο κοσμοπολιτισμός είναι το αποσταμένο αποσπόρι του κάθε πολιτισμού. (Εδώ).

Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για μια παλαιακή λέξη- ψαγμενιά, ό,τι πρέπει για λοουμπαπάδες.

"Ψάχνω σαν μαλάκας ψάχνω, της ελπίδας μου να βρω το αποσπόρι"

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η γυναίκα που έχει σεξουαλικές σχέσεις με πάρα πολλούς άντρες. Πρόκειται για κάτι σαν ψωλαποθήκη, μόνο που όχι μόνο αποθηκεύει τις ψωλές, αλλά είναι και φύλακάς τους, βγάζοντας και κάτι το κυριαρχικό επί των ψωλών. Ας πούμε, ένα είδος φαροφύλακα που οργανώνει τα καράβια που σέρνει το μουνί της.

Πρόκειται για μια από τις προσφιλείς λέξεις του Μάκη Τσίτα, του οποίου το έργο Μάρτυς μου ο Θεός (Βραβείο Λογοτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης 2014) έχει μεγάλη σλανγκική σημασία, καθώς, όπως παρατηρεί ο Φοίβος Δεληβοριάς, είναι ένα από τα πρώτα λογοτεχνήματα που έχουν γραφτεί σχεδόν σαν να είναι παραθέσεις ποσταρισμάτων μιας τρολοπερσόνας στο Φέισμπουκ, μόνο που ο αφηγητής είναι ένας εξωδιαδικτυακός τρολός, που δεν παύει όμως να τρολάρει και να αυτοτρολάρεται ασύστολα, δείχνοντας έτσι κρυμμένες αλήθειες της ελληνικής κοινωνίας, αλλά και ανοίγοντας πιθανόν τον δρόμο για ένα νέο είδος τρολογοτεχνίας (το επόμενο στάδιο μετά τη μπλογοτεχνία). Το έργο είναι ασφαλώς σλανγκοπεριβόλι, αν και οι πολλές σλανγκιές του υπάρχουν ήδη στο σάη μας.

  1. Σκέφτομαι πως αν η Ευμορφία και η Ρωρώ αποφασίσουν κάποια στιγμή να γίνουν πλούσιες, θα τα καταφέρουν μια χαρά. Η πρώτη θα μπορούσε να βρει καμιά δεκαριά μαλάκες παύλα θύματα σαν κι εμένα. Η δεύτερη εάν είχε φάρο σε ένα ακρωτήρι κι έβαζε ανακοίνωση στον Τύπο που να λέει ότι από την τάδε μέχρι την τάδε ημερομηνία μπορείτε να 'ρθείτε να με πηδήξετε, θα έβλεπες κάθε μέρα απ' έξω να συνωστίζονται βάρκες, βαρκούλες, καίκια, κρουαζιερόπλοια στη σειρά. Θα τους έδινε και στίγμα ναυτιλιακό. Αυτή είναι γεννημένη για ψωλοφύλακας. Θέλει να καταμετρήσει τις αντρικές αντοχές. Αναλυτικώς. (Μάκης Τσίτας, Μάρτυς μου ο Θεός, Αθήνα: εκδ. Κίχλη, 2013, σ. 198).
  2. Ο Χρυσοβαλάντης, για να υπάρξει, σιχαίνεται τους Πακιστανούς, τα «πορνώδη γερόντια», τις λεσβίες, τους Αλβανούς, τους Ρώσους, τα κυκλώματα, τους μασόνους, τους άθεους, τους συναδέλφους του, τις γυναίκες-«ψωλοφύλακες», τις τράπεζες, τα ριάλιτι, τους πουλημένους δημοσιογράφους. (Φοίβος Δεληβοριάς για Μάκη Τσίτα).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η γυναίκα (ή κόρη) που κάνει (ή θεωρείται ότι κάνει) σεξ με πάρα πολλούς άντρες, οπότε εντέλει θεωρείται σεξιστικώς ότι χρησιμεύει απλώς ως σκεύος ηδονής και δεν έχει κάποια άλλη σημαντική ανθρώπινη πχοιότητα. Προφάνουσλυ χρησιμεύει και ως γενική βρισιά. Στα αγγλικάνικα λέγεται cum bucket, sperm bucket ή spunk bucket και είναι πιο διαδεδομένο σαν έκφραση. Στα ελληνικά δίνει ελάχιστα χτυπήματα στον γούγλη, ίσως λοιπόν να μας έρχεται από τα αγγλικάνικα πιθανόν με την επίδραση της πορνογραφίας, όπου η αγγλική έκφραση είναι πολύ συχνή. Κάτι τέτοιο βέβαια δεν είναι αναγκαίο, καθώς η λέξη κουβάς είναι εξαιρετικά σλανγκενεργή, όπως δείχνουν τα πολλά λήμματά μας που την περιέχουν.

  1. Η μάνα σου είναι ΚΑΡΙΟΛΑ, ΝΥΜΦΟΜΑΝΗΣ, ΠΕΟΛΙΓΟΥΡΑ, ΑΡΧΙΔΟΠΟΥΤΣΟΠΝΙΧΤΡΑ, ΣΠΕΡΜΑΤΟΚΟΥΒΑΣ και ΒΡΩΜΙΑΡΑ. (Από βρις-οφ κάπου στο Διαδίκτυο).
  2. Εχω δει παππου πανω απο 70 ετων στανταρ με τσαντα απο τη λαικη να διαλεγει ενα πετίτ teeny ξέκωλο στη Φυλής πριν κανα 2μηνο, τα συμπερασματα το ΠΩΣ (οκ με βιαγκρα ας πουμε) πήδηξε αυτο το λουλουδι που αποφασισε να γινει ΄΄δημοσια τουαλετα΄΄ ή σπερματοκουβας. (Από μπουρδελοσάη).
  3. ΚΟΥΚΛΑ!!!!!!!!!! Η Μις Νότια Γαλλία έχει δύο ελαττώματα: Τεράστιο στήθος και πολύ κοντή. Σχόλια: -Μούναρος!/ -Γυναίκα χωρίς βύζους, εκκλησία δίχως Tζίζους/ -Σπερματοκουβας απο τους λιγους, μεγαλη καβλάντα/ -Γυναικα χωρις tits baywatch διχως Mits. (Διάλογοι στο Φέισμπουκ).
  4. Γκουίνεθ Μοντενέγκρο: Έχω κοιμηθεί με πάνω από 10.000 άντρες. Σχόλιο: Με λίγα λόγια σπερματοκουβάς. (Από Φέισμπουκ).

Η Γκουίνεθ. Σπαλιάρα φάε τη σκόνη μου.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο άντρας ή γυναίκα που έχει (ή θεωρείται ότι έχει) σεξουαλικές σχέσεις ως "παθητικός" ερώμενος-η με πάρα πολλούς εραστές, οπότε θεωρείται ότι χρησιμεύει απλώς ως σκεύος ηδονής και ως τόπος εγκατάθεσης σπέρματος, χωρίς να έχει κάποια άλλη ενδιαφέρουσα ανθρώπινη ποιότητα. Χρησιμοποιείται και ως γενική σεξιστική βρισιά. Συνώνυμα: χυσοκανάτα, σπερματοκανάτα, χυσαποθήκη. Αγγλιστί: cum bucket, sperm bucket.

Καλά με τη Τζένη βρήκε να κάνει σχέση; Αυτή είναι ο χυσοκουβάς όλης της Φιλοσοφικής!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

σκυλοκουράδα, σκυλοκούραδο

Αλλιώς το σκυλόσκατο, η κουράδα του σκύλου. Όπως λέει και ο Dry Hammer, "σου γεμίζει περισσότερο το στόμα" από ό,τι η μικρότερη λέξη σκυλόσκατο. Το βρίσκουμε ήδη στη Λωξάντρα της Μαρίας Ιορδανίδου, γραμμένη το 1962.

  1. "Η Λωξάντρα φοβότανε τα γιατροσόφια της κόνα-Αννίκας, της πλάτρας. Τα σιχαίνουνταν. Πράματα ήτανε εκείνα να μήν τα σιχαθείς; Από κατρουλιό αρσενικού παιδιού έκανε η κόνα-Αννίκα γιατρικό για τις χιονίστρες και για τα σκασίματα των χεριών. Από σκυλοκούραδο έκανε σκονάκια για το βήχα, και τα φυσούσε μέσα στο λάρυγγα με καλαμάκι. Από ψόφια ποντίκια και λάδι έκανε ποντικαλοιφή. Μέσα στο καύκαλο του μυδιού έκανε τρεμπεντιναλοιφή, καλλυντικό για το πρόσωπο. Έκοβε το σιριλίκι, γήτευε την ιλαρά, σήκωνε τον αφαλό...και τί δεν έκανε η αδικιωρισμένη, αλλά η Λωξάντρα τη σιχαίνουνταν." (Μαρία Ιορδανίδου, Λωξάντρα, Αθήνα: 1962).
  2. Εχθές όπως γυρνούσα σπίτι, πάτησα πάνω σε κάτι περιττώματα σκύλου και αυτό με έβαλε σε σκέψεις. Ενώ κάποιος άλλος θα προσπερνούσε ενοχλημένος ένα τέτοιο συμβάν, εγώ ένιωθα πως μου είχε συμβεί κάτι πολύ σημαντικό, ένα γεγονός κοσμοϊστορικής αξίας, καθώς μου άνοιξε τα μάτια για το νεφελώδη τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το σύμπαν. [...] Το μυαλό μου είχε απορροφηθεί σε τέτοια θεμελιώδη ερωτήματα και σκεπτόμενος ακατάπαυστα τη σχέση αιτίου αιτιατού που πιθανώς συνέδεε τη Παπαρίζου με το σκυλοκούραδο, έτρεξα γρήγορα σπίτι να καταγράψω τις σκέψεις μου. [...] Στη γαλήνη και ησυχία του δωματίου μου κοίταξα προσεκτικά το παπούτσι μου και το πώς είχαν απλωθεί τα σκυλίσια υπολείμματα πάνω του. Δε μπορούσα παρά να είμαι σίγουρος πως η ίδια συμπαντική δύναμη που έστειλε στο Νεύτωνα το μήλο και έκανε τον κατά τ' άλλα σεμνότατο Αρχιμήδη (ή τον Αριστείδη;) να τρέχει γυμνός στους δρόμους φωνάζοντας «Εύρηκα! Εύρηκα!», προσπαθούσε να μου πει κάτι. «Μίλα μου! Σ' ακούω» είπα στο παπούτσι μου και το κοίταξα ανυπόμονα. (Η συνέχεια του διανοητικού θρίλερ εδώ).
  3. Οι ευρωπαίοι νεοέλληνες που βγάζουν το κατοικίδιό τους βόλτα, θεωρούν εικαστική παρέμβαση υψίστης πολιτιστικής αξίας τις σκυλοκουράδες. (Εδώ).

Μεγαλύτερο σλανγκικό ενδιαφέρον έχει το ότι το βρίσκουμε και ως βρισιά, για να περιγράψει έναν άνθρωπο ξευτίλα, μηδαμινό, σκατιάρη, σκατένιο, ένα σκουπίδι, ένα απόρριμμα.

  1. "Είσαι ο επόμενος! Είσαι ο επόμενος σκυλοκούραδο!" Ύστερα ο Παξ μουγκρίζει το όνομά μου. Κι έπειτα το επαναλαμβάνει η φωνή του Τάκτου, μετά η Νάιλα από τον Ψηλό Πύργο. Και γρήγορα εκατό φωνές το τραγουδούν σε όλο το κατακτημένο κάστρο, από την αυλή μέχρι τα ψηλά προκαλύμματα και τους πύργους. (Πιρς Μπράουν, Κόκκινη Ανατολή, εκδ. Μεταίχμιο, μετάφραση: Τιτίνα Σπερελάκη).
  2. ΓΙΑΥΤΟ ΒΓΑΛΕ ΤΟΝ ΣΚΑΣΜΟ ΗΛΙΘΙΟ ΣΚΥΛΟΚΟΥΡΑΔΟ ΟΥΣΤ ΚΟΠΡΙΤΗ. (Άλλος ένας φωνακλάς που μας ξυπνάει με φωνακλάδικες βρισιές στο Ξυπνήστε Ρε!).
  3. Τράβα γαμήσου ρε σκυλοκούραδο ρουφιάνε βρωμότουρκε. Αυτοί οι μογγόλοι γαμάνε την μάνα σου. (Από βρις-οφ στο συσιφόνι).
  4. Εναλλακτικός τίπλος: "Με χρησιμοποίησαν σαν σκεύος και αφού ικανοποίησαν τις ορμές τους, με πέταξαν σα σκυλοκούραδο". (Εναλλακτικός τίτλος διαδικτυακού αρρωστουργήματος εδώ).

Αρρωστούργημα του Ολλανδού καλλιτέχνη Schippers, απεικονίζει ένα σκυλοκούραδο μνημειωδών διαστάσεων, τοποθετημένο στους περίφημους ολλανδέζικους κήπους Keukenhof, κοντά στην πόλη Lisse της Ολλανδίας

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Και συχνά στον πληθυντικό: σκυλόσκατα. Ναι, είναι αυτό που νομίζεις: Τα σκατά του σκύλου.

  1. Ο εχθρός Number#1 δεν είναι αυτοί που δεν θέλουν σκύλους. Είναι οι σκυλάδες με τα σκυλόσκατα, γιατί τελικά αυτοί ευθύνονται για: - Το σκυλορατσισμό. - Τις φόλες. Είναι εξίσου υπαίτιοι όσο και οι φολορίχτες. (Dogforum).
  2. Λοιπόν προτείνω να ιδρυθεί Δημοτική Αστυνομία Σκύλων. Θα είναι ράμπο που θα κυκλοφορούν στους δρόμους με γκλομπς και μπλοκάκια για να κόβουν κλήσεις και θα παρακολουθούν αυτούς που βγάζουν βόλτα τα σκυλιά τους. Το πρόστιμο θα κόβεται στο όνομα του ιδιοκτήτη του σκύλου....και όχι βέβαια της φιλιππινέζας που το βγάζει βόλτα...... [...] Τα γκλομπς θα χρησιμεύουν για τους ζόρικους ιδιοκτήτες του τύπου: "Δεν ειναι σκυλόσκατα του δικού μου ...το δικό μου τρώει κροκέτες κοτόπουλου και έχουν άλλο χρώμα ή το δικό μου ειναι μικρόσωμο και τα σκυλόσκατα αυτά δεν αντιστοιχουν στο μέγεθός του"... και άλλες τέτοιες μαλακίες του Αθηναίου. (Διά την πάταξιν των σκυλόσκατων).

Μεγαλύτερο ενδιαφέρον, πάντως, έχει η χρήση του όρου για να χαρακτηρίσει μια πολύ άσχημη κατάσταση, μια σκατάσταση.

Σκυλόσκατα η κατάσταση, εν γένει... (Εδώ).

Ή έναν άνθρωπο που είναι μηδαμινής αξίας, ουτιδανός, ξευτίλας, σκατιάρης. Έχω την εντύπωση ότι στις μεταφορικές αυτές χρήσεις λανθάνει επίδραση από το αγγλικάνικο dogshit.

Στο πέρασμα χτες απο το ELYSIUM είχε τρείς Αλβανίδες της κακιάς συμφοράς και μια Ρουμάνα προμίλφ με καστανόξανθα μαλλιά και με μαύρο κολάν που επιδείκνυε τον κώλο της στους περαστικούς. Λίγο πιο πάνω Σωκράτους και Σατωβριάνδου ήταν δύο Βούλγαροι τραβεστί της κακιάς ώρας που κυριολεκτικά κάποιος πρέπει να είναι πολύ σάπιος να πληρώσει αυτά τα σκυλόσκατα να έχει σεξουαλικές περιπτύξεις μαζί τους. (Από μπουρδελοσάιτ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία