Επιρρηματικός προσδιορισμός που δείχνει το πέρας ενός προσώπου ή μίας κατάστασης ή φάσης. Χρησιμοποιείται όταν το πρόσωπο ή η φάση είναι στο απώτατο σημείο που είναι δυνατόν να βρίσκεται και παραπέρα δεν πάει. Έχει φτάσει σε απερίγραπτο σημείο.

Η μάνα μου έχει φτάσει να βγάζει τα πιατικά από το πλυντήριο και να τα πλένει στο χέρι. Τέρμα υστερία.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Δεν ακούω κουβέντα, δεν δέχομαι αντίρρηση, ως εδώ και μη παρέκει, όλα όσα ήταν να ειπωθούν ειπώθηκαν, αυτό μόνο, τέλος. Εκφράζει μια ψιλο-αγανάκτηση ένα πράμα. Προφέρεται κάπως σαν Όόόλακιολα. (Π 1).

  2. Λίγα, τόσα λίγα. Το «όλα κι όλα» δίνει μια έμφαση στον αριθμό που ακολουθεί, που δείχνει πόσα λίγα ακριβώς και ο οποίος είναι μικρός, ενδεχομένως μικρότερος από το αρχικά αναμενόμενο (Π 2, 3).

Π1.
- Α, όλα κι όλα, εδώ θα τα χαλάσουμε, μην ξαναπείς κουβέντα για την Ιουλία, γιατί εγώ την Ιουλία θα την παντρευτώ.

Π2.
- Ήταν όλα κι όλα πέντε άτομα στην συνάντα, αλλά ήταν όλοι γαμώ τα παιδιά και περάσαμε μια χαρά.

Π3
- Καλέ σου λέω την είχε πολύ μικρή, όλα κι όλα πέντε εκατοστά, τί να σου κάνει το μπιμπίκι...

...όλα κι όλα, μέσα σ\' όλα, δεν θα είσαι πια για μένα, στο ζητάω απεγνωσμένα, άσε κάτι και για μένα. Μάρω το δολοφόνησες λιγάκι. (από Galadriel, 07/08/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία