Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

νοματαίος, νοματαία

Το παλιό, βουκολικό (θυμίζει θυμάρι ντε), "νοματαίοι", επεκτείνεται πλέον σε ... άλλα μέρη, άλλους αριθμούς, άλλα γένη, άλλες έννοιες.
Κανονικά σημαίνει άνθρωποι, άτομα, πχ: Στο κτήμα του δουλεύουν πάνω από δέκα ~. Έχει να ταΐσει πέντε νοματαίους. (ΛΚΝ)
Όπως λέει και το λεξικό, χρησιμοποιείται στον πληθυντικό και στο αρσενικό, για "τα ανώνυμα, χωρίς ταυτότητα πρόσωπα: τα πρόσωπα που δύσκολα ξεχωρίζουν ή αποσπώνται από το πλήθος, παραμένοντας πάντα ένα με την κίνηση και τη φωνή του".

Μ' αυτόν τον παλιακό τρόπο κυκλοφορεί ακόμη, απρόσκοπτα και ευρύτατα: Από χείλη χιπχοπικά,

♪♫ Καθόλου φαντασία κι ουσία μες στους στίχους σας,
30 νοματαίοι η δύναμη του πλήθους σας,
Η διαφορά του στήθου σας γεμάτη σιλικόνη,
Την ώρα που εκκρίνουμε αγνή τεστοστερόνη
♪♫
(Goin'Through)

μέχρι και τριπχοπικά (εδώ), αλλά και σε κάπιταλ κοντρολ έκδοση:

Πέντε νοματαίοι και δεν μπορούμε να αποφασίσουμε όλο το μεσημέρι σε ποιο ΑΤΜ θα βγούμε το βράδυ. Α γαμηθείτε θα κάτσω σπίτι σας βαρέθηκα (εδώ)

Οι άλλες έννοιες τώρα:

Ι. Συνηθισμένη χρήση, αλλά στον ενικό αριθμό και για θηλυκό γένος (δες και παραδειγμ. ΙΙ, 4-5):

  1. Υπάρχει κάνας νοματαιος να μας φιλοξενήσει στην Μπρυζ? (εδώ)

  2. ρε Βαγγέλη τι την θες τη θωρακισμένη bmw των 750.000€? ενας νοματαίος έμεινες όλος κι όλος στο ΠΑΣΟΚ... πάρε κανένα μετρό ή λεωφορείο (εδώ)

  3. Ποιός είναι ο #spaliaras ρε παιδιά που έχει πάρει 4.000 νοματαίες;

ΙΙ. Με την έννοια του "έγινε καμπόσος, έγινε κάποιος".
Σχεδόν πάντα πάει μαζί με το ρ. κάνω (κάποιον) ή το ρ. γίνομαι:

  1. "Θα σας κάνω νοματαίους με 8.000 ευρώ το μήνα!*" (εδώ)
  2. Ο αντίπαλος κάνει τον αδύναμο διεκδικητή, νοματαίο... λένε στο χωριό μου (εδώ)
  3. -το ότι έχετε συμβάλει και σεις για να γίνει νοματαίος ο τηλε-πλασιέ σου έχει περάσει από το μυαλό; -ΕΚΑΝΑ ΤΗΝ ΑΥΤΟΚΡΙΤΙΚΗ ΜΟΥ (εδώ)
  4. Και πές μου τώρα, κάνουν ή δε κάνουν οι υπόλοιποι τα αδύνατα-δυνατά να γίνει νοματαία η Χ.Α;;; (εδώ)
  5. Επειδή η γκόμενα-κολαούζος ανδρών εξουσίας έχεσε το πληκτρολόγιο δε σημαίνει ότι θα την κάνω κ εγώ νοματαία. Αφάνεια..στην αφάνεια ρίχτε την (εδώ)

ΙΙΙ. Με θαυμαστική χροιά του στυλ, "τι κάνει ο τύπος/ το άτομο/ ο μαλάκας" (κέντησε εδώ ο vikar):

τι παιζει ρε ο νοματαιος??? στραμπουληξα τα δαχτυλα μου!!! Steve Vai http://www.youtube.com/watch?v=Y2CXA-DPYXk … (εδώ)
τι παιζει ρε ο νοματαιος!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δεν πρόκειται για ένα απλό «βύσμα», αλλά για «πολύπριζο». Είναι ο φαντάρος που είναι πιο βύσμα κι απ' τα βύσματα και πάει στις καλύτερες θέσεις ή έχει την πιο ευνοϊκή μεταχείριση.

Επειδή, και καλά οι ΔιαΒιβαστές κάνουν εύκολη θητεία, τους λένε Δυνατά Βύσματα. Οι επίλεκτοι όμως της Έρευνας και Πληροφορικής που, κατά κανόνα, είναι κομπιουτεράδες του στρατού σε κάποιο γραφείο και κάνουν λιγότερες σκοπιές ή καθόλου, ανήκουν στο σώμα Ε.Π. (Έρευνας και Πληροφορικής ή Εξέχοντα Πολύπριζα).

Βλέπε ορισμούς για Γ.Ε.Π..

Βλ. και πολύμπριζο. Σχετικά: δόντι, κονέ, χαυλιόδοντας, bluetooth, ρουσφετοπωλείο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκ των βαζελίνη και Έλληνας ή Ελλάδα αντιστοίχως.

  1. Ο Έλληνας του οποίου ο μεν τράχηλος «ζυγό δεν υπομένει», ο δε κώλος υπομένει πολλά και διάφορα. Αν και κρατάει μία υψηλή εθνική υπερηφάνια υπόκειται σε πολλούς εξευτελισμούς και διασυρμούς, και ως ομορφάντρας βάζει διάφορες σως για να γλυστράει. Η έκφραση δηλώνει ακραία αυτοκριτική για το πώς εντέλει αποτελούμε χώρα γαμιόμαστε, πλην όχι ασάλιωτα, αλλά μέσω διαφόρων εξωραϊσμών, που λειτουργούν ως βαζελίνη.

Ήδη το 1985 ο Χάρρυ Κλυνν είχε τιτλοφορήσει παράστασή του στο Δελφινάριο «Βαζελληνίδες, Βαζέλληνες» (δες εδώ) τρέποντας το «Ελληνίδες, Έλληνες» του Κωνσταντίνου Καραμανλή θείου, οπότε η έκφραση υπάρχει τουλάχιστον από τότε και πιθανόν από παλιότερα.

  1. Χρησιμοποιείται μειωτικά για τους παίκτες ή οπαδούς του Παναθηναϊκού, τους βάζελους. Ενίοτε με την σημασία ότι η Αθηνέζικη ομάδα φτάνει να εκπροσωπήσει όλη την Ελλάδα, ή κυριαρχεί με πλάγιες μεθόδους στο ελληνικό στερέωμα, ως μη όφειλε. Χρησιμοποιείται κυρίως από Ολυμπιακούς.

  2. Σχετικό και το Βαζελλάδα. Έχει κυρίως αθλητική σημασία ως αντώνυμο του κοκκαλιστάν. Δηλαδή σημαίνει λ.χ. μια Εθνική ομάδα που κυριαρχούν παίκτες του Παναθηναϊκού, ως μη έδει, ή το σύστημα μιας ολόκληρης χώρας που ευνοεί τον Παναθηναϊκό. Μπορεί βεβαίως και να μην αναφέρεται στον Παναθηναϊκό, αλλά να δηλώνει απλώς μια ξευτιλισμένη ξεβρακωμένη Ελλάδα.

Επίσης, υπάρχει και το Βαζελλήν, και καλά μάρκα βαζελίνης made in Greece.

  1. Αυτό είναι αλήθεια! Το δροσερό καλομαίρι και ο ήπεος χειμώνας, (που συνιστούν ένα εύκροτο κλίμα) σε συνδυασμό με τους φαλλόξενους κατοίκους και τη Μεσοργειακή διατροφή (λάδι, λαχανητά, φασ Ολη, ρεΒύθη, σπόρδο κ.α.) αναδεικνύουν τους βαζΕΛΛΗΝΕΣ σε ομ φαλλό του κώ…σμου! (Λεξιπλαστικό όργιο σε σχόλιο στο γουορντπρέσι του Πάνου 1962).

  2. α. oi vazellines maxairwsan paidakia,tin epomeni apla de... vrikan ton dromo gia to gipedo! (Εδώ).

β. Σε τρείς βδομάδες, που θα 'ναι μαζί μας κι ο Τζολε και η ομάδα θα ρολάρει καλύτερα και τότε δεν θα έχουν τύχη οι βαζελληνες ;) (Εδώ).

γ. Εμπρός γενναίοι Βαζέλληνες! (Εδώ).

  1. Eγω (αν μου πεφτει λογος) ελπιζω αυτο το πραμα που θα εκπροσωπει το σιχαμα που λεγεται ελληνικο μπασκετ, να διασυρθει κ να φαει 30αρες. Σκατα στη βαζελλαδα του βασιλακοπουλου. (Εδώ).

Ομφαλός της γης. (από Khan, 20/04/12)(από Khan, 05/02/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τετριμμένη ατάκα που τα λέει όλα από μόνη της. Δύο είναι τα παιδιά, κι ενώ κανονικά θα πρεπε να τα προσέχεις το ίδιο, το ένα είναι πιο καλό από το άλλο.

Τη στιγμή που θα κορυφωθεί στην κουβέντα απάνω η σύγκλιση θεωρίας και πράξης, ιδεατού και πραγματικού, θα φορεθεί και η ατάκα σε φάση «μπορεί να τα λέω χύμα, κατά βάθος είμαι ψαγμένος...», η οποία ενσωματώνει με απλό και ευθύ, μάγκικο τρόπο ένα μεγάλο ταμπού της ελληνικής κουλτούρας. Αυτό του αδικημένου φτωχούλη του Θεού που, αν και του χρωστάει όλος ο ντουνιάς, διατηρεί την ψυχραιμία του και βλέπει τη μεγάλη εικόνα της τυχαιότητας, του χάους, του ντετερμινισμού ή όπου αλλού τον βγάζει η κουβέντα. Ατάκες σαν και δαύτη χρησιμοποιούνται σε ρόλο reset, ήτοι αρκετά τα μπερδέψαμε τα πράματα, πάμε άλλη μια από την αρχή.

Κλασικά παραδείγματα των μονίμως γαμώ τη μάνα τους βρίσκονται παντού. Στις μειοψηφίες,στις ανίσχυρες πλειοψηφίες, σε κάθε, μα κάθε ανταγωνιστικό πεδίο: οι αγανακτισμένοι στις πλατείες, τα μικρά κόμματα, η αντιπολίτευση, όσοι έχασαν το διορισμό για 10- ή για 1000+ μόρια, όσοι βγήκαν στην εφεδρεία, όσοι πήραν την ανεπιθύμητη μετάθεση, ή δεν πήραν την επιθυμητή, όσοι δεν είχαν βύσμα, ή δεν είχαν επαρκές βύσμα, όσοι δεν πήραν επιδότηση ή δεν πήραν την επιδότηση που ήθελαν, όσοι δεν εξαιρέθηκαν από τη κακιά τη ρύθμιση, ο μπασκετικός γαύρος, ο ποδοσφαιρικός βάζελος, όποιος πορεύεται γενικώς «με το σταυρό στο χέρι» αλλά δε ανταμείφθηκε άμεσα (καθότι ο ανυπόμονος ηδονιστής δεν αγίασε ποτέ) ή όποιος είχε απλά την ατυχία να δει ότι υπάρχουν και καλύτερα, αλλά «δεν ήταν η χαρά για μας».

Η ατάκα λοιπόν βρίσκεται σε απόλυτη ιστορική, πολιτιστική και κοινωνική αρμονία με την κουλτούρα μας. Ας μου επιτραπεί η κάτωθι πολυλογία.

Ξεχωριστή θέση στην προπαγάνδα, που με συνέπεια προωθούσε το μάθημα της Ιστορίας στα Ελληνικά σχολειά, κατέχει η πάντα σε δραματικό τόνο διαπίστωση ότι αυτή η χώρα δεν κατάφερε ποτέ να ενωθεί κάτω από ένα κοινό σκοπό, ή εναλλακτικά να επιδιώξει έναν κοινό στόχο, παρά μόνο όταν ο κόμπος έφτανε στο χτένι. Μέχρι να φτάσει εκεί όμως, ή ενδεχομένως για να φτάσει εκεί, είχαμε ήδη σφαχτεί μεταξύ μας, χωρίζοντας τα παιδιά μας σε καλά παιδιά και σε γαμώ τη μάνα τους. Κι είχαμε ήδη δημιουργήσει -βάσει αυτής της διαίρεσης- τριαντατρία μέτρα και σαρανταεφτά σταθμά για να εφαρμόζονται επιλεκτικά οι νόμοι.

Αυτό το «διαίρει και βασίλευε» σε κάθε συλλογική δραστηριότητα πήρε αργά και σταθερά ανεξέλεγκτες διαστάσεις και με τόσο διαφορετικά κριτήρια που μόνο δημοκρατικός νεοϋορκέζος θα μπορούσε να κατανοήσει πλήρως, αν και θα του διέφευγε το πώς καταφέραμε σε μια, συγκριτικά με τη δική του μονολιθική, κοινωνική δομή να εξυψώσουμε το diversity σε τέτοια δυσθεώρητα ύψη. Μεταξύ λοιπόν δημοσίου και ιδιωτικού τομέα με περαιτέρω υποδιαιρέσεις εντός των διαιρέσεων - υμετέρων και ημετέρων, πατρικίων και πληβείων, Πασοκ και ΝΔ, Γαύρου και Βάζελου (Παοκ- Άρη), Βορείων και Νοτίων, του κράτους της Αθήνας και της υπόλοιπης Ελλάδας, Τούρκων, Βούλγαρων, Αρβανιτών, Βλάχων, Σλάβων, απευθείας απογόνων του Αριστοτέλη, του Αγγλικού, του Γαλλικού και του Ρωσικού κόμματος, του εσωτερικού, του εξωτερικού, του μου-λου, βασιλικών-βενιζελικών, φοιτητών-χουντικών, Μασόνων -Χριστιανών, ορθοδόξων- καθολικών, δοσίλογων-πατριωτών, εχόντων και μη κατεχόντων, Κηφισιάς- Πειραιά, εν άστει-εν αγροίς, των αλωνιών, των σαλονιών, του έντεχνου, του λαϊκού, των Παπανδρέου και των Καραμανλήδων, των καραστρέητ και καραγκαίη κ.ο.κ, οικοδομήσαμε την Ελλάδα πάνω στις ίδιες –σχεδόν, τα καρότα και τα μαστίγια δεν ήτανε για μας- δημοκρατικές βάσεις και αρχές, που διέπουν κάθε σύγχρονη πολυπολιτισμική χώρα, χωρίς βέβαια να είμαστε τέτοια και αποδεχόμενοι δογματικά ότι χωρίς αντίπαλο δέος η κατάληξη δεν μπορεί να είναι άλλη από ένα ολοκληρωτικό καθεστώς. Οπότε, εν μέσω της ως άνω τρικυμίας και σύγχυσης, το παιχνίδι παίζεται ακόμα με πιόνια που αδυνατούν να καταλάβουν σε κάθε δοθείσα περίπτωση αν υπήρξαν ευνοημένα ή γαμώ τη μάνα τους, γιατί όσο τα πολυσκέφτεσαι, τόσο πιο ρευστά γίνονται αυτά τα πράγματα, ειδικά αν σε καταδιώκει η φοβία να καταταχθείς στους γαμώ τη μάνα τους. Πού θα πάει, θα βρεθεί το υπεύθυνο γονίδιο.

Σίγουρα πάντως δε ξεδιάλυνε την κατάσταση η συντονισμένη οικογενειακή κατήχηση που, κατά μία άποψη, μέσα από τις κυνικές διδαχές της δημιούργησε μια παράλληλη έννομη τάξη, που αντιμάχεται σχεδόν στο σύνολό της τη δημόσια έννομη τάξη. Στον πόλεμο, τον έρωτα, αλλά και την επιβίωση του Έλληνα επιτρέπονται τα πάντα. Με τις ευλογίες γονέων και κηδεμόνων λοιπόν και με γνώμονα να μη γίνει το παιδί κορόιδο γαμώ τη μάνα του, έγινε επιτακτική η ανάγκη να παρακάμπτεται ή να γίνεται αντικείμενο διαπραγμάτευσης ο νόμος και η εφαρμογή του.

Αυτά όμως περί διαίρει και βασίλευε είναι θεωρίες συνωμοσίας, διότι εμείς οι βαλκάνιοι πάνω από όλα είμεθα άνθρωποι της κοινωνικής δικτύωσης κι έτσι κάναμε, κάνουμε και θα κάνουμε τις δουλειές μας. Τι κι αν υπήρχαν πρωτεργάτες και αρχιτέκτονες της διαίρεσης, εμείς αυτή την Ελλάδα θέλαμε κι ας μη γελιόμαστε μεταξύ μας. Μεταξύ πολέμων, κατοχών και κατακτητών, πού να βρεθεί χώρος να πιστέψεις σε αξιοκρατίες και μαλακίες. Άσε που το έδαφος ήταν παραπάνω από γόνιμο και σπαρμένο από τον καιρό που δώσαμε τα φώτα μας στη Δύση κι η μαλάκω η Δύση μας το αναγνώρισε. Έκτοτε, γενιές επί γενεών Ελλήνων μεγαλώνουν καμαρώνοντας για τα κατορθώματα των προγόνων τους, γιατί όταν εμείς είχαμε χοληστερίνη, οι πουθενάδες οι χτεσινοί τρώγανε βελανίδια και, αν μη τι άλλο, μας χρωστάνε παγκοσμίως τη μισή και βάλε ιατρική ορολογία κλπ. Συνεπώς και δικαιωματικά, νομιμοποιηθήκαμε –στις συνειδήσεις μας- ως τα καλά παιδιά της οικουμένης που ντροπή σε όποιον τους φερθεί σαν να 'ναι γαμώ τη μάνα τους.

Τουλάχιστον, οι δυτικοί αντιγραφείς κρατάνε πού και πού τα προσχήματα, στην εφαρμογή είτε των νόμων, είτε των αξιοκρατικών κριτηρίων, γιατί το ξενόφερτο μοντελάκι που υιοθετήσαμε -μόνο ως προς τα καλά του- δεν λειτουργεί αλλιώς. Θέλει την ψευδαίσθησή του... Τα καλά παιδιά βέβαια δεν έχουν ανάγκη να κρατήσουν τα προσχήματα, αυτά είναι για τα πρόβατα, τους δυτικούς, τους ανυποψίαστους, τους «γαμώ τη μάνα τους».

Όσο λοιπόν ο Έλληνας είναι το καλό μας το παιδί και γαμεί αριστερά- δεξιά, ποσώς ενδιαφέρεται για όλα αυτά τα ιδεολογικά. Όταν όμως διαπιστώσει ότι υπάρχουν και καλύτερα παιδιά -«πιο ίσα από τους ίσους» όπως είπε κι ο χάρρυ για τον Σαρτζ, τότε και μόνο τότε θα χρησιμοποιήσει το εν λόγω λήμμα, πνιγμένος από την αδικία της ασύλληπτα μεγάλης και ακατανόητης εικόνας -στον μύλο της οποίας κατά πάσα πιθανότητα έχει ρίξει κι ο ίδιος νερό.

Γιατί βρέχει στη φτωχογειτονιά και το κοχίμπα σβήνει, γιατί «ξεσηκωθείτε αδέρφια να βγούμε στους δρόμους με ρόλεξ στα χέρια, με γούνες στους ώμους», γιατί γάτος γαμεί, γάτος σκούζει κλπ. Κι άμα γουστάρουμε να ξηγιόμαστε κάργα συντάξεις και επιδόματα και κράτος πατερούλη, αυτά είναι κεκτημένα των καλών παιδιών που δεν τα διαπραγματευόμαστε. Ο άλλος δηλαδή γιατί;

Με άλλα λόγια, δεν αντέχονται οι ενοχές για αυτά που θα μπορούσαν να είχαν γίνει αλλά δεν έγιναν, για αυτά που έγιναν ενώ θα μπορούσαν να μην είχαν γίνει, αλλά τώρα είναι αργά για δάκρυα. Όπως σωθήκαν τα άλλα καλά παιδιά, πρέπει να σωθούν και τούτα.
Κι όπως λέει κι ο Χότζας στον Καζαντζίδη, πότε θα φταίει η σακατεμένη η μοίρα, πότε οι πλανήτες ή/και η ακαθορίστου προελεύσεως και έμπνευσης διαίρεση των Ελλήνων σε καλά παιδιά και σε γαμώ τη μάνα τους. Ο καθένας μπορεί να εξάγει τα συμπεράσματά του, τζάμπα είναι το λακριντί. Οι μάζες πάντως χότζα μου δεν έπαψαν, ούτε θα πάψουν να μη σηκώνουν ορθολογιστικές εξηγήσεις. Όταν μας πιάνουν έναν-έναν, κάτι γίνεται...

  1. Η βία, ένστολη ή μη ένστολη, είναι καταστροφική... να το κοιτάξουμε το θέμα και να μην έχουμε μονομέρεια. Δεν μπορεί το ‘να παιδί καλό παιδί και τ’ άλλο γαμώ τη μάνα του.... κι ο αστυνομικός ελληνόπουλο των 900 ευρώ το μήνα είναι.» (Γιακουμάτος)

  2. το ‘να παιδί καλό παιδί και τ’ άλλο γαμώ τη μάνα του. Παντού διακρίσεις σε αυτήν την πουτάνα τη ζωή... καλό μήνα σε όλα τα τσογλάνια του διαδικτύου που βγάζετε τη γλώσσα στην εξουσία (από μπλογκ)

  3. Αιδώς αχρείοι, το ‘να παιδί καλό παιδί και τ’ άλλο γαμώ τη μάνα του. Προκλητικές ανισότητες παρά τις μεγάλες αλλαγές στο ασφαλιστικό σύστημα που επιχειρεί η κυβέρνηση... (από φόρουμ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μερικές σημασίες του σλανγκενεργού εντόμου:

  1. Κλασικότατα, ως συμπεριφορά είναι ο τεμπέλης, και κυρίως αυτός που ασχολείται με τέχνες και διασκεδάσεις αντί να δουλεύει, ο άεργος. Βλ. και αρχαίο μύθο με το τζιτζίκι και το μυρμήγκι. Ενδιαφέρουσα και η έκφραση «τζιτζίκι του χειμώνα», αυτός που επιμένει να σχολάζει και τον χειμώνα, λ.χ. δες.

  2. Στην στρατοσλάνγκ είναι:
    α. Ο στρατιώτης του πεζικού, ο τζίτζικας. Λέγεται και τζιτζικάριος, κατά το πεζικάριος. Για να τους θίξουν λένε και την κραυγή «αντρίκια αντρίκια και όχι σα τζιτζίκια».
    β. Ο φαντάρος των διαβιβάσεων, λόγω των κεραιών των ασυρμάτων με τους οποίους είναι φορτωμένος (Πάτσης).
    γ. Γενικά, κάποιος σε βυσματική θέση που δεν δουλεύει ούτε χώνεται.

  3. Στην μουσοσλάνγκ είναι:
    α. Το ακουστικό αποτέλεσμα από το ξύσιμο. Ξύσιμο, όπως το ορίζει ο σύσσλανγκος Mr Cadmus είναι «μία ακόμη τεχνική παιξίματος της ηλεκτρικής (κατά κανόνα) κιθάρας, στην οποία ο (οι) κιθαρίστας (-ες) παίζει σε ταχύτατο ρυθμό είτε συγχορδίες πέμπτης είτε μεμονωμένες ή διπλές χορδές (στα μπάσα ή στα πρίμα) με μονοπενιά ή διπλοπενιά (alternate picking ή downstrokes), ενώ έχει τιγκάρει τα πρίμα και έχει εξαφανίσει τα μεσαία του ενισχυτή και της κιθάρας του».
    β. Κλασικότατα, μεταφορά για τον τραγουδιστή εν γένει.

Πρβλ. και τις εκφράσεις εγώ τζιτζίκια πεταλώνω;, περί ορέξεως... τζιτζίκια γιαχνί, σκάει ο τζίτζικας.

Πλέον ονομάζεται 542 ΤΠ και είναι μονάδα τζιτζικιών. (Εδώ).

Μια σειρα μου μου ειχε πει: Στον πολεμο ειμαστε ολοι 30 δραχμες. Βατραχος η τζιτζικι, φανταρος ή στρατηγος, η σφαιρα που θα σε βρει κανει 30 δραχμες. (Εδώ).

Suicidal black metal με ωραιο τζιτζικι στις κιθαρες. (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ειρωνική έκφραση προς άτομο που έχει άκρες στην εκάστοτε «εξουσία» ή την εύνοια της «εξουσίας», π.χ. αν έχει πουλήσει κάποια εκδούλευση.

1) (Από την ταινία «Της Κακομοίρας», ο Ζήκος διαπληκτίζεται με την κυρα-Δέσποινα)

- (κΔ) Βρε, πρέπει να ξέρεις ότι όταν λείπει ο κυρ-Παντελής εσύ είσαι υπεύθυνος εδώ μέσα, το ξέρεις;
- (Ζ) Και σένα τι σε νοιάζει μπορώ να μάθω;
- (κΔ) Με νοιάζει και με κόφτει, και για το μαγαζί και για τον κυρ-Παντελή, και πρόσεξε καλά κακομοίρη μου, γιατί έτσι και κουνήσω το μικρό μου δαχτυλάκι, σε αρπάζει ο κυρ-Παντελής απ΄ το γιακά και σε στέλνει πίσω στο κατσικοχώρι σου!
- (Ζ) Βέβαια, θα με στείλει οπωσδήποτε διότι εσύ τώρα, βλέπεις, έχεις και τα μέσα…
- (κΔ) Μέσα;
- (Ζ) Είσαι άνθρωπος της κυβερνήσεως!
- (κΔ) Ποιας κυβερνήσεως βρε;
- (Ζ) Κατόρθωσες και τελείωσες το συνοικέσιο του αίσχους, βλέπεις, γι΄ αυτό!

2)- Ρε σειρές, ποιος έχει έξοδο σήμερα για να πάμε για μπίρες; Είμαι καθαρός απόψε.
- Πάλι καθαρός Τσατσόπουλε; Εμ, τώρα πια βλέπεις είσαι άνθρωπος της κυβερνήσεως…
- Τις λες ρε;
- Εγώ τι λέω, αφού από τότε που του κάνεις τα κομπιουτερίστικα του Υπόδικα βγαίνεις κάθε τρεις μέρες καθαρός και εμείς μια φορά την εβδομάδα κι αν…

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Για τους φίλους, ο Σωκράτης Κόκκαλης. Όταν στο πετάξει κάποιος, είναι συνήθως γιατί θέλει να δειχτεί ότι και καλά είναι χωμένος στα σχετικά θέματα. Παίζει στα πλαίσια του προσφιλούς εδώ στο ελλαδιστάν, ευγενούς αθλήματος του name dropping (να αραδιάζεις ονόματα διάσημων δεξά κι αριστερά, προς ψάρωμα των αδαών συνομιλητών σου, που θ' αποθαυμάσουν την οικειότητα σου με τα εν λόγω σελέμπριτι. Το name dropping είναι ειδικότης του πιαριτζή, είδος που συγγενεύει στενά με τον αεριτζή. Ανοίγουμε όμως τεράστιο θέμα, οπόταν το λήγω εδώθε.

Ενδιαφέρουσα πάντως η λατινογενής κατάληξη (Crocus). Τι να ήθελε να πει ο ποιητής;

- Για θυμήσου ρε μαλάκα, πόσους προπονητές έχει αλλάξει τα τελευταία πέντε χρόνια ο γαύρος;
- Φίλε μου βάζεις δύσκολα κι είναι περασμένη ώρα... Αφού έτσι είναι, ο Κρόκους γουστάρει να τρώει προπονητές για το πρωινό του.

(από johnblack, 21/05/09)(από ironick, 13/12/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η φράση σημαίνει απλώς «μουνάρα».

Όσο να 'ναι, δεν ξεκινάνε όλοι οι άνθρωποι στους στίβους της ζωής από την ίδια αφετηρία, και στον κάθε στίβο –όχι μόνο το πανεπιστήμιο, φυσικά, παντού–, το να κάθεσαι στον αφέτη βοηθάει την κατάσταση σου. Μπρος στο νινί deluxe τύφλα να 'χει το bluetooth, κάνεις τη δουλειά σου και μ' αυτό δηλαδή, αλλά καράβι δύσκολα σέρνεις.

Στην Αργεντινή, πάντως, ο συγγραφέας Gonzalo Otalora έχει αρχίσει καμπάνια για τη φορολόγηση της ομορφιάς (βλ. εδώ).

(Η φράση είναι φίλου μου, αλλά νομίζω αξίζει –και για να αποκαταστήσω και μια παράλειψη– να πω ότι ήταν κάποιος φίλος αυτού του φίλου μου που είχε πει τη φράση όλα τα λέιζερ πάνω μου. Είχε χτίσει ως φοιτητής τα κωλόμπαρα της Βουλγαρίας).

- Γεννήθηκε μ' ένα διδακτορικό δικέ μου η Λίλιαν....
- Πάνω σε ποιο θέμα;
- Σ' όλα...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στην Αμερική, Golden Boys ονομάζονται τον τελευταίο χρόνο οι μάνατζερ των τραπεζών, των μεγάλων χρηματιστηριακών και συναφών εταιριών που, είτε έχουν χεστεί στο τάληρο, είτε έχουν συμβάλλει στο να πλουτίσουν οι εργοδότες τους (εξ ου και ο τίτλος). Η ορολογία δημιουργήθηκε επειδή τα προϊόντα των τραπεζών και τα «τοξικά ομόλογα» που έριξαν στην αγορά, οδήγησαν στην οικονομική κρίση.

Τώρα τελευταία η ορολογία πέρασε στα δικά μας ΜΜΕ (και ως γνωστόν εδώ αν η μύγα βγάλει κώλο, χέζει τον κόσμο όλο) την οποία και κοπανάνε απο το πρωί μέχρι το βράδυ. Αναφέρεται στους διευθυντές των Ασφαλιστικών Ταμείων, οι οποίοι ρίχνουν τα αποθεματικά τους (δλδ τα χρήματα που παρακρατούνται από τους ασφαλισμένους) στο χρηματιστήριο, όπου και χάθηκαν!

Πότε πότε το έχω ακούσει να αναφέρεται στα στελέχη τα οποία δε θα αγγίξει το κύμα απολύσεων.

Ξεσπάει πόλεμος για τα περίπου 1.000 (όπως τα υπολογίζει το ΠΑΣΟΚ) γκόλντεν μπόις του κρατικού μηχανισμού, με αφορμή τις προχθεσινές εξαγγελίες της κυβέρνησης ότι θα περικόψει τους μισθούς τους, βάζοντας ανώτατο «πλαφόν».

Τα ΝΕΑ, 27-2-2009

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το μέσον, ο γνωστός ή ο γνωστός του γνωστού που συνήθως κάνει τα πράγματα να κυλήσουν στην Ελλάδα για να γίνει η δουλειά σου ή για να ωφεληθείς σε μια κατάσταση.

-Άστα ρε φίλε, πήρα μετάθεση στον Έβρο. -Καλά, δεν έχεις κανένα δόντι να σε φέρει Αθήνα να είσαι μες στο σπίτι σου;

Αν του κάτσεις, μετά τον έχεις δόντι. Δώσε βάση στο νοήμα. (από Galadriel, 07/03/09)

Βλ. και άκρη, βύσμα, κονέ, χαυλιόδοντας. Σχετικά: ρουσφέτι, bluetooth

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία