Το λήμμα Μολούκος είναι ένα σύνθετο ουσιαστικό με ρίζες από τις λέξεις "Μαλάκας" και "Τζουτζούκος". Πλησιάζει σε έννοια το "μουνόδουλος" ΄ή το "αγαπούλης" με τη διαφορά ότι δίδεται έμφαση στην φαταλιστικά παθητική στάση του άρρενα και χρησιμοποιείται είτε περιπαικτικά ως αρνητικός χαρακτηρισμός προς τον φίλο "παθών" που τον παρασέρνει το αιδοίο ασυστόλως είτε από τη "Θήλυ" αφέντρα προς το θύμα άρρενα όπου τον έχει ως αρσενική αβοήθητη και καταδικασμένη τραβιόλα που θα υποκύπτει στις όποιες σεξουαλικές ορέξεις της χωρίς δυνατότητα διαφυγής.

Η συνήθης προφορά της λέξης από γυναίκα είναι κάπως περιπαικτικά ναζιάρικη με ιδιαίτερο κοφτό τονισμό στο "λούκ" όπου υψώνεται η ένταση της φωνής και ακολουθεί μια μικρή κοφτή παύση στο "κ" και ένα σύρσιμο του οοοοοο --> μο-λούκ |... οοοοοο. Άντρας προς άντρα η προφορά είναι μέσα από τα δόντια και με λιγότερο σύρσιμο + τσαντισμένο/απογοητευμένο ύφος.

- Άρρεν: Δήμητρα; Τι κάνεις γυμνή στο δωμάτιό μου;
- Θήλυ: Σκάσε μικρό αμπλαούμπλικο κοαλάκι!
- Άρρεν: Πως μιλάς έτσι μωρή;...πάω να φύγω!!!
- Θήλυ: Δεν πας πουθενά... Έχω γκάβλες... Έλα εδω μολούκο μου.

- Άσε Γιάννη πάλι είχα τραβήγματα στο σπίτι.... Με έχει κάνει κομμάτια.... αλλά την αγαπάω.
- Ρε μολούκο! Τι παπαριές είναι αυτές; Άκου λίγο Σταρόβα "Αυτό που θέλουν οι γυναίκες"...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Χορηγός συνήθως λέγεται ο τύπος που μπορεί να έχει γυναικεία συντροφιά μόνο αν της τα ακουμπάει χοντρά.

Κοίτα τι γκόμενα κυκλοφορεί ο χαλιαμούτρας. Μάλλον για χορηγό τον κόβω.

Πρβλ. και χορηγία.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που χτυπάει γκόμενες κατά συρροή, που αλλάζει τις γυναίκες σαν τα πουκάμισα, ο Καζανόβας, ο Δον Μήτσος Κιλώτης, ο Τζέμης Μποντ τ. fuck and let die, ο φαρμακοψώλης, ο σκοτώνω. Γενικά το τελικό συστατικό -φονιάς προσδίδει σεξιστικώς ένα είδος ανδρισμού, γιατί άντρας που δεν είναι γκαζοφονιάς, ρακοφονιάς, ή, γιατί να το κρύψωμεν άλλωστε, και μπαζοφονιάς, δεν είναι άντρας. Σημειωτέον ότι στο -φονιάς μπορεί να υπάρχει και μια ελαφρά μειωτική χροιά, λ.χ. ο γκαζοφονιάς να είναι αυτός που πατάει γκάζι σαν ούγκανος εις βάρος της πχοιότητας της οδήγησης, έτσι κι ο γκομενοφονιάς μπορεί να είναι και -φονιάς ως σαβουρογάμης ό,τι κάτσει ή ως κάποιος που χάνει ευκαιρίες για πχοιοτικές σχέσεις μέσα στη φούρια του. Θα μπορούσαν να ειπωθούν πολλά ψυχανάλατα για τη σχέση σεξ και θανάτου, τόσο της ερωμένης, όσο και του ερώντος, αλλά προτιμώ να δώσω τον λόγο στα παραδείγματα.

  1. Ντανιέλος ο Γκομενοφονιάς. Επειδή σήμερα, εκεί που έψαχνα καμιά καλή φωτογραφία να σχολιάσω, με έπιασε μία απίστευτη πρεμούρα και σιχαμάρα με όλα τα πλαστικά βυζιά στον κόσμο της σόου βυζ (ο προσωπικός μου κρυπτονίτης), θέλω να δούμε ένα κλασικό αγόρι για να ευθυμήσουμε. [...] [Πιο χαμηλά]24. Ααααχ Όλγιες Κιρουλένκες που μας ματσαλάτε όλα τα καλά πουλιά... Στωναγμός. [...] Γιατί το πίνω το Μαρτίνι (Rosa Eske-me-nazy remix). Εις υγείαν και καλό σαββατοκύριακο. Labels: Daniel Craig, γκομενάκι, λιγούρες, ταινίες, φουσκοδεντριές. (Εδώ).
  2. Μόνο δύο εξαιρέσεις υπήρχαν. Η πρώτη ήταν ο Μιχάλης, γνωστός και σαν "Ραλίστας" ή "Αετονύχης" ή "Γκομενοφονιάς" ή "Ο ψηλός με τη Γιαμάχα" ή "Ε.Π.Μ.Κ.Α.Χ (Επίσημος Προμηθευτής μαύρου Και Άλλων χόρτων"), ο οποίος είχε πάρει απόφαση ότι δεν πρόκειται να γράψει πάνω από τρία και άρα δεν είχε κανένα άγχος. (Εδώ).

Ο Ντανιέλος ο Ουκρανιδοφονιάς του πρώτου παραδείγματος

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο τυπάς και μερικές φορές ο μάγκας.

Κλασικός γιαννιώτικος ιδιωματισμός της περιοχής του κάστρου Ιωαννίνων.

Εεεε, τον τζε... πολύ τζες ο τύπος!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Καθώς η λέξη λέγεται πολύ στην περιοχή των Ιωαννίνων, ενίοτε σημαίνει τον Γιαννιώτη, τον κάτοικο της περιοχής Ιωαννίνων, όπως τον χαρακτηρίζουν οι μη Γιαννιώτες, που χρησιμοποιούν την λέξη είτε καθόλου, είτε λιγότερο, λ.χ. στον στρατό. Βλ. και Τζεδούπολη.

Άντε να πάρω την μετάθεση να φύγω από τους τζέδες, γαμώ τον Αλη-πασά μου μέσα...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο μπούλης που το παίζει και πολύ άντρας, μάγκας και νταής, γαμιάς της γειτονιάς, και γενικά έχει πάααααααρα πολύ καιρό να κατουρήσει.

Θεωρείται σλανγκ της φυλακής, αλλά και της νύχτας με το caveat ότι ό,τι έχει φτάσει να καταγραφεί ευρέως πιθανόν να μην είναι η τελευταία λέξη της σλανγκ αυτών των χώρων. Από την άλλη, χρησιμοποιείται και σε ιντερνετικές φοράδες, λίγα χτυπήματα.

  1. Ειρωνείες προς φωνακλά εδώ:

- ρε συ, μιλα λιγο πιο δυνατα! Δεν ακουγεσαι! ρε ΣΠΑΘΟΛΟΥΡΟ... - Ρε συ, εσυ που εισαι και μαγκας κι αλανι και ΣΠΑΘΟΛΟΥΡΟ, μπορεις να μας πεις τι δουλεια εχεις με κατι ελεεινους χλεχλεδες;

  1. Το χαρτί όμως που πιστοποιούσε τον τραυματισμό του είχε πάει και το είχε παραλάβει κάποιος “Γκλίτσας”, που τελικά αποδείχτηκε ότι ήταν ο δεύτερος καταζητούμενος με παραφρασμένο όνομα, τον οποίο οι αρχές θεωρούν σκληρό ποινικό και “σπαθόλουρο” της νύχτας, κατά το κοινώς λεγόμενο, μπράβος, πρωτοπαλλήκαρο δύο άλλων ποινικών που βρίσκονται στη φυλακή.
    (εδώ).

  2. Σπαθόλουρο μας προέκυψες...
    I like you more now :-) (εκεί).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σκυλάδες αποκαλούνται οι:

Βλ. και κρυφοσκυλάς.

  1. Ποιος είναι ο καλύτερος λαϊκός και σκυλάς τραγουδιστής; Tolis Tsimoggianis; Alekos Zazopoulos; Giannis Kollias; Kostas Safetis; Vasilis Mitropoulos; Stathis Ksenos; Xara Vera; Xaris Kostopoulos; Spiros Zaxarias; Anneta Marmarinou; Giannis Floriniotis; Giorgos Salampasis; Antzela Dimitriou; Vasilis Karas; Vasilis Terlegas; Gonidis; Konstantinopoulos; Notis Sfakianakis... (Βλ. εδώ)

  2. Αγαπητοί συνφορουμίται, με περίσσια χαρά σας παρουσιάζω το ΑΥΘΕΝΤΙΚΟ εξώφυλλο της υπερ-καλτ μοναδικής ταινίας «Ο ΣΚΥΛΑΣ» με τον Κώστα Στεφανάκη. Δώστε προσοχή στις διάφορες ατάκες όπως «μια ταινία για όλη την οικογένεια» και «γυρισμένη στη όμορφη Χαλκίδα». Επίσης παρατηρήστε την έντονη ανορθογραφία : Η Μανουσέλη έγινε Μανουσέλι, το «guest star» έγινε «gest star», στην πλοκή, αντί «κυνηγιέται» γράφει «κυνηγιέτε». Η μόνη αληθινή ατάκα, είναι ότι «δε θα ξεχάσετε ποτέ αυτή την ταινία». (Βλ. εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο άντρας που σέρνει γύρω του μεγάλη συνοδεία από θηλυκά, αλλά αγνοείται αν προχωράει στο κάτι παραπάνω, ή αν είναι απλώς για μόστρα. Είναι πάντως ταγός, αρχηγός της μουνοθύελλας που τον περιτριγυρίζει, κι όχι απλός φίλος-παρατηρητής.

- Τι γίνεται μ' αυτόν τον Ανδρέα, κάθε φορά που ανεβαίνει στην μηχανή έχει και μια διαφορετική γκόμενα στην πλάτη!
- Κι όταν φτάνουμε στο κέντρο, συνοδεύει πέντε έξι.
- Ναι, αλλά γαμεί τίποτις ο χαρεμάκιας;
- Ποιος το ξέρει...

Σύγκρινε: γκομενοβοσκός

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτό που θα λέγαμε ελληνιστί τσοντόφατσα. Χρησιμοποιείται κυρίως για άντρες, και εκτός από τη μακρυά μαλαπέρδα, είναι από τα βασικότερα προσόντα που πρέπει να έχει ένας πορνοστάρ αν θέλει να κάνει διαχρονική καριέρα στο χώρο.

Είναι η φάτσα που έχει κάτι το διεστραμμένο, το παρακμιακό αλλά και το διαχρονικό μαζί. Βέβαια τσόντα-face μπορεί να είναι και κάποιος που δεν είναι πορνοστάρ, αλλά «το 'χει», θα μπορούσε να είναι π.χ. Γεωργίτσης (ή μήπως έχει παίξει σε τσόντα αυτός;)

Νομίζω ότι τα μύδια θα βοηθήσουν στην κατανόηση του λήμματος, είναι τα απόλυτα τσόντα-faces, για όσους βλέπουνε καμιά τσοντούλα. Ειδικά της γενιάς μου (βλέπε νοικιασμένο VHS από το βιντεοκλαμπάδικο της γειτονιάς.)

(Μεταξύ αντροπαρέας που βλέπει τσόντα)

- Πάλι αυτός ο τύπος;
- Καλά σε πόσες τσόντες τον έχουμε πετύχει;;;;
- Απίστευτο τσόντα-face!!!!!!

Δες και -φατσα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αν προσεγγίσουμε τον όρο κατά λέξη, είναι ο άρχων των ομοφυλοφίλων, ο επικεφαλής, ο αρχηγός. Κατά το Ίλαρχος, Ίππαρχος, Δήμαρχος, ο καθοδηγών τους πούστηδες. Το νόημα ωστόσο παραπέμπει στην άλλη έννοια που ενέχει η λέξη, δηλ. στον φορέα κακίας, πονηριάς, ψεύδους και βλαπτικότητας. Το δεύτερο συνθετικό τονίζει έντονα το μέγεθος της κακότητας του ατόμου, είναι κάτι παραπάνω από «πούστης», δεν «εξηγείται πούστικα» ούτε «κάνει πολλές πουστιές». Κάποιες φορές στον στρατό χρησιμοποιείται εναλλακτικά και ως ο οπλίτης που κάνει ό,τι πουστιά περνάει από το χέρι του για να «χώσει» μέσω του βύσματος που διαθέτει τους άλλους φαντάρους.

- Ρε συ, αυτό το κωλόπαιδο ο Μίμης, συντοπίτης σου δεν είναι;
- Μην τον αναφέρεις καθόλου αυτό το αρχίδι, πρόκειται για μεγάλο πούσταρχο, πραγματικά μισητή μορφή...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία