Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Προέκταση κλασικών χαρακτηρισμών όπως «τσου ρε Λάκη» ή «ίσα ρε». Εξαιρετικά υποτιμητική προσφώνηση.

- Πρόσεχε σε παρακαλώ πως μιλάς.
- Ίσα ρε... Λάκη... γλυκούλη...

Υφάρχουν και χειρότερα... (από nasos, 30/03/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κοκοβιός λέγεται κυρίως ο φλώρος ή φλούφλης ο οποίος είναι ολίγον τι και χαζός ή αγαθιάρης. Χρησιμοποιείται περισσότερο όταν η εμφάνιση συνάδει και με την ιδιοσυγκρασία αυτού που αποκαλείται κοκοβιός.

Το επίθετο κοκοβιός προέρχεται από το ψάρι κοκωβιός (λατ. gobius, αλλά και στα Ελληνικά πολλές φορές γωβιός). Κατατάσσεται μάλλον στα «χαζόψαρα»... πιάνεται εύκολα και δεν μεγαλώνει πολύ.

Το κοκοβιός προέκυψε και ως παρατσούκλι στον ηθοποιό Πέτρο Γιαννακό, από το ρόλο του «Κοκοβιού» σε μια ταινία του Τζαβέλα. Ο Πολύκαρπος Πολυκάρπου περιγράφει το συγκεκριμένο ρόλο ως εξής: «...Ο τύπος ήταν κάτι ανάμεσα σε καραγκιόζη, φασουλή, αρλεκίνο και κλόουν. Ήταν ο υπερφυσικός μπεμπές, το παιδί που δε μεγάλωσε, χαζοέξυπνος και βλακοϊδιοφυής...».

  1. Κοίτα ρε έναν κοκοβιό με γλειφιτζούρι, τί γκομενάκι που συνοδεύει... Χου ρε!

  2. Καλά ρε πώς σε κουρέψανε έτσι; Πώς θα βγεις έξω σαν κοκοβιός;

(από Malinowsky, 17/03/09)(από Malinowsky, 17/03/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που είναι υπερευαίσθητος και φοβάται να αναμιχθεί σε οποιαδήποτε ένταση (καλομαθημένος σκατοφλώρος). Η λέξη προέρχεται αρχικά από το ζεύγος Κλούβιου και Σουβλίτσας.

- Πάμε να ξεφορτώσουμε τις παλέτες με τα πλυντήρια;
- Είσαι σοβαρός; Θες να ιδρώσω και να χτυπήσω;
- Σιγά μωρή Σουβλίτσα. Μήπως θες να περιμένω να σου στεγνώσει το μανό;

Κλούβιος και Σουβλίτσα - ρετρό. (από poniroskylo, 10/03/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο μπουλούκος. Ηχοποίητη λέξη που φαίνεται τρυφερή μόνο σ' αυτήν (-ον για λούγκρα) που την λέει, ή μάλλον, διόρθωση, σ' αυτόν που την ακούει, γιατί κι αυτή που την λέει, τον κοροϊδεύει από μέσα της.

Άδωνις Γεωργιάδης.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κατά την Ευγενία Μανωλίδου, ο Ελληναράς Άδωνις Γεωργιάδης. Γνωστός και ως μπιφτεκάκι, λουλούκος, μωρουλίνι, μαϊντανός και μικρούλης (μικρούλης και στην π...α δεν ξέρω, ρωτήστε την Ευγενία στη στιγμή της αλήθειας). Για όλους τους άλλους, είναι γνωστός ως Άδης (χωρίς το Γεωργι-). Μπουμπούκος είναι γενικά όποιος συμπεριφέρεται στη γυναίκα του όπως ο Άδωνις στην Ευγενία.

-Ρε μαλάκα, εγώ λέω να πάρουμε τους άλλους και να πάμε στο γηπεδο, με τον Πανιώνιο παίζουμε.
-Άσε ρε. Το Μαράκι θα με πάει στη μάνα της.
-Κι εσύ θα πας ρε;
-Ε, τι να κάνω.
-Καλά ρε μαλάκα, πώς έγινες έτσι μπουμπούκος ρε. Προτιμάς τη γκόμενα και τη μάνα της από την ομάδα; Φτύνεις τα φιλαράκια σου; Ουρτ!

Ευγενία Μανωλίδου και Μπουμπούκος. Παρτ 2/2. (από Hank, 03/03/09)Παρτ 1/1. (από Hank, 03/03/09)(από Khan, 19/10/09)(από Khan, 02/01/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που είναι προσκολημμένος στη μαμά του και πλήρως εξαρτημένος απ' αυτή, ο φλώρος, ο άβγαλτος.

- Καλά είσαι τελείως μαμάκιας, να δω τι θα κάνεις στο στρατό που δε θα έχεις τις ανέσεις της μαμάς.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που κάθεται πολύ στο σπίτι και δεν ξέρει τόσο από τη ζωή έξω, ο αντικοινωνικός. Συνήθως λέγεται για τους καμμένους και τους μαμάκηδες.

- Ο Νίκος είναι τελείως άβγαλτος, όταν τα άλλα παιδιά μπλέκαμε με τη φούντα αυτός έπαιζε μανιωδώς Chessmaster στο PC.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κουκουλοφλώρος χαρακτηρίζεται ο τυπάς που, αν και φοράει κράνος – κασκόλ –μάσκα / γυαλιά σκι, έχει ακόμη μέσα του την ιδέα πως κάποιος κάπου πρόκειται να τον γνωρίσει και να τον κάνει «να πληρώσεις ρε αλήτη» για ότι έχει κάνει. Οπότε αποφεύγει συστηματικά την έκθεση σε οπτικό πεδίο κάμερας, τα πλιάτσικα σε μαγαζιά που βιντεοσκοπούνται για τη δική μας ασφάλεια (εκτός αν η λίστα του ντου έχει προϊόντα πρώτης ανάγκης οπότε κάνει την υπέρβαση), το να το παίξει ο ειρηνευτής που θα μπει ανάμεσα στους μπάτσους και στους μπάχαλους για να ηρεμήσει τα πνεύματα και άλλα.

Διαθέτουν την χείριστη φήμη ανάμεσα στις τάξεις των απλών και τίμιων κουκουλοφόρων και συχνά αναφέρονται και ως μαύρα πρόβατα. Κανείς δεν τους συμπαθεί, αλλά δυστυχώς δεν μπορούν και να τους διώξουν, καθώς η πάλη κατά της πόλης που καίγεται - λουλούδι που ανθίζει είναι πραγματικά δύσκολη και χρειάζεται την συνδρομή όλων. Παρόλα αυτά, οι κουκουλοφλώροι επιτελούν μιας κάποιας μορφής έργο, με το να σπάνε μάρμαρα και να φέρνουν πολεμοφόδια, να ζωγραφίζουν με σπρέι διάφορα συνθήματα, να πασάρουν και να κουβαλούν τα μαλόξ και γενικά να χαμαλοδουλεύουν.

Αν διαβάζετε τον ορισμό και κάτι δεν σας έκατσε καλά, τότε μάλλον είστε αστυνομικός ή ανήκετε γενικά στα σώματα ασφαλείας, χουντάλας, ιδιοκτήτης μαγαζιού στο κέντρο και μη περιοριστικά. Για εσάς ο ορισμός είναι: γενικά όλοι αυτοί που κρύβονται πίσω από μία κουκούλα.

(Δύο τύποι συνομιλούν στην Φιλοσοφική Θεσσαλονίκης 17 Νοεμβρίου)

- Λοιπόν, σήμερα το μενού έχει Στάρμπαξ και Ζάρα. Παίρνω εγώ Ζάρα.
- Εντάξει. Να το κάνουμε πέτρα ψαλίδι χαρτί ή να διαλέξω πρώτος.
- Άσε εμείς έχουμε ήδη κάνει τρελό τιμ. Εγώ, ο Κώστας ο ψηλάκος, ο Χρηστάκης ο άτσου, ο Πεπερικλής ο κεκές και ο Μίλτος ο ράπα.
- Τι λες ρε φίλε; Πάλι θα μείνω εγώ με τους κουκουλοφλώρους; Δεν στρέει, θέλω να διαλέξουμε ξανά.

Ποιος είπε ότι ο Τσίπρας χαϊδεύει τους κουκουλοφλώρους; (από Hank, 13/02/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ορισμός του όψιμου νεο-Αεκτζή που έμαθε την ΑΕΚ το 2004, την εποχή που έγινε trendy και μόδα απο τον γνωστό κοντοπούτανο κοκάκια.

Ο κομήτης χαρακτηρίζεται από το γεγονός ότι είναι ξερόλας,το παίζει ότι είναι η Δομή στα ποδοσφαιρικά, έχει άποψη επί παντός επιστητού όσον αφορά την ομάδα της ΑΕΚ, παρακολουθεί μόνο ποδόσφαιρο γιατί νομίζει ότι μια ομάδα είναι μόνο η ΠΑΕ και συνηθίζει να συχνάζει πίσω από την οθόνη του υπολογιστή του. Έχει 300.000.000 posts σε γνωστό κομητοφόρουμ και το μόνο που έχει κάνει για την ομάδα του είναι restart στον υπολογιστή του.

Είναι τζάμπα μάγκας, με ύφος σαράντα καρδιναλίων αλλά, κατά βάση, είναι μια κότα που κρύβεται.

Τέλος, να προστεθεί ότι κατά βάση είναι Πανιώνιοι, Εργοτέλης, Λάρισα και ο,τιδήποτε άλλο, έχοντας μάλιστα οι περισσότεροι κομήτες εισιτήρια διαρκείας στις εν λόγω ομάδες.

  1. - Ρε μαλάκα, πάλι ο καρδινάλιος γράφει παπαριές στο κομητοφόρουμ.
    - Έλα μωρέ τώρα, ποιός ασχολείται με τον κομήτη, τον ανύπαρκτο.

  2. - Η ΑΕΚ πάει κατά διαόλου, φίλε.
    - Ναι, αλλά πού θα είμασταν το 2004;
    - Καλά, γάμα το, είσαι κομήτης.

  3. ('Εξω από σύνδεσμο) ΚΟΜΗΤΕΣ ΓΑΜΙΩΣΤΕ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Με τον όρο λουκουμάς αναφερόμαστε τόσο στο καταπληκτικό γλύκισμα που όσοι ξέρουν το παραγγέλνουν λέγοντας: «Πιάσε ένα ντόνατς» όσο και στον αφράτο τύπο με μπαμπακωτά μαγουλάκια και, συνήθως, καστανόξανθες μπούκλες. Την όλη εμφάνιση συμπληρώνει και το σχήμα του σώματος που με λίγη, πολύ λίγη, φαντασία μπορεί να παρομοιαστεί με αυτό που φαίνεται όταν μπάλα μπάσκετ έχει μείνει στο στενό διχτάκι της μπασκέτας και έχουμε ρίξει κι άλλη από πάνω για να την κατεβάσουμε αλλά έμεινε κι αυτή (το όλο σκηνικό χωρίς το δίχτυ και τη στεφάνη και με την ανυπαρξία λαιμού να βοηθάει πολύ). Κι επειδή όλοι μας προσπερνούμε την εξωτερική εμφάνιση και βλέπουμε στην ουσία και στον εσωτερικό κόσμο του άλλου, ο λουκουμάς ολοκληρώνεται και με κάποια σημάδια στο χαρακτήρα του.

Ο λουκουμάς λοιπόν αποτελεί αυτό που λέμε μαμμόθρεφτο, μη μου άπτου στα όρια αδερφής που παρακαλεί, πολύ, στις ταβέρνες να φέρουν απαραίτητα κουτάλι για όλες τις σαλάτες ώστε ο καθένας να μπορεί να παίρνει στο πιάτο του. Γενικά είναι τρελός φλωρούμπας και πίνω-γάλα-στις-9-για-να-έχω-πέσει-για-ύπνο-στις-και-μισή και κατά έναν περίεργο τρόπο όλοι τριγύρω το καταλαβαίνουν με τον ίδιο μαγικό τρόπο που ο Χάρισον Φορντ στις ταινίες που παίζει τον ευυπόληπτο καταλαβαίνει ποιοι είναι οι κακοί ακόμη κι αν δεν έχουν πιστόλι. Φυσικά χρησιμοποιείται και για τύπους που δεν είναι όλα αυτά αλλά ξέρουν την σημασία του και μόνο που το ακούνε αρκεί για να θυμώσουν όσο ακριβώς επιθυμεί αυτός που το λέει (εντάξει, ίσως και λίγο παραπάνω ή παρακάτω).

(Δύο φίλοι κάθονται κάνοντας ταβανοθεραπεία και ο ένας ξαφνικά σπάει τη σιωπή)

- Αν είναι δυνατόν. Ο Στέλιος, ο λουκουμάς, που μου ντύνεται με πουλόβερ από την εποχή του πατέρα του, έχει αρχίσει να έχει φαλάκρα και η αγαπημένη του λέξη είναι «μεαπόλα», τα έφτιαξε με το Μαράκι το παστάκι για παράδειγμα.
- Τι για παράδειγμα ρε παπάρα;
- Αν το δεις γραμμένο εκεί που θέλω να το γράψω θα καταλάβεις.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία