Ο Σαλσανάπαλος ήταν σύμφωνα με τον Θεό Διόνυσο όποιος αμαρτωλός ανήκε στο θεϊκό αυτό γκρουπάκι της salsa που ξεκίνησε το Μαΐο του 2013 κάπου στην Πανόρμου της Αθήνας. Ο σαλσανάπαλος φημίζεται παροιμιωδώς για την έκφυλη και άσωτη ζωή του. Εν ολίγοις, για έναν αμαρτωλό πρόκειται για έναν κολακευτικότατο προσδιορισμό... το τεμπελόσκυλο, ο τρυφηλός, το παράσιτο, ο μαμ, κακά και salsa.

- Ρε σαλσανάπαλε, βρες καμιά δουλειά, που έχεις την μάνα σου με κήλη να καθαρίζει σκάλες στο δημαρχείο και συ κάθεσαι και γκομενίζεις με αυτό το μελαχρινό λουκουμάκι.
- Άστηνα εκεί που είναι τη μάνα μου, αλλιώς θα πεινάσουμε, ούτε το λουκουμάκι δεν θα καταφέρουμε να φάμε.

Πηγή: https://www.facebook.com/groups/452770151485941/

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στα καλιαρντά σημαίνει μιλάω ξένη γλώσσα ή τζινάβω μυημένη διάλεκτο σε τζιναβωτούς. Προφάνουσλυ από τη βιβλική ιστορία με τον πύργο Βαβέλ που αρχίσανε για πρώτη φορά οι άνθρωποι να μιλάνε ξένες γλώσσες σύμφωνα με τη Βίβλο κι έγινε μια κατάσταση Βαβέλ.

Βαβέλιασα βαθιά λατινικά και ετρούσκα για να γροικάει η τζασλή να κάμει σολοφλόκιασμα. (Απ' το Μπουντουσουμού).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Καλιαρντή λέξη, δηλώνει το τεκνό που είναι της απολύτου εμπιστοσύνης αυτού που το έχει για τεκνό. Προφανώς από τον μυθολογικό σκύλο Κέρβερο, που φύλαγε τις πύλες του Άδη.

Σκέφτομαι να στήσω χρυσελεφάντινο ανδριάντα στο με σικ γιάνκη. Είχε όλες τις προϋποθέσεις να μου ήταν συμπαθής. Έσιαξε το μπερντέ του εις την αλλοδαπή και διακατέχεται από μια προτεσταντική ηθική, σε αντίθεση με τους βλαχοκαρνιώτες μικρομέγαλους ιθαγενείς μετόχους και τις δημοσιογραφικές βουβουζέλες τους που μου προκαλούν μια α πριόρι αποστροφή. Από εκεί και πέρα όμως ...Δεν γνωρίζω αν μπενάβει την τσεκουράτη γλώσσα της αλήθειας του Νότη, τη γλώσσα των ψεμμάτων των αλητών-κλεφτών-πολιτικών, τη λογοτιμήτικη των Μελ Μελ & Μελ ή την απροσδιόριστη του πρίκηψ; Δεν ξέρω γιατί μας τίμησε με τη παρουσία του, όσες φορές ήταν εντός ελληνικού πλάνου. 'Ηρθε να προσκυνήσει το δέλτα της Κυριάκου; Να προμηθευτεί με Καλαματιανά σοκολοτάκια ή να βρει κάνα τιβουπί θήλυ να κρεμαστεί; Τον μόνο που μπάνισα ουκ ολίγες φορές ήταν το κερβερότεκνό του, ένα αγνώστου ταυτότητας αντικείμενο, ο οποίος είχε πιάσει στασίδι εντός του κοινοβουλίου και προσέθετε την τελευταία πινελιά γραφικότητας . Κοινώς είχε κουλάρει την παρουσία μας σε τέτοιο βαθμό, που είχαμε καταντήσει πλατινένιοι χορηγοί του αχόρταγου. (Πολιτικό καλιάρντεμα αποκατέ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο καλικάντζαρος

βάλε στην πόρτα σου σπαραγκιά μη μπουν οι καλικατζάροι

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

αναφορά σε μυθικό πρόσωπο συνδικαλιστή ΕΑΑΚ στη σχολη Μεταλλειολόγων του ΕΜΠ (ΑΧΜΜΕΤ) γνωστό για την ικανότητά του να μιλάει 40 λεπτά χωρίς να λεει τίποτα συγκεκριμένο.

-Τελειώνει η Γενική Συνέλευση? -Όχι, μόλις ξεκίνησε να μιλάει ο Αλεμάο,έχεις χρόνο να πας και για καφέ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Ο βρικόλακας στην ποικιλία της Σαλαμίνας και μεταφορικά ο άνθρωπος που δεν κοιμάται το βράδυ.

Σαν τον λουγκάτη απόψε δεν κοιμήθηκα καθόλου.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Στην ποικιλία της Κούλουρης στη Σαλαμίνα σημαίνει άι στον διάβολο.

Ρε τύραννε! Άι στορόντο, χρονιάρες μέρες, που θα μου βγάλεις την ψυχή!» / «Ρε μάνα! Τι στορόντο σ’ έπιασε τώρα;» (Χρήστος Μυλωνάς, Χριστουγεννιάτικο της Κούλουρης).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

*Κάτι που - στην πραγματικότητα - δεν είμαι (ή είναι κάποιος), ή *Κάτι που δεν πρόκειται να γίνει, κάτι που δεν πρόκειται να συμβεί.

  1. -Ωραία κοτσίδα! Αφήνεις μαλλί;
    -Ναι, ναι Μακλάουντ και καλά...

  2. -Θα έρθει ο Αντώνης τελικά για Καφέ;
    -Ναι, ναι Μακλάουντ και καλά... αφού μας έχει φτύσει τελευταία.

Επίσης χωρίς τα «ναι» - Μακλάουντ και καλά. Βλ. και και καλά, καικαλούας/-ού, ντεμέκ, καικαλάς

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είναι μυθικό πλάσμα, με κεφαλή όρνεου, που το ελκύουν ως γνωστόν τα κουφάρια ζώων, με ράμφος κοφτερό-μυτερό και σώμα λύκου, καθώς και την όρεξή του.

Ο όρος χρησιμοποιείται ως:

  • επιθετικός προσδιορισμός για άτομο, ύπουλο, άπληστο, ικανό να αρπάξει και από εκκλησία, με κακόβουλη διάθεση και το μυαλό του πάντα στο πονηρό και την αρπαγή,
  • στη μορφή λυκόρνι, κατά συγκοπή της κατάληξης, ως προσφώνηση μεταξύ κολλητών,
  • την μορφή «ο αρχιλύκορνας», υποδηλώνει τον υπερθετικό βαθμό του απλού λυκόρνεου, το υπέρτατο λυκόρνιο!

    Η περιοχή του Ωρωπού (αρχαίας Γραίας) και οι παρατηρητικοί κάτοικοί της (Γραικοί, μετέπειτα Ωρωπιώτες), φαίνεται από τις ευρεθείσες μαρμάρινες πλάκες με εγχάρακτες επιγραφές σε Γραμμική Ωρωπιώτικη γάμα (Λύκορν εξ Ωρωπού), ότι υπήρξαν οι πρώτοι που χρησιμοποίησαν τον όρο αυτό.

  1. - Ρε συ Διογένη, αυτός ο δικολάβος, πολύ συμφεροντολόγος μου φάνηκε και άπληστος, σκέτη ύαινα...
    - Τι ύαινα ρε συ Κιούρτο, σκέτο λυκόρνιο είναι ο τύπος...

  2. - Πού χάθηκες ρε συ παλιολυκόρνι;
    - Να μωρέ, εδώ, γύρους κάνω.....

  3. - Πολύ λυκόρνεο αυτός ο φίλος σου Ιωσήφ…
    - Αυτός δεν είναι τίποτα Δαυίδ, να γνωρίσεις τον γιό του, τον τοκογλύφτη, να δεις τι αρχιλύκορνα τον έχει κάνει...

Κι ο γρυπας καλος είναι! (από perkins, 24/05/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τα κόπρανα του αιθέριου και μυθικού όντος της νεράιδας, σπάνια μεν, αλλά ανάλογα δε με τον κατά τόπο πληθυσμό των, χαρακτηριστικό εχόντων την φοβερή μεταστροφή της διαθέσεως του ακουσίως πατήσαντος αυτά. Ως γνωστόν η επαφή και θέα της νεράιδος προκαλεί πληθώρα έντονων και παράλογων εκδηλώσεων στους ανυποψίαστους κοινούς θνητούς («του κόπηκε η μιλιά», «του πήρε τα μυαλά» και άλλα πολλά). Δεν θα μπορούσε να μην συμβαίνει το ίδιο με τα περιττώματά της, τα οποία -μην παύοντας να είναι σκατά- έχουν έναν λόγο παραπάνω να προκαλούν αφόρητο εκνευρισμό.

- Ξέρεις, δεν θα ρθω τελικά. Δεν γουστάρω να δω κανέναν.
- Καλά τι έπαθες; Εσύ δεν μου λεγες το μεσημέρι καλή φάση να βρεθούμε όλοι μαζί...; Νεραϊδόσκατα πάτησες;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία