Η φοβία (που συνοδεύεται συνήθως από ιδρώτα και έντονο τρέμουλο) μήπως έχεις τηγανίσει περισσότερες ή λιγότερες πατάτες απ' αυτές που χρειάζονται.

- Και πώς καταλήξατε να κοιμάστε στο πάτωμα;
- Ήρθε, γιατρέ μου, ένας οικογενειακός φίλος για φαΐ, και με έπιασε μια πατατοφοβία άλλο πράμα! Παίρνω τρία ηρεμιστικά στο καπάκι, και να 'μαι κάτω.

Patata dentata (από σφυρίζων, 26/03/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ρηχός και φαρδύς ξύλινος δίσκος, στον οποίο τοποθετούνται, στολίζονται και μεταφέρονται στην εκκλησία τα κόλλυβα. Επίσης κάθε είδους ρηχή και φαρδιά πιατέλα, στην οποία το φαγητό μπορεί να απλωθεί.

Η λέξη απαντάται στη Δυτική Ελλάδα και τα Επτάνησα ως απλάδενα, εκ του απλώνω. Για πλήρη ετυμολόγηση βλ. εδώ.

  1. Κένωσε το φαγητό στην απλάδενα και είπε: -Κοπιάστε.

  2. (...) ελεγα να στειλω με κουριερ δυομιση κιλα κολυβα μαζι με την πλαδενα στολισμενη με κεινα το ασημι κουφετακια ( από το νέτι)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κωνικό μεταλλικό δοχείο που χρησιμοποιούνταν για το βράσιμο διάφορων υγρών, κυρίως όμως νερού και γάλατος.

Μεταφορικά σημαίνει τον ανόητο άνθρωπο.

- Μα πού έβαλες τα κλειδιά;
- Κάτω απ' το πατάκι, σου είπα!
- Για να τα βρει όποιος θέλει και να μπει σαν κύριος στο σπίτι; Τι γκιούμι! Καλά τόσο δεν σου κόβει;

(από backi, 02/05/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία