Κάτι καταθλιπτικό και συνήθως βαρετό που σε φέρνει στα πρόθυρα της αυτοκτονίας.

-Γαμώ τα κομμάτια, ε;
-Καλό ειναι, δεν λέω, αλλα πολύ κοψοφλεβιά ρε παιδί μου... Βάλε να ακούσουμε κάτι πιο χαρούμενο!

Από το κόβω φλέβες.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παραλλαγή της λέξης τσιγάρο. Εναλλακτικά αναφέρεται ως υποτιθέμενο φυτό που παράγει ως καρπούς τσιγάρα (χρησιμοποιείται για να κάνει κάποιος τράκα με χιούμορ).

  1. Κάνουμε μια τελευταία τσιγαριά και πάμε για ύπνο.

  2. Ανέβα ρε στην τσιγαριά και πιάσε μου ένα τσιγάρο!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παραλλαγή της λέξης παλτό, συνήθως με διάθεση υπερθετική και όχι υποτιμητική...

Για δες παλτουδιά που κονόμησα από τον ξάδερφό μου... Εκείνος πάχυνε και δεν του κάνει πια...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μάλλον απαξιωτικός χαρακτηρισμός για κάποιο σχεδιαστικό πόνημα.

Αφορά συνήθως σε βιομηχανικά προϊόντα, π.χ. έπιπλα, είδη οικιακής χρήσης, γκάτζετς, αυτοκίνητα, μηχανές. Μερικές φορές αναφέρεται και σε κτίρια, σπανιότερα και σε ρούχα. Αν χρησιμοποιήσετε τη λέξη για κάποιο καλλιτεχνικό έργο πρόκειται για θάψιμο ολκής.

Η ντιζαϊνιά είναι πάντοτε επώνυμη, το προϊόν είναι πάντοτε φίρμα.

Πολύ συχνά, ντιζαϊνιά χαρακτηρίζουμε κάτι εξεζητημένα μινιμαλιστικό χωρίς, ωστόσο, αυτό να είναι απόλυτος κανόνας. Πάντοτε, όμως, στη ντιζαϊνιά η αισθητική προέχει. Στον βωμό της μπορεί να θυσιασθούν η λειτουργικότητα, η αντοχή, η τεχνολογία και το προσιτό της τιμής.

Έτσι, πολλές φορές όταν χαρακτηρίζουμε κάτι ντιζαϊνιά εννοούμε ότι μπορεί να είναι όμορφο - ή, τουλάχιστον, αισθητικά καινοτόμο - αλλά είναι, κατά βάση, μάπα και, επίσης, αδικαιολόγητα ακριβό.

Σχετικά λήμματα: πολ μουρ, χαϊλίκι.

  1. Πράγματι, ωραία ντιζαϊνιά το καπάκι άλλα μάλλον ως τέτοια προορίζεται περισσότερο παρά ως κάποιο λειτουργικό στοιχείο προστασίας του προβολέα. (Από σχόλιο σε forum στο av site - αναφέρεται σε ένα projector Sanyo)

  2. Γενικά πιστεύω η αρχιτεκτονική έχει φορτιστεί με πολλά περισσότερα νοήματα από όσα πραγματικά φέρει. Το κτήριο είναι κατά βάση ένα χρηστικό αντικείμενο, όπως ας πούμε μια πιατέλα για σαλάτα. Αν η πιατέλα είναι ντιζαϊνιά από ίνοξ ή είναι πλαστική από τη λαϊκή της γειτονιάς, δεν παίζει ουσιαστικό ρόλο για τη σαλάτα, αλλά το ίνοξ θα κάνει αντανακλάσεις στο τραπέζι δίνοντας ένα διαφορετικό βάθος στην εμπειρία του φαγητού. (Από το freestuff.gr)

  3. Η Alfa Romeo είναι αγαπημένη μάρκα αυτοκινήτων του καλού μου... και μέσα από αυτόν έγινε και δική μου! Το ντιζάιν είναι απίστευτο... αν και τα ηλεκτρικά εξαρτήματά της χαλάνε στον χρόνο πάνω... Παρόλ' αυτά η ντιζαϊνιά και η μηχανή της δεν συγκρίνεται με καμιά άλλη μάρκα!!! (Από zooman-world.blogspot.com)

  4. Γιατί στους τοίχους και στα τραπέζια τους δεν έχουν κανένα κουλό πραγματάκι, αλλά μόνο Φίλιπ Σταρκ ανοιχτήρια και καφετιέρες Aλεζί; Tι να την κάνω την ντιζαϊνιά αν πρέπει να γίνω υστερική με το μάζεμα και την τακτοποίηση; (Από το ΚΛΙΚ)

  5. Χέστρα Alessi - βλ. φωτογραφία

(από poniroskylo, 14/05/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο καφές φραπέ. Βλέπε και: φραπεδέλα, φραπεδιόλα, φραπόγαλο.

Γλωσσολογία του φραπέ

Η λέξη frappé είναι γαλλική και σημαίνει χτυπημένος ή ανακατεμένος. Ως ξένη λέξη κανονικά δεν κλίνεται (ο φραπέ). Όμως, σε αντίθεση με τις περισσότερες γαλλικές λέξεις που έχουμε δανειστεί και παραμένουν άκλιτες, στην ονομαστική μερικές φορές αποκτάει κατάληξη και κλίνεται (ο φραπές, του φραπέ, οι φραπέδες κλπ.), κυρίως στην καθομιλουμένη. Άλλωστε αυτό παραπέμπει και στην κλίση της λέξης «καφές». Ενίοτε στον προφορικό λόγο απαντά η μορφή «φραπεδιά» (π.χ.: «Πιάσε μια φραπεδιά») ή, σπανιότερα, «φραπεδούμπα» ή «φράπα».

(από ιστολόγιο)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είδος ταινιών τρόμου, συνήθως δευτεροκλασάτων, όπου κυριαρχεί το συνεχές πλατσούρισμα των σκηνικών και της κάμερας από λουτρά αίματος. Εκ του αγγλικού splatter.

Ποοοο, μαλάκα, νοικιάσαμε χτες μια σπλατεριά ... Άλλο να σου λέω και άλλο να βλέπεις. Ο τύπος να της τραβάει το λαρύγγι με τα δόντια και να 'χει γεμίσει ο τόπος κέτσαπ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Απαστράπτουσα χλιδή, πραγματική ή επινοημένη. Οι φέροντες χαρακτηριστικά γκλαμουριάς αποκαλούνται γκλαμουράτοι.

Η έκφραση συνήθως εμπεριέχει ψήγματα σαρκασμού, εκτός εάν ο χρήστης της στερείται παντελώς της αίσθησης του γελοίου.

Είναι απίστευτο, αλλά η λέξη αποτελεί Ελληνικό αντιδάνειο: γκλαμουριά > glamour > gramarye (μαγεύω, στα Σκωτικά) > grammar (η μάθηση, κυρίως απόκρυφων και μαγικών τεχνών, στα μεσαιωνικά Αγγλικά) > γραμματική. (Βλέπε www.etymonline.com)

«Ένα στίγμα που ανάλογο δίνουν πια σχεδόν όλα τα ξένα φεστιβάλ- η γκλαμουριά, η νοτιοευρωπαϊκή κυρίως ιδέα του φεστιβάλ ΄ντυνόμαστε καλά και πάμε να δούμε τον σταρ΄ εξαφανίζεται, ακόμα και στη Βερόνα.» (Τέρμα στους σταρ και στην γκλαμουριά, ΤΑ ΝΕΑ, 28 Ιουνίου 2008)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Καθώς η υπερδύναμη τείνει να μεταφερθεί απ' τις ΗΠΑ στην Κίνα, μαζί τείνει να μεταφερθεί κι η αντίστοιχη βλακεία. Έτσι κατά τα αμερικανιά και αμερικλανιά, σχηματίστηκε το «κινεζιά», για να δηλώσει ακριβές υπερπαραγωγές ενός Χόλλυγουντ στα κινέζικα, ή οποιαδήποτε άλλη πατάτα προερχόμενη απ' την Κίνα και ιδίως αντίγραφα κακής ποιότητας. Κι ενώ στο σινεμά τα έργα ενός Γιμού, ενός Καρ Βάι, ενός Ανγκ Λη τίμησαν το είδος του βούξια, ή την βουξιά ελληνιστί, μετά έγινε μανιέρα ένα είδος βουξιών δεύτερης ποιότητας, που συναγωνίζονται τις κακές χολυγουντιάνικες ταινίες.

Χαρακτηριστικά της κινεζιάς στο σινεμά: Οι ήρωες πετάνε, πηδάνε, κάνουνε τούμπες με τέλειο υπερφυσικό τρόπο. Στην αρχή αυτό ήταν μέσα στους κώδικες του βούξια, αλλά μετά έγινε πρόσχημα για να φεσωθούμε. Οι διάλογοι ζηλώνουν την δόξα κάθε Φωσκολιάδας. Μέχρι το τέλος της ταινίας, όλοι οι ήρωες έχουν βρει κάποιον λόγο για να αυτοκτονήσουν μελοδραματικά. Και στο τέλος νικάει κάποιος σαδιστής αφέντης πατέρας, που έχει στο μεταξύ προσφέρει άπλετη ικανοποίηση στον κάθε μαζόχα της ταινίας. Όλα αυτά σε πανάκριβα σκηνικά με τείχη, φανάρια, δράκους, παλλακίδες κτλ. Οι τίτλοι αποτελούν συνήθως ένα συμπίλημα απ' τα παραπάνω.

- Πάμε να δούμε το «Καταραμένο Μυστικό του Χρυσού Δράκου»;
- Βουξιά;
- Φαίνεται;
- Μόνο να μην είναι πάλι καμιά κινεζιά σαν το «Κλάμα της Παλλακίδας πίσω απ' το Τείχος με τα Φανάρια». Δεν θα το αντέξω!

(από Khan, 30/10/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Φωτογραφία ή εικόνα που έχει υποστεί επεξεργασία στο Photoshop (άλλως γνωστό και ως φωτομάγαζο) ή οποιοδήποτε αντίστοιχο πρόγραμμα, όπως Corel.

Συνήθως αναφέρεται σε φωτομοντάζ (είτε για πλάκα, είτε στεγνά για παραπλάνηση του κοινού), ή σε διορθώσεις που αποκοπούν στο να φαίνεται ομορφότερο το εικονιζόμενο πρόσωπο/κορμί (από μοντέλες και τραγουδιάρες μέχρι δημοσιογράφους και πολιτικούς) - και όχι σε αθώα επεξεργασία τύπου «διόρθωση κόκκινων ματιών».

Ετυμ. (εν μέρει αντιδάνειο) < αγγλ. photoshop <
photo (= φωτογραφία) < photograph < ελλ. φως + γράφειν
+ shop (= μαγαζί) < παλ. αγγλ. sceoppa (= πάγκος πωλητή).

- Χαχα, την είδες την τελευταία φωτοσοπιά στη Σαλάτα Εποχής; Κολλήσανε τη μούρη του Κακλαμάνη σε πόστερ του Σχιζοφρενή δολοφόνου με το πριόνι. Μιλάμε, έκλασα στο γέλιο.

(κοιτάζοντας φωτογραφία περιοδικού)
- Πωωω, πολύ παιδί αυτή η Δούνια... Τούμπανο...
- Φωτοσοπιά είναι ρε στόκε, ξέρεις τι κυτταρίτιδα έχει αυτή κανονικά;
- Δηλαδή, άμα σου κάτσει, θα της πεις όχι, ε;
- ...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κίνηση της ιαπωνικής πολεμικής τέχνης καράτε, εκτελεσμένη με μαστοριά και δεξιοτεχνία. Καταχρηστικά, κίνηση οιασδήποτε ασιατικής πολεμικής τέχνης που προκαλεί σοκ και δέος στο αδαές κοινό που την παρακολουθεί.

- Και για πε ρε μαλάκα, τί έγινε μετά;
- Ε λοιπόν, εκεί που ο τύπος απειλούσε να κόψει τη γκόμενα φέτες με το αλυσοπρίονο αν δεν του καθόταν, σκάει από το πουθενά ο Μπρους Λη και με πέντε καρατιές του τσακίζει τα παΐδια!

Cato, my little yellow friend (από Vrastaman, 25/11/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία