Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Εντελώς μεθυσμένος, κουνουπίδι, κουρούμπελο, φέτες, και λοιπά.

Η φράση είναι βέβαια τουρκική (bir duvar benim, bir duvar senin) και σημαίνει κατά λέξη «ένας τοίχος δικός μου, ένας τοίχος δικός σου». Στην Τουρκία, λέγεται καμιά φορά και ανάποδα (bir duvar senin, bir duvar benim), αλλά το ίδιο είναι.

Αν και δεν της φαίνεται εκ πρώτης όψεως, είναι παραστατικότατη έκφραση: Έχεις δύο μπεκρήδες, τύφλα στο μεθύσι, να βγαίνουν παραπατώντας απ' το καπηλειό. Πιθανότατα δεν θυμούνται πώς πάνε σπίτι, και σίγουρα δεν βλέπουν πού πατάνε. Έτσι λοιπόν, για να μη χαθούν αφενός, και για να κρατήσουν ισορροπία και να μη φάνε τα μούτρα τους στο σοκάκι αφετέρου, πιάνει ο καθένας από 'να τοίχο - ο ένας δεξιά ο άλλος αριστερά - και πηγαίνουν. Γαμάτο;

  1. Κυριολεξία:
    - Ρε τι γαμάτα που περάσαμε, ρε Μπάμπη! Σ' αγαπάω, ρε φίλε!
    - Κι εγώ σ' αγαπάω, ρε Μήτσο!
    - Πάμε να τα πιούμε και πιο κάτω, ρε Μπάμπη;
    - Δεν μπορώ ρε μαάκα Μήτσο, δεν την παλεύω λέμε, έχω πιει τον κώλο μου!
    - Ε πάμε σπίτι μου, ρε Μπάμπη, να σκάσουμε κάνα γάρο!
    - Και κατά πού είναι το σπίτι σου, ρε Μήτσο;
    - Δεν ξέρω ρε μαάκα Μπάμπη, πάμε και βλέπουμε!
    - Ρε μαάκα Μήτσο, θα πέσω κάτω ρε μαάκα, θα φάω καμιά σαβούρα!
    - Ε, μπιρ ντουβάρ μπενίμ, μπιρ ντουβάρ σενίν, κάπου θα φτάσουμε!
    - Σ' αγαπάω ρε Μήτσο! (σνιφ) Σπαθί ξηγιέσαι!
    - Κι εγώ σ' αγαπάω ρε Μπάμπη! (σνιφ) Καρντάσι! (ΝΤΟΥΠ)
    (πέφτουν)

  2. Μεταφορά:
    - Φίλε, κλάσαμε στο γέλιο χτες. Βγήκαμε με τον Κώστα, κι αυτός δεν το 'χει το αλκοόλ, την ακούει με τη μία. Τον αγκαζάρει, λοιπόν, ο Πέτρος και τον πλακώνει στα σφηνάκια και στις κανάτες και τον κάνει μπιρ ντουβάρ μπενίμ, μπιρ ντουβάρ σενίν. Πήγαινε βάρκα γιαλό, γέλαγε σα μαλάκας, την έπεφτε σε ό,τι πέρναγε...
    - Και στη Σούλα;!
    - Και στη Σούλα! Και στο τέλος έφαγε μια χύμα και σωριάστηκε μες στο μαγαζί και τον πήρε ο ύπνος ρε φίλε!
    - Άντε ρε μαλάκα!
    - Ναι ρε σου λέω, πήγαμε να τον σηκώσουμε κι αυτός ροχάλιζε!
    - Τελέρε!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνηθέστατα έπεται είτε του βγαίνω είτε του ναι, αλλά και συντάσσεται σε σχεδόν καθημερινή βάση με το μόνο.

Εκφράζει την πεποίθηση αυτού που προσκαλείται να βγει ότι όντως θα το λήξει νωρίς σεβόμενος τις υποχρεώσεις της επαύριον και το γενικότερο κούτελο που (δεν) έχει στην κοινωνία.

Έχει θαυματουργές επιδράσεις στις τύψεις, καθώς ο εκφέρων αυτήν την μυστικιστική φράση είναι πεπεισμένος ότι όντως θα σταματήσει στο πρώτο και δεν θα συνεχίσει, παρ' όλο που τις προηγούμενες δεγκζέρεικιοΐδιος πόσες φορές που την έχει πει γύρισε σπίτι ένα σφηνάκι πριν το κώμα και την κάθαρση στομάχου. Αν κατάφερε να γυρίσει, δηλαδή.

Εναλλακτικά, αποδίδει την βαρεμάρα, με την πρόσκληση να παίζει τον ρόλο της ώθησης πέρα από το κρίσιμο σημείο μετά το οποίο αρχίζει η ημιελεύθερη πτώση.

Κατ' αντιστοιχία με τον νόμο του Μέρφεως δεν πρέπει να χρησιμοποιείται ξωμάτοχα προς πρόκλησιν καταστροφής εκεί που δεν προμηνύεται.

- Έλα ρε μαλάκα να πιούμε ένα ποτάκι στο Μπιγκ Μπεν, θα είναι και ο Σταύρακας ο ξίδιας, ο Βάγγουρας ο τελειωματίας, θα σκάσει και ο Βλάσης ο λαγκαβούλης.
- Γάμησέ με, ρε συ, αύριο σηκώνομαι 6 το πρωΐ και παίζεται το κεφάλι μου στη δουλειά ρε...
- Έλα να παπαρίσουμε λίγο, ρε καραγκιόζη, να χαλαρώσεις, θα κοιμηθείς και πιο χαλαρός.
- Ναι, αλλά για ένα ποτό μόνο.

(από PUNKELISD, 22/09/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παραλλαγή του «στην υγειά σου», με ιδιαίτερη σημασία στην Κρήτη, όπου συνοδεύει ένα ολόκληρο τελετουργικό για πιώματα μέχρι λιποθυμίας.

Το «στην αφεντιά σου» είναι πιο σοβαρό απ' το «στην υγειά σου», το οποίο είναι γενικότατο. Δηλώνει ρισπέκ, και δείχνει ότι θεωρείς τον άλλον κύριο του εαυτού του - να κάτι που δεν ισχύει για όλους.

Το τελετουργικό έχει ως εξής. Παρεάκι μαζεύεται στην αυλή (σπίτι, μπαλκόνι, νυχτερινό κέντρο, οπουδήποτε), με το μπουκάλι / κανάτα / νταμιτζάνα κρασί στη μέση. Στην αρχή, ο κόσμος κερνάει και πίνει κανονικά, βάζοντας στα ποτήρια των άλλων και στο ποτήρι του (ο κεραστής, τελευταίος) και λέγοντας «γεια μας, μ'ρε παιδιά!» ή κάτι τέτοιο πριν τσουγκρίσει και πιει. Ως εδώ καλά. Αργά ή γρήγορα όμως, κάποιος θα κάνει τη μαλακία και θα «καλέσει». Έτσι ξεκινάει ένας κατήφορος που θα τελειώσει ανυπερθέτως με ένα τσούρμο λιώματα, χυμένους ο ένας πάνω στον άλλον.

Ο καλεστής, πρώτ' απ' όλα, σκώνεται όρθιος να τον βλέπουν. Μετά παίρνει το δικό του ποτήρι και το γιομίζει μέχρι πάνω πάνω, ξέχειλο που λένε. Μετά το σηκώνει προς τη μεριά αυτού που θέλει να καλέσει (παναπεί να προκαλέσει...), λέει σοβαρά-σοβαρά «στην αφεντιά σου», και το κατεβάζει κούπα (παναπεί μονορούφι). Αμέσως μετά το ξαναγιομίζει, πάλι ξέχειλο, και το δίνει σ' αυτόν που κάλεσε. Ο οποίος διαλέγει κάποιον άλλον στην παρέα να καλέσει, λέει κι αυτός «στην αφεντιά σου», πίνει την κούπα, ξαναματαγιομίζει, και ούτω καθ' εξής.

Οι κανόνες του παιχνιδιού:
1. Απαγορεύεται να καλέσεις χωρίς να πιεις. Πρώτα θα κατεβάσεις την κούπα σου, και μετά θα τη δώσεις στον άλλον. Το παιχνίδι είναι μια πρόκληση (dare που λένε στα εγγλέζικα), και δε νοείται να προκαλείς κάποιον να κάνει κάτι που εσύ δεν μπορείς.
2. Όλοι πίνουν απ' το ίδιο ποτήρι. Δεν έχει «σιχαίνομαι» και «μα η Κατερίνα φοράει κραγιόν» και αηδίες. Είναι παιχνίδι τση παρέας, και η παρέα κάνει bonding έτσι. 3. Απαγορεύεται να αρνηθείς κάλεσμα. Στην καλύτερη περίπτωση θα γίνεις ρεζίλι των σκυλιών, και θα 'σαι για πάντα πλέον ο ξενέρωτος που δεν πίνει όταν τον καλούν. Στη χειρότερη, ο καλεστής θα το πάρει προσωπικά και θ' ανάψει καβγάς. Εδώ ένα απλό τσούγκρισμα να αρνηθείς, ο άλλος παρεξηγιέται. Πόσο μάλλον ένα επίσημο κάλεσμα κι ένα αρχοντικό «στην αφεντιά σου». Όπως και να' χει, αν κάποιος δεν πιει, το παιχνίδι χαλάει, προς μεγάλη απογοήτευση της ομήγυρης.
4. Μπορείς να καλέσεις όποιον θέλεις στο τραπέζι, ακόμα κι αυτόν που σε κάλεσε αμέσως πριν, κάτι το οποίο έχει παρενέργειες. Αφενός, μπορεί να εξελιχθεί σε μονομαχία, όταν δύο στην παρέα καλούν συνέχεια ο ένας τον άλλον, συνήθως για να δουν ποιος αντέχει να πιει περισσότερο. Αυτή η εκδοχή συχνά συνοδεύεται από ανταλλαγή σκωπτικών μαντινάδων, όπου ο ένας προσπαθεί να πικάρει τον άλλον. Αφετέρου, μπορεί να οργανωθεί (εκ προμελέτης ή επιτόπου) ομαδική στοχοποίηση ενός από την παρέα, και όλοι μα όλοι οι υπόλοιποι να καλούν αυτόν, με γέλια και πειράγματα. Αυτή η εκδοχή συχνά συνοδεύεται από ενέσεις καφεΐνης στο νοσοκομείο, ώρες αργότερα.
5. Τέλος του παιχνιδιού δεν προβλέπεται. Θεωρητικά, τελειώνει όταν τελειώσει το κρασί. Φυσικά, όταν μιλάμε για σπίτια εξοπλισμένα με βαρέλια, μέχρι να τελειώσει το κρασί, ο κόσμος έχει αρχίσει να σωριάζεται.

Παραλλαγές:
1. Κούπα όχι σε κρασοπότηρο, αλλά σε υπερδιπλάσιας χωρητικότητας νεροπότηρο. Τα πράγματα βγαίνουν εκτός ελέγχου πολύ γρηγορότερα έτσι.
2. Κούπα σε ακόμα μεγαλύτερο, αυτοσχέδιο σκεύος. Έχω δει σε γλέντι γάμου κόσμο και λαό να βγαίνει εκτός μάχης σε dt, αφού ξεκίνησαν αφελώς τα «στην αφεντιά σου» με ένα πλαστικό εναμισόλιτρο μπουκάλι νερού, κομμένο λίγο κάτω απ' τη μέση. Μονορούφι πάνω από μισό λίτρο κρασί τη φορά...
3. Κούπα σε νεροπότηρο, με ρακή αντί για κρασί. Αυτά, λογικά, τα κάνουν μόνο οι βοσκοί, που ως γνωστόν έχουν υπεράνθρωπες αντοχές.

Παραλληλισμοί:
Το να πίνεις κρασί απ' το ίδιο σκεύος είναι μάλλον παγκόσμιο σύμβολο φιλίας ή/και αγάπης. Βλέπε τον καθολικό γάμο, όπου νύφη και γαμπρός έπιναν συμβολικά μια γουλιά απ' το ίδιο ποτήρι (το «διπλό» ποτήρι, που είδαμε στον Ελαφοκυνηγό, είναι νεότερη επινόηση βέβαια). Βλέπε το ορθόδοξο μυστήριο της θείας ευχαριστίας, όπου όλοι οι πιστοί μεταλαμβάνουν με το ίδιο κουτάλι. Βλέπε και το αρχαιοελληνικό έθιμο του κότταβου, όπου ο συμποσιαστής έπινε κι άφηνε μια γουλίτσα κρασί, την οποία γυρνούσε παιχνιδιάρικα στα χείλη του ποτηριού πριν το πασάρει στον εραστή. Ah, l' amour, l' amour!

Ετυμ. : < μσν. αφεντία < αφέντης < αρχ. αυθέντης

- Ώφου κι ώφου! Η τσεφαλή μου!
- Ηντά 'παθες, μ'ρε Μανολιό;
- Οψέ μαζωχτήκαμε παρέα στου Ψαρονίκου, κι είχε φέρει το καλό το κρασί απ' το χωριό, κι εξεκίνησε ο κουζουλός ο Νεκτάριος τα «στην αφεντιά σου», κι εγινήκαμε σύσκατοι ούλοι. Ώφου η τσεφαλή μου!
- Ε, και δεν αντέεις το πιώμα, μ'ρε Μανολιό; - Κούπες με το κανάτι πίναμε, Ζαχάρη!
- Χίλιοι μαύροι διαόλοι!

- Στην αφεντιά σου, Γιώργη! Κουτελοβαρίσκω σου! (γκλουπ)
- Στην αφεντιά σου, Μιχαλιό! Κι εγώ αντιστέκομαί σου! (γκλουπ)
- Στην αφεντιά σου, Γιώργη! (...ad nauseam. Κυριολεκτικώς.)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Φράση που χρησιμοποιείται κυρίως από άτομα που έχουν κάνει χρήση ουσιών. Επίσης χρησιμοποιείται και όταν κάποιος πλήττει από βαρεμάρα.

- Μάγκα μου πολύ πρηξαρχίδω η καινούρια καθηγήτρια. Δυο ώρες μιλάει συνεχόμενα.
- Άσ' τα, την έχω ακούσει.

(από Khan, 30/12/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Νεόκοπο σύνθημα του ευρύτερου αναρχικού / αντιεξουσιαστικού χώρου, εντοπίζεται σε τοίχους ως γκραφίτι (ο υποφαινό π.χ. το έχει τσεκάρει στον πεζόδρομο της Αγίας Ζώνης στην Κυψέλη) αλλά και στο νετ. Πρόκειται περί ενός ιδιότυπου λεξιπλαστικού λογοπαιγνίου, που είναι τρόπον τινά η αντιστροφή του all time classic «οι μπάτσοι πουλάνε την ηρωίνη», συνθήματος με το οποίο μεγάλωσαν γενιές και γενιές (λέμε τώρα) νέων με εξεγερσιακά φρονήματα.

Ερμηνευτικά, θα μπορούσαμε ίσως να πούμε πως οι ήρωες, δηλ. όλοι εκείνοι που πρεσβεύουν μια εθνικοπατριωτική ιδεολογία με έμφαση στις ανδραγαθίες, τους ηρωισμούς και την αυτοθυσία προς υπεράσπιση της πατρώας γης, είναι η δεξαμενή μέσα από την οποία οι εξουσιαστές στρατολογούν τα ένστολα μαντρόσκυλά τους. Και γενικότερα: ο εθνοκεντρισμός και η έμφαση στα και καλά υψηλά ιδεώδη, συντηρούν τη μπατσοκρατία και την αστυνομικοποίηση της ζωής μας. Διότι μπάτσοι δεν είναι μόνο αυτοί που μας δέρνουν στους δρόμους. Ο καθένας από μας (άλλος λιγότερο, άλλος περισσότερο) έχει έναν εικονικό μπάτσο μέσα στο κεφάλι του, ο οποίος αποτελεί προϋπόθεση για την ύπαρξη του πραγματικού μπάτσου. Όσο δεν ξεριζώνεται, όσο δεν σπάει αυτό το είδωλο, τα real μπατσόσκυλα θα πολλαπλασιάζονται. Εξ ου και το σοφό: «Σκότωσε το μπάτσο που κρύβεις μέσα σου». Ο περιλάλητος «φιλήσυχος πολίτης» ή «νοικοκυραίος», που πιστεύει σε «αξίες», «αρχές» και «ιδανικά», που διαβάζει αθλητική εφημερίδα και αποθεώνει «την παρέα του Ζαγοράκη που μας έκανε περήφανους», που έχει «υψηλά πρότυπα» (όλα κατασκευασμένα από την τηλεόραση): αυτός είναι ο πραγματικός μπάτσος.

Όμως πέρα απ' αυτά, το εν λόγω σύνθημα είναι άκρως ενδιαφέρον για το λεπτό χιουμοράκι του και την παιγνιώδη διάθεση που κομίζει. Ο επινοητικός εμπνευστής του δεν διστάζει να παίξει με τα στερεότυπα, να τα παραφράσει δημιουργικά και τρόπον τινά να τα «εκσυγχρονίσει». Όπου στερεότυπο, βλέπε εκ νέου το γηραιό και σεβάσμιο «οι μπάτσοι πουλάνε την ηρωίνη», που διατηρεί ακέραιη τη γοητεία του κλασικού. Όπως όμως ο Marcel Duchamp δεν δίστασε να φτιάξει τη δική του μυστακοφόρο Μόνα Λίζα (χωρίς η αυθεντική να χάσει τπτ από την αξία της) έτσι και τα παραδοσιακά συνθήματα μας προκαλούν να τα παραποιήσουμε, αποδεικνύοντας έτσι το αειθαλές τους. Μια τυπικά μεταμοντερνιάρικη πρακτική: ο ευρύτερος «αναρχικός» χώρος βιώνει συνειδητοποιημένα τις αντιφάσεις του, στοχάζεται και σχολιάζει τον εαυτό του, αυτοσαρκάζεται και αυτοϋπονομεύεται. Οι άνθρωποι αυτοί είναι μια κάποια λύσις (;) Ειλικρινά δεν ξέρω.

ΟΙ ΗΡΩΕΣ ΠΟΥΛΑΝΕ ΤΗ ΜΠΑΤΣΙΝΗ

Άλλη μια αντιστροφή σε σύνθημα (από Khan, 27/01/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εύλογη ερώτηση αυτοπτών μαρτύρων προς συνάνθρωπό τους ο οποίος μόλις έκανε σχόλιο εντελώς άσχετο με το οτιδήποτε ή έκανε σαφές δι' οποιασδήποτε μεθόδου ότι είναι αλλού. Το τι πίνει το εν λόγω υποκείμενο επαφίεται στη φαντασία εκάστου ενός εξ' υμών, αλλά θα έλεγα ότι η περίπτωση του μπάφου παίζει με πολύ καλά ποσοστά.

Το δεύτερο μέρος της έκφρασης (και δεν δίνεις;) αποτελεί ακόμη μία σαφή ένδειξη της φιλοσοφικής διάθεσης αυτού του λαού που μας έχει χαρίσει εκφράσεις σαν κι αυτή, διότι ξεκαθαρίζει ότι προτιμά να την ακούσει κι αυτός στεροφωνικά με τις ουσίες παρά να αναλωθεί εξηγώντας στον συνάνθρωπό του τί ακριβώς παίζεται.

- Θα πάω και θα της πω «μωρό μου, πολύ γουστάρω να σ' τον καρφώσω» και θα της τσιμπήσω λίγο τον κώλο. Δεν μπορεί, θα μου κάτσει τι λες κι εσύ;
- Θα της τσιμπήσεις τον κώλο και θα της πεις τέτοια ρομαντικά λόγια, ε;
- Ναι, έτσι λέω αφού φαίνεται ότι της αρέσω.
- Γιατί δεν της κάνεις δώρο και μία καπότα που θα φανεί και χρήσιμη;...
- Ναι ρε μαλάκα, δεν το σκέφτηκα. Οι γκόμενες τα γουστάρουν τα δώρα.
- Πας καλά ρε ληγμένε; Τι πίνεις και δεν δίνεις; Έτσι θα γαμήσεις ρε ταλαίπωρε;

(από acg, 22/05/08)Η απάντηση στο ερώτημα του λήμματος: Ta Pinw Ola by Anna Goula (από jesus, 14/06/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όταν η κατανάλωση αλκοόλ ή απαγορευμένων ουσιών μπορεί να σε φτάσει στο σημείο χαλάρωσης που νομίζεις ότι είσαι έτοιμος να χεστείς στα βρακιά σου. Είναι συνήθως συναίσθημα δευτερολέπτων στο οποίο κοιτάς σαν ηλίθιος το κενό και σκέφτεσαι «πόσο σκατά μπορεί να είμαι;»

  1. - Με πήραν τηλέφωνο ο Γιάννης και ο Κώστας.
    - Ε, και;
    - Έρχονται.
    - ΟΚ. Βάλε λίγο ουισκάκι ακόμα.
    - Να ρωτήσω κάτι;
    - Ρίχ' το.
    - Ποιος είναι ο Γιάννης και ο Κώστας;
    - Δεν τα ξέρω τα παλικάρια.
    - Πω πω χέσιμο...

  2. - Χε χε
    - Τι γελάς ρε μαλάκα;
    - Χε χε χε
    - Τι γελάς ρε; 'Έχασα κανένα αστείο; Τι τσιγαράκι είναι αυτό;
    - Χέσιμοοοο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η έκφραση «καίω κύτταρα», εννοείται, καίω εγκεφαλικά κύτταρα, χρησιμοποιείται για να δηλώσει ο χρήστης ότι διέρχεται μια ψυχολογική και νευρολογική κατάσταση την οποία θεωρεί ή περιγράφει ως οιονεί νευροτοξική, καταστρεπτική, δηλαδή, για τους νευρώνες του εγκεφάλου.

Αυτή την κατάσταση προκαλούν:

α) (κυριολεκτικά) η χρήση ουσιών (το ψυχωσικό σύνδρομο Korsakoff λόγω αλκοολισμού είναι το παλαιότερο καλά περιγεγραμμένο νευροτοξικό σύνδρομο λόγω ουσιών, πιο σχετικά με το πλαίσιο χρήσης είναι το κάψιμο από καργιόλια, ιδίως mdma, τριπάκια (πλήττεται η μνήμη και άλλες γνωσίες, παραισθησιακές διαταραχές, ιδεασμοί κλ.π.), βλ. και καΐλας, καΐκι κ.λπ.

(μεταφορικώς (;) και σλανγκοπρεπώς)

β) η παρατεταμένη ή/και οξεία έκθεση σε ερεθίσματα που έχουν καταστροφικά αποτελέσματα για την πνευματική εγρήγορση, λογική σκέψη και αισθητική συγκρότηση (παπαρολογίες, μαλακιλίκια, σαχλαμπούχλες, γραφικότητες κλπ.)

γ) η τραγική εμμονή σε ασχολίες (καμενιές) που έχουν ανάλογη επίδραση με το (β), η εκούσια ή παρορμητική/καταναγκαστική αποβλάκωση.

δ) (με άλλο νόημα) η καταβολή πνευματικού μόχθου, αυτό που λέμε «καταναλώνω φαιά ουσία».

Προκειμένου να αντιληφθούμε την κοινωνική σημασία της έκφρασης, αξίζει νομίζω να την αντιπαραβάλουμε προς το υποδειγματικά λημματογραφημένο και μεγαλειώδες τα μυαλά μας πονάνε της (ΠΑΟΚτσήδικης) κερκίδας, όπου ο χρήστης δηλώνει ότι βιώνει την δυσπραγία, ακαλαισθησία και τελικά δυσφορία που του προκαλεί η απόδοση της ομάδας και η γενικότερη κατάστα ως οιονεί πόνο στον εγκέφαλο (στον οποίο εγκέφαλο, να σημειωθεί, δεν υπάρχουν υποδοχείς του πόνου). Μια όχι άσχετη ικανότητα «αντίληψης» των τεκταινομένων στο νευρικό υλικό του εγκεφάλου επικαλείται και η έκφραση «καίω κύτταρα».

Αλλά αν ο χρήστης του «τα μυαλά μας πονάνε» εκφράζει μια εγκεφαλοκεντρική αντίληψη του εαυτού και του συναισθήματος (στο κάτω κάτω δε λέει «σχίζεται η καρδιά μου» ή «μου γυρνάνε τ' άντερα»), ο χρήστης της έκφρασης «καίω κύτταρα» είναι βουτηγμένος μέχρι τα πορτοκαλί oakley σε μια μεσολαβημένη από νευρο-discourses αντίληψη για τον εαυτό, ακόμα και - ή μάλλον ειδικά όταν - η χρήση του «καίω κύτταρα» είναι μεταφορική.

Ο φουκωϊκός κοινωνιολόγος Nikolas Rose που αρχικά μελέτησε τη διάχυση της ψυχολογίας ως τεχνολογίας του εαυτού, μιλάει πλέον για την άνοδο των «Νευροχημικών Εαυτών» μας, που μπορούν, θά 'λεγα εδώ, να επικοινωνούν την εμπειρία από την παρακολούθηση, ξέρω 'γώ, του παιχνιδιού με τα σέικερ στο Je t'aime της Αννίτας Πάνια, με όρους, έστω απλοϊκούς, νευροβιολογίας.

σλανγκασίστ πάρε-βάλε: τζήζους.

Πόσα εγκεφαλικά κύτταρα έχεις κάψει; is on FacebookSign up for Facebook to connect with Πόσα εγκεφαλικά κύτταρα έχεις κάψει;
(γκρουπ στο φατσοβιβλίο)

kai o puretos kaiei kuttara, kai to na xtypas to kefali sou kaiei....kai to alkool kaiei,.,.,.kai o hlios akoma kaiei kuttara,,,,kai h TV akoma kai h othonh tou PC o nai..... ola auta mazi, se ena sugxrono perovallon einai oso kaiei h kathimerinh xrhsh xortou x1000000000... EPISHS den exei apodeixtei pws to na kaoun eggefalika kuttara se kanei ligotera efih (me vash to IQ) ...allo kaiw kuttara k allo zazeuw...kai allo kaio eggefalika kuttara epeidi einai xorto, kai allo kaiw me otidoipote einai proion kaushs(opws einai kai oi aktines UV)
(από εδώ)

Αναγκάζομαι να παρέμβω γιατί η παπαρολογία πάει σύννεφο και αρχίζω και καίω κύτταρα. Τι να τον κάνουμε ρε παιδιά τον βασιλιά και τον κάθε σωτήρα αν εμείς οι ίδιοι πρώτα δεν αλλάξουμε μυαλά; (από κατ' αντι-ύλην αρμόδιο φόρουμ)

καθομαι κατω ζωγραφιζουμε, σκαβουμε γλαστρες, παμε παιδικη χαρα, χαιδευομαστε, παιζουμε τουβλακια, μαγνητακια, διαβαζουμε βιβλια δεν ξερω και εγω ποσα εχουμε καμια 40αρα τωρα παιδικα, εεεεεεεεεεεε..........ΚΑΠΟΙΑ στιγμη καιω κυτταρα .....ΔΕΝ ΑΝΤΕΧΩ....
(από thread νέων μαμάδων)

- Θεωρώ ότι η καρδιολογία είναι για τις παθολογικές ειδικότητες περίπου ότι η νευροχειρουργική για τις χειρουργικές....
- Τι είναι δηλαδή η ΝΧ για τη χειρουργική; Μη γράφεις με γρίφους...έχω κάψει κύτταρα με την Παθολογία... :
(διάλογος από thread ειδικευομένων γιατρών)

Δες και το έχω κάψει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο κλάδος μπλε χαπάκι μπορεί να παραπέμπει, για το ευρύ κοινό, σε διεγερτικά χάπια τύπου βιάγκρα, κουλουπές χημείες αποκατάστασης της πεσμένης ανδρικής σεξουαλικότητας...

Για τους ψαγμένους, όμως, δηλαδή, για αυτούς που ακροβατούν ανάμεσα στους κόσμους πολεμώντας με απόκρυφα θηρία, άγνωστες τεχνολογίες και «το σύστημα», γενικότερα, για όσους σηκώνονται από καναπέδες-ντιβάνια-συνειδησιακά φέρετρα, το «παίρνω το μπλε ή το κόκκινο χαπάκι» είναι ένα μούρλια «ματριξο-σλανγκ», ευρύτατα διαδεδομένο σε οργανισμούς, ομάδες και έντυπα ακτιβισμού, εναλλακτικών θεωριών, κουλουπού.

Αναλυτικότερα, παίρνω το μπλε χαπάκι θα μπορούσε να σημαίνει συμβιβάζομαι, υπαναχωρώ, μπαίνω στη γυάλα των ονείρων μου για ασφάλεια και συνειδησιακό θάνατο, στήνω κωλαράκι, τα κάνω γαργάρα, γίνομαι λαγός, «μάλιστα, κύριε προϊστάμενε (σλουρπ)», «πάτερ, την ευχή σας (χλατς)»....

Αντίθετα, παίρνω το κόκκινο χαπάκι θα μπορούσε να σημαίνει δεν ανέχομαι, αγωνίζομαι για τα ιδανικά μου, επαναστατώ, υψώνω ανάστημα, «ξέρεις ποιος είμαι γω ρεεεε;», κ.α. διότι είμαι και γω ένας Νήο του δημόσιου φορέα, του ρεπορτάζ, του τουρισμού, του παραγοντισμού, κουλουπού, γενικότερα, του επιπέδου δράσης μου...

  1. - Είδες η λουκρητία ο Θωμάς; Εκεί που τον έκανες καλά κι έβαζε τα κλάμματα μας το γύρισε σε Ηρακλής! Τον έκανε τ' αλατιού το μάστορα!
    - Τι Ηρακλής; Αυτός πήρε το κόκκινο χάπι κι έγινε Νήο! Άλλαξε διάσταση!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αναφέρεται στην χειρότερη κατάσταση στην οποία θα μπορούσε να πέσει ένας άνδρας.

Άσ' τα να πάνε φίλε μου, με διώξανε απ' τη δουλειά, η σπιτονυκοκυρά μου μού έκανε έξωση, οι λογαριαμοί τρέχουν... Το μουνί και το μπουκάλι μ' έφεραν σ' αυτό το χάλι...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία