Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Το λες όταν κάποιος κάνει (ή λέει) ξανά ένα πράγμα, ενώ έχεις την εντύπωση πως δεν θα το ξανάκανε.

Επίσης όταν κάποιος επιμένει σε κάτι και προσπαθεί για δεύτερη (ή και για πολλοστή) φορά.

  1. Της είπα χίλιες φορές να κλείνει την πόρτα γιατί βγαίνει το σκυλί έξω. Ατού ο Γαβρίλης! Αυτή εκεί! Δεν καταλαβαίνει! Να πάει να το βρει μόνη της τώρα.

  2. Ό,τι και να κάνει δεν θα ρίξει την Ελένη. Αφού την ξέρω. Αυτή είναι ψωνάρα. Τον έχει φτύσει τρεις φορές μπροστά σε κόσμο, κι αυτός ακόμα προσπαθεί. Ατού ο Γαβρίλης...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ξεπερνάω τον εαυτό μου. Αγγλιά ολκής.

Επίσης, αν δεν απατώμαι (διορθώστε με), είναι όρος στο Στοίχημα.

  1. Ο Μάκης που δε μιλάει ποτέ, έκανε όβερ χθες το βράδυ και όλη νύχτα της τα έσουρε της Σάσα κανονικότατα.

  2. Αφού έκανες όβερ μέχρι και τη Μπουλόν, δεν έχεις να φοβάσαι τίποτε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στο κρυφτό, η κατάσταση όπου αυτός που τα φυλάει, δεν απομακρύνεται από την έδρα του, υπερβολικά φοβούμενος μήπως φτύσει κάποιος.

Ένας κρυμμένος παίχτης τότε συνήθως φανερώνεται, φωνάζοντας αγανακτισμένος «φτου καμηλοπάρδαλη!» και ο φυλών χάνει το παιχνίδι.

Αντίστοιχη κατάσταση με το περίπτερο στο ποδόσφαιρο.

(Μονολογώντας)
- Κοίτα ρε, το βλάκα, δεν έχει κουνήσει ρούπι, πώς θα φτύσουμε;
(Δυνατά)
- Φτού καμηλοπάρδαλη! Ρε Μάκη, τι θα γίνει, θα παίξουμε καμιά ώρα σοβαρά;
(Πιο δυνατά, για να ακούσουν όλοι)
- Φτου καμηλοπάρδαλη, βγείτε!

Κρυφτό με καμηλοπάρδαλη. (από patsis, 25/03/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λέξη που ετυμολογικά δεν συνδέεται με τον Μέλβιν Τσίτουμ, αν και η εμφάνιση του τελευταίου στο ελληνικό μπάσκετ έδωσε σαφή ωθηση στην λέξη.

Στην ορίγκιναλ εκδοχή του, όπως και το τσου ρε, συνοδεύεται από επίθεση προς την περιοχή των γεννητικών οργάνων με μία ιδιαίτερη χειρονομία: δείκτης και αντίχειρας ενωμένοι, τα υπόλοιπα δάχτυλα μαζεμένα, όπως στη χειρονομία για τα γκαφρά, αλλά χωρίς τριβή των δακτύλων.

Πρόκειται για παιδικό παιχνίδι κατά το οποίο είτε όντως προσπαθείς να βλάψεις την οικογένεια του άλλου, είτε απλά να τον κάνεις να σκιαχτεί (no fear = δε σκιάζομαι είχα δει σε τοίχο) με σαφή την πρόθεσή σου να μην τον χτυπήσεις. Ενίοτε, βέβαια, το παιχνίδι καταλήγει σε γαλλικό μυθιστόρημα του 19ου.

Όταν δεν συνοδεύεται από την χειρονομία, όπως συμβαίνει μετά το πέρας της λυκειακής περιόδου, αποτελεί έκφραση κατάφωρης ειρωνείας ως αντίδραση στα άρτι ρηθέντα και συνοδεύεται σχεδόν πάντα από το ρε. Εναλλακτικά, σε αυτήν την περίπτωση μπορούμε να κλίνουμε την κεφαλή απειλητικά, προσποιούμενοι κεφαλιά.

Αυτονομημένο είναι ισοδύναμο με το τσου ρε Λάκη, αλλά δεν απευθύνεται σε κανέναν Λάκη, όπως και το ίσα ρε.

Λεγόταν τα ενενήνταζ στη λευκάδα, δεν ξέρω αν παίζει ακόμα.

Παράρτημα προφοράς κατά τα κλασσικά στο κάνε.

- πάω 'α χωθώ σ' Στέησ'.
- Τσίτου ρε, έ'εις δει τ' κεφάλ' κ'βαλάς;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ψαγμένη έκφραση σχολιαστών ποδοσφαίρου, διάφορων πανουτσοκαρπετόπουλων και γενικά όσων ασχολούνται με ποδόσφαιρο ή στοίχημα.

Το πονηρό ματς είναι εκείνο που ενω μεν έχει ενα προφανές φαβορί, εν τούτοις δεν έχεις και μεγάλη εμπιστοσύνη οτι όντως θα κερδίσει αυτό το φαβορί.

Συνήθως έχει απόδοση στο στοίχημα του στυλ 1.55 όπου ναι μέν από τι μια λες είναι στοιχηματικό δώρο αλλά από την άλλη δεν θες να το παίξεις γιατί φοβάσαι ότι θα σπάσει.

  1. «Πονηρό» ματς... στο Ελληνικό

Ένα και μοναδικό το παιχνίδι της Β’ Εθνικής στο κουπόνι του Σαββάτου. Ο Εθνικός Πειραιώς στην έδρα του παραμένει αήττητος καθώς μετά από 7 παιχνίδια έχει απολογισμό 3 νίκες και 4 ισοπαλίες. Ο Αγροτικός Αστέρας από την άλλη πλευρά, σε 8 παιχνίδια μακριά από τον Εύοσμο μετρά 2 νίκες και 6 ήττες. εδώ

  1. ...Ξεκινάμε ανάποδα γιατί η αξία του ηττημένου δίνει δόξα στον νικητή. Πόσω μάλλον που το ματς διεξήχθη χωρίς θεατές. Που πάει να πει «πονηρό». Και στα «πονηρά» φέτος ο Παναθηναϊκός πιάστηκε ή πήγε να πιαστεί κάμποσες φορές κορόιδο. εδω

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μπορεί στην σημερινή γλώσσα να σημαίνει ότι κάνω κάτι χωρίς συνέπειες, αλλά προήλθε από την τύχη κάποιου να την βάλει μέσα στον γυναίκειο πρωκτό και να την βγάλει καθαρή.

Βλ. και τη σκαπουλάρω.

  1. - Τελικά πάλι καθαρή την έβγαλες...
    - Νομίζεις... 5 μέρες κράτηση έφαγα...

  2. Καλά μιλάμε χθες πήγα και γάμησα μια βρωμοκώλα και την έβγαλα καθαρή!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είναι το γεμάτο ζάρι, λέγεται και καραγκιοζάκι.

  1. ... έχω μια μεγάλη ρέντα κι όλοι οι μάγκες απορούν
    και στη τσόχα καραγκιόζη
    ψάχνουν άδικα να βρουν...

(στίχος από το λαϊκό άσμα «Μεσ' στον πράσινο το μύλο»
του Μπάμπη Μαρκάκη).

(από iwn, 31/10/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Προσθήκη στον άλλο ορισμό σχετικά με την προέλευση του όρου.

Προέρχεται από τα διάφορα χαρτοπαίγνια (όπως π.χ. το στούκι) όπου, όταν έρθει η σειρά κάποιου να πάρει φύλλο, έχει δικαίωμα να το κάψει, δηλαδή να μην το χρησιμοποιήσει και να τραβήξει ένα καινούργιο.

  1. Άρα καμένο χαρτί είναι εκ πρώτης το εντελώς άχρηστο φύλλο, αυτό που δεν έχει καμία πιθανότητα να οδηγήσει σε κάτι θετικό.

  2. Επίσης ο τελειωμένος, η ανίατη περίπτωση.

  3. Σχετική έκφραση: καμένος από χέρι

Προέρχεται από την περίπτωση που κάποιοι πολύ χαρντκόρ τζογαδόροι, κυρίως για λόγους εντυπωσιασμού και σπασίματος του τσαμπουκά των συμπαικτών τους, όταν έρθει η σειρά τους να πάρουν φύλλο, καίνε το πρώτο από χέρι, δηλαδή καίνε το φύλλο που θα τους πέταγε η μάνα ενώ βρίσκεται ακόμα στα χέρια της, χωρίς να το δουν.

Σημαίνει λοιπόν ότι κάτι είναι καταδικασμένο εξ' αρχής, πριν ακόμα ξεκινήσει. Να μη συγχέεται με το «καμένος» «από χέρι», που είναι μεν παρεμφερές, αλλά όχι εντελώς ίδιο. Βλ. παράδειγμα 3 για ειδοποιό διαφορά.

  1. Εικοσιμία: Η μάνα μοιράζει πρώτο φύλλο (κλειστό) στον Αντρέα. Ο Αντρέας το κοιτάει. «Το καίω» λέει. Η μάνα το παίρνει κλειστό, το βάζει στην άκρη και του δίνει καινούργιο.

  2. - Ρε, μην ασχολείσαι με τον Κάστορα! Είναι καμένο χαρτί.
    - Τι να κάνω ρε Κώστα; αφού τον λυπάμαι...

  3. Το εγχείρημα ήταν «καμένο από χέρι» (δηλαδή ξέραμε από την αρχή ότι θα αποτύχει).

Ο Μήτσος είναι «καμένος» «από χέρι» (δηλαδή το 'χει κάψει εντελώς).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λεγόταν τουλάχιστον τη δεκαετία του '60, τουλάχιστον στην Αθήνα, από τ' αγόρια που έριχναν αμάδα ή χαρτάκια.

Η φράση εξασφάλιζε ότι ο ειπών θα 'παιζε οπωσδήποτε τελευταίος, οπότε, αν οι άλλοι είχαν φέρει την αμάδα ή το χαρτάκι τους πιο κοντά στον τοίχο, θα μπορούσε να κάνει τζαν και το ρίξιμο να ξαναρχίσει. Όταν κάποιος έλεγε την παραπάνω φράση, όποιος προλάβαινε έλεγε «υπολείπων όλους», έριχνε συνεπώς προτελευταίος. Τέλος, όποιος τρίτος προλάβαινε, έλεγε «όλους» κι έπαιζε αντιπροτελευταίος.

Αντίστροφη ήταν η σειρά στο κυρίως πιάτο. Ο πρώτος στο ρίξιμο της αμάδας μάζευε απ΄όλους κι έριχνε και πρώτος τα χαρτάκια. Ό,τι ερχόταν από την καλή πλευρά, δικό του. Όσα μένανε πήγαιναν στο δεύτερο, κλπ.

«Σώνει υπολείπων όλους», φώναξε πρώτος ο Χλέπας.
«Υπολείπων», πρόλαβε να πει ο Τούρκος.
«Όλους», έκλεισε ο Βλαχάδερας.
«Πετράκη, ρίξε πρώτος», ορμήνεψε ο Τούρκος. «Εσύ δεν πρόλαβες να πεις τίποτα».

Δημήτρης Φύσσας

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ατάκα παλαιάς κοπής στο τάβλι. Λέγεται όταν κάποιος πετύχει με μια ζαριά δύο ευνοϊκά αποτελέσματα, όπως λέμε με ένα σμπάρο δύο τρυγόνια. Δηλαδή ταιριάζουν με τη ζαριά δύο καλές κινήσεις δύο διαφορετικών πουλιών. Η προέλευση της φράσης αφορά στον συνδυασμό κουλουριού και τυριού ως ιδεώδη για το μενού το επιούσιο του Ρωμηού βιοπαλαιστή.

Πάσα: Ντίνος.

- Εξίπεντο! Τσαφ! (πλακώνει πούλι του αντιπάλου) και κλαπ! (το βάζει πάνω από δικό του πούλι που ήταν μονό). Και κουλούρι και τυρί!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία