Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Θρυλικό σχήμα λόγου του τιτάνα αθλητικοδημοσιοκάφρου Γιώργου Γεωργίου στο θρυλικό βίντεο για την Eurovision το οποίο εκφράζει την άμμεση επιθυμία ενός ομοφυλόφιλου για πρωκτική επαφή.

Μηπώς έχετε να μας κάνετε ένα τάλαρο λιανά?

συνοδεύεται και απο κίνηση χεριού

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Προσομοίωση σεξουαλικής πράξης. Ο κουμπαράς παρομοιάζεται με αιδοίο λόγω της σχισμής, όπου μπαίνουν τα κέρματα.

- Πρέπει να κάνω αποταμίευση γιατί περνάω δύσκολα. Πρέπει να βάλω τη δραχμή στον κουμπαρά της Κικίτσας!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο τσιγκούνης, ο σπάγκος, ο εξηνταβελόνης. Αυτός που συνήθως έχει χρήματα αλλά τα ξοδεύει με πολύ φειδώ. Η πλήρης έκφραση είναι «έχει καβούρια στις τσέπες», τα οποία όταν βάζει το χέρι να βγάλει και να δώσει κάνα φράγκον τον δαγκώνουν και αναγκάζεται να το τραβήξει και τελικά γλιτώνει τα περιττά έξοδα... Γνωστός στην ιστορία καβουράκιας είναι ο ήρωας των Comix Σκρουτζ Μακ Ντακ και ο ήρωας των γηπέδων και πρώην πρόεδρος του Παναθηναϊκού Καπετάνιος-Γιώργος Βαρδινογιάννης.

- Τον μαλάκα τόσες φορές έχουμε πάει για καφέ και ούτε μία φορά δεν έβαλε το χέρι στην τσέπη να πληρώσει. Καλά καβούρια έχει;
- Άσ' τον μωρέ τον τσιγκούναρο, τώρα θα τον μάθεις;

Βλ. και τσίπης, Σπαγκάϊ Λάμα, καρφώνω τη δεκάρα στον τοίχο

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αργκό των αναρχικών. Βασικά η φράση είναι κυριολεκτική και προκύπτει από το γεγονός ότι στις συγκεντρώσεις, πορείες, συνελεύσεις κλπ, το σχετικό ξήλωμα για το μάζεμα χρημάτων (για αφίσες, δικηγόρους συλληφθέντων κλπ) γίνεται μέσα σε ένα κράνος που περνάει γύρω γύρω στους / στις παρευρισκόμενους /-ες.
Το κράνος συνήθως είναι για διάφορους λόγους ό,τι πιο πρόχειρο υπάρχει σε δοχείο στις εν λόγω συναθροίσεις, μετά τα κουτάκια μπύρας, που όμως δεν προσφέρονται. Λειτουργεί σαν κινητό παγκάρι (ευαρεστηθείτε να τσοντάρετε παρακαλώ...).

- Ποιος μαζεύει τα λεφτά ρε συ;
- Θα περάσει κράνος είπανε...
- Καλά, εγώ τηγκανά... δώσε και για μένα...
- Α ρε κουνάβι τζαπατίστα...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όρος προερχόμενος από την πόκα. Τα βλέπω - ή, σε βλέπω - στην πόκα σημαίνει «ακολουθώ» το ποντάρισμά του προηγούμενου παίκτη.

Το «ακολουθώ» είναι σε εισαγωγικά, διότι εννοεί την ακολουθία στο ποσό (και όχι κάποιο ανέβασμα), αλλά επίσης διότι σλανγκοποιεί την έκφραση εκτός της πράσινης τσόχας. Όπου, Τα βλέπω σημαίνει σε ακολουθώ, συμφωνώ, τα λες καλά, μαζί σου.

Άλλος ένας όρος που ξεφεύγει σε ποκαδόρους, όπως το πάσο, ή το ντούκου...

  1. - Λέω σήμερα να πάμε από Θησείο μεριά....
    - Πάλι; - Εσυ ρε Πάνο, τι λες:
    - Εγώ σας βλέπω σε ότι αποφασίσετε. - Εντάξει, πάσο από μένα, πάμε Θησείο.

  2. - Λοιπόν συνεχίζουμε για ορεινή Αρκαδία;
    - Μέσα, ας το εξαντλήσουμε, αφού φτάσαμε ως εδώ, και ακόμα δεν νύχτωσε. Εσύ Μήτσο;
    - Τα βλέπω... εγώ θα χαλάσω την παρέα;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γενικός αφορισμός/ανάθεμα όταν θέλουμε να ρίξουμε κάπου το φταίξιμο και δεν ξέρουμε ποιος μας φταίει. Καθώς οι λαδέμποροι (με κλασσικό εκπρόσωπο τον γερο-Λαδά του Ν. Καζαντζάκη στο «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται») έχουν ταυτιστεί με τη μαύρη αγορά, την αισχροκέρδεια και την εκμετάλλευση, λίγοι είναι αυτοί που θα διαφωνήσουν.

Νέα περικοπή στις παροχές υγείας των ασφαλιστικών ταμείων; Κατάρα στον λαδέμπορα!

(από perkins, 21/05/10)Μαλβίνα Κάραλη, MALVINA HOSTESS. Στο 2:29. (από patsis, 21/05/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση ολ τάιμ κλάσσικ κατα τα σέβεντις και την ένδοξη δεκαετία, που ακουγόταν στα ουφάδικα και τα ποδοσφαιράκια όταν γίνονται ομηρικές μάχες μεταξύ δύο παικτών ποδοσφαιραq ή τριμπάλου μπιλιάρδου (Γαλλικού).

Στις περιπτώσεις αυτές πλήρωνε μόνον όποιος έχανε και ποτέ ο νικητής. Έτσι μετά από κάθε σετ του παιχνιδιού, ο νικητής με περισσή περηφάνια και με στεντόρια φωνή, και καλούα μονολογούσε: «ο χάνων χύνει».

Υστεριόγραφο: Ολόκληρη η έκφραση ως πρωτοσλανγκίζουσα ήταν: «Ο χάνων χύνει μέταλλο» (κοσάρι). Αφ' ης στιγμής όμως αντικειμενικοποιήθηκε ως αυτόνομος σλανγκισμός, κόπηκε το «μέταλλο» ως ευκόλως εννοούμενον.

- Ρε πστ τι κωλοφαρδία έχεις σήμερα; Κόντρα στο μπανιστήρι και μέσα;
- Χα χα, θα σου περάσει, ο χάνων χύνει!

το μέταλλο (από perkins, 12/09/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Αφήνω απλήρωτη επιταγή κατά τη λήξη της.
  2. Εμφανίζω επιταγή για πληρωμή πριν από τη λήξη της.
  1. - Εντάξει με την επιταγή του Πιστολιάδη; Τα πήρες τα λεφτά; - Όχι, την κάρφωσε ο καργιόλης.

  2. Αυτό ακριβώς φαίνεται ότι έκανε η ιδιωτική τράπεζα: λίγα 24ωρα μετά την ανακοίνωση ότι το ΑΛΤΕΡ προσφεύγει στη Δικαιοσύνη για να προστατευθεί από τους πιστωτές του, η τράπεζα ζήτησε την (πρόωρη, 20 ημέρες νωρίτερα!) εξόφληση επιταγής του καναλιού που ήταν κατατεθειμένη σε αλληλόχρεο λογαριασμό επιχείρησης-πελάτη της. Κατά την επικρατέστερη εκδοχή που δίνεται από τραπεζικά στελέχη, η εισπρακτική εταιρεία που «κυνηγούσε» για λογαριασμό της τράπεζας καθυστερούμενες οφειλές διαφημιστικής εταιρείας, βρήκε στο λογαριασμό της επιταγή του ιδιωτικού καναλιού και έσπευσε να την «καρφώσει», υπό το φόβο ότι στη λήξη της θα έμενε ακάλυπτη. εδώ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση της μοδός, προϊόν της κρίσης, που σημαίνει «παίρνω ό,τι μου δίνεις, λεφτά νά' ναι κι ό,τι νά' ναι γιατί έχω ανάγκες».

Καθείς το ερμηνεύει όπως του υπαγορεύει η ιδεολογία του.

  1. Στο ταξί:
    - Πού πάτε;
    - Μιχαλακοπούλου στο ύψος του Λαϊκού. Μόνο που έχω πενηντάρικο...
    - Δεν πειράζει μαντάμ, όλα λεφτά είναι.

  2. Στο περίπτερο:
    - 12,80 ευρώ, κύριε.
    - Μισό λεπτό να τα μετρήσω, θα σας τα δώσω όλα σε πολύ ψιλά...
    - Όλα λεφτά είναι κύριε, περιμένω.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το «φτωχικό» χρησιμοποιείται μεταφορικά. Αναφέρεται δηλαδή σε κατάσταση ευφορίας, χλίδα, αρχοντιλίκι.

Κοπιάζω σημαίνει «κάνω τον κόπο», πηγαίνω. Κοπιάζω στο φτωχικό σημαίνει πηγαίνω και συμμετέχω κι εγώ σε αυτήν την ευχάριστη κατάσταση, είτε είναι δική μου, είτε άλλου.

Εμπνευσμένο από παλιές Ελληνικές ταινίες. Ίσως ο πρωταγωνιστής Ξανθόπουλος, προσκαλεί έτσι άτομα στο σπίτι του. Αυτά έρχονταν από μακρυά και με τα πόδια φυσικά. Πού αυτοκίνητα, συγκοινωνίες αλλά και εισιτήριο για συγκοινωνίες τότε. Κόπος πραγματικός το ποδαράτο στο μακρινό σπίτι.

- Έλα ρε, που είσαι;
- Εδώ, στο κλαμπάκι που σου έλεγα. Γαμάτη μουσική, οι φίλες της Μαρίας, καθαρά ποτά. Θα κοπιάσεις στο φτωχικό μου;
- Άργησα να γυρίσω από τη δουλειά. Πίνω ένα γκαιφέ και έρχομαι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία