Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Λέξη με πολλές σημασίες, τις οποίες δεν βρήκα κάπου συγκεντρωμένες, οπότε τις καταγράφω δωδαπανά.

Αναδοσιά είναι:

  • ο φόβος (εδώ κι εδώ)
  • η αναθυμίαση, η αποφορά ή η βρωμερή οσμή γενικά (να και να, καθώς και αντιλεξικό Μποσταντζόγλου)
  • η αναδουλειά (εδώ) και, τέλος, και βασικότερον για την σλανγκοσύνη:
  • η αγαμία, η αγαμοσύνη, η αγαμησιά, η αναβροχιά (μτφ) όπου καλό είναι και το χαλάζι, η αναμουνή.

- Τι λέει ο νέος γκόμενος;
- Ε δεν μπορώ άλλο, τον έκοψα τον μαλάκα. Σκάει μόνο όταν έχει αναδοσιές. Σπίτι του.
- Ε κράτα τον και συ για σέρβις.
- Πολύ καλή ιδέα ρε κολλητή!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το ρήμα «βελάζω» στον αόριστο κυρίως (και μερικές φορές στους παρακείμενο / υπερσυντέλικο: «έχω / είχα βελάξει») χρησιμοποιείται:

- με την έννοια του «ξεροσταλιάζω» (μένω δηλαδή πολύ ώρα στον ήλιο ή στη ζέστη χωρίς νερό) και γενικά ταλαιπωρούμαι αφάνταστα, τα φτύνω, βαράω μπιέλα, μου φεύγει ο κώλος, μου φεύγει ο πάτος, γαμιέμαι στην κούραση, κλάνω από την κούραση,

- με την έννοια του φοβάμαι, χέζομαι, κλάνω πατάτες, μου φεύγει η μαγκιά ή ο τσαμπουκάς.

Οι δύο έννοιες, αν επιταθούν, τέμνονται στο σημείο της απελπισίας, εξ ου και η σχετική επικάλυψη.

Δεν έχει να κάνει με τον ήχο του βελάγματος, αλλά μάλλον με το ότι όταν ταλαιπωρείται ή φοβάται ή και τα δυο, το πρόβατο βελάζει παίρνοντας αυτήν την κακόμοιρη και πανικοβλαμμένη γκριμάτσα με τη γλώσσα να πλαταγίζει έξω από το στόμα, παραπονούμενο ουσιαστικά για την τρέχουσα ενσάρκωσή του.

Στην περίπτωση του νοήματος του «φοβάμαι», ωστόσο, ενδεχομένως έχει να κάνει και με την κραυγή του προβάτου καθώς μια ακόμα έννοια του «βέλαξα» στην καθομιλουμένη όσων τουλάχιστον έχουν καταγωγή και γλωσσικές μνήμες από Ήπειρο / Δυτική Στερεά (ίσως και από αλλού;) είναι το «έβγαλα κραυγή» (από τον πόνο) ή ίσως πόνεσα τόσο πολύ ώστε έμεινα με ανοιχτό το στόμα χωρίς καν να μπορώ να βγάλω φωνή (άρα και εδώ σημασία έχει η γκριμάτσα τόσο όσο και ο ήχος).

Γενικά η φθογγική δύναμη της -ηχοποιητής έτσι κι αλλιώς- λέξης και η αρχική έννοια του «πονάω», ευθύνονται μάλλον για τις επεκτάσεις στις δυο πρώτες, περισσότερο σλανγκικές έννοιες.

  1. Ε μα πού στον πούτσο είναι αυτή η καβάτζα ρε δικέ μου, βέλαξα τόση ώρα περπάτημα!

  2. Πήγα ΙΚΑ για ακτινογραφία... βέλαξα!

  3. Ο overboost με έβαλε στο Nissan χθές και με έστριψε στο δεύτερο πέταλο (μετά την καντίνα το μεγάλο) με 145km/h!!!!!!!!
    Βέλαξα!!! Τρελό το Ντάτσουν...
    (πηγή: βλ. εδώ).

  4. Κόβω με το μαχαίρι λίγα «μάτια» της απόχης και πάω να βγάλω την σαλλαγκιά* από το στόμα της παλαμίδας. Με εκδικήθηκε ! Μου έπαιξε μία δαγκωνιά που βέλαξα!
    (πηγή: βλ. εδώ).


  • το ψάρι / δόλωμα (;) που (δεν) απαντά και στο ερώτημα «τι είναι το σαλάνγκρι» που είχε τεθεί εδώ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μας προέκυψε από τη διεθνώς γνωστή αμερικανική τηλεοπτική σειρά «The Twilight Zone», με πιασάρικη μουσική υπόκρουση που έχει γράψει μια κάποια ιστορία.

Εκεί, λοιπόν, ο εκάστοτε γκαντέμης πρωταγωνιστής παθαίνει ταράκουλο και κλάνει μέντες απ’ τα πολλά αλλόκοτα, παράλογα, τρομακτικά ακόμη και φρικιαστικά διάφορα που του συμβαίνουν, όταν μπαίνει, άθελά του, στον εν λόγω μετα- / παρα- / υπερ-φυσικό χώρο που συνήθως στέκει εκτός χρόνου μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας – παράνοιας. Συνήθως, φυσικά, προσπαθεί να την κάνει όσο το δυνατό πιο γρήγορα, φευ, με αμφίβολα αποτελέσματα στην τελική.

(Κάθε πιθανός συνειρμός με θητεία ή αξιομνημόνευτη επίσκεψη σε δημόσια υπηρεσία μάλλον δεν είναι συμπτωματικός).

Σε μια κοινωνία όπου παίζουν χαλαρά φράσεις όπως π.χ.: «νομιμοποίηση αυθαιρέτων» ή με φόντο μπαρουτοκαπνισμένες Σχολές το διαχρονικό: «για να διαφυλαχτεί το πανεπιστημιακό άσυλο πρέπει να…» και πλήθος άλλα οργουελικά, την έκφραση συνηθέστερα χρησιμοποιούν: -σε ψιθυριστούς μονολόγους (κι όχι μόνο) ταλαίπωροι Μήτσοι με τα νεύρα τσατάλια και φάτσα σάικο που θα ‘χαν πολλά να μοιραστούν με τον Γιόζεφ Κ.,
-όσοι αρνούνται να τη δουν σοφά πιθήκια για να περιγράψουν όσα επιμένουν να βλέπουν και να ακούν, και
--- τηλεορασόπληκτοι θολοϋποκουλτουριάρηδες.

Κάποιοι εξ όλων αυτών, προσφάτως, για να γλιτώσουν από μια ζώνη του λυκόφωτος όπου κάτι βαρύγδουπα συνοψίζονται στο άνοστο σουρεάλ « για να τη σώσουμε πρέπει να την πουλήσουμε μπιτ-παρά, να βγείτε οι μισοί στην ανεργία, να…», αντί να πάρουν των ομματιών τους ή τα καμένα βουνά, πήραν τις πλατείες αφήνοντας κάποιους απ’ τους λοιπούς να συνεχίζουν ν’ αγοράζουν και να πουλούν τρελίτσα.

1.
…στο «μεταναστευτικό» ο μετανάστης είναι η μία όψη του προβλήματος. Η άλλη όψη είναι η κοινωνία που τον υποδέχεται, οι πόλεις που δεν είναι πόλεις, οι τοξικομανείς που σέρνονται στη Στουρνάρη μερικά μέτρα πιο κάτω από το Μέγαρο Υπατία, ο αχρείος που τρέχει με το μηχανάκι του στο πεζοδρόμιο, ο ένστολος που γυρνάει από την άλλη για να μην μπλέξει. Γιατί αυτά βρήκαν οι μετανάστες όταν μπήκαν στη ζώνη του λυκόφωτος, έναν γιγάντιο ορνιθώνα όπου ο καθένας εκβιάζει την ύπαρξή του βιάζοντας τον δημόσιο χώρο κι όλοι μαζί τρέχουν για να διορθώσουν το μόνο πρόβλημα που αναγνωρίζει αυτή η χώρα: το ύψος των επιτοκίων δανεισμού. Και εννοείται, προσαρμόστηκαν.

2.
Και επίσημα πια υπό κατοχή η χώρα!!! Όχι δεν είναι η ζώνη του λυκόφωτος. Είναι η Ελλάς του 2011…
(Σχολιάζει άρθρο των Financial Times κατά το οποίο: «Οι ευρωπαίοι ηγέτες διαπραγματεύονται συμφωνία, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε μία πρωτοφανή εξωτερική παρέμβαση στην ελληνική οικονομία..»)

3.
Προφανώς η μανία των συναισθημάτων σου είναι εξίσου έντονη όταν βιώνεις την απόρριψη. Τότε ξεσπά ο κυκεώνας της τυφλής ζήλιας, της εμμονής, της εκδικητικότητας. Η απόρριψη είναι το μονοπάτι για τη σκοτεινή πλευρά σου. Και είναι τρομακτικά εκεί στη ζώνη του λυκόφωτος...

(όλα απ’ το δίχτυ)

Βρώμικος Νότος – Στην Καρδιά και στο Μυαλό: Στη Ζώνη του Λυκόφωτος (από sstteffannoss, 06/06/11)Το 1ο intro της σειράς «The Twilight Zone» (από sstteffannoss, 06/06/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ακούγεται σαν φάρμακο, αλλά προέρχεται από το κλάνω μέντες και σημαίνει παίρνω μεγάλη τρομάρα.

- Καλά, η Γιούλα φοβάται τα αεροπλάνα;
- Ναι ρε! Κάθε φορά που πετάει πίνει Κλαζμεντέν απ' το μπουκάλι...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνώνυμο του κλάνω μέντες, δηλαδή διακατέχομαι από μεγάλη τρομάρα. Οι μπάμιες ως δύσπεπτες προκαλούν αέρια, οπότε η χρήση τους εδώ μάλλον είναι επιτατική, δηλαδή κλάνω πάρα πολύ (από τρόμο).

Πάσα: Μπίφτεξ, Πονηρόσκυλο.

  1. Ε ετσι πρεπει να παιζεται το Σκοτεινο Δωματιο.Να ακουει ο αλλος «σειρα σου» και να κλανει μπαμιες. (Εδώ).

  2. Μου παν πως είσαι μπελαλής
    άντρας σκληρός και ντερτιλής
    μα σαν τον παίρνεις και γελάς
    κλάνεις μπάμιες και πονάς. (Ποίηση).

  3. nikolaki θα το παρω μια μερα να σε παω λαμπαδα να κλασεις μπαμιες. (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παραλληλισμός του ανθρώπινου δέρματος με το δέρμα της κότας.

Από το κρύο έπαθα κοτίαση

μου σηκώθηκαν οι τρίχες κάγκελο. Έπαθα κοτίαση.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Κοψοχολιάζω κάποιον: τρομάζω πολύ κάποιον. Χρησιμοποιείται συνήθως στην παθητική, όταν δηλαδή εμείς είμαστε οι παθόντες, οι αποδέκτες του τρομάγματος (ήτοι: «με κοψοχόλιασες»).

Συναντάται συχνά και ως «μου 'κοψες τη χολή».

Να μη συγχέεται με το «χολιάζω», το οποίο σημαίνει κακιώνω, βγάζω «χολή» (=κακία).

- Τσα!
- Ασταδιάλα ρε, με κοψοχόλιασες...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παράδειγμα εδώΠχ:Περίμενα στο μετρό και πέρασε ένας τύπος που κοίταζε με ένα χαμένο βλέμμα τόσα έντονα και έλεγε κάτι ακαταλαβίστικα που άρχιζα να κριπουλιάζω και σηκώθηκα κι έφυγα

Η συναισθηματική κατάσταση στην οποία περιέρχεται κάποιος εξαιτίας ενός προσώπου ή ενός περιστατικού που περιέχει στοιχεία ικανα να προκαλέσουν φόβο/άγχου/αμηχανία

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Μεταφορά στα ελληνικά της έκφρασης cyber-bully, πρόκειται για αυτόν που κάνει cyber-bullying ήτοι διαδικτυακό εκφοβισμό, δηλαδή εκφοβίζει, απειλεί ή ταπεινώνει άλλους χρήστες του Διαδικτύου, δρώντας ως μπούλης και νταής. Όπως σημειώνει η Βικούλα, μεταξύ των πρακτικών που συνιστούν κυβερνο-νταηλίκι είναι η "αποστολή φωτογραφιών του ατόμου ή αλλού είδους μαγνητοσκοπημένου υλικού, η αποστολή προσωπικών πληροφοριών του ατόμου σε πολλαπλούς παραλήπτες, η αποστολή απειλητικών μηνυμάτων σε αλλά άτομα υποκρινόμενος το άτομο που εκφοβίζεται, η υποκίνηση τρίτων για διαδικτυακή παρακολούθηση και παρενόχληση του ατόμου", όπως επίσης και το να "ποστάρεις φήμες και κουτσομπολιά για ένα άτομο στο ιντερνέτι προκαλώντας μίσος στους άλλους, ή να εντοπίζεις και στιγματίζεις συγκεκριμένα άτομα, δημοσιεύοντας υλικό που τους συκοφαντεί και τους εξευτελίζει δημόσια".

  1. O θάνατος του βιολιστή και οι κυβερνονταήδες. Ο 18χρονος Αμερικανός Τάιλερ Κλεμέντι οδηγήθηκε στην αυτοκτονία από δύο συμφοιτητές του οι οποίοι τον βιντεοσκόπησαν κρυφά να συνευρίσκεται ερωτικά με έναν άλλον άντρα και «ανέβασαν» τις περιπτύξεις του στο Διαδίκτυο. (Εδώ).
  2. Μέ έχουν αποκαλέσει υποστηρικτή τρομοκρατών. Μας έχουν αποκαλέσει παιδιά, κυβερνονταήδες, μας έχουν αποκαλέσει χούλιγκανς και ξέρεις κάποιες φορές, αυτά τα ονόματα δεν είναι τελείως άδικα. Αλλά αυτό είναι ένα σοβαρό πολιτικό κίνημα. (Εδώ η διερώτηση αν μπορούν οι Anonymous να χαρακτηριστούν ως κυβερνονταήδες).
  3. Από την άλλη πλευρά, η ανωνυμία σημαίνει ότι οι κυβερνο-νταήδες μπορούν να κάνουν συκοφαντικούς ισχυρισμούς χωρίς να λογοδοτούν για την ομιλία τους. (Ανωνυμία και λογοδοσία).

Τον όρο κυβερνονταήδες χρησιμοποιεί και ο Γιώργος Κυριαζής, μεταφραστής του Thomas Pynchon και δη του έργου Bleeding Edge:

Σε λίγο είναι συνδεδεμένοι και και κατεβαίνουν αργά από το πρωινό Μανχάταν στο ζοφερό σκοτάδι, με τις μηχανές αναζήτησης του επιφανειακού διαδικτύου από πάνω τους να σέρνονται από σύνδεσμο σε σύνδεσμο, αφήνοντας πίσω τους τα μπανεράκια και τα αναδυόμενα παράθυρα και τις ομάδες χρηστών και τα αυτοαναπαραγόμενα τσατ ρουμ... εκεί βαθιά όπου μπορούν να αρχίσουν να περιπλανιούνται ανάμεσα σε ιδιοποιημένα κομμάτια χώρου διευθύνσεων με κυβερνονταήδες να φρουρούν την περίμετρο, κέντρα λειτουργίας σπαμ, βιντεοπαιχνίδια που με τον ένα ή άλλον τρόπο κρίθηκαν υπερβολικά βίαια ή προσβλητικά ή όμορφα, και επομένως ακατάλληλα για την αγορά, όπως αυτή ορίζεται σήμερα...

Τόμας Πύντσον, Υπεραιχμή, Αθήνα: εκδ. Ψυχογιός, 2014, σ. 282

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο λαγός στα αρβανίτικα.

Μεταφορικά αυτός που γίνεται λαγός όταν συμβαίνει κάτι.

  1. Πού είσαι ρε λέπουρα; Μόλις άρχισε η φασαρία έγινες καπινός!

  2. Αυτός από το φόβο του έτρεξε μακρυά σαν τον λέπουρα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία