Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Κλίνεται κατά το αρκουδιάρης και είναι σαφώς υποτιμητικό. Χρησιμοποιείται για αγόρια / άντρες οι οποίοι κατά τους ανοιξιάτικους και καλοκαιρινούς μήνες φορούν βλάχικη-ζωηρόχρωμη βερμούδα μέχρι το γόνατο με τη γάμπα αξύριστη και πραγματικά ανίκανοι να υποστηρίξουν το σύνολο της αμφίεσής τους. Συναντώνται κυρίως στα γυμνάσια...

- Σκέτο σίχαμα η γάμπα του Γιάννη. Δεν πάει να κάνει καμιά χαλάουα;
- Ναι ο βερμουδιάρης!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λίαν εντυπωσιακός και extreme τύπος κόμμωσης, σύμβολο μιας ολόκληρης γενιάς.

Αμερικανιστί είναι γνωστό ως Mohawk, βρεττανιστί ως Μοhican, αλλά και (σπανιότερα) ως Mowie. To styling απλό: ξυρίζεις τελείως τις δύο πλάγιες όψεις του τριχωτού της κεφαλής, αφήνοντας στην κορυφή, στο μέσον ακριβώς, μια άθικτη λωρίδα μαλλιού να κυματίζει ανέμελη. Το αποτέλεσμα απλά βγάζει μάτια.

Ονομάστηκε έτσι από την ιθαγενή αμερικανική φυλή των Mohawk, για τους οποίους σώζονται μαρτυρίες πως όταν πήγαιναν στον πόλεμο, ξύριζαν το κεφάλι τους κατ’ αυτό τον τρόπο.

Η μοϊκάνα έγινε το απόλυτο σύμβολο της υποκουλτούρας των Punks, στις αρχές της δεκαετίας του '80. Αργότερα υιοθετήθηκε και από άλλα groups και άλλες υποκουλτούρες, όπως π.χ. αυτή του Goth (γκοθάδες), υφιστάμενη κάθε φορά ποικίλες μετατροπές και διαφοροποιήσεις. Η μοϊκάνα δεν θα αργήσει να χρωματιστεί και πολιτικά, με την θερμή υποδοχή που της επιφύλαξαν οι νέας κοπής αναρχικοί/αντιεξουσιαστές (που ασφαλώς ανήκαν στο πολύ ευρύτερο ρεύμα των punk rockers). H σημειολογία της είναι άκρως ενδιαφέρουσα. Διαθέτοντας αρχαίες πολεμικές περγαμηνές, συμβολίζει την προσχώρηση / εμπλοκή του φέροντος αυτήν, στον ακήρυχτο κοινωνικό πόλεμο εναντίον κάθε είδους Αρχής, που συνήθως συγκεκριμενοποιείται (ή μήπως συμβαίνει το αντίθετο;) στο Κράτος, την Κυβέρνηση, το Σύστημα Εξουσίας, τον Καπιταλισμό, τον Ιμπεριαλισμό και (πιο πρόσφατα) την Παγκοσμιοποίηση.

Αυτός ο συσχετισμός με τους Ινδιάνους και την όλη ερυθρόδερμη μυθολογία (αντίσταση κατά του Λευκού, αδούλωτο πνεύμα, νομαδικός τρόπος ζωής, μυστικιστικές συνάφειες με τη Μητέρα Φύση) εξηγεί κατά το μεγαλύτερο μέρος την απίστευτη δημοφιλία της. Όμως κάτι υπολείπεται από την εικόνα για να είναι πλήρης, κι αυτό είναι η Ψυχολογία. Το απομονωμένο περήφανο τσουλούφι στην κορυφή της κεφαλής, δημιουργεί ευθέως φαλλικούς συνειρμούς, είναι φαλλικό σύμβολο. Όπως οι οβελίσκοι, τα μενίρ, τα αγάλματα των νησιών του Πάσχα και τόσα άλλα μνημεία, η αρρενωπή μοϊκάνα διατρανώνει την αδάμαστη ενεργητικότητα του κατόχου της, την ατσάλινη θέλησή του για επικυριαρχία, επιβολή, επικράτηση. Ο φαλλικός συνειρμός καθίσταται ακόμη περισσότερο άμεσος στην περίπτωση που η μοϊκάνα συνδυαστεί με τα καρφιά (spikes), τα οποία μορφοποιούνται με τη βοήθεια ποικίλων κολλωδών ουσιών. Η μοϊκάνα είναι απλά μνημειώδης, τελεία και καύλα.

Διατήρηση. Στην περίπτωση της απλής μοϊκάνας (μακρύ τσουλούφι που πέφτει προς τα πίσω), το μόνο που έχεις για να νοιαστείς είναι το τακτικό ξύρισμα των πλαγίων όψεων, ώστε να οριοθετείται με σαφήνεια το τσουλούφι. Θέλει βέβαια λίγη εξάσκηση για να πετυχαίνεις την τέλεια διαγράμμιση, αλλά σε γενικές γραμμές τα πράματα είναι εύκολα. Σε άλλες παραλλαγές, όπως αυτήν όπου το τσουλούφι διαμορφώνεται σε τεράστια καρφιά, κατακόρυφα διατεταγμένα, ίσως υπάρξουν (στην αρχή τουλάχιστον) κάποια ζόρια, αναλόγως και την επιδιωκόμενη πολυπλοκότητα. Για τη συγκράτηση των καρφιών (που ενίοτε αναφέρονται ως Liberty spikes, εκ της ομοιότητάς τους με τα καρφιά της κόμης του αγάλματος της Ελευθερίας στη Ν.Υ.) επιστρατεύονται κάθε είδους κόλλες, ασπράδια αυγού, ζελατίνη, άμυλο καλαμποκιού, καθώς και ειδικά προϊόντα styling (σπρέι, τζελ, αφρός, κερί κλπ). Περιττό να αναφέρουμε ότι τα τελευταία θεωρούνται φλώρικα και απορρίπτονται μετά βδελυγμίας από τους ορίτζιναλ μοϊκανούς, που προτιμούν να ζέχνουν αυγουλίλα παρά να υποκύψουν στα θέλγητρα του καταναλωτισμού και να θεωρηθούν επαναστάτες γιαλαντζί και υποφρικιά. Αν πάλι γουστάρεις το λουκ περικεφαλαία, με έναν ορθωμένο συνεχή τοίχο μαλλιού να τέμνει δεσποτικά απ' άκρου εις άκρον το κεφάλι σε δύο ημισφαίρια, τότε θα πρέπει μάλλον να γίνεις μάστορας και στο πιστολάκι, προκειμένου η φούντα σου να αποκτήσει την πολυπόθητη ξηρή εμφάνιση.

Πολλές μοϊκάνες βασίζονται και στη χρήση έντονων χρωμάτων (ροζ, κίτρινα, κόκκινα, πορτοκαλιά, μοβ), τα οποία μπορεί και να τίθενται εναλλάξ, σχηματίζοντας ψυχεδελικά ουράνια τόξα. Τα εγχώρια φρικιά ποτέ δεν πολυσυνήθιζαν την εμπριμέ μοϊκάνα. Όντας πολύ πιο μπρουτάλ και θιασώτες της sancta simplicitas (άγια απλότης), δεν ένιωθαν άνετα με τέτοιου είδους βρετανικίλες, που πάντοτε ήταν πιο πολύ μόδα και λιγότερο εξεγερσιακή στράτευση. Τα ίδια πάνω κάτω ισχύουν και για δεκάδες άλλες παραλλαγές του βασικού Mohawk, όπως το bi-hawk (δύο λωρίδες), το tri-hawk (τρεις λωρίδες, αναγκαστικά μικρότερες, όσο αυξάνεται ο αριθμός τους τόσο μειώνεται το πλάτος τους), το duo-hawk (όταν η λωρίδα ξεκινά ενιαία για να χωριστεί κατόπιν σε δύο τμήματα), το dreadhawk (όταν η τούφα πλάθεται σε τζίβα), το Inverted Mohawk ή Reverse Mohawk ή No-hawk ή Anti-hawk (όταν ξυρίζεις μόνο μια λωρίδα στην κορφή, εκεί που θα ήταν κανονικά το Mohawk), το Roman Mohawk ή Sunhawk (όταν η λωρίδα διασχίζει το κεφάλι εγκαρσίως, από το ένα αυτί στο άλλο, και όχι κατά μήκος, από το κούτελο ως το σβέρκο).

Το Halfhawk ή Tophawk συνιστά μια μεσοβέζικη κατάσταση, όπου το τσουλούφι καλύπτει μόνο το επάνω τμήμα του κεφαλιού, και δεν κατεβαίνει προς τα πίσω, στο σβέρκο. Είναι οπωσδήποτε πιο φλώρικο από την αυθεντική μοϊκάνα, πλην όμως έπαιξε αρκετά εδώ στην Ελλάδα, από όσους ήθελαν να είναι μέσα στο πνεύμα της εποχής, απέφευγαν ωστόσο να ταυτιστούν με τα άκρα.

Σε γυναίκες κυρίως απευθυνόταν το λεγόμενο Garbo-hawk: στις πλάγιες πλευρές αντί για ξύρισμα πέφτει απλά ένα πολύ κοντό κούρεμα, ενώ μια μεγάλη φράντζα (το ίδιο το hawk) πέφτει μπροστά και καλύπτει το ήμισυ του προσώπου, όπως περίπου στα γιαπωνέζικα καρτούνια. Κάτι παρόμοιο, σε εντελώς fashion victim πνεύμα, είχε κάνει πριν κάτι χρόνια η Βίσση.

Υπάρχει τέλος και το ντιπ για ντιπ φλώρικο Fauxhawk, όπου απλά έχεις αφήσει ελάχιστα πιο μακριά τα μαλλιά στο κέντρο και τα σηκώνεις με τζελ, χωρίς βέβαια να έχεις ξυρίσει καθόλου τα πλάγια. Είναι ένα από τα πολλά hairstyles των σημερινών ερμαφρόδιτων πιτσιρικάδων, εκφυλισμένη μορφή και μακρινή ανάμνηση της ένδοξης μοϊκάνας των 80's (άντε και λίγο των 90's).

Και αφορμής δοθείσης εκ του Faux, λίγη κοινωνιολογία για το τέλος. Πριν καμιά δεκαπενταριά χρόνια ακόμη, τα μοϊκάνια, τα πανκιά, τα φρικιά, οι ανάρχες, ενέπνεαν το δέος και το σεβασμό. Οι άνθρωποι αυτοί είχαν θέσει ενσυνείδητα εαυτόν παρά την κοινωνία την οποία μάχονταν. Δεν κρύβονταν πίσω από κουκούλες διότι δεν είχαν τίποτα να κρύψουν. Ήταν αυτό που ήταν. Δεν το 'χαν δίπορτο. Δεν είχαν διπλή ζωή, του στιλ σήμερα τα σπάω στην πορεία με τους μπάχαλους και αύριο πάω με το γκομενάκι μου σε χλιδάτη καφετέρια και πληρώνω 4 ευρώ το νεροζούμι. Ο χώρος του «περιθωρίου» ήταν πολύ περισσότερο περιχαρακωμένος, ήθελε αρχίδια για να περάσεις στην αντίπερα όχθη. Το περιθώριο θέλει ζόρι και κουπί και δεν μπορείς πάντα να κάνεις το παπί, τραγούδαγε ο Μπουλάς στο Ελλάς.

Σήμερα όλα παίζουν, οι κίνδυνοι είναι πολύ περισσότεροι, δεν ξέρεις από πού να φυλάγεσαι. Στη σαλαμοποίηση αυτή κυρίαρχο ρόλο έχουν παίξει τα νέα μέσα επικοινωνίας με την τερατώδη ανάπτυξή τους. Σήμερα όσο εξτρίμ κι αν είσαι, όσο σουρωτήρι κι αν έχεις γίνει απ' το piercing, όσο εφημερίδα κι αν είσαι απ' τα τατού, δύσκολα θα πάρεις μια δεύτερη ματιά στο δρόμο. Όλα πλέον είναι μόνο μόδα, καμιά ουσία δεν υπάρχει (αν ποτέ υπήρξε). Όλα είναι απλά σημεία, όπως έλεγε ο λατρεμένος Jean Baudrillard. Kι αν ακούγομαι κάπως νοσταλγικός, ανασυστήνοντας ένα εξιδανικευμένο πλασματικό παρελθόν, να με συγχωρείτε, διότι το παρόν έχει το χαρακτήρα ενός tribute, ενός φόρου τιμής, μιας εκδήλωσης μνήμης.

Νομίζω πως περιττεύει.

(από BuBis, 21/08/09)

Σύγκρινε με μουλέτι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Θεμελιώδεις όροι του λεξιλογίου των μπιλντεράδων, σφίχτηδων και λοιπών αθληταράδων.

Στεγνός είναι ο γραμμωμένος, ο γραμμένος, ο κομμένος, ο γράμματας, ο κομμάτιας, ο φέτας, ο άγριος, ο χάρτης. Υπερθετικός του στεγνού είναι το ερπετό.

Στέγνωμα είναι η όλη διαδικασία που οδηγεί στην πολυπόθητη γράμμωση.

Κάπως λιγότερο συχνά, απαντούν και τα συνώνυμα άλιπος και εξαθλίωση του λίπους, αντίστοιχα.

Το σωστό στέγνωμα αποτελεί ζόρικη και μανουριάρικη υπόθεση. Δεν είναι για όλους, απαιτεί αρχίδια, ψυχικό και σωματικό σθένος. Συνίσταται στην σταδιακή, ρεγουλαρισμένη απώλεια σωματικού λίπους με παράλληλη σκλήρυνση των μυών και σαφέστερη διαγραφή τους.

Χαρακτηριστικό του μυός είναι η συμπάγεια και η ενότητα, ενώ του λίπους η αμορφία και η ρευστότητα. Η υπεροχή του ξηρού (στεγνού) έναντι του υγρού στοιχείου, αποτελεί κοινό τόπο της δυιστικής φιλοσοφικής σκέψης, αρχής γενομένης με τους Πυθαγορείους και τα περίφημα αντιθετικά ζεύγη τους. Διαμέσου δε της μεσαιωνικής φιλοσοφίας, επιβιώνει στον κοινό νου ως τα σήμερα.

Με καμία Παναγία δεν πρέπει να συγχέουμε το στέγνωμα με το απλό αδυνάτισμα! Το στέγνωμα αποσκοπεί στην ανάδειξη των μυών, όχι στην απλή απώλεια βάρους. Το σώμα, με την αποβολή του περιττού λίπους, αποκτά έτσι βαθιά κοψίματα, τα οποία δια της φωτοσκιάσεως δημιουργούν ένα καλαίσθητο πλαστικό αποτέλεσμα.

Εξ ου και το στέγνωμα λέγεται και κόψιμο, το στεγνώνω λέγεται και κόβω, ο στεγνός είναι και κομμένος.

Με το σωστό στέγνωμα, το δέρμα καταλήγει να γίνει λεπτό και διάφανο σαν τσιγαρόχαρτο. Γι' αυτό και είθισται να λένε στους γραμμωμένους: «πω ρε φίλε, χαρτί έχεις γίνει!». Εν προκειμένω, το «χαρτί» δεν σημαίνει απλά το τζιτζί και το γαμιστερό, αλλά νοείται τρόπον τινά κυριολεκτικά. Επί του χάρτου τούτου αναδεικνύονται, «πετάγονται», τα περίφημα και ψαρωτικά φλεβίδια. Ένας στεγνός είναι κατά κανόνα και λίαν φλεβικός.

Εκτός όμως από κόπο και ιδρώτα, το σωστό στέγνωμα θέλει και τρόπο. Σωστή διατροφή, καλός ύπνος και βέβαια φαρμακευτική υποστήριξη. Μέχρι κι η γιαγιά μου ξέρει πλέον οτι χωρίς φαρμακάκι η γυμναστικούλα είναι από ένα σημείο και μετά ματαιοπονία. Αν σου πάει τρεις και πέντε να μπεις με τη μία στα χοντρά, παίρνε τουλάστιχον συμπληρωματάκια διατροφής (σκόνες). Αν και μ' αυτά ζορίζεσαι, καλύτερα αραίωνε με το άθλημα και ρίχτο στο πλέξιμο, πιο μεγάλη επιτυχία θα έχεις εκεί.

Ειδικά steroids για στέγνωμα θεωρούνται συνήθως το Winstrol και το Αnavar. Όσον αφορά τα μη στεροειδή, προτιμάται η διεγερτική Εφεδρίνη και το βρογχοδιασταλτικό Clenbuterol. Όλα αυτά δρουν κατά του λίπους με διάφορους έμμεσους τρόπους (ενεργοποίηση μεταβολισμού κλπ). Το απόλυτο λιπολυτικό / λιποδιαλυτικό είναι η πανάκριβη αυξητική ορμόνη, που χτυπά στεγνά στο ψαχνό, καταστρέφοντας αυτούσια λιποκύτταρα και όχι μειώνοντας απλά το μέγεθός τους.

  1. - Τι πρόγραμμα έχεις για φέτος;
    - Λέω τον Οχτώβρη να μπω μια δίμηνη θεραπειούλα με Deca και Dianabol για να τσιμπήσω 4-5 κιλάκια και να ογκωθώ λιγάκι. Και μετά τα Χριστούγεννα ξεκινάω φουλ στέγνωμα.

  2. - Τον Αλέκο έχω να τον δω τόσο στεγνό από τότε που κατέβηκε στο Mister Hellas του '99 κι είχε έρθει τρίτος στη μεσαία κατηγορία... - Δεν τα 'μαθες, ξανακατεβαίνει σε αγώνα ο γίγαντας το καλοκαίρι, κι ας έχει πατήσει τα 45. Ψυχάρα σου λέω...

  3. - Μαλάκα έχεις στεγνώσει απίστευτα τώρα τελευταία; Για πες μας τι τρώς να μαθαίνουμε...
    - Τίποτα ρε, λίγο Winstrol σε χάπι, 3-4 τεμάχια τη μέρα, τρίχες σε σχέση μ' άλλους.
    - Έλα ρε συ, μπράβο. Ελπίζω να μη λες αρκούδες βέβαια...

  4. - Ο καινούργιος γυμναστής έχει τα πιο στεγνά τρικέφαλα που έχω δει ποτέ μου! Νομίζεις πως βλέπεις ξουράφια.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τα φουσκωτά μουνιά που μοιάζουν με πρόσφορο λόγω ελαφριάς συγκεντρώσεως λίπους.

Ε και τι πήδημα κάνεις σε ένα τέτοιο...

Αν αρχίσω περιγραφή κάποιες θα πλυμμηροκοκκινήσουν και κάποιοι θα λερώσουν την οθόνη τους και αν είναι CRT έχει καλώς, καθαρίζεται. Έλα και αν είναι TFT LCD προσοχή στο καθάρισμα.

ΕΡΕ και πήγα να πιάσω το μουνί της
και βάζω το χέρι μέσα στην φουστοκυλότα της και ΓΕΜΙΣΕ η χούφτα μου υγρή μουνάρα
ΠΩ ΠΩ ΠΩ μου έφτασε στον αφαλό

(από ο αυτοκτονημενος, 09/04/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνώνυμο: «Βαλβολίνης».

Οι τύποι που συχνάζουν τα καλοκαίρια κυρίως στις παραλίες της Αττικής και πασαλείφονται με κάθε λογής έλαια (αντηλιακά ή άλλα). Το κριτήριο επιλογής του αντηλιακού τους δεν είναι ποτέ ο δείκτης προστασίας του, αλλά το πόσο πυκνόρρευστο είναι, πόσο γυαλίζει και για πόσο διάστημα, αφού ο σκοπός τους δεν είναι η προστασία τους από την ηλιακή ακτινοβολία. Απλά θεωρούν ότι όσο περισσότερο γυαλίζει το κατά τη γνώμη τους αγαλματένιο κορμί τους, τόσο καλύτερη είναι η επίδειξή του, παρ’ όλες τις μπάκες και τα προκοίλια που διαθέτουν. Έτσι ποσώς ενδιαφέρονται αν αλείψουν το σώμα τους με κάποιο καλό αντηλιακό ή με βαλβολίνη.

Πολλές φορές, αν και έχουν περάσει τα ...ήντα συνεχίζουν να πασαλείφονται και να παίζουν ρακέτες ασταμάτητα. Το φαινόμενο έτεινε να πάρει κοινωνικές διαστάσεις στην δεκαετία του 90, όταν η συγκεκριμένη συνομοταξία πουροτεκνών κυκλοφορούσε σε υπερβολικά μεγάλο αριθμό στον Άγιο Κοσμά και στον Αστέρα, ενώ στην αδελφότητα παρατηρούσε κάποιος και αρκετά νέα μέλη κάτω των 30, οι οποίοι τη σημερινή εποχή συνεχίζουν επάξια το δρόμο που άνοιξαν οι πρωτοπόροι και μέντορές τους.

Η αναγνώρισή τους είναι πολύ εύκολη μέσα στο συνωστισμό που επικρατεί συνήθως στις εν λόγω πλαζ, από τα πιο κάτω χαρακτηριστικά:
1. Γυαλίζουν από μακριά.
2. Το χρώμα του δέρματός τους είναι κάτι σαν σοκολατί.
3. Κυκλοφορούν με μικροσκοπικά μαγιό.
4. Συνήθως φορούν χρυσές καδένες στο λαιμό και στα χέρια.
5. Είναι κατά το μεγαλύτερο ποσοστό τους μεσήλικες και άνω.
6. Φορούν εξεζητημένα γυαλιά ηλίου.
7. Παίζουν μανιωδώς ρακέτες με ομόσταυλούς τους λαδωμένους.
8. Δεν παλουκώνονται ποτέ, ενώ σπανίως μπαίνουν στη θάλασσα.

  1. Οι φιλενάδες:
    - Μαρία, ήταν καλά εχθές στην πλαζ;
    - Τι καλά ρε Τζένη. Δεν έφτανε το 1 εκατομμύριο κόσμος, ήταν και κάτι λαδωμένοι και παίζανε ρακέτες από πάνω μας 4 ώρες. Μας πρήξανε οι μαλάκες.

  2. - Κοίτα τον λαδωμένο. Δυόμιση ώρες ρακέτες το πουρό κι εμείς παίζουμε 5 λεπτά και τα φύγουμε ρε Γιώργο.
    - Χέσε μας ρε. Ασ' τους να κοπανιούνται και πάμε στην καντίνα να πάρουμε κανένα μπυρόνι.

xecutive... (από HODJAS, 16/04/10)(από Vrastaman, 16/04/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Άντρας ή γυναίκα με πρόσωπο όχι απαραιτήτως άσχημο, αλλά που μοιάζει με καρτούν, έχει δηλαδή κάτι το αστείο, ή που θυμίζει ζωάκι, ή που, απλά, είναι συνηθισμένο μέχρι αηδίας. Κυρίως όμως λέγεται για ασχημόπαπα.

- Τι λέει η καινούργια γειτόνισσα;
- Γαμώ τα παιδιά.
- Ωραίο μουνί;
- Συμπαθητική.
- Με άλλα λόγια: μπάζο.
- Όχι μωρέ, απλώς είναι λίγο φάτσα καρτούν.
- Μανάρα;
- Στρουμφ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χαρακτηρισμός που ξεχειλίζει από θαυμασμό, για την πολύ ψηλή καυλιάρα γυναίκα με την καλή την έννοια, τ. γυναικάρα, άλογο καμαρωτό, «πω ρε μάνα μου πα πα πα» σε φάση.

Λες τη λέξη και γεμίζει το στόμα σου απολαυστική λεβεντομουνιά: Ειδικά αυτή η κατάληξη -άρι παραπέμπει συναισθηματικά σε λέξεις που περιγράφουν μεγαλοπρεπείς και ευθυτενείς πραγματικότητες (βλ. στυλι-άρι από το στύλος, δοκ-άρι από τη δοκό, αλλά και πιο χαρακτηριστικά ματζαφλάρι, παλαμάρι κ.λπ.) - και βέβαια στο καμ-άρι...

Χρησιμοποιείται στο Μπραχάμι (το άκουσα επανειλημμένα σε χρήση και μου κόλλησε κιόλας), αλλά δεδομένου ότι το γούγλε τεστ βγήκε θετικό, εκτιμώ ότι παίζει να έχει διαδοθεί και πέρα από το ρέμα.

...............................................................

Προσπάθειες ετυμολογικής προσέγγισης συμπληρώνονται εκ των υστέρων συνοψίζοντας τα υπέροχα σχόλια που έχουν καταγραφεί – ειδική μνεία στους Vrastaman και sstteffannoss:

  • Αναφορά στα Ρομανί όπου dil’arela θα πει (περίπου) «κάποιος που σε τρελαίνει».
  • Αναφορά στα Τούρκικα όπου dilara θα πει (περίπου) «η ερωμένη, η λατρεμένη της καρδιάς».
  • Αναφορά στην Αμερικάνικη σλανγκ, όπου dilara θα πει (περίπου) «η βυζαρού που γουστάρει να ξεσαλώνει».

Θεγκζ γκάιζ.

- ... και είμαι στο φανάρι της Σουλίου και σκαλίζω τη μύτη μου περιμένοντας στο κόκκινο όλο βαρεμάρα και κάνω έτσι και τι να δω, πω μαλάκα, μια τύπα απίστευτη, ένα ντιλάρι ίσα με κει πάνω, μπαμ μπαμ μπαμ το τακούνι τη μπότα το μωρό το δίμετρο, να το μαλλί τίναγμα σλόου μόσιον, έχει πέσει το σαγόνι μου, ο μαλάκας από πίσω κορνάρει άναψε το πράσινο, εγώ κόκαλο και εκείνη την ώρα γυρνάει και με κοιτάει και συνειδητοποιώ ότι έχω μείνει με το κακάδι στο δάχτυλο που δείχνει τον ουρανό. Σκατά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο φασίστας.

Το μαύρο είναι το χρώμα (και) του φασισμού: απεικονίζει αφενός τις στιλιστικές επιλογές των παλαιάς κοπής μελανοχιτώνων μου Μπενίτο και των σημερινών ναζών συνεχιστών του και αφεδύο το σκοτεινό πνεύμα που διακατέχει τις ιδέες και τις ψυχές των φασό.

- Ολοι οι πρωταγωνιστές της μαύρης τρομοκρατίας στην Ιταλία της δεκαετίας του '70 «συνέπεσαν» σε μια κρουαζιέρα στην Ελλάδα, το Πάσχα του 1968. Οχι μόνο για να προσκυνήσουν τη χούντα, αλλά και να εκπαιδευτούν στις τεχνικές υπονόμευσης της δημοκρατίας απ' τους πρώτους «διδάξαντες».
(από εδώ)

- η «Μαύρη Διεθνής», η φασιστική κίνηση που είχε πυρήνα το κόμμα Γιόζεφ Στράους στη Δυτική Γερμανία, άπλωσε τα πλοκάμια της και στην Κύπρο και στην Ελλάδα και κινεί τα νήματα της συνωμοσίας για πολιτική αναταραχή και οικονομικο – κοινωνική αναστάτωση στις δύο χώρες, με στόχο καθεστωτική αλλαγή, και προώθηση νόθων λύσεων στο Κυπριακό...
(από εδώ)

- Υπαρχουν μαυροι φασιστες, κοκκινοι φασιστες, θρησκευομενοι φασιστες κοκ.
(από εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ταμένα αποκαλούνται όσα παιδάκια παραδίδονται από τους κηδεμόνες τους σε μοναστήρια εν είδει δωροδοκίας προς τα θεία. Η ανάλυση του κτηνώδους αυτού σεξουαλικού εξαναγκασμού ανήλικων δεν είναι του παρόντος.

Σλανγκιστί, σαν ταμένα αποκαλούνται όσοι φέρουν το στυλιστικό λουκ της χριστιανόφατσας ή του μαρξορθόδοξου: τα φλώρικα αγόρια με τσάκιση στο μπλέ πολυεστερικό παντελόνι με το κουλό γκρι μπουφανάκι και τα ξεπλένικα κορίτσια με τις κλειστές ως το λαιμό μπλούζες, τα μακριά μανίκια, την χριστιανόφουστα με μήκος τουλάστιχον ως τη μέση της γάμπας, τις παντός-καιρού κάλτσες και τα μαλλιά τραβηγμένα σφιχτά σε κότσο ώστε να μην σκανδαλίζουν το χριστεπώνυμο πλήθος.

Εννοείται ότι το να είσαι παιδί του κατηχητικού ή λαδοπόντικας χριστιανοταλιμπάν δεν είναι ούτε απαραίτητη αλλά ούτε και ικανή συνθήκη για να εμφανίζεσαι ως ταμένο. Σαν θεούσες άλλωστε ντύνονται και πολλά μούλτι-κούλτι ταγάρια και εθνίκια.

Ασίστ: Khan (ΔΠ), Μαριαχόμορφη.

- Καλά ρε μαλάκα η Αφροξυλάνθη σ' αρέσει; Άκου όνομα... Σαν ταμένο...
- Ε, δεν είναι για όλουσ οι Λιλιάνεσ...
- Περί ορέξεωσ τζιτζίκια γιαχνί...
(Μαριαχόμορφη, εδώ)

- Σαν ταμένο είναι στη μονή Βατοπεδίου που είναι και της μοδός…α πα πα….χάλια!
(Η Paris Hilton...ντυμένη!)

- εδώ, κάθε σχολείο έχει τη δική του στολή, οι οποίες εκτός από κακόγουστες είναι και πανάκριβες...Σαν «ταμένα» είναι τα παιδάκια μου...Χάλια σου λέω...
(από εδώ)

Ταινία Φουσκουθαλασσιές. Εδώ η Μ.Αρώνη παρουσίασε τις κόρες της στο ναυτικό πατέρα τους (Παπαγιαννόπουλος)...σα να \'ταν ταμένες (από GATZMAN, 16/10/09)Η θεία από το Σικάγο. Μια ταινία με...ταμένες...μέχρι την έλευση της θείας (από GATZMAN, 16/10/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Προτεινόμενη απόδοση του αγγλικού «six-pack», που αναφέρεται στην εμφάνιση των γραμμωμένων, στεγνών από λίπος κοιλιακών μυών.

Το εξαπάκετον κάνει την εμφάνισή του στον κεντρικό κοιλιακό μυ, τον λεγόμενο ορθό. Όχι στους πλάγιους κοιλιακούς, με τους οποίους, ειρήσθω εν παρόδω, καυλώνουν περισσότερο οι γυναίκες (ή τουλάστιχον έτσι λένε). Για τους πλάγιους, όταν είναι γραμμωμένοι και εύσχημοι, συνηθίζονται εκφράσεις όπως χελώνα και κούρος.

Οι αγγλοσάξονες εμπνεύσθηκαν πιθανότατα τον όρο από τις συσκευασίες των έξι μπουκαλιών (μπίρας, κοακόλας, μεταλλικού νερού κλπ) που κυκλοφορούν στο εμπόριο (δες και μήδι νο 2). Η εξάδα αυτή των φιαλών παραπέμπει στα έξι τετραγωνάκια στα οποία χωρίζεται ο ορθός κοιλιακός μυς: δύο πάνω (σχεδόν πάνω στο διάφραγμα), δύο στη μέση (συνήθως τα ογκωδέστερα) και δύο κάτω. Κάτι σαν άβακας (από τα αγαπημένα διακοσμητικά θέματα της ανεικονικής τέχνης).

Τα κοιλιακά παρομοιάζονται κατεξοχήν με τετραγωνάκια σκακιέρας, εξ ου και αυτό που λένε οι γκόμενες για όσους που έχουν φετιασμένους κοιλιακούς :

- πω ρε συ, τι κοιλιά είν' αυτή;! Παίζεις άνετα σκάκι εκεί πάνω!

Όταν κάποιος είναι τίγκα στη γράμμωση, και συγχρόνως είναι αρκετά ογκωμένος, δεν μιλάμε πια για απλά τετραγωνάκια, αλλά για κυβάκια που προεξέχουν, σάρκινα εξογκώματα που 'χουν ανάμεσά τους χάσματα, ρήγματα, χαράδρες. Περνάμε δηλαδή από το ζωγραφικές αξίες (έμφαση στην επιφάνεια και το σχέδιο) στις πλαστικές αξίες (έμφαση στο ανάγλυφο και τη φωτοσκίαση).

Το εξαπάκετο λέγεται και τρίφτης, εκ της ομοιότητάς του με το γνωστό κουζινικό σκεύος. Άλλες δύο γκομενικές εκφράσεις θαυμασμού προς τον τρίφτη:

- Καλά, μιλάμε στους κοιλιακούς του Αργύρη τρίβεις τυρί!

- Βλέπεις κοιλιακό ο τύπος; Μπορείς να στίψεις το βρακί σου εκεί πάνω!

Εννοείται το εξαπάκετο δεν είναι για όλους. Αν δε διαθέτεις κανά τρελό γονίδιο, πιθανότατα θα χρειαστεί να εντρυφήσεις στα του αναβολισμού, ίσως και να χτυπήσεις καμιά λιποαναρρόφηση. Διότι το να κωλοχτυπιέσαι κάθε μέρα με εξακόσιες χιλιάδες επικύψεις, ροκανίσματα, ψαλιδάκια και άλλες ειδικές ασκήσεις (χωρίς διατροφική υποβοήθηση), δεν είναι μαγκιά. Είναι απλά μαλακία.

  1. Το εντυπωσιακό εξαπάκετο (six-pack) είναι ένα από τα θαύματα του ανθρώπινου σώματος. Οι κοιλιακοί είναι οι μόνοι γραμμωτοί μύες (σε αντίθεση με τους λείους μύες, π.χ. μήτρα, καρδιά) οι οποίοι δεν είναι σκελετικοί, δεν εδράζονται δηλαδή πάνω σε κάποια οστά (όπως π.χ. ο τετρακέφαλος στο μηριαίο οστούν). Αιωρούνται πραγματικά στο κενό.

  2. - Μαλάκα χτες με τράβηξε το μωρό σε ταβέρνα και φάγαμε του σκασμού. Λες να θολώσω;
    - Μιλάς και συ ρε καραγκιόζη με το εξαπάκετο... Τι ανάγκη έχεις αγόρι μου, εμείς με τη μπάκα που 'ναι σαν τραπεζάκι τι να πούμε;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία