1.Τα προγούλια, ιδιαίτερα στα πλαϊνά χάριν ευφημισμού. Είναι αφράτα, με τάση ζάρωσης, μαλακό δέρμα έως χαλαρωμένο. Όσο περισσότερο λίπος έχουν, τόσο το καλύτερο στο δάγκωμα και στην ευρύτερη ερωτοσεξουαλική ατμόσφαιρα. Τα μεσήλικα είναι τρυφερότερα και αφήνουν αίσθηση - υφή πάστας σοκολατίνας στον δάκνοντα, εξ ού και η περιγραφή τους. Παραπέμπουν στα γλυκάδια των νεαρών ζώων που αναφέρονται στο δεύτερο σκέλος του ορισμού που μοιάζουν με παχάκια - ξυγκάκια, απ' όπου και επεκτείνεται η χρήση του όρου και στους ανθρώπους.


- Για πες... Η γκόμενα καλή, καλή;
- Και γαμώ τα μανουλομάνουλα!!
- Τί λες μωρέ μλκ, μανουλομάνουλο η 40+;
- Κι όμως... Εκτός από το "οι σαραντάρες ίσον με δύο εικοσάρες" είχε και κάτι γλυκάδια μωρ' αδερφάκι μου, όνειρο! Άσ' τα, πού να σ' τα λέω. Καλοβαλμένη.
- Ά, ρε Παπακαλιάτη με τα βίτσια σου...

2.Εκκρίνονται μπροστά απ' την τραχεία απ' τον θυμοειδή αδένα στα νεαρά ζώα, τα λεγόμενα "του γάλακτος" όπως τα αρνάκια και τα κατσικάκια για παράδειγμα και τα οποία αν μαγειρευτούν από τέτοιο σφαχτάρι θεωρούνται εξαιρετικές λιχουδιές απ' τους γκουρμέδες. Ο απογαλακτισμός επηρεάζει την παραγωγή τους και εκκλίπουν εντελώς από τα ενήλικα ζώα.


Για δες για γλυκάδια στο τηγάνι με τυροκαφτερή εδώ (καλή όρεξη!)
Για μια "ανορθόδοξη" χρήση της λέξης εδώ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λιμπιντιάρικο κοκομπλόκο μετά καρδιακού μιλφ σέηκ που κυριεύει τον μιλφάκια στην θέα μιας υπερτουμπανιαίας "μιλφομάνας αναφοράς".

Εκ των μιλφ και μουνόπλακα.

- Ειδα και το μιλφ και επαθα μιλφοπλακα! Απιθανο μιλφακι!(εδώ)

- Πω πω μιλφόπλακα έπαθα!!! (εκεί)

Πίνουμε νεράκι στην υγειά τση κας Ρόμπινσον

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

O ευφυοσεξουαλικός, ο νοοσεξουαλικός: ο αθρώπας δηλαδής που έχει ως υπέρτατο αντικείμενο πόθου την ευφυΐα και ουχί την εμφάνιση.

Ασ' τα σάπια φυτούκλα μου και μίλα μου για τον Derrida -Ουάου, τα έχεις διαβάσει όοολα αυτά τα βιβλία; -Όχι, αυτά είναι που πρέπει να διαβάσω μέχρι το τέλος της εβδομάδας. Τα υπόλοιπα είναι στο γραφείο μου

- Δηλώνω και εγώ σαπιοσέξουαλ. Νομίζω η πλειοψηφία έτσι είναι. Τελευταία με τραβάνε τα σεξουαλικά ανοιχτόμυαλα κοριτσάκια :P Όχι πως έχουν κάτι λιγότερο οι άλλες, απλά ok, εν είμαστε για σΚέση τέτοιους καιρούς (εδώ)

- Σαπιοσέξουαλ, εκκολαπτόμενη βιολόγος. Ενθουσιάζομαι από τα πάντα, αλλά συνήθως τα βαριέμαι μετά από λίγο. Αν βρίσκεις ένα κομμάτι του εαυτού σου εδώ μέσα, μείνε (εκεί)

Εκ του αγγλικάνικου sapiosexual (< λατ. sapiens και sexus)

Μεταγλωττισμένο στα ελληνικά, το λήμμαν κουβαλάει πολλά κιλά σλανγκίλα και σαπίλα, καθώς παραπέμπει συνειρμικά στον σαβουρογαμόσαυρο.

- Εννοείται πως κι εγώ θεώρησα τον σαπιοσέξουαλ συνώνυμο του σαβουρογάμη...(εδώ)

Κατά λολαδερή δε σύμπτωση, οι δυο έννοιες συγκλίνουν απόλυτα (αλλά όχι πάντα), καθώς οι μπαζοφονιάδες συχνά αυτοαποκαλούνται προσχηματικά "εγκεφαλικοί τύποι" προκειμένου να ελαχιστοποιήσουν την καζούρα από τον κοινωνικό τους περίγυρο. Συνεπώς ο όρος αποτελεί και λολοπαίγνιο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στο BDSM ιδίωμα (σαδομαζοχισμός- bondage), αποτελεί εξελληνισμό του όρου Dominatrix (αγγλικό από τα λατινικά), μέσω αηχοποιήσεων/ δασύνσεων και εντάξεως στο ελληνικό κλιτικό σύστημα, θυμίζοντας τον τρόπο που εξελληνίζονταν άλλοτε τα ξενικά ονόματα, λ.χ. Αμστελόδαμο για Amsterdam ή Δαρβίνος για Darwin ένα πράμα. Ταυτόχρονα μπορεί να θεωρηθεί και ως λολοπαιγνιώδης λεξιπλασία με το άτριχη. Φανταζόμαστε, επομένως, μια αφέντρα με απολύτως άτριχο λείο δέρμα και μουνί-παρκέ, που ενθουσιάζει τον υποτακτικό της, ιδίως αν είναι ποδολάγνος και καυλώνει με τα σέξι λεία πόδια, οπότε είναι κι αυτός έτοιμος να υπακούσει σε οποιαδήποτε εντολή της άτριχης κυράς του.

Δομινάτριχη με σκλάβο

Πάντως, αν και το λολοπαίγνιο σίγουρα υπονοείται, οι χρήσεις που βρίσκω στο ιντερνέτι δεν το αξιοποιούν και ο όρος δομινάτριχη απλώς μεταφέρει το dominatrix, έχοντας το σημαντικότατο γλωσσικό πλεονέκτημα (pun unintended) ότι κάνει και πληθυντικό δομινάτριχες, πράγμα που μάλλον αποτελεί και έναν από τους κύριους λόγους που χρησιμοποιείται, καθώς δύσκολα θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ένας αγγλικός πληθυντικός του dominatrix με αβίαστο τρόπο στα ελληνικά (άλλη λύση είναι το κομμέ ντομ).

Η Claudia Schiffer ποζάρει ως δομινάτριχη για διαφήμιση του Dom Perignon (pun intended)

Η δομινάτριχη μπορεί να είναι οποιουδήποτε σεξουαλικού προσανατολισμού, να έχει υποτακτικούς διαφορετικών φύλων και να είναι πληρωνόμενη "επαγγελματίας" ή να δρα αφιλοκερδώς. To σταντέ είναι ότι θα έχει υποτακτικό που θα τον βάζει να την υπηρετεί, θα του δίνει εντολές, θα τον εξευτελίζει και αυτό το αυταρχικό στυλάκι μπορεί (χωρίς να είναι απαραίτητο) να συνεχιστεί και στο σεχ. Βοηθάνε και τα εξαρτήματα, δερμάτινα και λάτεξ, όπως το Catsuit

Catsuit

Η Michelle Pfeiffer ως Catwoman

μαστίγια,

Liv Boeree

πορνοτάκουνα, αθερινόδιχτα, ψηλές μπότες, τιράντες, ζαρτιέρες, γάντια και, -γιατί όχι;-, στραπόνια.

For "BBC fans" (Big Black Cock)

Μια από τις κύριες πρακτικές της δομινάτριχης είναι να είναι ανάφτρα, παίζοντας με το μυαλό του άντρα, να τον κρατάει σε καύλα, αλλά σε κρίσιμες στιγμές να του στερεί τον οργασμό και να τον ελέγχει (tease & denial που λένε και στο χωριό μου).

Ιδεοτυπική δομινάτριχη ήταν η Fanny Pistor, μούσα του Λεοπόλδου Φον Ζάχερ Μαζώχ

Οι φίλοι μου μου το 'χαν πει, ξέχνα Λεοπόλδε τη Φανή

που τον ενέπνευσε να γράψει το μεγάλο του αρρωστούργημα Η Αφροδίτη με τη γούνα, συχνά δραματοποιημένο

Δομινάτριχη Αφροδίτη

Από τον μαιτρ του είδους Ρόμαν Πολάνσκι

Δίνω όμως το λόγο στα παραδείγματα αλιευμένα από σχετικές φοράδες που δείχνουν ότι ορισμένα κλισέ δημοσιοκαφρικά μπορεί και να μην αποδίδουν την πολυπλοκότητα της κατάστασης, ενώ υπάρχουν ίσως και κάποιες διαφορές μεταξύ δομινάτριχης και μίστρες/ κυρίαρχης ή οπωσδήποτε μεταξύ πληρωμένης αφέντρας με πελάτη ή μη πληρωμένης με σκλάβο. Και εντέλει πάνω στο άναμμα της ερωτικής πράξης το τι υποτίθεται ότι θα έπρεπε να κάνει μια δομινάτριχη σύμφωνα με τη θεωρία του savoir dominer πολλές φορές διαψεύδεται. Γιατί in the down down of the writing δομινάτριχες είναι, δεν είναι κι αγάμητες.

1.Η 50 plus Δομινάτριχη είναι συνήθως πρώην ιερόδουλος (δεν είναι απαραίτητο να είναι δηλωμένη) που όπως τα έπαιρνε και παλιά (μέσω σεξ) τα παίρνει και τώρα (το νόμιμα παράνομα παίζει), η οποία θα κάνει κάνα ταξίδι Ευρώπη μεριά θα δει τι παίζει, θα κατέβει ελλάδα και θα πει σε κάνα 2 τσούπρες όμορφες νεαρές και ξεκωλιάρες καθώς και σε κάνα 2 φιλικούς της επιχειρηματίες ΡΕ ΣΕΙΣ ΒΡΗΚΑ ΕΝΑ ΤΡΟΠΟ ΝΑ ΤΑ ΚΟΝΟΜΑΜΕ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΑΝΟΙΓΟΥΜΕ ΤΑ ΣΚΕΛΙΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΕΔΩ ΕΛΛΑΔΑ ΕΙΝΑΙ ΟΛΟΙ ΜΟΥΝΟΔΟΥΛΟΙ, ΘΑ ΦΑΜΕ ΜΕ ΧΡΥΣΑ ΚΟΥΤΑΛΙΑ. Αλλά το ενοχλητικό δεν είναι αυτό γιατί ΌΣΟ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΜΟΥΝΟΔΟΥΛΟΙ ΑΥΤΕΣ ΕΚΕΙ ΘΑ ΣΤΟΧΕΥΟΥΝ ΚΑΙ ΜΑΓΚΙΑ ΤΟΥΣ. Το ενοχλητικό είναι όταν λανσάρονται σαν οι μη-κερδοσκοπικοί υπεράνω-για το καλό του bdsm αυτόκλητοι εκπρόσωποι και κοιτάνε να καπελώσουν άπαντες του χώρου. Σχόλιο: Όσο συνεχίζει να είναι τόσο δύσκολο να βρεις σύντροφο που να θέλει να πειραματιστεί με αυτά, ίσως τελικά και να είναι για το καλό του bdsm. Άμα οι υποτακτικοί άντρες δεν μπορούν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους έστω και μια στο τόσο, καλύτερα έτσι.

2.Υποθέτω πως αν μία Mistress γουστάρει να στήνεται στα 4 και να λέει στο υ της γάμα με τώρα, αυτό απαγορεύεται... Το απαγορεύει η βίβλος των δομινάτριχων. Αν κάνει κάτι τέτοιο μία Mistress και δώσει αυτή την εντολή δεν είναι Mistress, είναι δήθεν ή ντεμέκ όπως λένε βόρεια... Εεεεεεεε τίποτα άλλο.

3.Οι Επαγγελματίες Domina είναι και πρέπει να είναι πάντα οι "Ανέγγιχτες Θεές" των υποτακτικών τους. Πρέπει να είναι κάποιες που εκείνοι δεν θα μπορέσουν να αποκτήσουν ποτέ. Η ακριβής μετάφραση του όρου "Dominatrix" και του υποκοριστικού του "Domina", είναι "Κυρία". Είναι αυτό το "ανώτερο" πλάσμα, στα πόδια του οποίου ο υποτακτικός παραδίδει την δύναμή του. Είναι η τρομερή και αισθησιακή Θεά των πιο σκοτεινών ονείρων του.Το πραγματικό BDSM δεν έχει να κάνει με τα ανθρώπινα γεννητικά όργανα και την επαφή μεταξύ τους. Το πραγματικό BDSM είναι, το να προκαλεί κάποιος συνεχώς τον εαυτό του, αισθησιακά, φυσικά, ψυχολογικά, συναισθηματικά και πνευματικά και αυτό δεν έχει καμία σχέση με την σεξουαλική εκτόνωση. Έχει να κάνει μόνο με τον αισθησιασμό, την παράδοση και την απελευθέρωση από τα δεσμά της καθημερινότητας. Μια καλή Επαγγελματίας Dominatrix, μπορεί να ερεθίσει το μυαλό, το σώμα και το πνεύμα των υποτακτικών της χωρίς να προσφέρει sex. Σχόλιο: Κλαίω στη κυριολεξία.... Καταρχήν μπερδεύει τη γυναίκα κυρίαρχο με τις δομινάτριχες. Δεν ξέρω τι προσφέρουν οι δομινάτριχες, δεν έχω παρευρεθεί ποτέ με καμία γιατί τα υ δε πάνε σε αυτές. Οπότε ας ξεμπερδέψει στο μυαλουδάκι της τα υ με τους φετιχιστές. Φετιχιστές έχει για πελάτες απλώς δεν το έχει πάρει χαμπάρι ακόμα. Δεν μπορώ να καταλάβω ποια είναι αυτή που θα ορίσει τι είναι Femdom, μη μπερδεύεσαι γλυκιά μου και τι όχι. Μάλλον αν μια Mistress τύχει και έχει κανα σκλάβο με 18 πόντους πέος τότε σύμφωνα με αυτήν, η Mistress θα πρέπει να βρει κάποιον άλλον να γαμηθεί και όχι με το σκλάβο. Πολύ πιθανόν να θεωρεί πως πρέπει να της ζητήσουν και την άδεια. Δεν το ήξερα γλυκιά μου δομινάτριχη πως είσαι η προσωποποίηση του Derren Brown και πως μπορείς να κατακτήσεις το μυαλό κάποιου σε ένα σέσσιον. Μάθε επιτέλους να ξεχωρίζεις τι σημαίνει Domme-Mistress και δομινάτριχη. Εγώ που είμαι βανίλια ξέρω πάντως τι είναι. Για εσένα αμφιβάλλω... Η Mistress έχει σκλάβο, εσύ έχεις πελάτες... Καμία σχέση το ένα με το άλλο... Κλείνω λέγοντας σου πως μοναδική εμπειρία, είναι να το ζήσεις 24/7 και όχι 60 λεπτά.... Μη μπερδεύεσαι....

4.Ότι πρέπει να αγοράσω κάμερες και να τις τοποθετήσω στο σπίτι για να βλέπουν οι συμφορουμίτες πως μία Mistress, Domme, Δομινάτριχη τέλος πάντων καταλήγει στο να γυαλίζει πατώματα με τη γλώσσα. Μηδένα προ του τέλους κακάριζε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

στειλιάρι, στυλιάρι

Το στειλιάρι είναι μια εξαιρετικά σλανγκενεργής λέξη από ό,τι φαίνεται από τους πολλούς ορισμούς που έχουμε που δίνουν και τη δόκιμη σημασία και πολλές ακόμη σλανγκικές.

Θα συμπληρώσω με μία σχετικοάσχετη σημασία που έχει στο ιδίωμα των μπουρδελιάρηδων, όπου σημαίνει μια γυναίκα πολύ λεπτή και μάλλον ψηλή, η οποία βασικά είναι άβυζη, ενίοτε δε μένει όχι μόνο στην αβύζου, αλλά αβύζου και ακώλου γωνία. Είναι δηλαδή ψηλόλιγνη, ευθυτενής, χωρίς καμπύλες, θυμίζοντας το ομώνυμο εργαλείο. Υπό Κ.Σ., το στειλιάρι θα έπρεπε να είναι μειωτικός χαρακτηρισμός, εφόσον αναφέρεται σε άβυζη και ενδεχομένουσλυ άκωλη γυναίκα, όμως υπάρχουν πλείστοι όσοι στειλιαρόκαυλοι, και υπάρχουν λόγοι για αυτό. Κατ' αρχήν το στειλιάρι έχει κορμί λαμπάδα, χωρίς κανένα μα κανένα γραμμάριο περιττού λίπους. Γενικότερα, βγάζει κάτι το εφηβικό και teen, κάτι σαν πετίτ, χωρίς να είναι πετίτ ένα πράμα, ή κάτι το ψηλόλιγνο ανατολικομπλοκέ και αθλητικό. Και, για να αναφερθούμε στις πιο σκοτεινές πλευρές της υπόθεσης, βγάζει και μια κακουχία και ταλαιπωρία, Κύριος οίδε από ποια δεινά συνδεόμενα με τις απάνθρωπες συνθήκες του σύγχρονου trafficking, μια κακουχία η οποία δεν αποθαρρύνει, αλλά μάλλον εξιτάρει τους λεβεντοτσολιάδες Ελληνάρες πελάτες. Και μάλλον η επιτυχία που έχουν τα στειλιάρια οφείλεται στο ότι βγάζουν σαδιστικά καφροσέξουαλ γούστα. Δεν το βρίσκω στον γούγλη ως γενικότερο γυναικότυπο, φιγουράρει όμως πρώτο πρώτο στο Λεξικό της Μπουρδελικής (αυτό το αναγκαίο update του Πετρόπουλου), οπότε δίνει πολλά αποτελέσματα σε αυτή τη συνάφεια.

Μικρή πίπα (που λέει κι ο Βικάριος): Το στειλιάρι δέον να συνδεθεί στο σλανγκοσύμπαν με τις λέξεις, οι οποίες δηλώνουν αφενός το πέος, αλλά αφεδύο και την γκόμενα που ερεθίζει το πέος. Παρόμοιες λέξεις είτε δηλώνουν κάτι το ίσιο και ευθυτενές, όπως η λαμπάδα, που ισχύουν είτε για το έγκαυλον πέος, είτε για το ψηλόλιγνο γυναικείο κορμί, είτε περισσότερο αξιολογικές εκφράσεις, όπως λ.χ. τα όπλο και εργαλείο που μετωνυμικώς χαρακτηρίζουν και τον μπαργαλάτσο και την γκόμενα που τον σέρνει, θυμίζοντας άλλωστε τη λακανιανή ρήση ότι ο άντρας έχει τον φαλλό, αλλά η γυναίκα είναι ο φαλλός, ή, όπως θα λέγαμε σλανγκικώς, η γυναίκα είναι το καυλί. Ωσεκτουτού, η γυναίκα στειλιάρι, είναι μια γυναίκα- εργαλείο που μετωνυμικώς κάνει και το δικό σου εργαλείο εργαλείο.

Και επειδή είμεθα σλανγκαρχίδηδες τουκανιστές, να σημειώσουμε ότι η σωστή ορθογραφία είναι στειλιάρι με έψιλον ιώτα, ετυμολογούμενο από: < μεσαιωνικό στειλιάριον, υποκοριστικό του αρχαίου στε(ι)λεός, παράλληλο του τύπου στε(ι)λεά (=ξύλινη λαβή εργαλείου, αξίνας) από αμάρτυρο ουδέτερο **στέλος*, οπότε εντάσσεται στην ευρύτερη οικογένεια του ρήματος στέλλω που συνδέεται και με το γερμανικό stellen και πολλά άλλα.

  1. Εμμανουελα το καυλωτικο μελαχρινο στυλιαρι με την ποντικοφατσα και το ανυπαρκτο στηθος, εχει τιμηθει με σουπερ εντυπωσεις.
  2. Μπαίνοντας μέσα βλέπω το στυλιάρι που ακουει στο όνομα χυστίνα.
  3. συγχρόνως μου έκανε τσιμπούκι, μέτριο θα έλεγα! Είχα καυλώσει πολύ όμως με το στυλιάρι και της είπα να ανέβει από πάνω... (Όλα από μπουρδελοσάη)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Θηλυκό ή/και ουδέτερο άκλιτο. Χαϊδευτικό, φιλικότερο και ευγενικότερο προς τις ιδιαιτερότητες και τα ανθρώπινα δικαιώματα των εν λόγω ατόμων στο άκουσμά του από το εκχυδαϊσμένο τραβέλι.

Από το άκλιτο (αρσενικό ή/και θηλυκό) τραβεστί εκ του Γαλλικού «travesti» και Ιταλικού «travestire» (vestire/ντύνομαι).

Άρρεν που ντύνεται (και ικανοποιείται με το να ντύνεται ή/και να κυκλοφορεί και δημοσίως) με γυναικεία ρούχα, ο παρενδυτικός.

- Όταν λες φίλη εννοείς τίποτα καμιά τράβυ;
- Όχι γυναίκα καλέ. Καλέ Χριστός και Παναγία!
- Πωπω αυτό μου ενισχύει αυτό που είπα περισσότερο! Καλέ Χριστός κι Αποστολάκης!

(Από εκπομπή του Γιώργου Γεωργίου)

(από Mpiliardakias, 09/04/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η ναζιάρα φασιστογκόμενα, η χρυσαβγίτισσα, το πάσης φύσεως φασιστόμουνο μεναγκό.

Πέραν των ναζών, η συγκεκριμένη συνομοταξία -μούνας αποτελεί αντικείμενο πόθου και για ορισμένους μπουντουσουμού μερακλήδες που αυνανίζονται πρωκτικά στην τουαλέτα ονειρευόμενοι αυταρχικό με nazi chic ινδάλματα τ. Ilsa Λύκαινα των SS.

Μεταφορικά, η αυταρχική και πρηξαρχίδω γκόμενα.

Έτερες πολιτικομουνοποιημένες εταίρες: πασοκομούνα, αναρχομούνα.

1.
- Ε καλα ειναι γνωστό χρονια οτι τα κορίτσια στην original ειναι αξύριστες αναρχοκομμουνιστριες ....
- Εφη αυτο το ακυρο που ειπες το ειπες γιατι εχεις γκομενο τον imitation Μητρογλου, η γιατι εισαι απλα μια ηλιθια, ανεγκεφαλη, τραγικη, φασιστομουνα;
(διάλογος στο φουμπού)

2.
Ο γερό Καίσαρης νομίζει ότι του έκατσε το λόττο και αρχίζει και τρίβει επιδεικτικά την τσουτσούνα του, ενώ τα χρυσαφικά που τους δίνει δεν τα έδινε ούτε η θειά μου η Γιωργία η φασιστομούνα στον βαφτισιμιό της.

3.
Χρυσαβγίτισσα φασιστομούνα είναι...Μόλις δει μελαμψό δέρμα, κλωτσάει!!!

  1. ♪♫ I want to fuck her on the floor
    Among my books of ancient lore
    So I will make a full report
    I got a Nazi Girlfriend ♪♫
    (Iggy Pop, Nazi Girlfriend)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο πολύ ανδροπρεπής, ο άντρακλας. Ή τουλάστιχον αυτός που προβάλλει ένα συγκεκριμένο εμφανισιακό στυλ που εξαίρει χαρακτηριστικά ανδροπρέπειας.

Σχηματίζεται με την βοήθεια της γαλλοπρεπούς κατάληξης -ουά (κατά το γαλλικό -ois), η οποία ψιλοπαίζει στην ελληνική αργκό, βλ. λ.χ. το ξενερουά, ίσως και το σελεμουά. Πολύ πιο συνηθισμένη είναι η γαλλοπρεπής κατάληξη , που μας δίνει το συνώνυμο αντρικέ. Κττμγ εδώ η γαλλοπρεπής κατάληξη λειτουργεί κάπως υπονομευτικά. Εφόσον τα γαλλικά (όπως άλλωστε και το πιάνο) θεωρούνται γενικά ως ένα στοιχείο κουλτούρας και εκλέπτυνσης, η τοποθέτηση γαλλοπρεπούς κατάληξης μπορεί και να σημαίνει είτε ότι η αντρίλα είναι επιτηδευμένη και τεχνητή, είτε ότι διαμεσολαβείται από ένα θηλυκό ή λεπταλέο βλέμμα. Υφαρπάζεται, επομένως, ο μασίφ χαρακτήρας της αντρίλας. Από την άλλη βέβαια, η χρήση γαλλικών τύπων, ειδικά καταλήξεων, είναι παλιό φαινόμενο στην ελληνική αργκό.

Τρίβιο: Αποτελεί αγαπημένη λέξη στην ιδιόλεκτο του κομμωτή Τρύφωνα Σαμαρά, για να δηλώνει στυλ μαλλιών, ή γενικότερα εμφανισιακό στυλ με το οποίο καλείται να ταιριάξει ένα στυλ κόμμωσης.

  1. βρισκω τρομερα σεξυ αυτον που κανει το δημαρχο της σπιναλογκας....μου βγαζει αυτο το αντρουα αλλα το σικατο αντρουα...οχι τη βαρβατιλα....αυτη την ευγενεια ταυτοχρονα.τη γνωση που θες να θαυμαζεις...νομιζω πως αν ημουν γυναικα εκεινης της εποχης ακριβως με εναν τετοιον θα ημουν ερωτευμενη.... (Εδὠ).

  2. Τρύφωνας Σαμαράς: α) «Ο αδελφός μου είναι πολύ αντρουά, δεν έχει σχέση με μένα». (Εδώ).

β) «Μου πάει το αντρουά ,δεν μου αρέσει το τσαχπίνικο» .. (Εδώ).

γ) «Η φούστα στον Τζιμπρίλ Σισέ δεν έδειχνε άσχημα, γιατί ο Σισέ είναι αντρουά. Έχει να κάνει με το πώς το υποστηρίζει ο άλλος». (Εδώ).

  1. Φαίη Σκορδά: «Ο Καραφώτης ταιριάζει στην Μελέτη γιατί είναι πιο αντρουά!» (Εδώ).

  2. - Τσίπρας: Θα κάνω τα πάντα για να παραμείνει η Ελλάδα στο Ευρώ!
    - Τι αντρουά ρε παιδί μου ο Αλέξης! Μέχρι το φεγγάρι ακούστηκε το χέρι που χτύπησε στο τραπέζι! (Εδώ).

  3. (κάποια εκεί στην χα πρέπει να του πει [σ.ς.: του Ηλία Κασιδιάρη] ότι δεν είναι κ πολύ αντρουά ατάκες αυτές κ ότι πρέπει να σταματήσουν τις αντρίλες εκεί στ' αποδυτήρια γιατί θα του μείνει κάνα κουσούρι). (Τζήζαντας στο χρησοί αβγύ).

Όταν είσαι αντρουά, όπως ο Τζιμπρίλ Σισέ, μπορείς και να υποστηρίξεις μια φούστα άμα λάχει... (από Khan, 17/09/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αναφερόμαστε λιγότερο στον ήρωα της εθνικής παλιγγενεσίας Οδυσσέα Ανδρούτσο και περισσότερο στις ανδροπρεπείς λεσβίες, σε αυτό, δηλαδή, που στα Χανοχώρια ονομάζουμε butch, ήτοι τον ένα πόλο όσων λεσβιακών σχέσεων έχουν και καλούα butch & femme χαρακτηριστικά.

Υποτίθεται λαδή ότι σε κάποιες λεσβιακές σχέσεις (ασφαλώς όχι σε όλες) η μία γυναίκα αναλαμβάνει τα παραδοσιακώς αντρικά χαρακτηριστικά (butch, αγγλιστί), ενώ η άλλη τα παραδοσιακώς γυναικεία χαρακτηριστικά (femme). O όρος butch πιθανώς προέρχεται από το αγγλικό butcher= χασάπης, χρησιμοποιήθηκε σε κάποια περίοδο για να δηλώσει το σκληρό αντράκι, χαμίνι, τον ζόρικο τυπά, πρβλ. Butch Cassidy, ενώ από την δεκαετία του 1940 απέκτησε στα αγγλικά την σημασία της ανδροπρεπούς λεσβίας. Ο όρος femme προέρχεται από την γνωστή γαλλική λέξη για την γυναίκα, αλλά κυρίως στα αγγλικά έχει συσχετιστεί με τον όρο butch ως έτερος πόλος του.

Περιττό να είπωμε ότι παρόμοιοι όροι εκλαμβάνουν τις λεσβιακές σχέσεις με όρους φις - πρίζα, και έτσι τις αποστερούν από την ιδιάζουσα γοητεία τους που έγκειται ακριβώς είτε στην εναλλαγή των ρόλων είτε στην εν γένει απροσδιοριστία τους. Πρόκειται δηλαδή για έναν φαλλογοκεντρικό τρόπο να εκληφθούν οι λεσβιακές σχέσεις, που ακριβώς λόγω του ότι αναπαράγει τα πατριαρχικά και στρέιτ στερεότυπα σε σχέσεις που επιχειρούν να τα υπερβούν, επιβιώνει συντηρητικώς στην γλώσσα, και δη την αργκοτική (που συχνά είναι συντηρητικότατη παρά την εντύπωση για το αντίθετο). Στα ελληνικά δεν έχουμε έναν αδιαφιλονίκητο τεχνικό όρο, όπως το αγγλικό butch. Πιο κοντά σε τεχνικό όρο φαίνεται να είναι το νταλίκα (το οποίο πανηγυρίζεται και από τις ίδιες τις λεσβίες), ενώ κάποιες πιο ασθενείς μεταφορές περιλαμβάνουν τα νταλικέρης, φορτηγατζής, σουγκλάκος κ.ά., που ακριβώς λόγω του ότι αποτελούν ασθενείς μεταφορές μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για στρέιτ γυναίκες που αντροφέρνουν διεκδικώντας παράλληλα το να είναι γκόμενες σε στρέιτ αντρικά μάτια. Επίσης, συνώνυμα είναι τα αρσενικιά και αρσενίκω, ενώ τα δίπολα λέσβω / λεσβόγκα- λεσβάκι και σβόγκα- σβάκι (με σλανγκική αποκοπή) ενδέχεται να περιγράψουν butch- femme κατηγοριοποιήσεις. Το αντρούτσος είναι λιγότερο τεχνικό και συνηθισμένο από το νταλίκα, ωστόσο λέγεται και μάλιστα αποδίδει πλήρως την θεωρούμενη ανδροπρέπεια της τζιβιτζιλούς με μάλλον σκωπτική διάθεση, ενώ, αντιθέτως, το αντράκι διαθέτει μάλλον θετικό πρὀσημο, όπως παρατηρείται εδώ.

Πάντως, ακόμη κι αν για λόγους κορεκτίλας πετάξουμε τον όρο αντρούτσος από την πόρτα, μπορούμε να τον επαναφέρουμε από το παράθυρο χωρίς να θιγούν οι κορεκτιλάτες ευαισθησίες, και αυτό τουλάστιχον με δύο τρόπους:

  1. Η γυναίκα- αντρούτσος μπορεί να επανεκδραματίσει μια παλιότερη τραυματική στρέιτ σχέση που είχε η ερωμένη της, τώρα όμως ως θετική εμπειρία. Ήτοι το θυματοποιημένο πλην τίμιο σβάκι ενδέχεται να έχει μπλοκαριστεί από το να κάνει σχέση με άντρα, λόγω της βάναυσης συμπεριφοράς προηγουμένων εραστών- θυτών της (ενίοτε ακόμη κι από το οικογενειακό περιβάλλον της!). Ο αντρούτσος θα αγρεύσει τις ερωμένες της μεταξύ παρόμοιων ευαίσθητων would-be σβακίων, υποδεικνύοντας είτε και με λόγια, είτε μόνο αντιστικτικώς μέσω της άψογης συμπεριφοράς της, ότι «όλοι οι άντρες είναι γουρούνια» και το μη χοίρον βέλτιστον, «πούτσος καλός μόνο πλαστικός» και τα ρέστα δονητάρια.

Γιατί «μες στο τεράστιο σώμα της είχε μια αθώα καρδιά» ο αντρούτσος μας. Αυτό που την χαρακτηρίζει είναι ο σεξουαλικός αλτρουισμός, δηλαδή και η διάθεση και το know-how για να διαβεί ατραπούς ηδονjής πρώτα και κατεξοχήν το σβάκι, και δευτερογενώς η ίδια. Το οποίο έρχεται σε κατάφωρη αντίθεση με την μπρουτάλ εγωιστική συμπεριφορά των αρσενικών, με τους οποίους ο αντρούτσος μόνο εμφανισιακά (και όχι ορμονικά) ομοιάζει. Ενώ δηλαδή η γυναίκα αντρούτσος θα έχει κάποια παραδοσιακώς αρσενικά χαρακτηριστικά, όπως το να είναι ιππότης, να είναι προστατευτική, να δίνει σημασία στην ερωμένη, να την «τρώει με τα μάτια», να επιμένει να γνωρίσει το σβάκι καινούργιους τόπους και εμπειρίες σε όλο το φάσμα της ζωής, δρώντας ως Πυγμαλίων, αυτό που την διαφοροποιεί από τον άντρα εραστή είναι ακριβώς το επίμαχο σημείο, το κρεβάτι, όπου ο αντρούτσος, θα απαρνηθεί την ιδιοτέλεια, θα κάνει προκαταρκτικά όσο μια ταινία Αγγελόπουλου (με καθαρό χρόνο και όχι συμπεριλαμβάνοντας τις πίπες), δεν θα κοιμηθεί μετά κ.τ.ό., ενώ πέρα από την διάθεση, θα έχει και την τεχνογνωσία για να ευχαριστήσει καυλύτερα την σύντροφὀ της. Ο σύνολος συνδυασμός ανδροπρέπειας και ευαισθησίας θα κάνει το σβάκι να αναγνωρίσει ότι «ένας άλλος εραστής είναι δυνατός και τον θέλουμε» και μέσω αυτής της αισίας επανεκδραμάτισης θα λυθούν ίσως τα όποια τραύματα είχε από προηγούμενες σχέσεις με άντρες.

  1. Ο αντρούτσος- butch μπορεί να περιγράφει όχι μια φις - πρίζα πάγια δομή μιας σχέσης, αλλά έναν περιστατικό ρόλο που μια λεσβία αναλαμβάνει στο πλαίσιο ενός role-playing (που λέμε και στα Τζιβιτζιλοχώρια). Πρόκειται δηλαδή περισσότερο για ένα στερεότυπο εμφάνισης, που η λεσβία ιδιοποιείται, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ταυτίζεται παγίως μαζί του στο κρεβάτι ή στην υπόλοιπη συμπεριφορά. Ως εμφάνιση το butch αντρουτσοειδές στυλ είναι αρκετά συχνό.

Ένας αναγεννησιακός αντρούτσος είναι μηλαρού με τραγιάσκα (δόκιμη ή και μεταφορική), έχει προγούλι- διπλοσάγονο, και ντύσιμο αγγλάρα Tomboy από το Manchester, κατεβάζει μπυρόνια και περιπτερόμπυρα, είναι δε πάντα σε ετοιμότητα να παίξει ξύλο ένεκα η αγαπημένη της. Επίσης, διακρίνεται για μια συμπεριφορά αγοριού- εφήβου παρωχημένων δεκαετιών, λ.χ. δίνει ρέστα στο ποδοσφαιράκι και δη το κοκορέτσι. Βοηθάνε και οι μικροαστικές ή καυλύτερα οι προλεταριακές πολιτικές τοποθετήσεις.

Κυκλοφορεί, όμως, και σε διανοουμενέ στυλάκι με κοντοκουρεμένο αγορίστικο μαλλί, κομψό κυριλέησον ντύσιμο και ατάκες- ψαγμενιές λατέρνατιβ υπερκουλτουρίασης.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό είναι η και καλούα αντρική επιμονή του αντρούτσου να κάνουν συνέχεια σεξ, επειδή δεν αντέχει να την βλέπει και καυλώνει, και η χρήση προσποιητά χυδαίων εκφράσεων γύρω από το σεχ, που όμως σε κάποια περίφτωση δεν αίρουν τον σεξουαλικό αλτρουισμό της. Αντιστοίχως, το σβάκι επιδεικνύει συμπεριφορά τρομερής προσκόλλησης στον αντρούτσο της, και ακόμα κι όταν αυτή είναι καταπιεστική και την κακομεταχειρίζεται (για χάρη του παιγνίου ρόλων), το σβάκι την υποστηρίζει έναντι των επικριτικών ματιών τρίτων, επιδεικνύοντας μια για τους έξω παράλογα ηρωική επιμονή, όπως υποτίθεται ότι δείχνουν οι πουτάνες για τον νταβατζή τους, ή κάποιες στερημένες γυναίκες για αυτόν που τους πήρε την παρθενιά και ταλιμπάν.

  1. Ουουουυυυ τι να σου πω κούκλες είναι.....
    φυσικά αυτές οι θεές που βλέπεις σε τσόντες μόνο λεσβίες δεν είναι, αν δεις καθαρόαιμη λεσβία θα καταλάβεις τι εννοώ. Φορτηγατζής ένα πράμα, πολύ κοντό μαλλί, χοντρές κλπ κλπ. Και ούτε να δουν άντρα...
    Φαντάσου το αντίστοιχο της κραγμένης σε γυναίκα όμως, δηλαδή αντρούτσος. (Εδώ).

  2. Η άλλη ήταν εντελώς str8 πριν από αυτή τη σχέση όμως άμα τη δεις είναι ένας αντρούτσος με τα όλα του και αν εξαιρέσεις το μίσος της για τις λεσβίες κατά τα άλλα δεν είχε πρόβλημα π.χ. να φιλιέται δημοσίως. (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πρόκειται για το σύνδρομο που ταλαιπωρεί τους άνδρες που έχουν ως πρότυπο την Andressa Soares και ως εκ τούτου ηδονίζονται από γυναίκες που έχουν μερικά κιλάκια παραπάνω ή, στα πιο προχωρημένα του στάδια, από γυναίκες που ζυγίζουν πολύ παραπάνω από το κοινά αποδεκτό. Η ικανοποίηση των άρρωστων αυτών ατόμων προέρχεται από το μέγεθος των βυζιών, κώλων, μπουτιών, κοιλιών, κλπ. Όσο πιο μεγαλοπρεπή και τεράστια είναι, τόσο περισσότερο ανεβαίνει η λίμπιντό τους. H έκστασή τους είναι μάλιστα οι δίπλες που σχηματίζονται στην κοιλιά των πολυαγαπημένων τους, μεγαλόσωμων γυναικών. Οι μελέτες δεν έχουν ολοκληρωθεί ακόμη, αλλά υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι διακαής πόθος τους αποτελεί το χώσιμο της μάπας τους στον κώλο ή στα βυζιά μια τέτοιας γυναίκας. Κάτι τέτοιο, εξάλλου, συχνά τους οδηγεί σε οργασμό.

Το όνομα του συνδρόμου προέρχεται από την βραζιλιάνα showgirl Andressa Soares , στην οποία έχουν αποδώσει θεϊκές διαστάσεις.

- Ρε Σάκη, κοίτα το γκομενάκι απέναντι, καλό δεν είναι;
- Ναι... καλό είναι Γιάννη... συ Αποστόλη τι λες;
- Ρε παιδιά, εγώ νομίζω πως είναι πολύ αδύνατη... να για κοιτάξτε εκεί πίσω ... αυτή είναι γκόμενα...
- Πλάκα κάνεις! Τι χοιρομέρι είναι αυτό! Δεν την παλεύει!
- Ναι ρε Αποστόλη... έχει δίκιο ο Σάκης ... τα χέρια της είναι πιο μεγάλα από τα μπούτια μου...!
- Εντάξει ρε παιδιά ...! Αφού με ξέρετε ... με ελκύουν οι πιο ευσωμούλες...! έχω, όπως λέει ο Γιάννης , το σύνδρομο της Andressa Soares...!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία