Η γκόμενα-υπερτούμπανο (βλ. παρ. 1, 2), ή οποιοδήποτε άλλο τουμπανιζέ υποκείμενο ή αντικείμενο (βλ. παρ. 3).

Εκ του τούμπανο και του γαμοσλανγκοκατάληξης -άϊζερ (βλ. πιχί καραφλάιζερ, ουκρανάιζερ, φραπεδάιζερ).

1.
Γιατί οι άντρες τρελλαίνονται για τα... γυναικεία στήθη...ΤΟΥΜΠΑΝΑΙΖΕΡ Η ΚΥΡΙΑ!!!!!!!!!

2.
- Η Σταματίνα Τσιμτσιλή είναι … τούμπανο !! - τουμπαναιζερ!!

3.
- Nero D'inferno ... ξερει κανεις κατι για το συγκεκριμενο μελανι;
- το εχω :-) δε το χω δοκιμασει αποσο ξερω ειναι πολυ δυνατο και τουμπαναηζερ φαση ειναι βερνικι βασικα και ξεβαφει δυσκολα νομιζω εχει και πινελακι :-)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κάτι που συνεπεία επιμελούς πειράγματος κατέστη ούμπερ τυμπανιαίο, γαμάω μανούλες, κιέτσ'. Συνήθως τουμπανιζέ αποκαλούνται τα κωλοφτιαγμένα auto/moto και τα υπερτούμπανα γκομενικά.

Εκ του τούμπανο και του γαλατικοπρεπούς γαμοσλανγκοτέτοιου .

1.
- Είναι πραγματικά πανέμορφη!! Να το χαίρεσαι με υγεία!
Χρόνια σου πολλά και ότι επιθυμείς!!
- niiiiiiiiiice ... τελικά το λευκό είναι το πιό ΤΟΥΜΠΑΝΙΖΕ χρώμα ... P.s. H πινακίδα μπροστά που μπαίνει ;;;;;;;

2.
- Κινητηρας τουμπανιζε απο ΕR6, πλαισιο χωροδικτυωμα και διαφορα αλλα εχουν επιτρατευτει για το εγχειρημα.
- Kαλο...95 κιλα δλδ πιο ελαφρυ απο παπακι με 95 αλογα,μαλλον καλα θα παει :-)

3.
Κρανίδι είμαι! Έχουμε ωραία μέρη εδώ για εξορμήσεις 4Χ4. Κανονίστε και θα σας βγάλω διαδρομή τουμπανιζέ!! Θα πάρετε λάσπη και για το σπίτι.

4.
- Aγορά Laptop τουμπανιζέ version - Ωστόσο, επειδή αναφέρεις τη λέξη τουμπανιζέ, θα σου πρότεινα να προσανατολιστείς σε ένα alienware laptop.

  1. - Δες τουμπανιζέ η Λάουρα, φέτες οι κοιλιακοί!

Τουμπανοϊνσέψιο (από Khan, 05/10/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Άψογο, σε άριστη κατάσταση, τζιτζί, τζετ, κουφέτο.

Συνήθως για αντικείμενα: μηχανάκια, αμάξια, διαμερίσματα κλπ. Λιγότερο για πρόσωπα, ιδίως για ευειδείς κορασίδες, π.χ. πένα το μουνί.

Παλιότερα (σήμερα αρκετά λιγότερο) λέγαμε στην πένα, προκειμένου για κάποιον υπέρκομψα ντυμένο. Η πρόθεση κάπου χάθηκε στην πορεία (σλανγκική οικονομία) και απέμεινε το σκέτο πένα εν είδει τροπικού επιρρήματος.

Γιατί όμως πένα; Είμαι βέβαιος πως θα υπάρχουν κι άλλες απόψεις, ίσως περισσότερο τεκμηριωμένες, η δική μου ωστόσο είναι πως αναφέρεται στις πένες γραψίματος. Η καλή πένα (Mont Blanc κ.τ.τ.) είναι ένα αντικείμενο πολυτελείας. Παραπέμπει στην καλλιέργεια του κατόχου της, το λεπτουργημένο γούστο του ως φορέα πολιτισμικού κεφαλαίου. Ένα αντικείμενο κύρους. Ο Ουμπέρτο Έκο έχει αναφερθεί συχνά στην απόλαυση από την (υλική) πράξη της γραφής με μια ακριβή πένα, μια αίσθηση στιλπνότητας και πλήρωσης. Κι ο Roland Barthes έχει γράψει πολλά επί του θεμάτου, ο Khan μπορεί να μας διαφωτίσει σχετικά.

  1. Που λες είχα πλύνει χτες το αμαξάκι μου, του περνάω και το κεράκι του, πένα έγινε. Και σήμερα η κωλοβρόχα μου το έκανε μουνί.

  2. Φίλε μου το μοτέρ του είναι πένα. Έχει γράψει ελάχιστα, ο προηγούμενος ιδιοκτήτης μόνο Σ/Κ το έβγαζε για χαλαρή βόλτα με την οικογένειά του.

  3. Μου σκάει χτες η Βάσω πένα, με μινάκι ώς τις αμυγδαλές, τρίπατο γοβίδι και κόκκινο τσιμπουκόχειλο. Να τον βγάλεις έξω να τον χτυπάς στα πλακάκια.

Εκ του λατινικού penna (φτερό) (από Vrastaman, 17/05/11)Η πένα είναι πιο δυνατή από το σπαθί. Αλλά μόνο εάν ανήκει στο Τσακ Νόρρις. (από Vrastaman, 17/05/11)(από Khan, 28/01/15)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επίσης:

  1. Τεμάχιο χασίς, τσίκα, δοντιά.

  2. Όχι μόνο η ωραία γκόμενα (έτερος ορισμός), αλλά γενικά ο ωραίος τύπος, ο ωραίος άνθρωπος, ο Ζαγοραίος, το περιβόλι.

  3. Από την μουσική, το κομμάτι είναι το μέρος που πρέπει να εκτελέσει ένας συγκεκριμένος μουσικός. Οπότε η έκφραση κάνω το κομμάτι μου σημαίνει κάνω αυτό που ξέρω να κάνω καλά και το ευχαριστιέμαι. Συνήθως λέγεται άσ' τον να κάνει το κομμάτι του, δηλαδή δεν πειράζει που μας τα πρήζει με το να κάνει χίλιες φορές τα ίδια (=της ψωλής του τον χαβά), άσε τον να ευχαριστηθεί, τ. ψωλίστ.

  4. Στην εκλαϊκευμένη Ψυχολογία, είναι έκφραση όπως το θεματάκι, και σημαίνει ότι η / ο μάλλον ερασιτέχνις γιαλόμα(ς) κατατέμνει τον ψυχισμό σου αναλυτικώς σε κομμάτια και σου λέει σε πιο κομμάτι τα πας καλά και σε πιο λιγότερο. Πρόκειται για ένα εκλαϊκευτικό αναλυτικό εγχείρημα που θα έκανε έναν σοβαρό ψυχανάλατο να φρίξει, αλλά έχει το πλεονέκτημα ότι δεν σε τρομάζει, καθώς μπορείς να εστιάσεις στα προβλήματά σου ένα ένα. Κυρίως έχει μείνει ως έκφραση λαϊκότροπης χειραγώγησης.

Βλ. επίσης τις εκφράσεις είμαι κομμάτια, πηγαίνω κομμάτια, κόμματος, κομμάτι από τούρτα, κομματιανός.

Πάσα: Χότζας, Μπούμπης.

  1. Ζωρζ Πιλαλί, Το Κομματάκι.

Χωροφύλακες με πιάν'νε
Και μες στο κελί με βάν'νε
Για ένα μαύρο κομματάκι
Δεν αξίζει το μπερντάκι

Θα το πιω και ας πεθάνω
Κι απ' τον κόσμο ας την κάνω
Θα το πιω και ας με πιει
Κι ας με βάλουν φυλακή

Μου την κάτσαν από πίσω
Και στη φυλακή θα σβήσω
Ότι ο κόσμος και να κάνει
Δεν το κόβω το λιβάνι.

  1. Τι κομμάτια έχουν μαζευτεί στο σάη ρε ρε πστ...

  2. - Καλά έχει τιγκάρει το σάη στις προσωπικές εμμονές ο Σλανγκαρχιδόπουλος.
    - Άσε τον να κάνει το κομμάτι του, δεν βλάπτει κανέναν.
    - Ναι, αλλά αποπροσανατολίζει τον αναγνώστη. Μας διαβάζουν και στο εξωτερικό.

  3. Στο κομμάτι επαγγελματικά τα πας καλά, να δούμε τώρα λίγο το κομμάτι σχέσεις.

(από Khan, 27/01/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Κυριολεκτικά είναι «η πίτα της κυρίας» (τούρκικο). Συνήθως το χανούμ μπουρέκ αναφέρεται σε ένα είδος ατομικού γαλακτομπούρεκου, αλλά πολλές φορές ονομάζονται ως χανούμ μπουρέκ διάφορα φαγητά (είναι γεγονός ότι επικρατεί μεγάλη σύγχυση για το ποιο φαγητό ή γλυκό είναι το χανούμ μπουρέκ και θα μπορούσα να απλώσω σεντόνι αλλά θα κατηγορηθώ ότι δεν είναι σλάνγκ).

  2. Ως χαρακτηρισμός είναι η παχιά και αφράτη γυναίκα συνήθως κοντού αναστήματος και με ιδιαίτερα μεγάλη περιφέρεια. Ο χαρακτηρισμός αυτός υπονοεί ότι το χανούμ μπουρέκ είναι ένα είδος γαλακτομπούρεκου και ως εκ τούτου η γυναίκα χανούμ μπουρέκ είναι παχιά και αφράτη όπως η κρέμα του γαλακτομπούρεκου. Το χανούμ μπουρέκ με αυτή την έννοια δεν χρησιμοποιείται υποτιμητικά αλλά χρησιμοποιείται από άντρες που τους αρέσουν οι γυναίκες με πολύ μεγάλες περιφέρειες για να εκφράσουν θαυμασμό. Πρέπει να αναφερθεί ότι η γυναίκα χανούμ μπουρέκ ΔΕΝ είναι η νταρντάνα ανδρογυναίκα αλλά η, κατά αυτούς που τους αρέσει, ερωτική χοντρούλα.

  3. Μερικές φορές χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει συλλήβδην γυναίκες από την Μέση Ανατολή.

  4. Ο όρος αναφέρεται επίσης και σε τραγούδια ανατολίτικης προέλευσης, συνήθως τσιφτετελοειδούς ρυθμού.

  1. Πήγα χθες στον Χατζή και πήρα ένα χανούμ μπουρέκ, μόλις το είχε σιροπιάσει! Ναρκωτικό σκέτο σου λέω!

  2. - Κοίτα η Μαιρούλα κούνημα, σαν κρέμα τρίζει το κωλομέρι της! - Άστα, χανούμ μπουρέκ είναι η Μαιρούλα. Να τη βάλεις κάτω, να χωθείς μέσα στα βυζιά της και τα κωλομέρια της και να χαθείς μες στον παράδεισο!

  3. ...Τελικά το αποφάσισα, είμαι ανατολίτισσα χανούμ μπουρέκ κι ας με πέταξε η μοίρα μου στα ανατολικά παράλια του Ατλαντικού... (απόεδώ).

  4. Ένα από τα προβλήματα που έχω με την Ελλάδα είναι αυτή η μόνιμη αλλοιθώρια στην ανατολά. Τα χανούμ μπουρέκ κωλοτράγουδα, τα ντέφια και οι λαϊκούρες που τις χαίρεται ο Αμπντούλ στην Βαγδάτη και την Δαμασκό... (από εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία