Η δήλωση μιας κοπέλας για το τι κάνει με τα χύσια αφότου τελειώσει τον στοματικό έρωτα.

- Δηλαδή εσύ Σούλα, τα καταπίνεις ή τα φτύνεις;
- Ίουυυυ, τα φτύνω φυσικά!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Προκύπτει από την χαρακτηριστική κίνηση που γίνεται όταν βαράει κάνεις μαλάκια.

Η χρήση της δεν προορίζεται στην καθεαυτού πράξη του αυνανισμού, άλλα στην βαρεμάρα και την απραξία, συνώνυμο του τα ξύνω.

- Τι λέει σήμερα η δουλειά;
- Τίποτα δεν έχω κάνει. Τον πλάθω απ' το πρωί.

Κουλουράκια (από Vrastaman, 19/03/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συχνά χρησιμοποιείται όταν κανείς εμφανίζει το πέος του για τον οποιοδήποτε λόγο (ώστε να κάνει το ψιλό του, να γαμήσει, να προσκαλέσει σε συγκριτική μέτρηση άλλους παρευρισκόμενους άνδρες).

  1. Δύο τύποι συζητούν:
    — Χα χα, κοίτα τον γέρο που την έβγαλε και κατουράει στη ρόδα του φορτηγού! Νομίζει δεν τον βλέπει κανείς...
    — Γιατί, εσύ πιστεύεις πως νομίζει ότι βρίσκεται στο δρόμο τώρα;

  2. Κλασική ατάκα σε ανδροπαρέα:
    — Καλά ε, το Μαράκι εχθές αφού έφαγε την καραπουτσακλάρα μου δεν μπορούσε να πάρει τα πόδια της...
    — Σιγά ρε γαμιά! Όλο για το εργαλείο σου μας μιλάς...
    — Ε αφού το 'χω τιτανοτεράστιο ο πούστης, τι να κάνω!
    — Εγώ λέω να τις βγάλουμε να τις μετρήσουμε, να δούμε κατά πόσο λες αλήθεια.

Βλ. επίσης: τη βγάζω καθαρή

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μπορεί στην σημερινή γλώσσα να σημαίνει ότι κάνω κάτι χωρίς συνέπειες, αλλά προήλθε από την τύχη κάποιου να την βάλει μέσα στον γυναίκειο πρωκτό και να την βγάλει καθαρή.

Βλ. και τη σκαπουλάρω.

  1. - Τελικά πάλι καθαρή την έβγαλες...
    - Νομίζεις... 5 μέρες κράτηση έφαγα...

  2. Καλά μιλάμε χθες πήγα και γάμησα μια βρωμοκώλα και την έβγαλα καθαρή!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Νομίζω είναι προφανές τι ξύνει αυτός στον οποίον αναφέρεται η έκφραση, οπότε το προσπερνάμε...

Λέγεται για αρχιτεμπέλαρους, που αφοσιώνονται στο να μην κάνουν τίποτα ή στο να κάνουν κάτι αμφιβόλου σημαντικότητας και σημασίας.

Λέγεται τόσο για άντρες όσο και για γυναίκες, γιατί συχνό φαινόμενο αποτελεί η φαγούρα στο επίμαχο σημείο και στους δύο.

  1. -Βρήκε δουλειά ο αδερφός σου;
    -Σιγά μην έβρισκε... Αφού βαριέται που ζει ο άνθρωπος, κάθεται όλη μέρα σπίτι και το ξύνει και βαριέται να κουνήσει το δαχτυλάκι του ποδιού του.

  2. -Σταμάτα να το ξύνεις όλη μέρα στον υπολογιστή, βγες λίγο έξω, πήγαινε καμιά βόλτα...
    -Όχου, δε μας χέζεις ρε Νταλάρα!

Βλ. και ξύνω.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Υπονοούμενο για ομοφυλοφιλική δραστηριότητα (είσοδος κρεατικού στον οργανισμό). Χρησιμοποιείται συνήθως μετά από κατορθώματα υπερβολικής τύχης ή απλά για πείραγμα.

Καλά μας δουλεύεις; Πώς γίνεται να έβαλες γκολάκι στο PRO απ΄το κέντρο; Τι έγινε ρε, το τσίκνισες χθες βράδυ; Το τσίκνισες;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Προέρχεται από το πρόγραμμα που προσφέρεται στα μπουρδέλα, γνωστό και ως τσιμπούκι-πισωκολλητό, αποδίδοντας, έτσι το ανεπιθύμητο της κατάστασης για το άτομο στο οποίο αναφέρεται.

Τι βατά θέματα και μαλακίες. Πίπα-κώλο μας πήγε ο %$@#@#$ πρωϊνιάτικο...

(από Galadriel, 14/09/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση που περιγράφει μία εξαιρετικά δύσκολη και φορτική κατάσταση για το άτομο, παρόμοια με ερωτική συνεύρεση παρά φύσιν, αλλά και στοματικώς.

Είχαμε πολλή δουλειά την εβδομάδα που μας πέρασε στο υπουργείο. Καθημερινά φεύγαμε κατά τις επτά το απόγευμα, πίπα κώλο μας πήγαν....

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία