Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Σε μπεζάκι, εις την Λαρισαϊκήν.

Ανήκει στην μεγάλη κατηγορία εκφράσεων που ξεκίνησαν ως ανέκδοτα αλλά τελικά σλανγκαυτονομήθηκαν.

Βλ. επίσης: Δεν μας χέζεις εσύ κι ο γρύλος σου, παιδιά να οργανωθούμε, μιλάς με γρίφους, γέροντα κ.α.

  1. Το ορίτζιναλ ανέκδοτο:

Ένας Λαρισαίος επισκέπτεται μια αντιπροσωπία τουτού στην Αθήνα:
- Χαίρετε, πως μπορώ να σας εξυπηρετήσω; - Ψάχνου για αυτοκίνητο που να 'χει αερουσάκου, ΑΒS, MP3, και να 'ναι σιμπιζάκι. - Σιμπιζάκι; Δυστυχώς όχι, έχω όμως ένα εξαιρετικό Ibizaκι με τις προδιαγραφές αυτές…
- Τότε δεν μ’ καν....
Πάει σε άλλο μαγαζί. - Γεια σας, τι θα θέλατε;
- Ένα αυτοκίνητο που να 'χει αερουσάκου, ΑΒS, MP3, και να 'ναι σιμπιζάκι. - Ξέρετε, τέτοιο πράγμα δεν υπάρχει. Ό,τι βλέπετε
Τελικά επιστρέφει αποκαρδιωμένος στην Λάρσα και πάει στην μάντρα της γειτονιάς του.
- Ένα αυτοκίνητο που να 'χει αερουσάκου, ΑΒS, MP3, και να 'ναι σιμπιζάκι. - Μωρ’ κι σιμπιζάκι έχει και σι κοκκινάκι κι ότι τραβάει η ψυχούλα σ’ έχει!

2.- ιμίαιμα πανέμορφα κουταβάκια περίπου 40 ημερών χαρίζονται. Παράδοση κατ'οίκον στην περιοχή Θεσσαλονίκης. Ή ελάτε να διαλέξετε. Ένα από τα κουταβάκια, το μοναδικό σε σιμπιζάκι χρώμα, θα φιλοξενήσω εγώ στο σπίτι. Θαυμάστε το μετά από ένα μπανάκι...
(από εδώ)

  1. - Ο Λευκος Πύργος ναι είναι ακομαι σιμπιζάκι... κατι άκουσα ότι θα τον βάψουν μολις τελειώσει το μετρο...
    (από εδώ)

  2. - Μιλάμε γα πολύ γέλιο σε σχέση πάντα με το μύθο που κυκλοφορεί. Λες και ήταν σύναξη καθηγητών για σεμινάριο Δια Βίου Εκπαίδευσης. O κόσμος είχε πιά περάσει στον Βινγκεστάιν και αυτή ακόμα προσπαθούσαν να εξηγήσουν τα προβλήματα με Καρτέσιο. Ηταν δε χαρτόδετα σε σιμπιζάκι. Ουτε καν δερματόδετα οι καρμίρηδες.
    (για συνάντα της λέσχης Bilderberg, από εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αποστομωτική ατάκα που αυτονομήθηκε από το γνωστό ανέκδοτο:

- Γιατί γλείφει τ' αρχίδια του ο σκύλος;
- Γιατί μπορεί!

Συνώνυμο του «μαγκιά του», εκφέρεταιτόσο επιτιμητικά όσο και υποτιμητικά.

Ασίστ: Ζανουάρ.

- Ρε μαλάκα γιατί πήδηξες τη Σέμη; Σου είχα πει οτι πάω να φτιάξω κατάσταση.
- Γιατί Μπορώ φίλος.

- Ρε μαλάκα γιατί να λαδώνει ο Κόκκαλης τους διαιτητές και να παίρνει αβαβά τα πρωταθλήματα; - Επειδή Μπορεί αγόρι μου γλυκό.

(αμφότερα και τα δυο του Ζανουάρ, δαμαί).

- Ο Γκλέτσος φοράει original Louis Vuitton. Γιατί μπορεί. (τζιαμαί)

- Γιατί ο Βράστα να κάνει μοντουλοκατυνιές, ενώ εγώ να ξευτιλίζομαι με το παραμικρό λαθάκι;
- Γιατί μπορεί γλυκό μου αγόρι...
(Χάνκων, πουτσιαμαί)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μετά από το κλασσικό ανέκδοτο της γιγαντιαίας συλλογής ανεκδότων με τις λάμπες έχει γίνει συνώνυμο του σουρεαλισμού. Χρησιμοποιείται και ως μάλλον αμήχανο σωσίβιο όταν ξεμείνουμε από ασυναρτησίες σε συζήτηση ότινάναι, ή για να πηδήξει ανεπανόρθωτα σοβαρή συζήτηση (πότε θα γίνει ολυμπιακό άθλημα αυτό, να μας πάρουν βαθμοφόρους στας ενόπλους δυνάμεις).

  1. (το ανέκδοτο, δες και εδώ κι εδώ)
    - Πόσοι σουρεαλιστές χρειάζονται για να βιδώσουν μια λάμπα;
    - Μπλε.

  2. (διάλογος που με σημάδεψε με μια τύπισσα που καθόταν δίπλα μου και κάπνιζε)
    - Τι το θες το ψυγείο αφού δεν καπνίζεις;
    - Είναι μπλε.

  3. (νομίζω Πανούσης στο ραδιόφωνο, πρόσφατα)
    Ο σουρεαλισμός όλους μας ενώνει
    Μπάτσοι-γουρούνια-μπλε.

Μπλε βυζοτυπώματα (από Khan, 19/09/10)

Δες και γειώσεις.

Πακαραβονται υ κλωστή-άρρωστοι μοβ να μην αυτοδιακτινίζομαυ στα Λή Μάν Ντά Τσούν.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ήταν μια μόδα στα ανέκδοτα που προϋπήρξε για αρκετό καιρό του ξεσπάσματός της, ως μόδα κράτησε λίγο, αλλά άφησε μεγάλη κληρονομιά σε ατάκες.

Η δομή του ανεκδότου είναι η εξής απλή, κάτι που συνετέλεσε και στην υπερπαραγωγή μέχρις εξαντλήσεως του είδους. Ξεκινάμε με μια παραποίηση μιας παροιμιώδους ή μη φράσεως που παίζει με πολύ στάνταρ τρόπο στον καθημερινό λόγο (επί παραδείγματι ένα από τα πρώτα ήτανε το «κύλησε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι»), και κατασκευάζουμε μιαν ιστορία της οποίας το «ηθικό δίδαγμα» είναι η ατάκα που κατασκευάσαμε. Χώνουμε και τη σάλτσα μας, του γαμάμε και λίγο τη μανούλα στην αφήγηση, αλλά πάντα καταλήγουμε στην ερώτηση «ποιο είναι το ηθικό δίδαγμα» πριν εκσφενδονίσουμε την παπαριά μας.

Ο πυρήνας και το μόνο απαράλλαχτο, τελικά, είναι η ατάκα στο τέλος, η ιστορία είναι ουσιαστικά θέμα έμπνευσης, και γι αυτό όταν το φαινόμενο έφτανε στον εκφυλισμό του, από βαρεμάρα έπεφταν μόνο οι τελικές ατάκες και όχι το κυρίως ανέκδοτο.

Μετά το πέρας αυτής της περιόδου, μας έμειναν αμανάτι πολλές απ' τις ατάκες των ανεκδότων που πέφτουν σε γελοία συμφραζόμενα και είναι πλήρως ισοδύναμες με τις αρχικές.

  1. (η ατάκα που πέφτει στον ορισμό, θέλει πολύ σάλτσα που δεν θα βάλω:)
    Υπάρχει κασκαντέρ τις, που είναι τόσο ριψοκίνδυνος, δε μασάει τον πούτσο του σε φάση, και το παρατσούκλι του είναι «Ντέηντζερους». Του αναθέτουν το πιο ακραίο από τα κασκαντεριλίκια του, να κάνει ένα ακραίο άλμα πάνω από έναν τεράστιο γκρεμό. Παίρνει φόρα ο τύπος, αλλά δεν φτάνει, και αρχίζει να κατρακυλάει στο γκρεμό. Φτάνει κάτω και ημιθανής όπως είναι βλέπει μπροστά του να περνάει ένα παπάκι αμέριμνο στο ρυάκι του φαραγγιού και να κάνει «πά-πά-πά». Ποιο είναι το ηθικό δίδαγμα;
    Κύλησε ο Ντέηντζερους και βρήκε το παπάκι.

  2. (προσωπική δημιουργία, επίδειξη της δύναμης της μεθόδου, πάλι η σάλτσα δικιά σας:)
    Είναι ένα κοπάδι καρχαρίες στην Μαγαδασκάρη και θέλουν να την κάνουν από κει, γιατί έχει τελειώσει το ψάρι. Λέει ένας «μου είπανε ότι στην Αουστράλια είναι τίνγκα στο ψάρι». «Ε, πάμε». Κάνουν να ξεκινήσουν, αλλά το ρεύμα είναι κόντρα. Αποφασίζουν να περιμένουν μέχρι να γυρίσει. Περιμένουν κάποιον καιρό, αλλά όταν τελικά γυρίζει ευνοϊκό το ρεύμα έχουν αρρωστήσει από την αφαγία. Ποιο είναι το ηθικό δίδαγμα;
    Το μεν ρεύμα πρόθυμο, οι δε sharks ασθενείς.

Ακολουθεί μη εξαντλητικός κατάλογος με τέτοιες ατάκες:

  • Ο κόσμος τό 'χει βούτυρο κι αυτός κρυφό Καμπάρι (αφήγηση με ποτοαπαγόρευση κι έτσι).
  • Κύλησε ο Ντέηντζερους και βρήκε το παπάκι.
  • Χέστηκ' η φοράδα, Σταλλόνε.
  • Όπου γαμούν πολλοί μαστόροι αργεί να σιδερώσει.
  • Άλλος για Χίο τράβηξε και άλλος για Μυτιλήνη. (αφήγηση με ομαδική μαλακία για τα ελληνικά νησιά)
  • Καθαρός Ουκρανός Αλβανές δε φοβάται (ένας μπίχλας Ουκρανός την πέφτει και τρώει χυλόπιτα, ο καθαρός είναι κουλ τύπος)
  • Τρίχες Γιάννη, τρίχα πάντα. (Ο Γιαννάκης που χάνει όλα τα μαλλιά του και το κατοικίδιο πάντα του χάνει μια τρίχα)
  • Από τον Τόλη έρχομαι και στη Στροφή Μαντέλα. (τύπος βγαίνει απ' τον Βοσκόπουλο τύφλα και στην πρώτη στροφή πατάει το Μαντέλα.)
  • Τό 'να χέλι πνίγει τ' άλλο και τα δυο τον πρόσκοπο.
  • Ένα το χέλι, Δώνη και η Άνοιξη ακριβή.
  • Τα ράστα δεν κάνουν το μπαμπά.
  • Η γρια η Kodak έχει το zoom in. (κόντρα στην φωτογραφία, ένας τύπος με μια ψηφιακή τα κάνει όλα καλύτερα, αλλά ο τύπος με την πανάρχαια κόντακ κερδίζει στο ζουμ.)
  • Το καλό το σαλιγκάρι ξέρει κι άλλο μονομάτη.
  • Στου kung-fu την πόρτα, όσα θέλεις χόρτα.
  • Ηπιε ο γάιδαρος τον φετινό με γάλα

    τα περισσότερα μου τα θύμισε αυτό το μπλογκ

(από patsis, 22/01/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

All time classic φράση (ντροπή σύντροφοι που δεν την είχαμε ως τώρα) που βγήκε από ένα γνωστό ανέκδοτο (παράδειγμα 1).

Με αυτήν τη φράση προσπαθούμε να προσγειώσουμε τον συνομιλητή μας, που πιστεύει ότι μπορεί να επιτύχει κάτι πέραν των δυνάμεών του (παράδειγμα 2). Αλλά, επειδή η πλαστελίνη δεν συγκρίνεται με το ατσάλι, η αναπηρική πολυθρόνα δεν συγκρίνεται με το αγωνιστικό αυτοκίνητο, το δεύτερο ημιυπόγειο δεν συγκρίνεται με τον ουρανοξύστη και λοιπά, καλύτερα να τον συνετίσουμε πριν φάει τα μούτρα του.

Σε ένα στρατόπεδο ο διοικητής ενημερώνεται ότι η μητέρα του φαντάρου Καραμήτρου είναι νεκρή. Λέει λοιπόν στον λοχία να του το πει με τρόπο. Πάει ο λοχίας και λέει του Καραμήτρου:
- Καραμήτρο, η μάνα σου πέθανε.
Πάρτον κάτω τον Καραμήτρο.
Μετά από κανένα μήνα ο διοικητής ενημερώνεται ότι πέθανε και ο αδελφός του Καραμήτρου. Τι να κάνει, λέει στον λοχία να του το πει με τρόπο. Πάει λοιπόν ο λοχίας και λέει του Καραμήτρου:
- Καραμήτρο, ο αδελφός σου πέθανε και αυτός, σαν τη μάνα σου.
Πάρτον πάλι κάτω τον Καραμήτρο.
Μετά από άλλους δύο μήνες φτάνει τηλεγράφημα πως πέθανε και ο πατέρας του Καραμήτρου. Αυτή τη φορά λοιπόν λέει ο διοικητής του λοχία:
- Εσύ δεν έχεις καθόλου τακτ. Θα του το πω εγώ με πλάγιο τρόπο και θα το πάρει πιο ήρεμα.
Μαζεύει λοιπόν ο διοικητής όλους τους φαντάρους σε μία γραμμή και φωνάζει:
- Όποιος έχει πατέρα, να κάνει δυο βήματα μπροστά.
Προχωράνε λοιπόν σχεδόν όλοι οι φαντάροι, προχωράει και ο φουκαράς ο Καραμήτρος, οπότε του φωνάζει ο διοικητής:
- ΠΟΥ ΠΑΣ ΡΕ ΚΑΡΑΜΗΤΡΟΟΟΟΟ;

  1. - Μαλάκα, τι μανουλομάνουλο έσκασε μούρη σήμερα στο γραφείο; Θα της την πέσω κατευθείαν. Την είδα σαν να ψήνεται κιόλας. Θα της πω να πάμε για κανένα ποτάκι και ύστερα...
    - Πού πας ρε Καραμήτροοο; Καινούρια ανηψούλα του προέδρου είναι ρεεε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ατάκα τρισμέγιστου ανεκδότου με σόλο καριέρα (η ατάκα, όχι το ανέκδοτο). Δυστυχώς, το ανέκδοτο βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις αφηγηματικές τεχνικές που δεν μεταφέρονται στον γραπτό λόγο.
Όπως διαφαίνεται από την φράση, χρησιμοποιείται όταν δεν καταλάβαμε αυτό που μόλις ακούσαμε, ή μετά απ'το άκουσμα εσκεμμένα αινιγματικής φράσης (ξέρεις, όταν κάποιος το παίζει έξυπνος στα γκομενάκια).

  1. Ο Κόναν πληροφορείται ότι στην άλλη άκρη του κόσμου υπάρχει ένα πανύψηλο βουνό, στην κορυφή του οποίου βρίσκεται ένα παλάτι και μέσα στο οποίο κατοικεί ο γέροντας που κατέχει την απόλυτη σοφία της ζωής. Ζαλώνεται, λοιπόν, την ασπίδα, γραπώνει τη σπάθα, φοράει το γούνινο σωβρακάκι του και ξεκινάει για το βουνό.
    Περνάει την Έρημο της Δίψας, το Φαράγγι Χωρίς Πάτο, ξυστά απ' το Πηγάδι των Χιλίων Ευχών, και μετά από πορεία εκατό ημερών στην Τούνδρα των Μηδέν Βαθμών Κέλβιν, φτάνει στους πρόποδες του Βουνού της Σοφίας, το οποίο βλέπει να χάνεται μέσα στα σύννεφα.
    Αρχίζει την ανάβαση, τα μπράτσα σφίγγονται, οι φλέβες τινάζονται, το γούνινο σωβρακάκι τον προστατεύει απ' το κρύο.
    Βρυχάται όταν, κουρασμένος από την ανάβαση, πατάει στο πλάτωμα στην κορυφή και βλέπει το κάστρο του Γέροντα να ορθώνεται απροσπέλαστο μπροστά του.
    Η ξύλινη πύλη είναι κλειστή, αλλά την γκρεμίζει βρυχόμενος με ένα χτύπημα της ασπίδας του. Η επόμενη πόρτα, πιο βαριά, απαιτεί πιο δυνατό χτύπημα. Η τρίτη, σιδερένια, πέφτει μετά απ'το δεύτερο χτύπημά του. Η τελευταία βαριά σιδερένια πόρτα πέφτει με θόρυβο καθώς ο βρυχηθμός του Κόναν σπάει τη σιωπή της ψυχρής κυκλικής αίθουσας, στην οποία ο γέροντας συλλογίζεται με τα δάχτυλα ενωμένα κάτω απ'το πηγούνι του καθισμένος στον θρόνο του.
    Ο Κόναν πλησιάζει το κέντρο της αίθουσας και ακουμπάει τα όπλα του μπροστά στα πόδια του Σοφού.
    - Ρησπέκτ, γέροντα. Μου είπαν ότι κατέχεις το μυστικό των μυστικών.
    - Υπάρχουν και τα πόμολα, Κόναν.
    - Μιλάς με γρίφους, γέροντα...

  2. Από το βιβλίο του Sun Tzu, The Art of War: One may know how to conquer without being able to do it.
    (βλ. πχ εδώ)
    Αυτός ο γέροντας κι αν μιλάει με γρίφους...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Βλ. μην τον είδατε τον Παναή. Η υπεράνω πάσης υποψίας θεογκόμενα που αποδεικνύεται τρανσέξουαλ ή, κόψε κάτι, τραβεστί, κι όταν ζητάμε το ονοματάκι της, μας λέει «Αναΐς». «Από πού;», ζητάμε να μάθουμε την προέλευση του ξενικού ονόματος. «Από το Παναής», παλιό ανέκδοτο. Αντίστροφα, ο υπεράνω πάσης υποψίας άντρακλας, που τελικά αποδεικνύεται ότι το πάει το ταξίδι με το «happy traveller». Αν πάντως είναι μπετατζής, όπως στο ομώνυμο άσμα (βλ. παράδειγμα), πρέπει να σημειώσουμε «την μπετονιέρα μην κατηγοράς!».

  2. Στην μυθολογία, Αναΐς ήταν η σύζυγος του Βάαλ. Ο Βάαλ ήταν ο πιο μεγάλος θεός των Φοινίκων και των Χαναναίων. Τον θεωρούσαν προστάτη της γονιμότητας και της γεωργίας. Τον παρίσταναν άλλοτε με κέρατα βοδιού κι άλλοτε σαν γυναίκα με μεγάλους μαστούς και κρατώντας στο χέρι περιστέρι. Οι Βαβυλώνιοι του είχαν χτίσει πανύψηλους ναούς και τον έλεγαν Μολώχ. Οι Χαναναίοι τον λάτρευαν σαν κυρίαρχο της χώρας τους και η Παλαιά Διαθήκη αναφέρει απειλές για τους Ιουδαίους που αλλαξοπίστησαν και προτροπές, για να ξαναγυρίσουν στη θρησκεία των πατέρων τους. Οι αλλαξοπιστήσαντες αναφέρονταν στην Παλαιά Διαθήκη ως «η νεότης ήτις έκυψε γόνυ τωι Βάαλ», δηλαδή τον προσκύνησε.
    Πηγή: Live-Pedia. Assist: Mes.

Παραμένουν ανοικτά σλανγκικά ερωτήματα: Ποια η σχέση μεταξύ του Βάαλ και της Ρωμαίας αυτοκράτειρας Valeria Messalina; (Παρεπίπταμπλυ, από τα καλά, -αν και controversial-, λήμματα του μακαρίτη, Θεός σχωρέστον- με την καλή έννοια). Ποια η σχέση της Αναΐδος με τα κέρατα του Βάαλ; Ποια η σχέση του Βάαλ με τον Παναή; (Αν κρίνουμε από το δισυπόστατόν του).

Αναΐς (Μετάληρα)

Πού να πήγε, παιδιά ο Πανάης;
Πού να πήγε, παιδιά ο Πανάης;
Πού να πήγε, παιδιά ο Πανάης;
Πολύ πρέπει να ψάξεις,
αν θέλεις να τον βρεις.

Τ' όνομά του ήτανε Παναής,
στις οικοδομές τον γνωρίζαν όλοι,
στην δουλειά του ήτανε μερακλής,
θα πω μια ιστορία, για να καταλάβουν όλοι!

Χειμώνα βράδυ στην Συγγρού,
και ξαφνικά βλέπω μια γκόμενα δυο μέτρα,
φόραγε φόρεμα σι-θρου,
κι οι ρώγες της φαινόνταν, είχαν γίνει πέτρα!

Και μου ζητάει φωτιά,
ρωτάω το όνομά της,
μου λέει «Αναΐς»,
και πιάνει τα βυζιά της.

Πού να το φανταστείς!
Μπροστά σου να το δεις!
Χαϊδεύεται η Αναΐς.
Κι η ώρα πήγε τρεις.
Ο φίλος μου που ήταν μαζί,
την ρώτησε αν κρυώνει γιατί είχε κρύο,
και τον αρπάζει απ' το καυλί,
του απαντάει πως είναι καιρό για τρίο.

Μα κάτι θυμίζει η φωνή,
ήταν σαν του Πανάγου,
που ήτανε μπετατζής,
κι έμενε στου Παπάγου.

Ήταν ο Παναής,
που έγινε Αναΐς,
ήταν ο Παναής,
πού να το φανταστείς!

Έχω δει στον δρόμο μου τραβέλια και τραβέλια,
μα σαν κι αυτήν κανείς!
Θυμάμαι που κουβάλαγε στην πλάτη τα βαρέλια
ώσπου να πάει τρεις.
Μετά το μεροκάματο πηγαίναμε για ούζα,
μέχρι να πάει εφτά.
Και τώρα με τον φίλο μου,
μου λέει για παρτούζα,
για τα μισά λεφτά.

Μόνο οι τραβεστές δουλεύουν τέτοια ώρα,
μέσα στην παγωνιά,
το κρύο θέλει αρχίδια.
Ήταν ο Παναής,
που έγινε Αναΐς (τρις)
Ήταν ο Παναής,
και φεύγει για Paris.

Η ποιήτρια Αναΐς Νιν (από allivegp, 09/08/09)

βλ. και Κέλλυ από το «Βαγγέλη»

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ακόμη μία ατάκα από γνωστό ανέκδοτο που αυτονομήθηκε και ζει μόνη της, έχοντας κάνει τη μικρή προσωπική της επανάσταση. Χρησιμοποιείται για να τονίσει την μεροληπτική στάση κάποιου σχετικά με μία κατάσταση όπου υπό ΚΣ θα έπρεπε να τηρεί πολιτική ίσων αποστάσεων.

Το ανέκδοτο:
Σαμ: Ωραία φάρμα ρε Τζο, μπράβο σου.
Τζο: Ευχαριστώ Σαμ, δουλεύω πολύ αλλά αξίζει τον κόπο τελικά.
(έρχονται μπροστά τους 2 αγελάδες, μία άσπρη και μία μαύρη)
Τζο: Να, για παράδειγμα, η άσπρη αγελάδα που βλέπεις βγάζει 50 λίτρα γάλα τη μέρα.
Σαμ: Τι λε ρε παιδί μου; Μπράβο. Και η μαύρη;
Τζο: Ε, κι η μαύρη κάπου τόσα βγάζει. Και η άσπρη αγελάδα, αν την πουλήσω για κρέας, μπορεί να πάρω και 2500 δολάρια.
Σαμ: Ουάου. 2500 δολάρια, ε; Και η μαύρη, πόσο πιάνει;
Τζο: Και η μαύρη 2500 δολάρια θα πιάσει περίπου. Επίσης, η άσπρη η αγελάδα, αν πουλήσω το δέρμα της μόνο, θα πάρω και 500 δολάρια.
Σαμ: 500 δολάρια; Απίστευτο. Και η μαύρη;
Τζο: Ε, και από τη μαύρη τόσα θα πάρω.
Σαμ: Καλά ρε Τζο, γιατί την άσπρη αγελάδα την αβαντάρεις τόσο και τη μαύρη την έχεις στο κλάσιμο;
Τζο: Μα η άσπρη είναι δικιά μου.
Σαμ: Και η μαύρη;
Τζο: Και η μαύρη δικιά μου είναι...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όπως είναι φυσικό, στο άκουσμα κάποιας προτεινομένης δίαιτας εκδηλώνεται ενδιαφέρον από τους παχείς (έχουν πραγματική ανάγκη να αδυνατίσουν). Φυσικά ενδιαφέρον μπορεί να εκδηλωθεί ακόμα και από κάποιους πολύ αδύνατους που θεωρούν πως μια ελάχιστη αύξηση του βάρους τους πέραν του συνηθισμένου είναι... η αύξηση. (;;;;)

Όσο κι αν δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό, υπάρχει μη slang εκδοχή της συγκεκριμένης προτεινόμενης δίαιτας. (Δες εδώ και εδώ, αλλά και στο παράρτημα 2 στο χώρο των παραδειγμάτων)

Στη συγκεκριμένη περίπτωση (slang εκδοχή) όταν κάποιος ακούει τον τίτλο της συγκεκριμένης δίαιτας και δεν ξέρει τι θέλει να πει ο ποιητής, απορεί και ίσως να αναρωτηθεί για την αποτελεσματικότητα μίας τέτοιας δίαιτας. Μπορεί κάποιος να αναρωτηθεί μέσα του: «Λες ρε ο μπαγάσας να ξέρει κανένα μυστικό τρόπο αδυνατίσματος;» Μπορεί να πει μέσα του: «Δεν πολυτρώω ανανά, όπως οι περισσότεροι άλλωστε. Λες να ισχύει;» Και έτσι ρωτάει για τη δίαιτα μούφα, όμως η δουλειά και απομυθοποίηση του ονείρου, αφού στη «δίαιτα» αυτή τρως τα πάντα και σε όσες ποσότητες θέλεις εκτός από τη βάση της, τον ανανά (κάτι που βάζει άμεσα τον άλλο στο νόημα). Τότε μπορεί αυτός να πει: «Μα ήδη την κάνω... Δεν τρώω ανανά» και να σκάσει στα γέλια. Και να πεί: «Και να τα αποτελέσματα... δείχνοντας την υπερμεγέθη κοιλιά του». Στην ουσία κάνουμε πλάκα στον άλλο, όταν του προτείνουμε τέτοια «δίαιτα», ή σατιρίζουμε τον εαυτό μας, για την αύξηση του βάρους μας, όταν λέμε πως κάνουμε αυτή τη «δίαιτα».

Σημείωση:
Θα μπορούσαμε εκτός του ανανά, να μιλήσουμε και για άλλα εξωτικά φρούτα, ή ασυνήθιστες για δίαιτα τροφές. Όσο πιο εξωτικό και πιο ασυνήθιστο το φρούτο, ή η τροφή, τόσο πιο πολύ κάποιος αναρωτιέται για την ύπαρξη κάποιου επτασφράγιστου μυστικού και τόσο πιο πολύ προσγειώνεται όταν φανεί πως μια τέτοια «δίαιτα» ήδη την κάνει.

Από φόρουμ

  1. Όχι βρε Ρύκιε, η δίαιτα του ανανά είναι αυτή που τρως τα πάντα εκτός από ανανά.
    Δες

  2. Καλησπέρα, ώρα 7:30, ζέστη με ελαφρό αεράκι. Ο Πλανήτης υποδέχεται το καλοκαίρι, και τα πιάτα που μας σερβίρεις δεν βοηθάνε την υπόσχεση για δίαιτα που θα αρχίσει απο κάποια Δευτέρα. Εγώ κάνω την δίαιτα του ανανά. Την ξέρεις; Τρως τα πάντα εκτός από ανανά!!
    Δες

Παράρτημα

  1. Για άλλες υποτιθέμενες δίαιτες, κοίτα εδώ και εδώ.

  2. Η δίαιτα του Ανανά είναι η δίαιτα του τα τρώω όλα εκτός από Ανανά! (χρησιμοποιείται χιουμοριστικά προς τους άλλους και τον εαυτό μας ότι και καλά κάνουμε δίαιτα ακριβώς λόγω της σπάνιας εμφάνισης του συγκεκριμένου φρούτου στο διαιτολόγιό μας. Οπότε τέρμα στη δίαιτα του Ανανά σημαίνει ναι στον Ανανά!
    Δες

Σημείωση:
Στην τελευταία φράση του παραρτήματος 2 γίνεται άμεση αναφορά στη slang εκδοχή και έμμεση αναφορά στη μη slang εκδοχή.

Δίαιτες: του ανανά, της πίτσας, τουκάν.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μια έκφραση από Χίο.

Μετάφραση: τι κι αν αφρίζεις, εγώ σε πλήρωσα, οπότε θα σε φάω.

Χρήση: χρησιμοποιείται όταν μας την φέρνουν οι έμποροι, και μας πασάρουν κάτι σκάρτο. Και ενώ κανονικά είναι για πέταμα, εμείς, επειδή λυπόμαστε τα λεφτά που δώσαμε, το χρησιμοποιούμε.

Η έκφραση προήλθε από ένα ανέκδοτο (ίσως και συμβάν του παρελθόντος) που έχει ως εξής :
Κατέβηκε από το χωριό ο περί ου ο λόγος, να αγοράσει φέτα. Ο μπακάλης για να τον πειράξει τον χωριάτη, αντί για φέτα του έδωσε σαπούνι (τότε το σαπούνι ήταν σε πλάκες, κάτι σαν μισό κιλό φέτα). Το παίρνει ο χωρικός, και το μεσημέρι στο σπίτι πάει να το φάει. Με το σάλιο το σαπούνι αρχίζει να βγάζει αφρούς, οπότε εκείνος μονολογεί: φρίτζεις ξαφρίτζεις, τον παρά μου έδωκα, να σε φάω θω!

- Ρε μάνα, έχει φρούτο;
- Έχει καρπούζι παγωμένο.
- Ποιο; το χτεσινό; αυτό δεν τρώγεται με τίποτα...
- Φρίτζει ξαφρίτζει, το πληρώσαμε, θα το φάμε αυτό, και μετά θα πάρουμε άλλο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία