Ειρωνική ερώτηση σε κάποιον που δεν έχει τρόπους, δεν ξέρει να σταθεί σε ένα χώρο με τους υπόλοιπους της παρέας.

Παρμένο από παλιό ανέκδοτο της δεκαετίας του ογδόντα.

Λάκης (που τον έχει φέρει ο Βιόλης στην παρέα) μέσα στο ρεστοράν, μεγαλοφώνως, ρωτάει τους υπολοίπους:

- Ρε μαλάκες, δε πιστεύω το μαγαζί να είναι πιασέκωλο...

Σήφης ρωτάει το Βιόλη:

- Θα' τρωγες μια μπανάνα τώρα;

Bιόλης:

- Μπα, όχι με τίποτα!

Σήφης:

- Καλά εσύ δε θες, το μαϊμού δε θέλει μπανάνα;

smile (από georgegreek, 28/12/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Βλ. μην τον είδατε τον Παναή. Η υπεράνω πάσης υποψίας θεογκόμενα που αποδεικνύεται τρανσέξουαλ ή, κόψε κάτι, τραβεστί, κι όταν ζητάμε το ονοματάκι της, μας λέει «Αναΐς». «Από πού;», ζητάμε να μάθουμε την προέλευση του ξενικού ονόματος. «Από το Παναής», παλιό ανέκδοτο. Αντίστροφα, ο υπεράνω πάσης υποψίας άντρακλας, που τελικά αποδεικνύεται ότι το πάει το ταξίδι με το «happy traveller». Αν πάντως είναι μπετατζής, όπως στο ομώνυμο άσμα (βλ. παράδειγμα), πρέπει να σημειώσουμε «την μπετονιέρα μην κατηγοράς!».

  2. Στην μυθολογία, Αναΐς ήταν η σύζυγος του Βάαλ. Ο Βάαλ ήταν ο πιο μεγάλος θεός των Φοινίκων και των Χαναναίων. Τον θεωρούσαν προστάτη της γονιμότητας και της γεωργίας. Τον παρίσταναν άλλοτε με κέρατα βοδιού κι άλλοτε σαν γυναίκα με μεγάλους μαστούς και κρατώντας στο χέρι περιστέρι. Οι Βαβυλώνιοι του είχαν χτίσει πανύψηλους ναούς και τον έλεγαν Μολώχ. Οι Χαναναίοι τον λάτρευαν σαν κυρίαρχο της χώρας τους και η Παλαιά Διαθήκη αναφέρει απειλές για τους Ιουδαίους που αλλαξοπίστησαν και προτροπές, για να ξαναγυρίσουν στη θρησκεία των πατέρων τους. Οι αλλαξοπιστήσαντες αναφέρονταν στην Παλαιά Διαθήκη ως «η νεότης ήτις έκυψε γόνυ τωι Βάαλ», δηλαδή τον προσκύνησε.
    Πηγή: Live-Pedia. Assist: Mes.

Παραμένουν ανοικτά σλανγκικά ερωτήματα: Ποια η σχέση μεταξύ του Βάαλ και της Ρωμαίας αυτοκράτειρας Valeria Messalina; (Παρεπίπταμπλυ, από τα καλά, -αν και controversial-, λήμματα του μακαρίτη, Θεός σχωρέστον- με την καλή έννοια). Ποια η σχέση της Αναΐδος με τα κέρατα του Βάαλ; Ποια η σχέση του Βάαλ με τον Παναή; (Αν κρίνουμε από το δισυπόστατόν του).

Αναΐς (Μετάληρα)

Πού να πήγε, παιδιά ο Πανάης;
Πού να πήγε, παιδιά ο Πανάης;
Πού να πήγε, παιδιά ο Πανάης;
Πολύ πρέπει να ψάξεις,
αν θέλεις να τον βρεις.

Τ' όνομά του ήτανε Παναής,
στις οικοδομές τον γνωρίζαν όλοι,
στην δουλειά του ήτανε μερακλής,
θα πω μια ιστορία, για να καταλάβουν όλοι!

Χειμώνα βράδυ στην Συγγρού,
και ξαφνικά βλέπω μια γκόμενα δυο μέτρα,
φόραγε φόρεμα σι-θρου,
κι οι ρώγες της φαινόνταν, είχαν γίνει πέτρα!

Και μου ζητάει φωτιά,
ρωτάω το όνομά της,
μου λέει «Αναΐς»,
και πιάνει τα βυζιά της.

Πού να το φανταστείς!
Μπροστά σου να το δεις!
Χαϊδεύεται η Αναΐς.
Κι η ώρα πήγε τρεις.
Ο φίλος μου που ήταν μαζί,
την ρώτησε αν κρυώνει γιατί είχε κρύο,
και τον αρπάζει απ' το καυλί,
του απαντάει πως είναι καιρό για τρίο.

Μα κάτι θυμίζει η φωνή,
ήταν σαν του Πανάγου,
που ήτανε μπετατζής,
κι έμενε στου Παπάγου.

Ήταν ο Παναής,
που έγινε Αναΐς,
ήταν ο Παναής,
πού να το φανταστείς!

Έχω δει στον δρόμο μου τραβέλια και τραβέλια,
μα σαν κι αυτήν κανείς!
Θυμάμαι που κουβάλαγε στην πλάτη τα βαρέλια
ώσπου να πάει τρεις.
Μετά το μεροκάματο πηγαίναμε για ούζα,
μέχρι να πάει εφτά.
Και τώρα με τον φίλο μου,
μου λέει για παρτούζα,
για τα μισά λεφτά.

Μόνο οι τραβεστές δουλεύουν τέτοια ώρα,
μέσα στην παγωνιά,
το κρύο θέλει αρχίδια.
Ήταν ο Παναής,
που έγινε Αναΐς (τρις)
Ήταν ο Παναής,
και φεύγει για Paris.

Η ποιήτρια Αναΐς Νιν (από allivegp, 09/08/09)

βλ. και Κέλλυ από το «Βαγγέλη»

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το να έχεις ενυδρείο στο σπίτι σου σημαίνει να είσαι πολύ άντρακλας, να χέζεις στο δάσος. Η έκφραση προέκυψε από κλασικό ανέκδοτο, βλ. παράδειγμα.

- Τι κάνεις ρε Νικολό;
- Καλά ρε Γιάννο, να μόλις γύρισα απ' το Πανεπιστήμιο του Πούτσεστερ, όπου σπούδασα Λογική.
- Και τι σημαίνει αυτό;
- Ασχολήθηκα με τους συνειρμούς.
- Δηλαδή;
- Θα σου πω ένα παράδειγμα: Έχεις ενυδρείο στο σπίτι σου;
- Ναι.
- Αυτό σημαίνει ότι σου αρέσουν τα ψάρια.
- Ασφαλώς.
- Αυτό σημαίνει ότι σου αρέσουν κι όλα τα πλάσματα του Θεού, η φύση, τα ζώα.
- Δεν έχεις κι άδικο!
- Αυτό σημαίνει ότι σου αρέσουν κι οι γυναίκες.
- Αυτό να λέγεται!
- Άρα είσαι άντρακλας!
- Έλα ρε συ! Λοιπόν, είναι σοφοί αυτοί εκεί στο Πούτσεστερ!

(Την επόμενη ο Γιάννος βρίσκει τον Αντώνη, άλλο φίλο).
- Είδα χτες τον φίλο μας το Νικολό, διέπρεψε στο Πανεπιστήμιο του Πούτσεστερ, όπου έκανε Λογική!
- Τι είναι αυτό;
- Θα σου πω: Έχεις ενυδρείο στο σπίτι σου;
- Όχι!
- Ρε μπας και είσαι πούστης;;;

(Λέγεται και στην βερσιόν: Άρα είσαι πούστης!)

Σερβετάς σε ρεσιτάλ (Δεν υπάρχει κανένας Κανάκης να τον διακόπτει για να το παίξει μάγκας, απολάυστε άφοβα) (από knasos, 24/01/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ένας ακόμη χαρακτηρισμός που ξεκίνησε από ανέκδοτο και αυτονομήθηκε. Το άτομο που το εκφέρει εννοεί ότι είναι σε θέση να φέρει την αποστολή του εις πέρας παρ' όλες τις αντιξοότητες, χωρίς να πτοείται, επιδεικνύοντας ευελιξία, εφευρετικότητα, αντοχή κτλ.

Το ανέκδοτο, που πρέπει να εξιστορηθεί με καταιγιστικό ρυθμό, έχει ως εξής:

Νοικοκυρά με χαλασμένη τέντα ψάχνει στον χρυσό οδηγό έναν τεντά και βλέπει την καταχώριση του Μπάμπη.
-Ντρι-! (το κουδούνισμα κόβεται στο πρώτο χτύπημα)
Μπάμπης: Μπάμπηςτεντάςλέγετε!
Κυρά Μαρία: Ξέρετε, για μία τέντα...
Μπάμπης: Διεύθυνσηόνομα;
Κυρά Μαρία: Πόντου 46, Παλουκίδη-
Ντζζζζζζζζζζζζζζζ! (Θυροτηλέφωνο)
Κυρά Μαρία: Λέγετεεεε;
Μπάμπης: Μπάμπηςτεντάςόροφο;
Κυρά Μαρία: Στον τρί-
Ντλιγκ Ντλογκ! (Πόρτα), η Κυρα Μαρία ανοίγει..
Μπάμπης: Μπάμπηςτεντάςφραπέγλυκόγάλα!Πουναιητέντα;
Κυρά Μαρία: Εδώ στο σαλόνι, πάω να σας κάνω τον καφέ σας
Ντζζζζζζζζζζζζζζζ! (Θυροτηλέφωνο)
Κυρά Μαρία: Λέγετεεεε;
Μπάμπης: Ο Μπάμπης είμαι, έπεσα!

Συναφή: Μαγκάιβερ, γουίνστον γουλφ, ισμπιτιριτζής

- Καλά ρε Χρήστο, χθες ακόμη πλακωνόσουν με τη γριά σου και το Μαράκι, έχασες το ΚΤΕΛ και το φλασάκι σου στο καπάκι, και ξαφνικά έχεις και την εργασία έτοιμη με τα σέα και τα μέα;
- Ο Μπάμπης είμαι, έπεσα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ατάκα παλιού και πασίγνωστου ανεκδότου, η οποία πλέον αυτονομήθηκε σύμφωνα με το πνεύμα των καιρών και υφίσταται ως ξεχωριστή και επίσημα αναγνωρισμένη οντότητα, χρησιμοποιούμενη για να περιγράψει μία κατάσταση όπου το υποκείμενο κουρντίζεται και φτιάχνεται μόνο του για κάτι χωρίς να υπάρχουν αποχρώσες ενδείξεις ότι αυτό που τον καίει θα στραβώσει.

Για όσους έζησαν τα προηγούμενα χρόνια σε μία γυάλα και δεν γνωρίζουν το ανέκδοτο, τύπος μένει από λάστιχο μέσα στο δάσος μαύρα μεσάνυχτα και δεν έχει γρύλο για να σηκώσει το αυτοκίνητο. Βλέπει ένα αγροτόσπιτο στα 500 μέτρα και ξεκινάει.

Όσο περπατάει σκέφτεται και μονολογεί: «Αγροτόσπιτο είναι, σίγουρα θα έχει εργαλεία. Δε μπορεί, ένα γρύλο θα έχει. Για φαντάσου να έχει γρύλο και να μη τον δίνει. Εγώ να το δανειστώ για μισή ώρα θέλω, δεν θα του τον πάρω. Ρε τον πούστη, τον αρχιτσιγκούναρο. Σιγά ρε μπαγλαμά μη σου φάω το γρύλο. Αλλά πρέπει να πέσεις εσύ στην ανάγκη μου να σου σιάξω εγώ τη γραβάτα. Μα τι μάρκα μαλάκας είναι αυτός; Βραδιάτικα να μη βοηθάει, που κανονικά θα 'πρεπε αυτός να έρθει και να αλλάξει το λάστιχο, ο μαλάκας. Αλλά φταίω εγώ που κάθομαι και παρακαλάω».

Χτυπάει την πόρτα και μόλις ανοίγει ο χωρικός, του λέει «ρε άι σιχτίρ κι εσύ κι ο γρύλος σου».

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία