Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

(Από το αγγλικό peak) Όρος της μουσικής τεχνολογίας που χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι η κυματομορφή (waveform) ενός ήχου φτάνει σε μια κορυφή (peak) υπερβολικά υψηλής έντασης με αποτέλεσμα κατά την αναπαραγωγή να παραμορφώνεται ο ήχος.

  1. - Πώς σου φαίνεται το κομμάτι που έγραψα;
    - Καλό είναι, αλλά πρόσεξε στη μίξη να μην σου πικάρουν τα πρίμα.

  2. - Παίξε καθόλου με το equalizer γιατί πικάρουνε τα μπάσα.

Το κλιπάρισμα είναι αυτό εδώ. (από Cunning Linguist, 26/07/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επαναλαμβανόμενη μουσική φράση που συνιστά τη βάση (μέρους) κομματιού, συνήθως σε ροκ ή τζαζ συμφραζόμενα.

  1. Εγώ το μόνο που θα πω είναι πως μέταλ χωρίς ριφ είναι σκορδαλιά χωρίς σκόρδο. (από το διαδίκτυο)

  2. Έχει μάλιστα ένα σύντομο, ημιπαράφωνο πιασάρικο ριφ που σε αιχμαλωτίζει και ένα παλιό ινδιάνικο σκοπό στα τύμπανα... (από το διαδίκτυο)

  3. το «κλασσικότερο» ριφ είναι απ' το smoke on the water το
    «τεν-τεν-τεεεεν, τεν-τεν-τέ-εεεεν
    τεν-τεν-τεεεεν, τεν-τεν-τεεεεν»
    (Χεσούς, εδώ)

Από το αγγλικό riff (= ρυθμικό σχήμα).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δοκιμαστική ηχογράφηση που προορίζεται για ιδία χρήση ή για προώθηση.

Τα «Μωρά» είχαν ηχογραφήσει σ' ένα ντέμο πριν διαλυθούν ένα τραγούδι με τίτλο «Αδρεναλίνη». Όταν διαλύθηκαν, ο Παυλίδης το πήρε, άλλαξε τους στίχους (κράτησε μόνο το γενικό νόημα), κράτησε ένα-δυο ριφάκια από το αρχικό και έκανε την «Αδρεναλίνη» που γνωρίζουμε σήμερα. (από το διαδίκτυο)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το φάλτσο, η λάθος νότα (κυρίως σε συμφραζόμενα ελληνικής λαϊκής μουσικής).

- Με τον Μπάμπη εγώ δεν ξαναπαίζω.
- Γιατί ρε Μικέ; Πού θα βρούμε δεύτερο μπουζούκι δυό μέρες πρίν τη συναυλία;
- Στις πέντε πενιές του η μια ειναι πράσινη ρε. Καλύτερα να παίξω μόνος μου να 'ούμε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία