Συνώνυμοι όροι: το κωλάδικο, το μπουρδέλο.
- Μαλάκα πήγα σε μια κωλαντερί χθες... όλα τα λεφτά δικέ μου.
Συνώνυμοι όροι: το κωλάδικο, το μπουρδέλο.
- Μαλάκα πήγα σε μια κωλαντερί χθες... όλα τα λεφτά δικέ μου.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία
Ο τύπος που καθαρίζει τα χύσια με σφουγγαρίστρα ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο σε μπουρδέλα.
- Ρε χυσομάπα, μάζεψε τα χύσια από το πάτωμα, είπε ο νταβατζής.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία