Αυτός που σουρώνει το καβλί του από την κάβλα και την αγαμία.
- Καλό το γκομενάκι ε;
- Ρε σουρουμπόκαβλε, τόσο καιρό που έχεις να γαμήσεις, όλες καλές σου φαίνονται.
Αυτός που σουρώνει το καβλί του από την κάβλα και την αγαμία.
- Καλό το γκομενάκι ε;
- Ρε σουρουμπόκαβλε, τόσο καιρό που έχεις να γαμήσεις, όλες καλές σου φαίνονται.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ο καυλωμένος, κυριολεκτικά ή μεταφορικά. Η λόγια αυτή έκφραση χρησιμοποιείται κατά κόρον από τον Α. Εμπειρίκο στο αριστουργηματικό του έργο Μέγας Ανατολικός.
Πρωί-πρωί και με την τσίμπλα στο μάτι το αφεντικό ήρθε έγκαυλο για δουλεία!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Το πρησμένο και ερεθισμένο σε τρομακτικό βαθμό από τη στύση υπερμεγέθες ανδρικό μόριο! Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι είχαν θεοποιήσει την απόλυτη αυτή κάβλα και λάτρευαν τον ομώνυμο θεό. Ο Πυρόκαβλος ήταν ο 13ος θεός του Ολύμπου και μαρτυρίες λένε ότι το καβλί του ξεπερνούσε ουρανοξύστη στο περίπου! Τη σήμερον ημέρα ή χρησιμοποιούμε τη λέξη αυτή αναφερόμενοι σε καραπουτσακλάρα ή καρατουμπανιασμένο παπάρι,το μήκος του οποίου είναι μεγαλύτερο από 20 εκατοστά.
- Πώς πήγε χτες ρε; ;Το γάμησες το Μαράκι;
- Άσε με ρε μαλάκα... Μια χαρά πήγαινε η δουλειά αλλά μόλις είδε τον πυρόκαβλο τρόμαξε και έφυγε...
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Αυτός που είναι πολύ καυλωμένος.
Ώπα ρε τρίκαυλε!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!