Δεν πρόκειται φυσικά για το πλάσμα της ελληνικής μυθολογίας, αλλά για ακόμα έναν λαϊκό όρο που χρησιμοποιείται κατά την εκδήλωση ενδιαφέροντος ενός άνδρα σε μια γυναίκα. Συνώνυμο του «μανίτσα» και του «ζαργάνα».
Όρος που αρχικά παραπέμπει στο γνωστό ψάρι-αντίγραφο ξιφία (σε μινιατούρα) -ο οποίος όμως συνυποδηλωτικά χρησιμοποιείται για την εκδήλωση του ανδρικού θαυμασμού στο γυναικείο φύλο. Έχει λαϊκή προέλευση και είναι συνώνυμο του «μανίτσα».
-Άννα μου, ζαργάνα μου, θέλεις να σε πάω στου Φλόκα για παγωτάκι;;;;
Εξευγενισμένος όρος (αντί του προσβλητικότερου «παπάρια») που παραπέμπει στα γνωστά ανδρικά όργανα και χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάτι είναι χαζό, βλακώδες, ανάξιο λόγου.
(από γνωστό καθηγητή χημείας σε γυμνάσιο των Νοτίων Προαστίων)
- Έτσι είναι, δεν διαβάζετε κι έρχεστε και μου γράφετε παπαρούνες!
Υποτιμητικός όρος από κατοίκους της Πρωτεύουσας για κατοίκους της Θεσσαλονίκης -και όχι μόνο- ο οποίος είναι εμπνευσμένος από τη γειτνίαση της συγκεκριμένης περιοχής με την αντίστοιχη χώρα και την ομοιότητα της συμπεριφοράς των Θεσσαλονικέων με τους Βουλγάρους.
Οι Βούλγαροι πάλι γυαλιά καρφιά τα κάνανε μόνο και μόνο επειδή είδαν αθηναϊκές πινακίδες. (sic)
Φράση η οποία είναι ιδιαιτέρως εύχρηστη όταν κάποιος θέλει να δηλώσει το λιγοστό ή και ανύπαρκτο ύψος ενός άλλου, το οποίο παρομοιάζεται ποσοτικά ως 1 μέτρο και ένα μπουκάλι γνωστού σοκολατούχου ροφήματος.
- Μ' αρέσει που είπες στην Ελίνα να αλλάξει τη λάμπα που κάηκε. Αυτή είναι 1 και 1 milko!!!
- Πήγα στο Υπουργείο να ρωτήσω τι χαρτιά χρειάζονται και έπεσα σε έναν φοβερό κλαπαρχίδη, ένα-ένα μου τά 'λεγε και με έκανε να πάω και νά 'ρθω πέντε φορές. Όλο κάτι είχε ξεχάσει να μου πει!