Βλέπε: φραπεδιόλα.

-Πω πω, και τί δεν θα 'δινα για μία φραπεδέλα...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τα λεφτά.

- Εντάξει, την έκανες τη δουλειά;
- Ναι, την δουλειά την έκανα, τα μπικικίνια όμως δεν βλέπω.

Γ. Μηλιώκας: Η τσέπη μας μαλλί δεν έχει (από Ο ΑΛΛΟΣ, 18/07/09)(από Khan, 20/12/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αόριστος χαρακτηρισμός αναφερόμενος σε οποιονδήποτε άνθρωπο ή άλλο ον.

Πάτησα ένα σκύλο σήμερα με το αμάξι. Ο ψηλός πετάχτηκε από το πουθενά.

Σχετικά: αρχηγός, γιατρέ μου, μάστορας, μεγάλε

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το όνομα που θα πάρει ο πρώτος γιος του κερατά, ο οποίος παντρεύτηκε ιδιαιτέρως τσαχπίνα γυναίκα, γνωστή σε όλους της ευρύτερης περιοχής λόγω π.χ. των οργίων στα οποία συμμετείχε στο Λύκειο. Λέμε τώρα. Αν προταθεί ως όνομα στον μέλλοντα πατέρα, θα πει ότι κάποιος πάει απ' έξω απ' έξω να τον προειδοποιήσει τον άνθρωπο.

- Αχ Κώστα μου πολύ χάρηκα που άκουσα ότι περιμένετε αγοράκι με την Ελένη. Πώς θα το πείτε;
- Βρασίδα σαν τον πατέρα μου.
- Μωρέ Απόλλων να το πείτε, Απόλλων, άκου που σου λέω.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο χαρακτηρισμός είναι βαρύτατος, βαρύτερος του μαλάκα. Ο μαλάκας παίζει τον δικό του. Ο μινάρας παίζει κάποιον ξένο. Δηλαδή μεγάλη ρόμπα.

Πατρινής προέλευσης.

Καλά ρε μαλάκα, εσύ είσαι εντελώς μινάρας.

Atletico Mineiro (από patsis, 04/04/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μαλάκας νεαρής ηλικίας, παιδαρέλι.

- Καλά, εδώ πλακώσαν τα τσουτσούν νταχτιρντί. Πάμε να φύγουμε, θα μας τα ζαλίσουν.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κλωτσομπουνίδια.

Με κόζαρε στραβά ο ζάβλακας ο χίπις και τον άρχισα στα σάτα κιούτα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο όρος προέρχεται από σύνθημα των οπαδών του (Μ)ΠΑΟΚ και χρησιμοποιείται κυρίως στο Βορρά για να δηλώσει μια έντονη κατάσταση γενικότερα.

- Πωωω τα σπάσανε οι Madball χθες ρε παιδάκι μου, αμπαλαέα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κοπέλα με άσχημο παρουσιαστικό. Ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως σε περιοχές της Βορείου Ελλάδος.

Νίκος: - Η Μαρία θα φέρει το βράδυ και τη Ρίτα μαζί. Θα σκάσεις καμιά βόλτα;
Λάκης: - Σιγά μη σκάσω για να ξεμείνω μ' αυτή την κιούσπα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Βρίσκομαι σε πολύ άσχημη κατάσταση λόγω υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ, ναρκωτικών ή λόγω φόβου.

-'Ασε, εχθές ήπια 20 μπύρες και έκλασα μπιφτέκια.

Βλ. και κλάνω μαλλί, κλάνω πετούγιες, κλάνω πατάτες, κλάνω.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία