Sexy θηλυκό που προκαλεί σεισμό στο πέρασμά του.

- Πήγα με μια σεισμομούνα όλα τα λεφτά. Μου τον πήρε λαμπάδα και μου τον επέστρεψε καμένο φιτίλι!

Βλέπε και -μούνα, -γκόμενα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είναι ο τύπος χτενίσματος που έχουν συνήθως οι Κηφισιώτισσες αλλά και άλλες κοπέλες που το παίζουν trendy. Το χαρακτηριστικό αυτού του χτενίσματος είναι το φουντωτό μαλλί στο κέντρο του κεφαλιού (μαζεμένα τα μαλλιά σε μπόγο) και η φράντζα στα μπροστινά μαλλιά στο μέτωπο. Μοιάζει με κουνουπίδι.

– Ρε φίλε, γιατί δεν κάνεις κάτι με αυτή την κοπέλα; Είναι πολύ όμορφη και είναι και καλό κορίτσι.
– Σου έχω ξαναπεί. Αν η άλλη δεν έχει μαλλί κουνουπίδι, δε λέει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μεταφορικά, το συμπαγές σπέρμα.

- Έπαιξα μία για πάρτη της εχθές και γέμισα τον τόπο τυριά.
- Μήπως έχεις τίποτα χλαμύδια ρε φίλε;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μπουχτίζω, αφιερώνω πολύ χρόνο (και αίμα) σε κάτι που δεν προσφέρει ευχαρίστηση.

— Πάμε να δούμε τον γαύρο ρε;
— Άντε πάμε γιατί έχω πήξει στο διάβασμα όλη μέρα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Περιγελαστικά, ότιδήποτε άρρωστο έχει φυτρώσει στο αιδοίο μιας γυναίκας.

- Μου φαίνεται θα την πάρω την Κορίνα απόψε...
- Ποια Κορίνα ρε, την βρωμιάρα; Αυτηνής το μουνί έχει βγάλει μανιτάρια!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όταν αισθάνεσαι ένα συνδυασμό σκοτεινού συναισθήματος κι απόγνωσης. Σε σημείο που να μη μπορείς να κάνεις τίποτα ώστε να το αλλάξεις / διορθώσεις. Όση προσπάθεια και να κάνεις, πάλι «ζόφος» θα 'ναι.

Επίσης, η κατάσταση που συναντάς σε μαζικούς χώρους, π.χ. στο Πανεπιστήμιο, η οποία ναι μεν είναι αφόρητη κι απάλευτη, αλλά και πάλι δεν κάνεις τίποτα, παραμένεις εκεί προσκολλημένος.

Ο τύπος που βαριέται αφόρητα... που στέκεται εκεί στο σημείο μηδέν χωρίς να σαλεύει. Ο τύπος που είναι σε φάση μη κατανόησης του τί συμβαίνει γύρω του.

Προσοχή! Όχι για καταστάσεις μεταφυσικές, που έτσι κι αλλιώς ψιλοχρησιμοποιείται, αλλά για τη καθημερινότητά μας.

Χρησιμοποιείται με το ρήμα: «κάνω».

Είσαι ζόφος;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το είδος ξύλου που δεν ανήκει σε καμία κατηγορία ή πολεμική τέχνη και δεν έχει κανόνες και αντιαθλητικά χτυπήματα.

Περιλαμβάνει από καρπαζιές, σφαλιάρες, μπουκέτα και φάπες μέχρι βρώμικα κλωτσομπουνίδια, καρεκλιές, κουτουλιές και ρουθουνιές (το χώσιμο του δείκτη και του μέσου στα ρουθούνια του αντίπαλου και το τράβηγμα της μύτης προς τα πάνω).

Εξ ορισμού είναι πολύ αντρικό ξύλο και γι' αυτό τσαντιές, νυχιές και μαλλιοτραβήγματα αποφεύγονται.

Και μου φέρνουν το λογαριασμό και τους λέω οτι δεν είχα μία, και μ' αρχίζουν σ' ένα ταβερνόξυλο που θα το θυμάμαι όλη μου τη ζωή. Το βλέπεις αυτό; Από αμόνι έγινε!

(από tribeklis, 18/01/11)ξύλο μετά μακαρονάδας... (από MXΣ, 08/06/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η παροχή σεξουαλικών «υπηρεσιών», μασάζ κ.τ.λ. κατ' οίκον.

- Καλά πώς βγάζει τόσα λεφτά η Σβετλάνα;
- Ξέρεις πόσα πληρώνουν για βίζιτες ρε; Πολλά!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που βρίσκεται στην 3η, αλλά συνήθως 4η και πάνω, δεκαετία της ζωής του.

τρια-ντάρης, σαρα-ντάρης κτλ, ενώ εικοσ-άρης, εικοσιεννι-άρης κτλ...

- Πσσς, τρελλό το γκομενάκι ε;
- Τι τρελλό ρε, αυτή είναι ντάρα και βάλε!
- Η γριά κότα έχει το ζουμί!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η δυσάρεστη γεύση και αίσθηση γενικότερα στο στόμα, συνήθως μετά το πρωινό ξύπνημα.

- Φτιάξε ένα καφέ γρήγορα, γιατί χθες το βράδυ δεν έπλυνα τα δόντια μου και το στόμα μου από τα τζατζίκια είναι τσαρούχι!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία