Προέλευση: στρίψε (το) τίποτα => (ανάποδα) ψεστρί το ποτατί.

Η φράση χρησιμοποιείται όταν κάποιος ζητάει σε ένα άλλο άτομο να στρίψει ένα τσιγάρο κάνναβης.

Η φράση αυτή έχει δημιουργηθεί από παράφραση λέξεων ηπειρωτικής διαλέκτου.

- ΕΕΕ! Ψεστρί το ποτατί.
- Μα πάλι ρε μαλάκα;
- Τι πάλι ρε; Πριν μισή ώρα ξανάπιαμε. Άιντε ξεκίνα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ψευδεπώνυμα & Περιγελαστικά ...
(όπως λέμε Εδώδιμα & Αποικιακά)

Ironick+Vrastaman=Ironman (για όποιον ξέρει/θυμάται/χαίρεται τα θρυλικά πια φερώνυμα φιλμ, σίριαλ, σειρές, κινούμενα σχέδια, φιδεο-παίγνια, κουτουλού), αλλιώς, θα δηλώσω με στιλ αρκούντως ευφυές αλλά και
ιρονίκ: βρασταμάν και τα κουκιά μπαγλάν.

Patsis=Μ'ένα καλό patchwork, είμαστε πάτσι και πόστα. Αλλ'αν έλκει την καταγωγή από τον διάσημο εγκυκλοπαιδιστή λεξικογράφο Χάρη Πάτση, τότε μού ρίχνει, δε φτουράω.

Mes=Ελληνικά, απλούστατα, Μέσ' στην καλή χαρά. Ισπανικά Mes και Πορτογαλικά Mês είναι ο μήνας. Αν το «s» είναι παchύ όπως στην Tchύπρον, έχουμε Γαλλικά, Mèches που είναι οι χρωματιστές τούφες/ανταύγειες στο μαλλί, αλλά είναι και φυτίλια (από ασετυλίνες, μολοτόφ, βόμβες, κ.ά., αναμμένα ή όχι). Αν, αντίθετα, το «s» είναι φυσιολογικό ρωμέικο τότε γράφουμε Messe που σημαίνει λειτουργία (θρησκευτικο-εκκλησιαστική, μην πάει ο νους σας αλλού). Αγγλικά, Mess είναι χάος, ακαταστασία, μπουρδέλο, μπέρδεμα, τραπεζαρία/καπνιστήριο αξιωματικών στα πλοία, κουτουλού.

Vikar=Οπως έχω ήδη πει, είναι βικάριος (σε μεσαιωνικά ελληνικά του Βυζαντίου, με τους Ιωαννίτες Ιππότες), δηλαδή τοποτηρητής, εφημέριος, εργένης. Vikar είναι συνηθισμένο ισλανδικό όνομα, αλλά υπήρξε και κάποιος βασιλιάς της Νορβηγίας.

Hodjas=Αν δεν τονε μπαγλαρώσανε τίποτε νταήδες και τον κάνανε Χότζα στο ξύλο, είναι, όπως έχω ήδη πει, ιεροδιδάσκαλος και, κατά κάποιον τρόπο, ένδοξος ... αλλά και σκέτος δάσκαλος, ανεξάρτητα απ'το αν λέγεται Νασραδδίν ή Εμβέρ. Πάντως, η ρίζα του είναι نصر الدين خوجه και είναι, βασικά, σ'όλη την ανατολική Μεσόγειο και πολύ παραπέρα, θυμόσοφος και καλαμπουριτζής.

Jesus (Maria y Pepe!)= ισπανικό επιφώνημα έκπληξης, θαυμασμού, απορίας, κττ. αναφερόμενο στον Ιησού, τη μάνα του τη Μαρία και τον πατέρα του (;) τον Πέπε (χαϊδευτικό του Χοσέ = Ιωσήφ). Βέβαια, η ελληνική μεταγραφή της ισπανικής προφοράς είναι και πολύ κακόηχη (Χεσούς), άρα προτιμητέα είναι η αγγλική Τζίζας ή η γαλλική Ζεζύ ή η πορτογαλική Ζεζούς, φυσικά, η αραβική εκφορά δεν τσουλάει: يسوع

BuBis=Είχα (και έχω) έναν συνομήλικό μου μακρινό ξάδερφο ονόματι Γιώργο, αλλά οι συγγενείς και πολύ κολλητοί συνεχίζουμε να τον αποκαλούμε Μπούμπη αν και δεν είναι πια στρουμπουλός. Ο καρκίνος και η χημειοθεραπεία τού άλλαξαν το μεταβολισμό και τώρα είναι ξερακιανός σα σπιρτόξυλο. Αντίθετα εγώ ... για να καταλάβεις: βγαίναμε παρέα και μας φωνάζανε «το νούμερο 10» ... τώρα, όσοι επιζούν, θα μας λέγανε «01»

Johnblack=Τα ήδη υπάρχοντα Μαυρόγιαννος και Γιαννόμαυρος είναι απλοϊκά: αν όμως είναι John Black από την πολύ πετυχημένη φερώνυμη US σαπουνόπερα, τότε, chapeau! πάω πάσο κι υποκλίνομαι. Εκτός αν παραπέμπει στο John, Black Label, αλλά εγώ προσωπικά προτιμάω τα Glenn.

Xalikoutis=Κρης εξ αγχιστείας ή το χάλι κουτί της Πανδώρας ... όπου μάς τέλειωσε κι η Ελπίς (elle pisse).

Cunning Linguist=Ο πανούργος γλωσσολόγος ξέρει προφανώς και λατινικά και αγγλικά, άρα θα μπορούσε να υπογράφει σκέτο CL απ'τα λατινικά ή, για το έτερον ήμισυ, BJ απ'την αμερικάνικη σλανγκ.

Papageno=Σίγουρα, με του Μότσαρτ τη μουσική ... μουσικώνεται.

Μετά απ'όλ'αυτά και, εν αναμονή εξελίξεων, υπογράφω Ντινόσαυρος. Αν και φρέσκος στο slang.gr είμαι πολύ μπαγιάτικος για κάποια συμπαρομαρτούμενα. Για όσους ξέχασα, η συνέχεια επί της οθόνης. Δεκτές και περαιτέρω αιτήσεις ή/και συμμετοχές, γνωστών και μη εξαιρετέων σλανγκιστών. Κεφάρω τσάλεντζ. Τιμές φιλικές.

Κάθε παράγραφος είναι και sine qua non παράδειγμα.
Το χιούμορ είναι αυτονόητο και μη προς κακοφανισμόν κανενός.

CL (από GATZMAN, 01/09/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είμαι κακός στα βαφτίσια, και είναι αδύνατον να το βρει κάποιος έτσι στην αναζήτηση, οπότε το λήμμα είναι υπό συζήτηση. Πάμε στον ορισμό.

Αναφέρομαι στο ακόλουθο σχήμα λόγου, που δεν έχω παρατηρήσει σε άλλες γλώσσες:

  1. επιμερίζουμε ένα σύνολο σε δύο κατηγορίες, συνήθως (αλλά γιατί όχι και αλλιώς, δεν είμαι σίγουρος) μισά και μισά

  2. αποδίδουμε στο πρώτο κομμάτι μία ιδιότητα, και στο δεύτερο την ίδια ακριβώς απλά αλλάζοντας διατύπωση ή αποδίδοντάς την σε πιο ακραίο βαθμό.

Η ιδιότητα μπορεί κάλλιστα να είναι θετική, οπότε επιτείνεται στο θετικότερο, ή αρνητική, οπότε επιτείνεται στο αρνητικότερο, αλλά ποτέ δεν διορθώνεται προς τον μέσο όρο.

Χαλαρό αντίστοιχο του «ο ένας καλύτερος / χειρότερος από τον άλλο».

Σε αστειατορικό μοτίβο, χωρίζουμε το σύνολο σε δύο κατηγορίες, και επαναλαμβάνουμε δύο φορές τον ίδιο χαρακτηρισμό.

Ελπίζω τα παραδείγματα να είναι διαφωτιστικότερα.

1α.
- Πώς σου φάνηκαν τα δείγματα που σου έφερα;
- Τα μισά ήταν άχρηστα και τ' άλλα μισά για πέταμα.

1β. (εναλλακτικά)
- Πώς σου φάνηκαν τα δείγματα που σου έφερα;
- Τα μισά ήταν άχρηστα και τ' άλλα μισά δεν κάναν για τίποτα.

  1. - Μαλάκα! Τι γυναικοπαρέα είναι αυτή;! Οι μισές είναι μουνιά και οι άλλες μισές είναι μουνάρες.
    - Μάζευ' τα σάλια ρε χλέμπουρα.

  2. - Καλές οι κρέπες;
    - Η αλμυρή ήταν καμένη, και η γλυκιά ήταν κι αυτή καμένη.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αναφερόμεθα στους αληθινούς και ουχί εικονικούς οίκους ανοχής του κατεχόμενου από τον Αττίλα ψευδοκράτους. Εκεί κατεθέτουν το καρπό του μόχθου τους πολλοί Κύπριοι αδελφοί μας, ό,τι δηλαδή περισσέψει μετά την επίσκεψη στο γειτνιάζον ψευδοκαζίνο.

Μερικοί πιο άτυχοι, όπως πρώην Υπουργός Οικονομικών της μαρτυριάρικης μεγαλονήσου (βλ. δεύτερο παράδειγμα), συλλαμβάνονται από την τουρκοκυπριακή ψευδοαστυνομία και κρατούνται σε ψευδοφυλακές με την κατηγορία ότι ψευδοασέλγησαν σε βάρος ψευδοανηλίκων ψευδογιουσουφακίων. Πρόκειται φυσικά για ψευδοκατηγορίες!

Βλ. επίσης: γαμοσλανγκοτέτοια.

- Δες τους νεοκυπριους που ψηφισαν μαζικα οχι και γεμιζουν τα ψευδοκαζινο και ψευδομπουρδελα.
(δαμαί)

- Η ψευδοαστυνομία ζήτησε την ανανέωση κράτησης του (πρώην Υπουργού Οικονομικών) κ. Σαρρή, για το «αδίκημα» της διάπραξης κακουργήματος, καθώς στα κατεχόμενα, όπως φυσικά και στην Τουρκία, η ομοφυλοφιλία διώκεται ως κακούργημα (…) Εκτός από τους Τουρκοκύπριους δικηγόρους που εκπροσωπούν τον κ. Σαρρή ενώπιον του ψευδοδικαστηρίου, χθες βρίσκονταν και Ελληνοκύπριοι δικηγόροι στο πλευρό του (…) ομοφυλόφιλοι υπάρχουν και μεταξύ των μελών της ψευδοβουλής και μεταβαίνουν στις ελεύθερες περιοχές για να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες τους...
(τζειαμαί)

- Την πλέον ανίκανη όλων των προηγουμένων, χαρακτήρισε ο Πρόεδρος του Ρεπουμπλικανικού Τουρκικού κόμματος, Οζκάν Γιοργκαντζίογλου, την ψευδοκυβέρνηση στα κατεχόμενα.
(δαχαμαί)

-Διαμαρτυρία: Ενάντια στην διοργάνωση σεμιναρίου στο ψευδοπανεπιστήμιο «Ανατολικής Μεσογείου» από την IEEE...
(τζειαχαμαί)

Ψευδοκαζίνο (ψευδο)Artemis σε στυλ τουρκομπαρόκ στο ψευδοκράτος. (από Vrastaman, 20/10/11)Εδώ τα καλά ψευδομπουρδέλα (από Vrastaman, 20/10/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το είδος αθώων ψεμάτων που αναγκάζεσαι να πεις σε όποιον ζητά τη γνώμη σου για κάτι που φορά αλλά δεν μπορείς να του πεις στα ίσα ότι είναι άθλιο διότι δεν τον ξέρεις αρκετά καλά ή προσπαθείς να κρατήσεις τα προσχήματα.

-Ε, και είπα εκεί κάτι ψευδοπτώματα. Τί να πω;;; Ότι το καπέλο της ήταν σαν καθήκι;;;

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σημαίνει ψεύτης, αλλά στο πιο κυριλέ / αρχαιοπρεπές, προσφέρει κύρος στον λόγο μας και δείχνει ότι έχουμε επίπεδο.

Το λήμμα είχε χρησιμοποιηθεί στην προδικτατορική Βουλή από τον βουλευτή της Αριστεράς Ηλία Ηλιού.

- Σεις ήρξατε πρώτος χειρών αδίκων...
- Μα τι λέτε, είσθε ένας συκοφάντης, ένας ...ένας ψεύστης!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο δικηγόρος. Γιατί πάντα φουσκώνει τις υποθέσεις με ψέματα για να ευνοήσει τον πελάτη του.

Έχει προσλάβει κι αυτόν τον ψεύτη και με τραβολογάνε στα δικαστήρια για κάτι μαλακίες.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο δονητής, στην νεότερη σεξουαλική αργκό, διότι μέσω αυτού, υπό προϋποθέσεις καλής σκηνοθεσίας, μπορεί να εξαπατήσει ο πεσμένος ανήρ την γυνή, ως προς την επίδοση.

Επίσης, η πολλά υποσχόμενη εμφάνισή του ψεύδεται ότι παρέχει τον απόλυτο οργασμό ενώ δεν συγκρίνεται με τον οργασμό που απορρέει από σύμπραξη αληθινού έρωτα, με αγκαλίτσες και φιλάκια και ζουζουνίσματα.

Δεν είμαι σίγουρος δε εάν είναι και τζιβιτζιλο-αργκό...

Τα παραπάνω απορρέουν από μία σύντομη βόλτα από τα σεξ-σόπ και ουδεμία σχέση δεν έχουν με αληθινά πρόσωπα ή καταστάσεις (πεσμένος, ζουζουνίσματα, κλπ.).

Περιγραφή μεταξύ φίλων: «Μ@$#κα, θες να σου περιγράψω τι έκανα χτες με το πιτσιρίκι; Το ξεφτίλισα... Αφού το έπαιρνα για 2 ώρες χέρια-πόδια μέσα, μετά κουράστηκα, πείνασα και παραγγείλαμε πίτσες... Και αφού ήρθαν οι πίτσες, με το ένα χέρι της έμπηγα τον ψεύτη και με το άλλο έτρωγα πίτσα! Κι αυτό εκεί, καθόταν στον καναπέ μία ώρα και έσπαζε! Ούτε για κατούρημα δε με σταμάτησε!»

Δες και γαμπρός.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το βιομηχανικό τσιγάρο. Το «άδειο»... το «σκέτο»! Είναι αρχοντοσλάνγκ για χασίστες και φουντικούς...

- Δώσε ένα ψεύτη να καπνίσω μέχρι να γίνει το μαντοκου...
- Αρκούδες έχουν τα περίπτερα;;;
- Αρκούδους...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λέξη που χρησιμοποιείται σε γλωσσικές κοινότητες χασικλίδων για να δηλώσει το τσιγάρο που δε διαθέτει μαύρο.

Αν θες ρε φίλε μην ανάψεις τώρα τον ψεύτη. Έχουμε στρίψει μπάφο!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε