Η φράση αυτή λέγεται σε κάποιον που ροχαλίζει σε κάποιο χώρο (στο σπίτι μας, στις διακοπές, σε ένα λεωφορείο, οπουδήποτε).

Προκύπτει από το γεγονός πως, ο ήχος του ροχαλητού προσεγγίζει... και καλά τον ήχο κατσαρόλας στην οποία γίνεται βρασμός κάποιου φαγητού, π.χ: φασολάδας. Λέγοντας σ' αυτόν που ροχαλίζει: έτοιμη η φασολάδα, εννοούμε πως επειδή και καλά τέλειωσε το βράσιμο της φασολάδας, βγάλε την κατσαρόλα με τη φασολάδα απ' τη φωτιά, υποδηλώνοντας του να σταματήσει να ροχαλίζει.

Αν κοιμόμαστε, ξυπνάμε και ακούμε τη... μουσική υπόκρουση... το εμβατήριο, το... σόλο. Όλα παίζουν αυτόματα, χωρίς παρτιτούρες και ρέστα. Ο παίκτης ακάματος έχει βάλει τον αυτόματο και συνεχίζει απτόητος. Πού να χαλαρώσεις; Το μυαλό στο κοντσέρτο κι ο πούστης ο Μορφέας σε φάση τιγκανά (την έκανε με ελαφρά πηδηματάκια, βλέπεις). Άρα το να θες να κοιμηθείς δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση, γιατί η τσαταλοποίηση των νεύρων είναι γεγονός.

Αν είσαι ξύπνιος πάλι κι ο παίκτης έχει αρχίζει να παίζει το μονότονο βιολί του... τότε... πάλι τα ίδια. Την έχει δει βλέπεις: Κούγκι βουλωμένο και αποφασισμένο.

Του λέμε τη συγκεκριμένη ατάκα, θέλοντας να τον διακόψουμε για να κοιμηθούμε, για να εκτονωθούμε και να χαλαρώσουμε από το διαρκές γάνωμα του μυαλού μας, αλλά και για να καλαμπουρίσουμε, μαζί με κάποιους συμπαριστάμενους στη φάση

Η σύζυγος γυρίζει απ' τα ψώνια και βλέπει τον σύζυγο να κοιμάται ροχαλίζοντας δυνατά και τα παιδιά να βλέπουν τσόντα από κάποιο DVD του πατέρα τους, που ξετρύπωσαν κάπου. O ήχος απ' την ταινία δυνατός, αλλά ο πατέρας, πέρα βρέχει. Η σύζυγος μονολογεί:
- Τι γίνεται ρε; Είπε να φυλάει τα παιδιά, αλλά όταν η γονική συναίνεση ροχαλίζει...
Στη συνέχεια, του φωνάζει:
- Έτοιμη η φασολάδα. Ξύπνα επιτέλους.

(από nick, 08/04/09)

Του ροχαλητού: βουλωμένο κιούγκι, έτοιμη η φασολάδα, τραβάω ανηφόρα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία