Φιδογλωσσών συνονθύλευμα διττής έννοιας. ...
Σιγά ρε γμτ μου, ζαλίστηκα με αυτά που έγραψα, ποιος είμαι τέλος πάντων;
gamata, όλο λαλακίες γράφω.
Αλλά ας γυρίσουμε στη ανωτέρω σύνθεση δυο λέξεων:
α) καινούργιο β) σένιο
Αναφέρεται κυρίως από λαμαρινάδες αυτοκίνητων που, αφού κάνουν την πατσαβούρα των λαμαρινών με ή χωρίς α ρέζους + χαρτί,
και είναι ευχαριστημένοι,
αναφωνούν (με τα χέρια στη μέση δίκην αιγινήτικου κανατιού, τσιτωμένοι και κορδωμένοι σαν γύφτικο σκεπάρνι ffa):
«καινουσένιο ρεεεε! μα ποιος είμαι ρε...» (βλέπε και μερικές σλανγκίστριες και σλάνγκους να το αναφέρουν εμμέσως πλην Σαπφώς στα λήμματά τους)
Δεν είναι καινούργιο φυσικά, αλλά ίδρωσαν να το κάνουν σαν καινούργιο...
βλ. και σένιος

– Κοίτα ρε δουλειά που έκανε ο Μητσάρας στο γκολφάκι, καινουσένιο το έκανε!
– Καλά, ας μη σκούπιζα τα αίματα από τη συχωρεμένη και ακόμα θα το ίσιωνε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία