Το λέμε όταν ένας ξυπνιτζής αστειάτορας πει καμία και καλούα υπερπόντια ατάκα. Τότε υποτίθεται ότι η ατάκα φεύγει από το «έρκος των οδόντων» του και σκάει σαν βόμβα και εμείς κάνουμε έναν μορφασμό σαν ότι προσπαθούμε να προστατευθούμε από το ωστικό κύμα της βόμβας που έριξε.

Επίσης, για να υπονοήσουμε ότι κάποιος έχει δημιουργήσει ένα τσουτσουνάμι μαλακίας, κάνουμε αποτόμως δεξιά το κεφάλι μας λέγοντας «το μάμαλο» και μετά αποτόμως αριστερά λέγοντας «το αντιμάμαλο». Μάμαλο είναι το κύμα που σκάει στο πλοιάριο, και αντιμάμαλο το κύμα που σκάει πρώτα στην προβλήτα κι έπειτα στο πλοιάριο. Οπότε εννοείται ότι το τσουνάμι της μαλακίας χτυπά τον ακροατή πρώτα ως μάμαλο κι έπειτα ως αντιμάμαλο (οκ, μόνο στην παρέα μου το κάνουμε, αλλά αυτό δεν είναι λόγος να μην καταχωρισθεί...).

- Καλό Πάσχα!
- Κι εγώ καλώ πάσχα, αλλά δεν το σηκώνει.
- Ωχ, με πήρε το ωστικό κύμα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία