Λόγω της υψηλής περιεκτικότητάς του σε πρωτεΐνη (βλ. εδώ), έτσι αποκαλείται το σπέρμα.

Χρησιμοποιείται προφάνουσλυ σε περιπτώσεις που η διακριτικότητα είναι επιθυμητή, ή απλά αν θέλουμε να κάνουμε επίδειξη των σλανγκικών μας ικανοτήτων.

Συνώνυμο: γαλατάκι.

  1. - Χτες βγήκα με το μωρό που παίζω τον τελευταίο καιρό. Καλά πήγε.
    - Έβαλες;
    - Όχι ακόμα, αλλά δεν αργεί. Προς το παρόν, μείναμε στο παπί.
    - Κάτι είναι κι αυτό. Τουλάχιστον κατάπιε την πρωτεΐνη;

  2. «Ιδιαίτερα εντυπωσιασμένος είμαι από το cumshot. Την κλασική Ελληνίδα θα την πιάνανε τα κόμπλεξ της, και θα έλεγε στον λεβέντη να τη χύσει στα βυζιά ή στην κοιλίτσα. Αλλά το Τζουλάκι πήρε την πρωτεΐνη στο στόμα, έτσι για να μην πάθει σκορβούτο!» (από εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όπως αναφέρεται εδώ, οι πρωτεΐνες αποτελούν το απαραίτητο δομικό υλικό που «χτίζει» ιστούς (μύες, νύχια μαλλιά), που αναπληρώνει τις φθορές τους, καθώς και πολλά άλλα.

Όπως φαίνεται από εδώ, το κρέας είναι μια από τις πηγές παροχής πρωτεΐνης στον ανθρώπινο οργανισμό.

Αποδεκτοί τύποι πηγών άντλησης ζωικής πρωτεΐνης, αναφέρονται εδώ (ψαχνό γαλοπούλας, κοτόπουλου, μοσχαριού ή χοιρινού).

Όλα καλά και άγια τα παραπάνω. Μόνο που ω... της ανατροπής, αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννούν οι κότες.

Αναφερόμαστε μεν σε ζωικούς οργανισμούς, αλλά όχι σε τέτοιους που θα μπορούσαμε να συμπεριλαμβάναμε στη διατροφή μας, για τις συγκεκριμένες κοινωνικοπολιτισμικές συνθήκες της ζωής μας.

Εδώ μιλάμε για ζωικούς οργανισμούς, που βρίσκονται στην τροφή μας από λόγους απροσεξίας (δικής μας, ή όποιου ετοίμασε το γεύμα) και από λόγους εθελοντικής παρουσίας τους στο γεύμα μας. Οι ζωικοί αυτοί οργανισμοί, μπορεί να είναι σε ζώσα μορφή. Μπορεί και όχι.

Για να μην το κουράζουμε: ναι ναι ναι. Μιλάμε για διάφορα έντομα και για άλλους οργανισμούς (καμικάζι, κλπ), που μπορεί να βρεθούν στην τροφή μας.

Γιατί εκφέρουμε τον όρο;

Για να διακωμωδήσουμε τη δημιουργηθείσα κατάσταση, αμβλύνοντας έτσι, την αίσθηση της σιχαμάρας, προσθέτοντας μια δόση χιούμορ μεταξύ των συνδαιτυμόνων, που είναι παρόντες στη φάση. Επίσης, εκφέροντας τον όρο, συμβάλλουμε στην ελαχιστοποίηση της αντίληψης της σιχαμάρας προς άλλους που, μη έχοντας οπτική αντίληψη του συμβάντος, δεν έχουν πιάσει τι έχει συμβεί.

Μεγάλη βδομάδα. Κάποιος τρώει μαζί με κάποιον σε υπαίθριο εστιατόριο. Κάποιο καμικάζι έχει αυτοκτονήσει στη σαλάτα του. Αηδιάζει. Τότε, ο άλλος του λέει:
- Ελα ρε... Πώς κάνεις έτσι; Δε λες που θα φας και πρωτεΐνη, στο τζάμπα; Α... ξέχασα... είναι μεγάλη βδομάδα και δεν κάνει να φας κρέας, ε;... χα χα χα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία