Προέρχεται από την αγγλική λέξη crash = συντρίβομαι, καταρρέω.

Κάποιες κλασσικές περιπτώσεις χρήσης του όρου αναφέρονται ακολούθως. Ο όρος χρησιμοποιείται για να δείξει:

α) Δυσλειτουργία ενός προγράμματος, ενός συστήματος, μιας συσκευής, κλπ. (βλ. παρ. 1)

β) Διάλυση και αποδιοργάνωση, ως συνέπεια κάποιας κατάστασης που τυχαίνει να έχει φθοροποιά αποτελέσματα. Θα μπορούσαμε να μιλάμε, π.χ. για περίπτωση:

  • υπερβολικής κούρασης, συνεπακόλουθης κατάπτωσης και αδυναμίας ανάκτησης ψυχοσωματικών δυνάμεων κάποιων. Μιλάμε, δηλαδή, για κάποιους που καταντούν, για επισκευή και πέταμα.
  • θλιβερού γεγονότος, αρρώστιας (δικής μας ή κάποιου προσφιλούς μας προσώπου), συναισθηματικής αναστάτωσης, με διάφορες επιβλαβείς συνέπειες σε ορισμένους τομείς της ζωής μας.
  • μεγάλης πόσης.

Για την περίπτωση αυτή, βλ. παρ. 2.

γ) Διάλυση και αποδιοργάνωση ως συνέπεια κάποιας αναμενόμενης φθοροποιού κατάστασης. Μιλάμε, π.χ: για αδυναμία ανάκτησης δυνάμεων κάποιων λυκόπουλων. Ο άνθρωπος έχει και καλά, καλή εγγύηση λειτουργίας για ορισμένα χρόνια. Από κει και πέρα ο πανδαμάτωρ χρόνος που όλα τα φθείρει, φθείρει κι αυτόν, που κάποτε, μπορεί να λειτουργούσε ως, μηχάνημα μ' αρχίδια, αλλά τώρα λειτουργεί ως, αρχίδια μηχάνημα (π.χ: δε θυμάται βασικά πράγματα, κλπ).

Για την περίπτωση αυτή, βλ. παρ. 3.

δ) Αίσθηση ανατροπής, όταν απίθανα κι απρόσμενα πράγματα, διεγείρουν τις αισθήσεις μας, δίνοντάς μας την εντύπωση πως έχει αποδιοργανωθεί η τάξη και η ισορροπία των πραγμάτων. Ο κόσμος γύρω μας κλονίζεται. (βλ. παρ. 4).

  1. Μόλις πάω λίγο να ανοιξω ένα προγραμματακι ( δηλαδη να φορτώσω λίγο το CPU ) τοτε τα βρίσκει σκούρα και κρασάρει. Δες εδώ.

  2. Έχω κρασάρει αυτές τις μέρες από την πολλή κούραση στη δουλειά. Δεν αντέχω άλλο.

  1. - Απ' όσα κι αν του 'λεγα, ζήτημα αν θυμόταν κάνα δυο θέματα
    - Εμ... έχει καβαντζάρει τα όντα εδώ και κάμποσα χρόνια. Έχει κρασάρει ο δίσκος του πια. Έχει κάψει RAM.
  1. Αλλά με όσα βλέπουν τα μάτια μου και ακούν τα αυτιά μου, με προδοσίες από εμάς τους ίδιους, θα κρασάρω κάποια στιγμή. Δες εδώ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ξεκουράζομαι, αράζω, κοιμάμαι ,την πέφτω. Αν και συνήθως υπονοεί υπερβολική κούραση ή μέθη, πολλές φορές χρησιμοποιείται καταχρηστικά για κάθε τύπου ύπνο.

-Είσαι για άλλο ένα ματσάκι;
-Όχι ρε, να σου πώ να κρασάρω εδώ για βράδυ; Βαριέμαι να τρέχω σπίτι τώρα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε