Με χαλάει που δεν μου μιλάει, δεν με γονιμοποιεί, δεν με ρωτάει, δηλαδή σπάζομαι, τρελαίνομαι.

Αν η διάθεσή μας είναι φτιαγμένη, ας πούμε κτισμένη, η συμπεριφορά του / των άλλων μας τον γκρεμίζει τον χτισμένο τοίχο της διάθεσής μας, άρα μας τον χαλάει.

Επίσης με χαλάει η πίτσα με αντζούγιες και βατόμουρο, δεν πίνω θεσσαλικό τσίπουρο γιατί με χαλάει.

Δεν το κάνω με προφυλακτικό μωρό μου, με χαλάει η μυρουδιά του καμένου λάστιχου...

Σχετικά: μου την σπάει, μου την δίνει

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία