Γαμώ και εκσπερματίζω. Γιατί η σχέση είναι ένα ευαίσθητο λουλούδι, που πρέπει να το ποτίζουμε συχνά. Με σπέρμα.

Βλ. και ποιος πότιζε τα μουνιά όσο έλειπα;, το ποτίζει το γκαζόν, απότιστη.

Οι κακές γλώσσες λένε ότι όσο ο Κώστας έλειπε στον στρατό, ο φίλος του του πότιζε την γκόμενα τακτικά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ποτίζω κάποιον με ακλοόλ, τον κάνω σκνίπα, του βάζω τόσο να πιει λες και ποτίζω το μποστάνι μου. Κι αυτός κάθεται και το πίνει, από ντροπή ή από μαγκιά.

ασίστ: Nick

Πολύ το χάρηκα χθες, είχε έρθει στην παρέα ένας μπούμπης και έλεγε όλο μαλακίες ώσπου άρχισα να τον ποτίζω ξύδια, τον έκανα κουρούμπελο και την ξαπλάρωσε στον καναπέ, σάπισε και ησυχάσαμε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία