Έκφραση για να περιγράψει ποσοτικά ένα, κυρίως μη μετρήσιμο, μέγεθος, χωρίς να το οριοθετήσει. Σημαίνει «ένας κάποιος», «μια όσο να 'ναι σημαντική ποσότητα» κλπ. Δηλώνει, δηλαδή, απλώς ότι πρόκειται για σημαντική και υπολογίσιμη ποσότητα, συνήθως χωρίς να αρκεί από μόνο της για να προκαλέσει ένα αποτέλεσμα.

Η λέξη άλφα δηλαδή, με μαθηματικούς όρους, λειτουργεί σαν μεταβλητή.

Βλ. και κλικ, κάνω κλικ, μου κάνει κλικ.

– Ο ίλαρχός σου δηλαδή γιατί στράβωσε που ο μέραρχος τον είπε λοχαγό; Ο ίδιος βαθμός δεν είναι;
– Ναι, αλλά σου λέει θα μου απευθύνεις τον λόγο όπως προβλέπεται, κι εγώ αξιωματικός είμαι. Άλλωστε, τι σκατά, επιλαρχία επιθεωρείς, όλοι στην μονάδα μαύροι είμαστε.
– Και τι έγινε;
Δίκας και υπόδικας έκλασαν μέντες. Ο μέραρχος είπε ένα «έχετε δίκιο κύριε ίλαρχε» και προχώρησε παρακάτω.
– Θέλει ένα άλφα θάρρος να διορθώσεις υποστράτηγο ρε πούστη μου...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία