Έννοια συγγενής με τις ήδη καταχωρισμένες αλλά μη ορισμένες προς αυτήν την κατεύθυνση καΐλας, καμένος και (ίσως λιγότερο) καΐδι.

Αναφέρεται σε τύπο ο οποίος λέει καΐλες-καϊλιές, άκυρα αστεία που στην ουσία δεν είναι αστεία, αλλά μάλλον τα ερείπια της έννοιας του χιούμορ. Προσιδιάζουν περισσότερο σε τύπο που όντως έχει καεί από τις ουσίες, όπως φαίνεται και στα λίνκια, και προφάνουσλυ ένας τέτοιος τύπος δεν έχει και την πιο χάι κουάλιτυ αίσθηση του χιούμορ. Ενδέχεται σοβαρά να λέει και αφεδύο.

  1. Έλεος πια ρε κατεστραμμένε με τα ανέκδοτα με τη μικρή Αννούλα. Νιώσε, δεν είναι αστεία. Χώρια που μας τά 'χεις κάνει ζέπελιν τόσες φορές που τα έχεις πει.

  2. (πραγματικός διάλογος, μαντέψτε ποιος απ' τους δύο είναι ο υποφαινόμενος)
    - Βρήκανε, λέει, στη Γερμανία σε προϊστορικό σπήλαιο ομοίωμα πέους που μάλλον χρησίμευε ως σεξουαλικό βοήθημα.
    - Καλά, όταν βρούνε και μαντάμ ντε σακ ντε βουαγιάζ από δέρμα μαμούθ λέτ μη νόου.
    - Τι κατεστραμμένος που είσαι ρε μαλάκα...

(από johnblack, 06/07/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία