Άλκης αποκαλείται κωδικοποιημένα ο αλκοολικός, αυτός που έχει πάθος με το αλκοόλ.

Με το λήμμα αυτό αποφεύγουμε να αποδώσουμε ευθέως το χαρακτηρισμό-ρετσινιά ή ακόμη για πολλούς όρο-ταμπού του αλκοολικού, ωστόσο ο συνειρμός που προκαλείται από τα πρώτα γράμματα αλκ- είναι σαφής, ειδικά στους ξενόγλωσσους.

Αν για τους άρρενες θιασώτες των ηδύποτων επιλέχθηκε το υποκοριστικό του Αλκιβιάδης, για δε τις θήλεις επιλέξιμα είναι τα Άλκηστις, Αλκμήνη και ίσως και άλλα.

Μεγάλο λούκι το ποτό, σου λέω. Για πότε σε πίνει αυτό αντί να το πίνεις εσύ, ούτε που το καταλαβαίνεις. Ρώτα όλους τους άλκηδες που μαζεύονται στους ΑΑ κάθε απόγευμα να σου πουν.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία