1) “Richeiner e bitte” είναι η σωστότερη γραπτή απόδοση της προφορικής εκφοράς της συγκεκριμένης φράσης, καθότι οι ομιλούντες την γλώσσα, ενίοτε, κατά την απαγγελία του e, χρησιμοποιούν το κατώτερο τμήμα του λάρυγγα, με αποτέλεσμα να ακούγεται κάτι σαν ae, ήχος ο οποίος εις την Σλανγκικήν διάλεκτο παραπέμπει στην αντίδραση μετά από εφαρμογή ψυχολογικής πίεσης, ή (διαζευκτικό) στην έκφραση άμετρου αηδίας.

Η φράση πράγματι αποτελεί κλασικό faux-ξενισμό και πρωτακούστηκε κατά την εποχή του Χαλκού, ήτοι όταν κατήλθαν τα πρώτα κελτικά φύλα στις παραλιακές περιοχές της χώρας. Υπάρχουν δύο εκδοχές για την προέλευσή της, η πρώτη κοινή για όλες τις ανάλογες εκφράσεις, όπως θα δούμε παρακάτω, η δεύτερη φορτισμένη με άλλοτε άλλο συναισθηματικό περιεχόμενο.

[Α] Aντίδραση του ιθαγενούς στην έντονη επιθυμία του αφενός να κατανοήσει τους ακατάληπτους ήχους της ομιλίας των αλλοεθνών περιηγητών, αφεδύο να εξορκίσει την σύγχυση που του προκαλούσε η ταυτόχρονη συνύπαρξή του με άτομα τόσο διαφορετικής απόχρωσης, ανατομίας, και νοοτροπίας. Ήταν η εποχή που τα φροντιστήρια «Στρατηγάκη» μόλις άνοιγαν .

[Β] Κατά τον ρουν των γεγονότων , οι πολιτιστικές εμπειρίες των κατοίκων εμπλουτίζονται και το αμιγώς Αριστοφανικό χιούμορ του λαού αφομοιώνοντας την αρχική αμηχανία μπροστά στο Νέο, Άγνωστο, Ψηλό, Ξανθό, Ηλιοκαμένο, Ημίγυμνο περιβάλλον, μετέτρεψε την έκφραση σε προτροπή καθησυχαστικού χαρακτήρα μεταξύ ατόμων ομιλούντων την ίδια μητρική γλώσσα. Η εποχή του «μι γκρίκ κις κουίκ» έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Τώρα πια η δήλωση αυτή εκφράζεται πιο περιφραστικά.

2) Αγγλισμός: Tallum to you. Καταδεικνύει αποτρεπτικό χαρακτήρα. Εκφέρεται για να δείξει στον συνομιλητή ότι είναι εκτός θέματος, εκτός χρόνου, ότι τεσπά δεν ενδιαφέρει την ομήγυρη το θέμα, καλά θα κάνει ν αλλάξει σταθμό.

3) Γαλλισμός: Qu'est-ce que c'est que ce bol. Έκφραση συγκατάβασης δεικνύουσα διάθεση εξομαλυντική, απαλοιφής των διαφορών, κατάργησης των κοινωνικών αδικιών, άμεσης κατάσβεσης των εστιών, αναστολής εχθροπραξιών. Liberté Egalité Fraternité!

4) Ιταλισμός: Addiamo tsimento che la mia volo olo me caro. Αποχαιρετιστήρια έκφραση προερχόμενη από μετάφραση της πρώτης λέξης που ενώ σημαίνει «πάμε» συνεκδοχικά έλκει και τη λέξη «γεια». Ο αποδέκτης της εν λόγω φράσης συνειρμικά την αντιλαμβάνεται σαν «άντε γεια».

1)
Ο Σήφης έχει καλέσει τη Μερούλα στο δωμάτιό του να δούνε σι-ντι. Μόλις ανοίγει την πόρτα μπόχα από κάλτσες, βρακιά και σκόρδο αναδύεται έντονη. Το τοπίο, πλίνθοι τε κέραμοι ατάκτως ειρημένοι. Φυσικά η Μερούλα κοντοστέκεται...
Σ: Ρηχά είναι μπείτε… παρακαλώ… (Μεταφορικά κ πολύ-πολύ ευγενικά.).

2)
- Γιωργάρα, θα μου δώσεις, ρε, το Χοντάκι να ρίξω κάνα γκαζάκι στο βουνό, άντε ρε, θα πάω και για τσιγάρα...
- Το Χοντάκι είναι τ΄ άλλου μ του γιού. - Ποιανού;
- Τ΄ άλλου μ’ του γιου. Που σπουδάζει στο Λονδίνο.
(Μεταφορικά και κυριολεκτικά συγχρόνως).

3)
α) Ο Θύμιος έρχεται από τη στάνη το βράδυ στο σπίτι. Η Παγώνα ετοιμάζει φαί.
Π: Πού να στα βάλω τα κορ-φλέξ μανάρ μ;
Θ: Κι σι κισέ κι σι μπολ κοκκώνα μ’. Όπου κι να τα βαλς θα σι φάου… (Πλησιάζει. Κυριολεκτικά).

β) Ο Πέρυ στρίμωξε το Λίλιαν στην κουζίνα.
Π: Κοίτα να δεις Λίλιαν . Πως θες νά ‘σαι με μένα η το Βαγγέλα; Σκέψου! Λ: Qu'est-ce que c'est que ce bol, cherie! (Μεταφορικά).

4)
Μερούλα: Και μετά ρε Λίλιαν, τι έγινε μετά;
Λίλιαν: Μετά φιλενάς, ακολούθησαν κάνα-δυο επιμορφωτικά σεμινάρια.
Μερούλα: Και μετά;
Λίλιαν: Μετά το Πέρυ και ο Βάγγελας έβγαλαν εισιτήρια με το φέρυ για Τήλο. Νάτοι, εκεί πάνω είναι. Χαιρέτα τους (τη σκουντάει).

Υ.Γ. Το 4) το λένε οι Πέρυ και Βάγγελας, αλλά καθώς το φέρυ απομακρύνεται τις φωνές τους σκεπάζει το βουητό της θάλασσας.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία