Πρόκειται για κλασικότατο λήμμα που μόλις και μετά βίας μπορεί να χαρακτηριστεί αδόκιμο και κατ' επέκτασιν να ενταχθεί στο σλανγκρ. Σημαίνει τον πουτσοκέφαλο, αυτόν που έχει στο μυαλό του το μουνί και γενικότερα το γαμήσι σε όλες του τις εκφάνσεις. Απαντά, σαφώς, και στο θηλυκό γένος τηρουμένων βέβαια των αντιστοιχιών· πορνόμυαλη, επομένως, είναι αυτή που έχει στο μυαλό της τον πούτσο, ενίοτε όμως και το μουνί. Ο όρος έλκει την καταγωγή από το αρχαίο πόρνος/η που σήμαινε τον άντρα, ή τη γυναίκα, που είχε ως κύρια ενασχόληση το γαμήσι και όλα τα paraphernalia.

  1. - Πρότεινα στον Νίκο να πάμε για ποτό και μου είπε «σπίτι σου ή σπίτι μου;». Ρε, το μαλάκα, μου την έχει δώσει!
    -Καλά, ρε συ, αυτός είναι πορνόμυαλος. Τι περίμενες, να σε πάει σε καμιά τσαγερί;

  2. - Η Ανθούλα είναι πορνόμυαλη. Όση ώρα της έδειχνα τον ισολογισμό αυτή με κοιτούσε στον πούτσο.
    - Μεγάλη πουτάνα. Εμένα μου την έπεσε από την πρώτη μέρα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία