Σημαίνει τσιμουδιά, ησυχία. Το λέμε όταν θέλουμε να επιβάλουμε σιωπή σε θορυβώδη ομήγυρη (σχολική τάξη, στρατιωτικός θάλαμος κλπ), ή σε φλύαρο (ή αυθάδη) συνομιλητή. Πρόκειται για κλασσικότατη έκφραση που η χρήση της χάνεται στα βάθη του χρόνου. Μάλλον οφείλει την ετυμολογία του στην συμπροφορά των άφωνων (άηχων) «κ» και «χ».

  1. Μη κάνεις κιχ! Θα μας ακούσουν.

  2. Κιχ! Σκασμός, κωλόπαιδα!

  3. Τον πήρε απ' τον κώλο και δεν έβγαλε κιχ. Μεγάλη πουτάνα.

(από panos1962, 20/11/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία