Στην ποδοσφαιρική διάλεκτο αποκαλείται έτσι ο απολύτως άχρηστος παίχτης, επειδή υποτίθεται πως το μόνο που μπορεί να κάνει στο χόρτο του γηπέδου είναι να βοσκάει πρόβατα. Απαντάται επίσης και ως τσοπάνης-τσοπάνος.

- Είδες ρε τον Καζαβούμπου που πήραμε δεξί εξτρέμ; Τα σπάει!
- Τι λε ρε άμπαλε; Βοσκός!

(από Vrastaman, 18/11/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συντετμημένη, τρόπον τινά συνθηματική, ἐκδοχὴ τοῦ μουνοβοσκός, ἤγουν τοῦ ἀγαθοῦ ἐκείνου τύπου ποὺ πηγαινοφέρνει τὶς γκόμινες, χωρὶς ὅμως νὰ ἀπολαμβάνῃ τπτς γιὰ τὸν κόπο του. Πρόκειται δλδ γιὰ καληνυχτάκια καὶ γκομενοφύλακα, ὁ ὁποῖος ἀντὶ νὰ φέρῃ τὴν στολὴ καὶ τὰ διάσημα τοῦ ἐνδόξου σώματος τῆς Γκομενοφυλακῆς, φέρει ἁπλῶς γκλίτσα, διὰ τὸ σαλάγημα τῶν μουνιῶν (νὰ δῶ, βρὲ πστδοι, ποῦ θὰ βρῆτε μῆδι κατάλληλο).

Ἀπὸ τὸ βοσκὸς παράγεται καὶ τὸ ρῆμα βόσκω, μόνο, φυσικά, μὲ τὴν ἔννοια κυκλοφορῶ ἢ πηγαινοφέρνω τὰ μουνιδάκια, χωρὶς νὰ βάζω τὸ δαχτυλάκι μου στὸν ἀφαλό τους. Τὸ ρῆμα αὐτὸ χρησιμοποιεῖται καὶ μεταφορικῶς, ὡς ἀμετάβατο καὶ μεταβατικό, γιὰ νὰ δηλώσῃ ὅτι τὸ ὑποκείμενο πηγαινοφέρνει τὸ ἀντικείμενο, ἢ πηγαινοέρχεται, μὲ κάποιο σκοπὸ, χωρὶς νὰ τὸν πραγματοποιῇ.

- Δυὸ μήνους τὶς σαλαγᾶς τὶς γκόμινες, ρὲ Βαγγέλα· βοσκός κατήντησες μαδερφάκι μου!
- Τί νὰ κάνω ρὲ Γιωργάρα; Τὸ τάβλι θέλει ὑπομονή, κι ἡ γκόμινα κυμῆγι.

(Ὁ μεσίτης)
- Κύριε Κώστα, σᾶς ἔχω δείξει 30 οἰκόπεδα, τὸ ἕνα καλλίτερο ἀπὸ τὸ ἄλλο, καὶ δὲν ἀποφασίζετε...
- Ἀκοῦστε κύριε Νῖκο, χρειάζεται ὑπομονή· ἐγὼ τώρα τὰ τριγυρίζω· τὰ ψωνίζω· τὰ βόσκω. Μόλις μαλακώσουνε οἱ πωληταί, θὰ δείξω φῶς.

(μπεε) (από patsis, 21/01/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Βοσκός αποκαλείται ο τύπος εκείνος που κατεβαίνει σε μεγάλες και σύγχρονες πόλεις τής ελληνικής επαρχίας, χωρίς όμως να έχει φροντίσει την παρουσία του σε ικανοποιητικό βαθμό και κάνοντας επίδειξη, εισπράττοντας έτσι αρνητικά σχόλια.

Ο βοσκός κατεβαίνει στην πόλη κυρίως σε γιορτές, αργίες και πανηγύρια, χωρίς να είναι λίγες οι φορές που θα κατέβει και σαββατοκύριακα.

Υπάρχει έντονη διαφοροποίηση μεταξύ του βοσκού, ο οποίος φέρνει τη στάνη στην πόλη, και του κατοίκου χωριού ο οποίος δεν προκαλεί με τη συμπεριφορά του και φροντίζει την εμφάνισή του, σε βαθμό ώστε να συμβαδίζει με τους ρυθμούς της πόλης.

Ο βοσκός συνήθως οδηγεί αγροτικο, με το οποίο πολλές φορές προσπαθεί να στήσει κόντρες με άλλα οχήματα, προκαλώντας με την ταχύτητα που αναπτύσσει, αλλά και τις οδηγικές φιγούρες (π.χ. κωλιές, παράνομες αναστροφές) στις οποίες επιδίδεται. Εδώ να τονίσω ότι το λήμμα δεν καυτηριάζει το ίδιο το αγροτικό, αλλά τον επικίνδυνο και προκλητικό τρόπο οδήγησης.

Επίσης μοιάζει λίγο χαμένος στα φώτα και τους δρόμους της πόλης. Ωστόσο οι πιο έμπειροι βοσκοί που έχουν κατέβει στην πόλη πολλές φορές, δεν αντιμετωπίζουν τέτοιο πρόβλημα.

Όσον αφορά το ντύσιμο του βοσκού, παρατηρούμε ότι έτσι κάπως θα πήγαινε και στο καφενείο του χωριού του. Συνήθως φοράει μπότες, ανοιχτό πουκάμισο με φλοκάτη από μέσα και μεγάλο σταυρό στο στήθος.

- Εδώ κοίτα ρε, πώς πάει έτσι με το αγροτικό!
- Καλά, εδω είναι κλασσικό φαινόμενο... έχει γεμίσει η πόλη βοσκούς.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία