Ο πατητός, δηλαδή αυτός που οδηγεί ταχύτατα πατώντας τέρμα το γκάζι, ο σανιδωμένος.

  1. Την περασμένη εβδομάδα ένας 'μάγκας' αφού έκανε στον ευθύ δρόμο πριν την συγκεκριμένη στροφή προσπέραση σε τέσσερα αυτοκίνητα, πατημένος στα 120χλμ, προσπάθησε σε αυτήν την στροφή να κάνει προσπέραση σε λεωφορείο το οποίο ήταν γεμάτο τουρίστες και το οποίο λογικό ήταν να πηγαίνει με το όριο ταχύτητας σε εκείνη την περιοχή. Το αστείο της υπόθεσης ήταν ότι μέχρι και την τελευταία στροφή δεν μπορούσε να κάνει προσπέραση λόγω κίνησης στο αντίθετο ρεύμα και αυτός από τα νεύρα του να χτυπά το τιμόνι, να βγάζει το χέρι του έξω από το παράθυρο να γνέφει στον οδηγό να πάει πιο γρήγορα και να γκαζώνει χωρίς αποτέλεσμα. Φαντάζεστε βέβαια όταν περάσαμε τις στροφές με πόσα χλμ εξαφανίστηκε. (Εδώ).

  2. Γυρνάς πατημένος στην εθνική για να προλάβεις, μετανιώνεις την ίδια στιγμή που τρέχεις, αλλά τρέχεις, φτάνεις, προλαβαίνεις και ιδού μια αγκαλιά που μετανιώνεις ακόμη περισσότερο που έτρεχες, αλλά εσύ νιώθεις μόνο χαρά. Ατόφια χαρά. (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Συναντάται στην έκφραση «πατημένος σαραντάρης / πενηντάρης» κόκ, λέγεται δε και στο θηλυκό. Σημαίνει αυτόν που όχι μόνο έχει μπει για τα καλά στην αντίστοιχη γκάμα ηλικιών, αλλά το δείχνει κιόλας, του φαίνεται δηλαδή.

- Μαλάκα, γνώρισα μια γκόμενα τις προάλλες, τύφλα νά 'χει το Λίλιαν σου λέω...
- Έλα ρε, ποια; Την ξέρω;
- Μπορεί, είναι η Τατιάνα, η γειτόνισσα του κουμπάρου της ξαδέλφης του μπατζανάκη του περιπτερά της γωνίας.
- Ρε συ, αυτό είναι γαμώ τα πουρά! - Ε όχι και πουρό το κορίτσι!
- Ε όχι και κορίτσι η πατημένη πενηντάρα ρε αούγκανε...
- Ε, τεσπα δεν της φαίνεται.
- Καλά, δες καλύτερα κάτω από τον σοβά...
- Μπα, δεν φορά μακιγιάζ.
- Ε τότε κάποια μπαγαποντοπλαστική έχει η φάβα...
- Καλά, νταξ, μην πάρεις...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε